Ένα λησμονημένο αθηναϊκό κοιμητήριο

Ένα λησμονημένο αθηναϊκό κοιμητήριο, Δημήτρης Παυλόπουλος

Περισσότερο γνωστό για την ιστορία του και για τα γλυπτά του, ιδίως για την Κοιμωμένη του Χαλεπά, είναι το Α’ Κοιμητήριο Αθηνών, ιδρυμένο κατά τη δεκαετία του 1830. Έως τότε, οι ταφές γίνονταν στο προαύλιο των αθηναϊκών ναών. Ωστόσο, νόμος του 1834 επέβαλε την ίδρυση κοιμητηρίων εκτός της πόλεως. Πρωτοστάτης της ρύθμισης αυτής ήταν ο υπουργός των Εσωτερικών Ιωάννης Κωλέττης (1774-1847), ο οποίος είχε κάνει σπουδές Ιατρικής στην Ιταλία και αναγνώριζε τον κίνδυνο επιδημιών λόγω των αστικών ενταφιασμών.

Περίπου μια εικοσαετία μετά από το Α’ Κοιμητήριο Αθηνών, και καθώς η πρωτεύουσα επεκτεινόταν στη βόρεια πλευρά της, το 1852, επί δημαρχίας Ιωάννη Κόνιαρη (1801-1872), σχηματίζεται γύρω από την πλατεία του ναού του Αγίου Γεωργίου στην Ακαδημία Πλάτωνος μικρότερο νέο κοιμητήριο.

Από αυτό ονομάστηκε πλέον ο εκεί ναός Άγιος Γεώργιος Β’ Κοιμητηρίου. Τα ταφικά μνημεία του είχαν μικρότερη καλλιτεχνική αξία από εκείνα του Α’ Κοιμητηρίου. Το 1893 το σχέδιο πόλεως που διευρύνθηκε προκάλεσε το 1910 την κατάργηση του κοιμητηρίου αυτού.

Μολονότι φαίνεται ότι υπήρχε η πρόθεση να συσταθεί στην Αθήνα και άλλο κοιμητήριο Αθηνών από το 1903 έως το 1907, επί δημαρχίας Σπύρου Μερκούρη (1856-1939), το 1908, ο Δήμος Αθηναίων κατόρθωσε να αγοράσει γη στην Αλυσίδα, στα σημερινά Άνω Πατήσια, που βρίσκονταν ακόμα τότε έξω από τα όρια του σχεδίου πόλεως. Εκεί μετέφερε το κοιμητήριο από τον Άγιο Γεώργιο της Ακαδημίας Πλάτωνος, ονομάζοντάς το Δεύτερο για να διακρίνεται από το Πρώτο.

Το νέο κοιμητήριο προοριζόταν για τους νεκρούς του Δημοτικού Νοσοκομείου, το οποίο ήταν στη θέση του Πνευματικού Κέντρου Δήμου Αθηναίων, στην οδό Ακαδημίας, και για τους απόρους των ιδρυμάτων της πρωτεύουσας. Το 1918 και το 1943, λόγω των ανθρώπινων απωλειών κατά τον Α’ και τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, το Β’ Κοιμητήριο απλώθηκε προς τη νότια πλευρά του. Το 1945 ανεγείρεται στο εσωτερικό του κοιμητηρίου ο ναός του Αγίου Ισιδώρου.

Οι Μοίρες

Σπάνιο είναι το θέμα των τριών Μοιρών σε ανάγλυφη σύνθεση σε ταφικά μνημεία ελληνικών κοιμητηρίων. Απεικονίζονται γύρω από τον νεκρό, ο οποίος αποδίδεται με γυμνό τον κορμό του, ανασηκωμένος στη νεκρική κλίνη, να κρατάει τα γραμμένα του, το πεπρωμένο του, αριστερά η Λάχεσις σε βάθρο να μετράει προσεκτικά και να τεντώνει το νήμα της ανθρώπινης ζωής.

Στο κέντρο, ψυχρή η Άτροπος με την κλεψύδρα, το σύμβολο του χρόνου, στο αριστερό χέρι και με το κοπίδι στο δεξί να κοιτάζει το νήμα και να το αποκόπτει, ενώ δεξιά η Κλωθώ το κλώθει με τη ρόκα της.

Στο πάνω μέρος ίπταται διαγωνίως Πενθούν Πνεύμα, άγγελος με ανεστραμμένο τον δαυλό μιας ζωής που έχει ανατραπεί, διακοπεί. Ως πρότυπο για τη σύνθεση έχει θεωρηθεί γύψινο ανάγλυφο, το οποίο συνδέεται με το εργαστήριο του κλασικιστή γλύπτη Λεωνίδα Δρόση (1834-1882), που το κληρονόμησε ο μαθητής του Γεώργιος Μπονάνος (1863-1940) και από εκείνον ο Νίκος Σοφιαλάκης (1914-2002). Το ανάγλυφο αυτό φυλάσσεται στο Κέντρο Νεοκλασσικής Γλυπτικής «Νίκος Σοφιαλάκης», στα Άνω Ιλίσια.

Η συνάδελφος Ζέττα Αντωνοπούλου έχει δημοσιεύσει το 2018 τέσσερα μαρμάρινα ταφικά μνημεία με το συγκεκριμένο εικονογραφικό θέμα:

Πρώτο, το μνημείο του κατακρεουργημένου από τον μουσουλμανικό όχλο το 1876 στο Σαατλί Τζαμί, κοντά στο Διοικητήριο Θεσσαλονίκης, Γερμανού προξένου στη συμπρωτεύουσα Ερρίκου Άμποτ (1842-1876), από τη δεκαετία του 1880, στο κοιμητήριο της Ευαγγελίστριας, στη Θεσσαλονίκη.

Δεύτερο, το οικογενειακό μνημείο Λεωνίδα Παπάγου (1844-1912), πατέρα του στρατάρχη και πολιτικού Αλέξανδρου Παπάγου (1883-1955), στο οποίο έχει ενταφιαστεί και εκείνος, από το 1886, στο Α’ Κοιμητήριο Αθηνών.

Τρίτο, το μνημείο του βουλευτή και δικηγόρου Επαμεινώνδα Δημητρίου (1847-1898), από το 1898, στο Παλαιό Κοιμητήριο Θηβών.

Τέταρτο, το μνημείο Γεωργίου Νικολάου Θώμογλου (άλλοτε Γεωργίου Καραγιάννη), από το 1922, στο Α’ Κοιμητήριο Αθηνών.

Πέμπτο, ταφικό μνημείο με ανάγλυφη παράσταση των τριών Μοιρών είναι αυτό της οικογένειας Γεωργίου Θ. Κολιοδημήτρη, στο Β’ Κοιμητήριο Αθηνών.

Πρόκειται για μαρμάρινη στήλη αετωματικής απόληξης που τιμά τον εικοσιοχτάχρονο νεκρό στη μάχη του Σαρανταπόρου τον Οκτώβριο του 1912 και ο οποίος αποδίδεται μέσα σε δάφνινο δοξαστικό στεφάνι στο κέντρο κάτω από το ανάγλυφο.

Τη στήλη πλαισιώνουν δύο μαρμάρινες ρεαλιστικές προτομές, του πατέρα και της μητέρας του νέου. Ο πατέρας Θεόδωρος Γ. Κολιοδημήτρης έζησε πενήντα δύο χρόνια με την οδύνη του γιου του! Το μνημείο πρέπει να χρονολογηθεί μετά από το 1912.

Νεότερα μνημεία

Στην είσοδο του κοιμητηρίου από τη λεωφόρο Ηρακλείου δεσπόζει πάνω σε μαρμάρινη πεσσόσχημη στήλη η ρεαλιστική προτομή του αρχιμανδρίτη Ελευθερίου Καστρηνσίου (1843-1931), έργο του Γρηγορίου Ζευγώλη (1886-1950), από το 1932.

Ο Ζευγώλης έχει φιλοτεχνήσει, εκτός από ταφικά μνημεία, προτομές, όπως του ζωγράφου Περικλή Βυζάντιου (1893-1972), έργο του 1927, το οποίο στήθηκε το 1998 στην οδό Διογένους, στην Πλάκα, έξω από το μεσοπολεμικό εργαστήριό του, του ποιητή Λάμπρου Πορφύρα (φιλολογικό ψευδώνυμο του Δημήτριου Σύψωμου, 1879-1932), από το 1937-38, στην Πλατεία Φρεαττύδας, στον Πειραιά, αγάλματα, όπως της Εύας, έργο του 1919, στην Πλατεία Κωνσταντίνου Νικολόπουλου, στη συνοικία Κυπριάδου, στα Άνω Πατήσια.

Είχε επίσης φιλοτεχνήσει ηρώα ―ανάμεσά τους, της Νάξου, της πατρίδας του γλύπτη, από το 1915-18, της Κερατέας, από το 1916, της Μυτιλήνης με το άγαλμα της Ελευθερίας, από το 1919, του Ναυπλίου, περί το 1921, των Γιαννιτσών, από το 1926, της Καβάλας με τον ακρίτα φρουρό, πριν από το 1938―, καθώς και ανάγλυφες συνθέσεις για χώρους στο κέντρο της Αθήνας ―το χορευτικό κέντρο «Μαξίμ», από το 1935.

Κατά τη δεκαετία του 1940 δύο σημαντικοί γλύπτες φιλοτέχνησαν για το Β’ Κοιμητήριο Αθηνών δύο ταφικά μνημεία με το ίδιο θέμα και με παρόμοια πραγμάτευση. Θέμα το κορίτσι που φεύγει νέο, πριν από την ώρα του, και αποδίδεται σε σχετικά χαμηλό ανάγλυφο.

Το πρώτο μνημείο, έργο του Γιώργου Ζογγολόπουλου (1902/3-2004), στον τύπο του Πενθούντος Πνεύματος, ήταν προορισμένο για στενή συγγενή του Ανατολίτη εμπόρου ταπήτων στην Αθήνα Ευστράτιου Ι. Κυρλόγλου Ευστρατιάδη, από το 1943, και το δεύτερο, έργο του Μιχάλη Τόμπρου (1889-1974), για τη χαριτωμένη δεκάχρονη Λέλια Θ. Αθανασούλια, από το 1946. Ο πατέρας της έφυγε σαράντα τέσσερα χρόνια μετά από εκείνην! Και στα δύο έργα ο ρεαλισμός των νεαρών μορφών παραμένει συγκινητικά εξιδανικευτικός.

Ένα ψηφιδωτό των αρχών της δεκαετίας του 1960 ολοκληρώνει την παρουσίασή μας με μνημεία του Β’ Κοιμητηρίου Αθηνών. Έργο του Νίκου Ευγενίδη (1935-2008), με σπουδές ζωγραφικής στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών, ο οποίος καλλιέργησε ειδικά την τέχνη των μικρών ψηφίδων, έγινε μετά από το 1961 ως παραγγελία για τον οικογενειακό τάφο Νικολάου Αντωνιάδη. Η παράσταση απεικονίζει τη Δευτέρα Παρουσία και έχει σαφώς αφιερωματικό χαρακτήρα, όπως δείχνουν οι ανθρώπινες μορφές που πλαισιώνουν το κύριο θρησκευτικό θέμα.

 

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι