ΒΙΒΛΙΟΚΡΙΤΙΚΗ

Δύο βιβλία-δύο οπτικές για την εξέγερση του Πολυτεχνείου

Δύο βιβλία-δύο οπτικές για την εξέγερση του Πολυτεχνείου, Αντώνης Παπαγιαννίδης

Αναμενόμενο ήταν, με την 50η επέτειο από τα γεγονότα του Πολυτεχνείου του 1973, να επανέλθει στην πρώτη γραμμή της επικαιρότητας και της (σε όλο και πιο περίεργα, πλέον, μονοπάτια) δημόσιας/πολιτικής συζήτησης η αναφορά σ’ αυτόν τον ιδρυτικό/καταστατικό μύθο της Μεταπολίτευσης.

Ακόμη η αξιοποίηση ή/και η νόσφισή του στηρίζει καριέρες αλλά και –αντιδιαμετρικά– στηρίζει εγχειρήματα απομυθοποίησης/απονομιμοποίησης, τα οποία θεμελιώνουν αντίρροπες καριέρες άρνησης και αποδόμησης, τόσο των γεγονότων του 1973 όσο και των συνεπειών που είχαν. Με την συγκυρία να οδηγεί την συζήτηση, να φέρνει ανανοηματοδοτήσεις και “αξιοποίηση” του Πολυτεχνείου για την κυλιόμενη πολιτική σύγκρουση βάθους (με τον χώρο που έχει καταλάβει η ΝΔ να φιλοξενεί από αρνητές της φοιτητικής εξέγερσης του 1973 ή, πάλι, των νεκρών της καταστολής, μέχρι ανθρώπους που μετείχαν σε οργανώσεις της κατάληψης με την εξάχνωση του ΣΥΡΙΖΑ και την παραμονή του ΠΑΣΟΚ σε χαμηλή πτήση να απωθεί στο περιθώριο ακόμη περισσότερους από τους κυρίως πρωταγωνιστές των ημερών του Πολυτεχνείου, που είχαν παραμείνει στην πολιτική δράση στις διαδοχικές της Μεταπολίτευσης) θα προτείναμε στον φιλέρευνο αναγνώστη δύο βιβλία των ημερών: Το πρώτο ανήκει στον Σταύρο Λυγερό, μέλος της Συντονιστικής του Πολυτεχνείου, που ήδη από το 1977 είχε καταθέσει σε δίτομο έργο την προσέγγιση “Φοιτητικό κίνημα και ταξική πάλη στην Ελλάδα – Από τις προσφυγές στα Πρωτοδικεία στην εξέγερση του Πολυτεχνείου”.

Ο ίδιος ο Σταύρος Λυγερός, μαθηματικός μεν αλλά με μεταπτυχιακό διεθνών σχέσεων στο Παρίσι, μετέπειτα δημοσιογράφος πρώτης γραμμής και ήδη εμψυχωτής του SLpress, συγγραφέας σειράς βιβλίων για την Βαλκανική, τα Ελληνοτουρκικά, το Κυπριακό, ξεκινά επισημαίνοντας ότι η αρχική του κατάθεση για το Πολυτεχνείο ήταν «στην ξύλινη γλώσσα της εποχής, η οποία δικαιολογημένα απωθεί τον [σημερινό] αναγνώστη». Αλλά και ότι κάποιες αναφορές της δεκαετίας του ΄70 «σήμερα δεν έχουν κανένα νόημα». Συνεπώς, το τωρινό  βιβλίου του αποτελεί μια εξαρχής νέα αναμέτρηση με τα γεγονότα, με το ίχνος που άφησαν και με την μετέπειτα διαδρομή της Μεταπολίτευσης. Καταθέτει, άλλωστε, την παραδοχή ότι «ο καθένας που συμμετείχε στην εξέγερση είχε και έχει να διηγηθεί πολλά γι’ αυτό που έζησε».

Μάλιστα, στο βιβλίο ο ίδιος –ως πρωταγωνιστής και θεατής παράλληλα των γεγονότων– προσθέτει κάποια προσωπικά βιώματα, τα οποία επέλεξε να είναι ένθετα/σε πλαίσιο, ξεχωρίζοντας από το υπόλοιπο κείμενο. [Εδώ, επεισόδια όπως των πορτοκαλιών που πέταγε ο κόσμος στην ταράτσα της Νομικής ως “ανεφοδιασμό” των φοιτητών με τρόφιμα, ή πάλι της συγκλονιστικής μαρτυρίας για το πώς το ανθρώπινο ποτάμι εξόδου από το Πολυτεχνείο βρέθηκε αντιμέτωπο με αστυνομικούς με αυτόματα, οι οποίοι υποχώρησαν για να μην λιντσαριστούν, αληθινά ξυπνούν μνήμες. Άλλου τύπου μνήμες φέρνουν όσα ιστορούνται για την πικρή περίπτωση του Διονύση Μαυρογένη / διαβολής από ΚΚΕ].

Στον πρόλογό του, πάντως, ο Λυγερός παραθέτει άρθρο του από την “Καθημερινή” της 17ης Νοεμβρίου 1993, στα 20 χρόνια τότε, όπου αναφερόμενος «στην περιβόητη «γενιά του Πολυτεχνείου»» μνημόνευε δίπλα σε όσους «το 1974 επιβιβάσθηκαν στα τραίνα των κομμάτων και εισήλθαν, λιγότερο ή περισσότερο, στον αστερισμό της επωνυμίας», τους άλλους που «δεν άντεξαν το συγχρωτισμό με το θαμπό παιχνίδι του ποικιλόχρωμου πολικαντισμού […] προτιμώντας την περιπέτεια της μοναχικής διαδρομής». Τώρα, στα 50 χρόνια από το Πολυτεχνείο του 1973, με την αγριωπή επαναξιολόγηση των πάντων από τον δηλητηριώδη κήπο των social media, η ενδιάμεση εκείνη τοποθέτηση Λυγερού ηχεί προφητικά.

“Πολυτεχνείο 1973: Η φοιτητική εξέγερση”

Το άλλο βιβλίο, συλλογικό και με συντονισμό/επιμέλεια Βασίλη Παναγιωτόπουλου/Γιάννη Βούλγαρη/Σωτήρη Ριζά, με τίτλο “Πολυτεχνείο 1973: Η φοιτητική εξέγερση” –μάλιστα ως πρώτη κατάθεση της σειράς “Βήμα στην Ιστορία” με την οποία η άλλοτε ναυαρχίδα της Δημοκρατικής Παράταξης (οι παλιότεροι θα θυμούνται και τον όρο και την χρήση του…) επιχειρεί την επάνοδό της σε μιαν ανάγνωση του ιστορικού συνεχούς που είχε διακοπεί ή πάντως παγώσει τα χρόνια μετά το 2012/2015 με την μονοδιάστατη αντι-ΣΥΡΙΖΑ στράτευση– έρχεται, σύμφωνα και με το προλογικό σημείωμα του Γιάννη Πρετεντέρη, να δει πώς «η Μεταπολίτευση αναζήτησε στο Πολυτεχνείο έναν τρόπον τινά “ιδρυτικό μύθο” που της έλλειπε. Τον ανακήρυξε [δε] ήδη από τις μέρες της, μέσα σε κλίμα νεανικής ευδαιμονίας και σε ατμόσφαιρα πανηγυριού».

Έχει ενδιαφέρον να επισκεφθεί κανείς την επιλογή υπογραφών/προσεγγίσεων των συντελεστών του συλλογικού αυτού τόμου, άλλων με μελετήματα και άλλων με μαρτυρίες –πέρα δηλαδή από τους συντονιστές/επιμελητές του εγχειρήματος– όπου θα συναντήσει για παράδειγμα τον Θεοδόση Τάσιο (που ως νεαρός τότε καθηγητής του ΕΜΠ ήταν από τους λίγους που εξαρχής συμπαραστάθηκαν στους φοιτητές) ή τον Χριστόφορο Αργυρόπουλο (εμβληματικό ποινικολόγο, στην Πολιτική Αγωγή στην δίκη του Πολυτεχνείου), δίπλα στον Γιάννη Αναστασάκο από Δημοκρατικό Αγώνα-“Ρήγα” αλλά και AGB, τον Χρήστο Λάζο που “γνώρισε” από ΕΑΤ/ΕΣΑ μέχρι Γ.Γ. Νέας Γενιάς/ΕΚΕΒΙ ή DGXXII Βρυξελλών, ή τον Τάσο Σακελλαρόπουλο των Αρχείων του Μουσείου Μπενάκη, αλλά και των ΑΣΚΙ, καθώς και εκπροσώπους της νεότερης γενιάς, όπως η Κατερίνα Μπακογιάννη εκπρόσωπος Τύπου του “Ποταμιού” / δημιουργό της Melon Media/του podcasting, ή η Τζένη Λιαλιούτη από την συνάντηση Ιστορίας – Πολιτικής Επιστήμης.

Στο αμόνι του Πολυτεχνείου

Επιστρέφοντας, τώρα, στο βιβλίο του Σταύρου Λυγερού –και αφού κανείς δει /ξαναθυμηθεί πώς η χαλάρωση της καταπιεστικής πραγματικότητας της Χούντας σε μια επιδίωξη “ομαλοποίησης” διευκόλυνε τις πολιτικές ζυμώσεις στην φοιτητική κοινότητα, με φόντο και την πολιτιστική άνθιση της εποχής– καλείται ο ενδιαφερόμενος να παρατηρήσει όλη τη διαδρομή των φοιτητικών συλλόγων, τις δικαστικές περιπέτειες των φοιτητικών εκλογών, τις έντονες εκδηλώσεις στο Πολυτεχνείο (με την παραίτηση της Συγκλήτου ως κίνηση αξιοπρέπειας απέναντι στον αυταρχισμό του Κυβερνητικού Επιτρόπου) και την πρώτη κατάληψη, την ταράτσα της Νομικής.

Ο πυρήνας της αφήγησης είναι, φυσικά, οι μέρες της κατάληψης του Πολυτεχνείου, όπου ο καθένας μπορεί να ανασύρει/να επιλέξει/να ξαναθυμηθεί (αναλόγως ηλικίας και απόστασης ή/και μετέπειτα πορείας, αν μη τι άλλο…) ποια βήματα θα κρατήσει στην μνήμη. Για μας, το επεισόδιο της Συντονιστικής Επιτροπής, με την διεκδίκηση από “Ρήγα” και Αντι-ΕΦΕΕ της στάθμισης ψήφων, με την αντιπαράθεση Σταύρου Λυγερού με Στέλιο Παππά/Χρύσανθο Λαζαρίδη/Τώνια Μωροπούλου, την παρέμβαση Νίκου Σιδέρη και τον απότομο τερματισμό των διεργασιών όταν ξεκίνησε η επιχείρηση της καταστολής-επίθεσης, δεν δείχνει μόνο την πολυπλοκότητα των σχέσεων. (Με κορύφωση εκ των υστέρων, τη στάση ΚΚΕ απέναντι στην “ριζοσπαστική πτέρυγα”, όπως αυτή καταγράφηκε και στην ομώνυμη Έκθεση της Κεντρικής Επιτροπής). Δείχνει, εκ των υστέρων διαβαζόμενο, πως εκεί –στο αμόνι του Πολυτεχνείου– σφυρηλατήθηκε μια ολόκληρη γενιά πολιτικοποιημένων στελεχών που “αυτονόητο” ήταν να σηματοδοτήσουν, εν συνεχεία, όλη τη Μεταπολίτευση: Οι διαδρομές και το πολιτικό στίγμα και η μετεξέλιξη των ονομάτων που μόλις καταθέσαμε, αυτό το δείχνει.

Από εκεί και πέρα, οι αναφορές του Σταύρου Λυγερού στις συνέπειες της εξέγερσης του Πολυτεχνείου έχουν το αυτοτελές ενδιαφέρον τους: Θα κρατήσουμε την αναφορά πώς «η πολιτική συμπεριφορά της μικρομεσαίας θάλασσας στην Ελλάδα διακρινόταν κατά κανόνα από αντιδικτατορικό και αντιαμερικανικό πρόσημο» – με τα δυο κεντρικά πολιτικά αιτήματα να είναι για εκδημοκρατισμό και εθνική ανεξαρτησία. Η μετάβαση στο καθεστώς Ιωαννίδη μετά την καταστολή στο Πολυτεχνείο, η πορεία προς την τραγωδία/προδοσία της Κύπρου 8 μήνες αργότερα, οι αναφορές Λυγερού στην συνολική πορεία αντίδρασης στην Χούντα που βρήκε στο φοιτητικό κίνημα μια λογική “οργανωτή” του αναδυόμενου λαϊκού αντιδικτατορικού κινήματος, όλα αυτά οδηγούν τον αναστοχασμό. Όπως και η αναφορά στο πώς «η ειρωνεία της Ιστορίας είναι ότι ο Κωνσταντίνος Καραμανλής και οι λοιποί πολιτικοί της Δεξιάς και του Κέντρου οφείλουν την μεταπολιτευτική τους σταδιοδρομία στο “ριζοσπαστικό ρεύμα” του φοιτητικού κινήματος, που επέβαλε την κατάληψη. Το ίδιο και τα δυο ΚΚΕ, τα οποία επιχείρησαν να την τορπιλίσουν».

Ανταγωνιστικές ερμηνείες

Να σταθούμε, τώρα, μια στιγμή κορφολογώντας από το συλλογικό έργο/ένθετο στο “Βήμα” της Κυριακής 12 Νοεμβρίου (δηλαδή ως προεισαγωγική προϋπάντηση της 50ετίας). Θα επιλέγαμε –ως πρόγευση για τον αναγνώστη, που αξίζει να την αναζητήσει αυτή την ειδική έκδοση– ήδη την εισαγωγική αξιολόγηση του Γιάννη Βούλγαρη: «Το Πολυτεχνείο, καταστατικός μύθος της Μεταπολίτευσης, φυσικό ήταν να ενσωματωθεί στην πολιτική ζωή και στις κομματικές διελκυστίνδες του τόπου […]. Η κομματική εκμετάλλευση της μνήμης και των επετειακών εκδηλώσεων, η επαναλαμβανόμενη βία των “μπάχαλων” κατά την ετήσια πορεία απομάκρυνε συντομότερα ίσως απ’ όσο ο χρόνος και η απόσταση από τα γεγονότα δικαιολογούσαν. Θα ήταν λάθος όμως να μιλήσουμε για απομυθοποίηση, καθώς ουδέποτε αμφισβητήθηκε η συμβολή του και ο συμβολισμός του ως κορυφαία πράξη του μαζικού αντιστασιακού κινήματος».

Από τη δική του πλευρά, ο Χρήστος Λάζος κάνει λόγο για «ανταγωνιστικές ερμηνείες» ενός ιστορικού συμβάντος που «διακόπτει την ροή του ιστορικού χρόνου [οδηγώντας σε] συγκρουόμενες ανταγωνιστικές ερμηνείες που αποβλέπουν στην επικράτηση». Πλην όμως αυτό –για τον Λάζο– δεν μπορεί να κρύψει ότι «η εξέγερση του Πολυτεχνείου είναι ένα ιστορικό συμβάν που προκάλεσε τον ενθουσιασμό, την έμπρακτη συμμετοχή και την ανιδιοτελή συμπαράσταση των πολιτών». Οπότε, υπ’ αυτήν την έννοια, καθίσταται «ιστορικό σημείο με δύναμη αναμνηστική, αποδεικτική, προφητική».

Αλλά ας μην παραπέσουν και του Χριστόφορου Αργυρόπουλου τα συμπεράσματα, που του άφησε πίσω η Δίκη του Πολυτεχνείου: Πρώτο, «η πολιτική ανεπάρκεια των δικτατόρων με την ναρκισσιστική ψευδαίσθηση ότι τα κοινωνικά, πολιτικά και πολιτιστικά προβλήματα είναι απλά», ώστε να οδηγούν σε αγνόηση της πραγματικότητας. δεύτερον, η διαπίστωση ότι από τους χουντικούς «έλλειψε κάθε αίσθημα ενοχής […] και υπήρξε απόλυτη ηθική αδιαφορία»>. τρίτον, καταγράφεται η αγωνία «νομιμοποίησης του καθεστώτος βίας». Η τελική κρίση του Χρ. Αργυρόπουλου είναι ότι οι πραξικοπηματίες «είχαν την «νεόπλουτη» αντίληψη ότι ένα κράτος βίας είναι πάντως “κράτος”. αφού λοιπόν “κόσμημα του κράτους είναι το δίκαιο”, η νομιμότητα προσδίδει στην αυθαιρεσία την αξία που διαθέτει η δημοκρατική Πολιτεία». Έτσι έζησαν –μέχρι και στην δίκη του Πολυτεχνείου– οι δικτάτορες την δική τους αλήθεια. [Οι αρχειακές σελίδες από “Το Βήμα” της εποχής αξίζουν προσεκτική επανεπίσκεψη].

Το πικρό ερώτημα είναι, 50 χρόνια μετά, ποια σπέρματα απ’ αυτήν την προσέγγιση έχουν παραμείνει ενεργά. Και τι, με την αναθεωρητική των γεγονότων του Πολυτεχνείου προσέγγιση –ακόμη και από τα έδρανα της Βουλής της Ελλήνων– απειλούν/υπόσχονται να εισαγάγουν στην πολιτική του “τώρα”, όταν πλέον 50 χρόνια χωρίζουν από το “τότε”.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι