Η πολιτική ως θέαμα – Το κιτς επιστρέφει με ευρωπαϊκό λούστρο

Η πολιτική ως θέαμα – Το κιτς επιστρέφει με ευρωπαϊκό λούστρο, Μάκης Ανδρονόπουλος

Η φιλοτέχνηση της νέας κανονικότητας στην πολιτική ζωή και την οικονομία του τόπου επαναφέρει, εκ των πραγμάτων, ένα μεγάλο ζήτημα της πολιτικής φιλοσοφίας, αλλά και της θεωρίας της τέχνης, που ανάγεται στην αισθητικοποίηση των ιδεολογιών και των ιδεολογημάτων. Χωρίς αμφιβολία το πολιτικό μάρκετινγκ στην ψηφιακή εποχή των κοινωνικών δικτύων, έχει αναγάγει την εικόνα και την ατάκα σε μείζονα εργαλεία πειθούς και χειραγώγησης. Έτσι, εκ των πραγμάτων, η εικόνα αλλά και ο πολιτικός λόγος αποκτούν μια αισθητική διάσταση, η οποία λειτουργεί σαν το δίχτυ του ψαρά και αποβλέπει στην σύλληψη της προσοχής του πολίτη-θεατή.

Με το τέλος των μεγάλων ουτοπιών και την “απομάγευση του κόσμου” που επέφερε ο Διαφωτισμός και η επιστήμη, η πολιτική χρειάστηκε να προσφύγει σε δοκιμασμένα πολιτικά εργαλεία του παρελθόντος (θαυμασμός προς την εξουσία μέσω της λαμπερής εμφάνισης των ηγετών και των μεγαλειωδών κατασκευών, αλλά και των λαϊκών θεαμάτων, όπως του Κολοσσαίου). Πολιτικών εργαλείων, που με τη συνδρομή της τεχνολογίας, θα μπορούσαν να ξαναγίνουν αποτελεσματικά για την χειραγώγηση των μαζών.

Στον 20ο αιώνα η χρήση της αισθητικής από την εξουσία κορυφώθηκε με τις προπαγανδιστικές αφίσες των Σοβιέτ και απογειώθηκε με τις θριαμβευτικές μαζικές παρελάσεις των ναζιστών με τα λάβαρα. Οι εικόνες ήρθαν να ενισχύσουν τις ιδεολογίες. Οι στολές που έφτιαξε ο Hugo Boss για τα SS, παραμένουν ένα state of the art της ανομολόγητης, αλλά στενής σχέσης, της ιδεολογίας και της πολιτικής με την αισθητική.

Τέχνη για λογαριασμό της εξουσίας

Η εξουσία και η πολιτική, ως υψηλές τέχνες άλλωστε, χρησιμοποιούν απροκάλυπτα και ανήθικα κάθε πρόσφορο μέσο επίτευξης του σκοπού, από την κατάχρηση της αθέμιτης λογικής, μέχρι και το ωραίο! Η αισθητικοποίηση των ιδεολογιών και της πολιτικής είναι ένα εκτεταμένο γεγονός που εξελίχθηκε μέσα στην Ιστορία, ανάλογα με τα μέσα της κάθε εποχής.

Κι αυτό, ανεξάρτητα από τις θέσεις που διατυπώνουν οι περισσότεροι θεωρητικοί της τέχνης, πως η αισθητική και η πολιτική έχουν απόλυτη αυτονομία και αυτοαναφορικότητα. Πάντως, αυτή η αυτονομία δεν εμπόδισε μεγάλους καλλιτέχνες να εμπλακούν και να δημιουργήσουν για λογαριασμό της εξουσίας και των ιδεολογιών (εφαρμοσμένη τέχνη).

Το φαινόμενο δεν αφορά μόνο τα αυταρχικά καθεστώτα, αλλά και τα δημοκρατικά. Σχετικό και εξαιρετικά αποκαλυπτικό παράδειγμα είναι το πρόσφατο ντοκιμαντέρ “Five Came Back” (Netflix, 2017), που εστιάζει στις προπαγανδιστικές δουλειές που έκαναν κατά τον Β Παγκόσμιο Πόλεμο πέντε κορυφαίοι σκηνοθέτες του Χόλιγουντ (John Ford, William Wyler, John Huston, Frank Capra και George Stevens).

Αν και δεν υπάρχουν οριστικοί ορισμοί για το τι είναι τέχνη, πόσο μάλλον για το τι είναι αισθητική, η αισθητικοποίηση της πολιτικής μπορεί να είναι μεν μια «γκροτέσκα απρέπεια», αλλά δεν παύει να σημαίνει «τον θρίαμβο του θεάματος επάνω στη δημόσια σφαίρα», καθώς «η αισθητική ταυτίζεται με τη σαγηνευτική δύναμη των εικόνων» (Martin Jay, 1993).

O θρίαμβος του θεάματος στη δημόσια σφαίρα, άρα και επί της πολιτικής, έχει προσλάβει τεράστιες διαστάσεις στις μέρες μας εξ αιτίας μιας σειράς ανατρεπτικών παραγόντων. Η κατάρρευση των ιδεολογιών του κομμουνισμού και του φιλελευθερισμού από τη μια, η ψηφιακή τεχνολογία και οι νέες τεχνολογίες της επικοινωνίας από την άλλη, έχουν προσδώσει πλέον στην εικόνα κυρίαρχο ρόλο.

Το κιτς στην ελληνική πολιτική

Στην Ελλάδα του μεταπολεμικού λαϊκού πολιτισμού, η αισθητικοποίηση της πολιτικής μπήκε σε χρήση από τη χούντα, η οποία μαγάρισε τις όποιες αισθητικές αξίες είχαν διασωθεί ή εκκολάπτονταν και εισήγαγε το κιτς σε εντυπωσιακές ποσότητες. Παρά την πτώση του δικτατορικού καθεστώτος, το κιτς στην ελληνική περίπτωση της πολιτικής αποδείχθηκε χρόνιο νόσημα, με την έννοια ότι έκτοτε παρέμεινε μέχρι τις μέρες μας διακομματικά υπαρκτό, αν όχι κυρίαρχο.

Το μπλέιζερ του εκ Παρισίων Κωνσταντίνου Καραμανλή, ή το ζιβάγκο και η πίπα του Αντρέα δεν στάθηκαν αρκετά για να κατασταλεί η διάχυση του κιτς στο κοινωνικό σώμα. Η αλήθεια είναι πως ο πασοκισμός, μαζί με τα πακέτα Ντελόρ, διαμόρφωσε ένα στιλ που πέρασε σε τρεις φάσεις.

Ξεκίνησε ως επαναστατικό-Περιβόλι του Ουρανού-executive, για να καταλήξει στο νεοπλουτέ, με υπουργούς να φωτογραφίζονται στα γκλάμουρους περιοδικά των κυριακάτικων εφημερίδων στο σαλόνι τους, μπροστά σε ένα τραπεζάκι γεμάτο ασημένια και άλλα τιμαλφή, δώρα εταιριών και παραγόντων. Την σκυτάλη πήραν οι πεινασμένοι του Μπαϊρακτάρη και μετά οι οικολόγοι ποδηλάτες. Μετά ήρθαν τα μνημόνια με την αποκαθήλωση των ειδώλων όλων των αποχρώσεων.

Σήμερα το κιτς, που στην ελληνική περίπτωση ονομάστηκε από τους θεωρητικούς βλαχομπαρόκ, επανέρχεται ως εθνικό σύνδρομο. Ταυτόχρονα καταβάλλεται προσπάθεια, δυστυχώς από τους μη έχοντες ίχνος αισθητικής, να προσλάβει ένα νέο ευρωπαϊκό λούστρο, μεταμνημονιακής κανονικότητας. Και δεν εννοούμε εδώ την συμμόρφωση του πρωθυπουργού στις υποδείξεις των αμπιγιέζ και των image makers για να κάνει τη χωρίστρα του στο πλάι, αντί στη μέση που είχε!

Εννοούμε τον χριστουγεννιάτικο στολισμό της Αθήνας που προηγήθηκε και τώρα τα φωτορυθμικά που βλέπουμε στην πολύπαθη Πλατεία Ομονοίας από ιδιώτες χορηγούς. Το κλου του κιτς ήταν η ανακοίνωση της συμμετοχής εννέα μελών της οικογένειας Μητσοτάκη στο Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών (το κατά Έλενα Ακρίτα φόρουμ των α-Δελφών), όπου το κιτς του despotisme éclairé έλαμψε!

