“Εγώ, Καπετάνιος” – Η οδύσσεια δύο μεταναστών
21/03/2024Ο Σεϊντού και ο Μούσα είναι δύο νεαροί Σενεγαλέζοι, οι οποίοι, πλάι σε άλλους φτωχοδιάβολους, θα βρεθούν ανάμεσα σε “Λαιστρυγόνες και Κύκλωπες”, σε μια απέλπιδα προσπάθεια να φτάσουν από το Ντακάρ στην Ευρώπη, για μια καλύτερη ζωή.
Στο “Io Capitano” ο Μούσα και ο Σεϊντού είναι δύο κολλητοί έφηβοι που αποφασίζουν να εγκαταλείψουν το Ντακάρ για να αναζητήσουν την τύχη τους στην Ιταλία. Καθώς διασχίζουν την αφρικανική ήπειρο, η μία δοκιμασία διαδέχεται την άλλη. Ο θάνατος παραμονεύει σε κάθε τους βήμα, από την έρημο ως την απέραντη θάλασσα που τους χωρίζει από την αφιλόξενη “γη της επαγγελίας” στην οποία επιδιώκουν να βρεθούν. Προτάσσοντας μια αφελή πλην ακαταμάχητη και πεισματική αισιοδοξία, τα δύο παιδιά διαβαίνουν προς την οριστική απώλεια της αθωότητας, μαχόμενα διαρκώς την ανθρώπινη ασυδοσία και την εξάντληση των φυσικών τους δυνάμεων.
Η πρώτη λέξη που έρχεται στο μυαλό κατά τη θέαση της ταινίας του Γκαρόνε είναι η “Οδύσσεια” και τι ειρωνεία άραγε συνιστά αυτό, μιας και η πλέον αρχετυπική ιστορία παλινόστησης συνδέεται με την περιπέτεια των δύο αγοριών που αναχωρούν από την πατρίδα τους με προορισμό μια καλύτερη ζωή. Η Ευρώπη κάθε άλλο παρά παράδεισος είναι, οι προειδοποιήσεις επ’ αυτού φτάνουν διαρκώς στα αυτιά τους, ωστόσο ο Μούσα και ο Σεϊντού θέλουν να υπηρετήσουν τη διαφυγή τους, ακόμα και αν χρειαστεί να φέρουν τον κόσμο ανάποδα.
Είναι ντυμένοι με ποδοσφαιρικές φανέλες ευρωπαϊκών υπερομάδων, με αυτό το σκονισμένο “unicef” στην μπλαουγκράνα εμφάνιση του Σεϊντού, ως συμβολική επιβεβαίωση του θριαμβεύοντος κυνισμού. Διασχίζουν σύνορα, υπομένουν βασανιστήρια σε μαφιόζικες φυλακές, αντικρίζουν τη σκληρότητα σε μια μορφή της που ξεπερνάει την ευρωπαϊκή αντιληπτική ικανότητα και παραμένουν πάντοτε αλύγιστοι, χωρίς να προσμένουν παιάνες για το κατόρθωμά τους. Απλώς διψούν για ζωή.
Αυτό που οφείλουμε να πιστώσουμε στον Ιταλό δημιουργό είναι η επισταμένη άρνησή του να δώσει στην ταινία την όψη ενός σχοινοτενούς καταλόγου βιβλικών κακουχιών που τα παιδιά υπομένουν στωικά. Η προσωπική σφραγίδα του Γκαρόνε είναι ευδιάκριτη εδώ, έστω και αλλοιωμένη επί το λυρικότερο. Οι φαντασιακές παρεκβάσεις και οι ονειρώδεις ενέσεις που διασπούν τον στυγνό ρεαλισμό, η ζωηρή χρωματική του παλέτα (εντός και εκτός Σενεγάλης) που αντιστέκεται σθεναρά στο βάρος που επιβάλλει το θέμα, το απαλό, περίτεχνο μοντάζ του που δίνει την αύρα (σε έναν βαθμό) της ταινίας ερημικού δρόμου, διαμορφώνουν με λιγότερο αιχμηρούς τόνους το αφηγηματικό ύφος. Ωστόσο, κατά την επεισοδιακή καταγραφή της πορείας των μεταναστών εγείρεται αναπόδραστα ένα ερώτημα: αυτή η καλλιέπεια αρμόζει στην πραγματική συνθήκη που γεννά την ταινία;
“Io Capitano”
Ευτυχώς, δεν υπάρχει αστυνομία τέχνης να μας υποδείξει τα όρια και τους ενδεδειγμένους τρόπους εξιστόρησης. Όμως, δεν μπορεί να μην γεννηθεί ο προβληματισμός περί της οσκαρικής κοπής της ταινίας ή της λυρικής ομορφιάς των πλάνων της και κατά πόσο αισθητικοποιεί την τραγική πραγματικότητα των αμέτρητων θανάτων Aφρικανών προσφύγων. Στον εσωτερικό διάλογο εμφιλοχωρεί και το ζήτημα της θεσιακότητας, επιτέλους τεταμένο στην εποχή μας˙ Το πολυμελές σεναριακό επιτελείο εμπνέεται από τις αληθινές ιστορίες επιζώντων από την “κόλαση” της διαδρομής προς την Ευρώπη, αλλά και πάλι ο λευκός Ματέο Γκαρόνε αφηγείται μια ιστορία που δεν μπορεί να του ανήκει. Αγγίζει όμως και την πιο σαρωτική τραγωδία του σύγχρονου κόσμου και ως καλλιτέχνης ευλόγως συγκινείται από αυτήν, παραμένοντας εντός των αφηγηματικών ορίων της ιστορίας σκληρής ενηλικίωσης που έχει ξαναδοκιμάσει.
Ο συναισθηματισμός της ταινίας μπορεί να λειτουργήσει σαν αποθαρρυντικός παράγοντας για όσους επιζητούν σινεμά χωρίς αμβλείες γωνίες, ευθύβολο και αποφασιστικό. Δύσκολα όμως παραγνωρίζονται και οι αφηγηματικές αρετές της, πρόκειται για ένα φιλμ υποδειγματικής ροής, προικισμένο με ορισμένες σεκάνς ανθολογίας. Χωρίς να κάμπτει τις αντιρρήσεις, ο Γκαρόνε επιχειρεί να δώσει κινηματογραφικό πρόσωπο στα θύματα μιας απρόσωπης και ανώνυμης φρίκης. Και τι πρόσωπο! Ο νεαρός Σεϊντού Σαρ παραδίδει μια μαγνητική εμπειρία, δικαιώνοντας όλα τα κοντινά που εκβιάζει ο σκηνοθέτης στο πρόσωπό του. Ακόμα και μόνο για αυτόν, το “Io Capitano” αξίζει.
Σκηνοθεσία: Matteo Garrone
Πρωταγωνιστούν: Seydou Sarr, Moustapha Fall, Issaka Sawadogo, Hichem Yacoubi, Oumar Diaw, Bamar Kane
Σε συνεργασία με το filmy