Στο κυνήγι της πολυπολιτισμικότητας

Δεν ξέρω εάν η ρήση ενός φίλου της μετα-αριστεράς σύμφωνα με την οποία «η αριστερά σήμερα είναι μια αισθητική» έχει κάποια πρακτική αξία, όμως πολλοί σοβαροί στοχαστές αφουγκράζονται πως το μέτωπο του πολιτισμού θα είναι από τα κεντρικά της πολιτικής αντιπαλότητας, μεταξύ των παγκοσμιοποιημένων ελίτ των μητροπόλεων και των εκπεσόντων μεσαίων στρωμάτων και της περιφέρειας.

Η πρόθεση της εξουσίας για αποϊστορικοποίηση και εκρίζωση του λαϊκού πολιτισμού, έτσι ώστε να καταλυθούν οι ταυτότητες και να διευκολυνθεί η αναγκαία για την οικονομία πολυπολιτισμικότητα, είναι εμφανής σε όλο τον πλανήτη (Κριστόφ Γκιλλουί). Η εκτίμηση του ιστορικού Αντώνη Λιάκου, πως η χώρα χρειάζεται ένα εκατομμύριο μετανάστες για να λύσει το δημογραφικό της, εντάσσεται σε αυτή τη λογική. Είναι η λογική από την πλευρά της συστημικής αριστεράς της εξουσίας, άσχετα εάν επικαλείται ανθρωπιστικούς λόγους.

Χαρακτηριστική επίσης είναι η περίπτωση του επικείμενου εορτασμού των 200 χρόνων από την Ελληνική Επανάσταση, όπου η πρόεδρος της Επιτροπής Γιάννα Αγγελοπούλου και τα αρχικά της μέλη, συνάντησαν σθεναρή αντίσταση και κατηγορήθηκε ως ύποπτη και α-εθνική. Με αποτέλεσμα, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης να υποχρεωθεί να την συμπληρώσει με δώδεκα ακόμη πρόσωπα, συμπεριλαμβανομένου και του πανταχού παρόντα Διονύση Σαββόπουλου, ώστε να υπάρξει κάποια σχετική ισορροπία, ειδικά μετά τις αντιδράσεις και για την άχρωμη αφίσα της επετείου.

Η αισθητική ως κεντρικό πολιτικό μέτωπο

Στο πολιτισμικό μέτωπο, οι αισθητικές αξίες θα είναι κρίσιμες και χαρακτηριστικές των πολιτικών προθέσεων. Το παιγνίδι παίζεται στο συμβολικό-αισθητικό επίπεδο, εκεί που τα πολιτικά πρόσωπα μέσω της δημοσιότητας καθορίζουν τις διαχωριστικές γραμμές. Ο Τραμπ φοράει ρούχα ένα νούμερο μεγαλύτερα, ο Σι Τζινπίνγκ φοράει δυτικό κουστούμι, η Άγκελα Μέρκελ μια στολή ευρωΜάο, ο Τσίπρας πολιτεύεται χωρίς γραβάτα και οι πρώτες κυρίες αναλαμβάνουν να σώσουν τα αισθητικά προσχήματα με τα φορέματα τους.

Εκεί όμως που η εξουσιαστική ισχύς εκφράζεται αισθητικά-απειλητικά, είναι με τις διαστημικές στολές των ΜΑΤ και τον καθωσπρεπισμό στον πολιτικό λόγο. Απέναντί τους έχουμε τα Κίτρινα Γιλέκα που δηλώνουν ύπαρξη, τα γκράφιτι της απελπισίας, όπως εκείνο του Πολυτεχνείου και τη νέα λαϊκή κουλτούρα που εκκολάπτεται στα κοινωνικά δίκτυα.

Η αισθητική παίζει βασικό ρόλο σε κάθε κριτική προσέγγιση, ιδιαίτερα επειδή «η κρίση μπορεί να είναι μια από τις ικανότητες του ανθρώπου ως πολιτικού όντος, εφόσον τον καθιστά ικανό να προσανατολίζεται στο δημόσιο χώρο, στον κοινό κόσμο» (Χάνα Άρεντ).

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι