Ο Ορχάν Παμούκ στη δαγκάνα της αλά τούρκα Δικαιοσύνης
15/11/2021«Δεν έχουμε και πολύ ελευθερία λόγου στην Τουρκία και δεν υπάρχει δημοκρατία χωρίς αυτήν. Τι να σας πω, λοιπόν, για τη λογοτεχνία στην Τουρκία; Οι Τούρκοι συγγραφείς είναι θαρραλέοι. Παλεύουν κι αυτοί από τη μεριά τους εναντίον αυτής της κατάστασης». Τάδε έφη Ορχάν Παμούκ. Θα υπέθετε κανείς ότι ο συγκεκριμένος μιλάει εκ του ασφαλούς. Πρόκειται, εξάλλου, για τον άνθρωπο που έβαλε την Τουρκία, για πρώτη φορά, στον παγκόσμιο χάρτη της λογοτεχνίας.
Όταν η Σουηδική Ακαδημία του απένειμε το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας το 2006, τον εξήρε ως τον συγγραφέα που «αναζητά τη μελαγχολική ψυχή της γενέτειρας πόλης του (Κωνσταντινούπολης) και ανακαλύπει καινούργια σύμβολα για τη σύγκρουση και τη συνύφανση των πολιτισμών». Εντέλει, ούτε η διεθνής ακτινοβολία του, ούτε τα εκατομμύρια των αναγνωστών του ανά τον κόσμο τον καθιστούν ασφαλή.
Και να έλεγε κανείς ότι πρόκειται για έναν ιδιαίτερα ριζοσπαστικοποιημένο, στρατευμένο λογοτέχνη, που μέσω του έργου του, χτυπάει αλύπητα την εξουσία; Ο ίδιος έχει παραδεχτεί ότι ποτέ δεν ταυτίστηκε με τους αριστερούς φίλους του ή άλλους καλλιτέχνες που κατέληξαν στη φυλακή, υπομένοντας βασανιστήρια για τις ιδέες τους. «Ήμουν ένας προσεκτικός αστός. Ήμουν πάντα φιλελεύθερος, όχι εξτρεμιστής». Και παραμένει τέτοιος!
“Εγκλήματα κατά Ατατούρκ”
Αυτό, όμως, δεν στάθηκε ικανό να αποτρέψει μία νέα δίωξη, η οποία προστέθηκε στο ήδη “βεβαρημένο” ιστορικό του. Σε αυτό περιλαμβάνονται κατηγορίες, δίκες, επιθέσεις και μία υποχρεωτική “γυάλα προστασίας”, στην οποία ακόμα και μία βόλτα δίχως προσωπική ασφάλεια και σωματοφύλακα φαντάζει σενάριο επιστημονικής φαντασίας. Η σκιά του “δήμιου” επανέρχεται αυτή τη φορά με την μορφή της κατηγορίας περί «προσβολής της Τουρκίας και του ιδρυτή της Κεμάλ Ατατούρκ». Ο νόμος 5816 “εγκλήματα που διαπράχθηκαν κατά του Ατατούρκ”, προστατεύει τη μνήμη του Ατατούρκ από την οποιαδήποτε προσβολή. Το αδίκημα τιμωρείται με φυλάκιση έως και τριών ετών.
Χαρακτηριστικά παραδείγματα τα εντάλματα σύλληψης σε βάρος δύο ιστορικών. Κατά τη διάρκεια τηλεοπτικής εκπομπής, ένας εξ αυτών ισχυρίστηκε ότι μια εκ των υιοθετημένων θυγατέρων του Μουσταφά Κεμάλ ήταν στην πραγματικότητα ερωμένη του. Ένας άλλος ιστορικός, ο Χασάν Ακάρ, υποστήριξε σε αναρτήσεις του σε ιστοτόπους κοινωνικής δικτύωσης ότι η μητέρα του ιδρυτή της Τουρκικής Δημοκρατίας είχε εργαστεί σε οίκο ανοχής και άρα πιθανόν ο Κεμάλ να ήταν νόθος. Οι δύο ιστορικοί τέθηκαν επίσημα υπό έρευνα από την εισαγγελία της Κωνσταντινούπολης, η οποία και διέταξε τη σύλληψή τους.
Ο διάσημος Τούρκος συγγραφέας, όμως, δεν κατηγορείται για τέτοια πράγματα. Κατηγορείται για το νέο του βιβλίο με τίτλο “Νύχτες της Πανούκλας”. Η υπόθεση ξεκίνησε μετά από την καταγγελία που έκανε γνωστός δικηγόρος της Σμύρνης ονόματι Ταρκάν Ουλούκ. Αφότου διάβασε το νέο βιβλίο του Παμούκ, υποστήριξε ότι ένας εκ των χαρακτήρων του, ο Κολαγκάσι Καμίλ αντιπροσωπεύει μία σατυρική φιγούρα του Κεμάλ, ότι είναι ένα μέσο για να πλήξει ο Παμούκ τη μνήμη του ιδρυτή.
Στη δαγκάνα της αλά τούρκα Δικαιοσύνης
Η ιστορία διαδραματίζεται στο Μίνγκερ, ένα φανταστικό, πολυεθνικό και πολυθρησκευτικό οθωμανικό νησί στο Αιγαίο Πέλαγος του 1901. Μια πανδημία πλήττει το νησί, με αποτέλεσμα να επιβάλλονται μέτρα καραντίνας. Ο Καμίλ είναι ένας φιλόδοξος και μοναχικός στρατιωτικός, του οποίου η μετεωρική άνοδος τον μετατρέπει σε πρόεδρο της απομονωμένης αυτής κοινότητας.
Κατά την άποψη του δικηγόρου, η όλη αφήγηση στρέφεται υπαινικτικά κατά του ιδρυτή της Τουρκίας και τον ταπεινώνει. Κατήγγειλε, επίσης, ότι το βιβλίο μειώνει και την τουρκική σημαία, αναφερόμενο σε αυτήν ως «η αστεία σημαία με το έμβλημα ενός ελληνικού φαρμακείου». Αρχικά, υπέβαλε μήνυση στο γραφείο του εισαγγελέα της Σμύρνης, δηλώνοντας: «Απαιτήσαμε να αποσυρθεί αμέσως από τα ράφια αυτό το μυθιστόρημα, το οποίο προσβάλλει τον Ατατούρκ και την τουρκική σημαία».
Η εισαγγελία της Σμύρνης μεταβίβασε τον φάκελο στο αρμόδιο τμήμα της Κωνσταντινούπολης με την αιτιολογία ότι ο εκδότης του μυθιστορήματος έχει την έδρα του εκεί. Μετά από κατάθεση του συγγραφέα, οι εισαγγελείς κατέληξαν στη μη δίωξή του. Τότε, ο συγγραφέας υπερασπιζόμενος εαυτόν είχε πει: «Σίγουρα δεν υπονοώ τον Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ στο βιβλίο μου… Δεν έχει καμία σχέση η τουρκική σημαία και το ελληνικό έμβλημα των φαρμακείων».
Σε μία ανησυχητική εξέλιξη, το ποινικό δικαστήριο αποδέχθηκε την έφεση που άσκησε ο ίδιος ο Ουλούκ, ο οποίος αυτοπροσδιορίζεται ως ένθερμος Τούρκος εθνικιστής και ανυποχώρητος κεμαλιστής. Η εισαγγελία έδωσε το πράσινο φως για τη δίωξη, με την αιτιολογία ότι πράγματι ορισμένα αποσπάσματα του βιβλίου μπορούν να χαρακτηριστούν προσβλητικά και ότι ο Παμούκ πρέπει να δικαστεί.
Ο λόγος που αξίζει να ζει
Πέντε χρόνια είχε αφιερώσει ο νομπελίστας συγγραφέας στο νέο του αυτό μυθιστορηματικό πόνημα που έμελλε να τον μπλέξει στα δίχτυα της κρατικής λογοκρισίας και να τον καταστήσει θύμα δίωξης. Απομονωμένος στο διαμέρισμά του, στο κέντρο της Κωνσταντινούπολης, κοντά στην πλατεία Ταξίμ, καταπιάστηκε με έναν οδυνηρό τοκετό. Με τέτοιον μοιάζει η συγγραφική διαδικασία, χρονοβόρα και απαιτητική.
Κλείνεται στο διαμέρισμά του, σε ένα υπέροχο κτήριο του 16ου αιώνα, πλαισιωμένο από μιναρέδες. Από το γραφείο του, γεμάτο βιβλία και σημειώσεις, απολαμβάνει όσο τίποτα τη μυρωδιά του χαρτιού και της πένας. Λίγες φωτογραφίες δικές του και της κόρης του συμπληρώνουν το ντεκόρ και βέβαια η θέα του Βοσπόρου που δεσπόζει. Αυτή η θέα, αυτή η πόλη αποτελούσε για πάντα την κινητήριο δύναμή του.
Ο Παμούκ ζει περικυκλωμένος από τα βιβλία του, το μεγάλο του θησαυρό, τα οποία κατακλύζουν τους τοίχους, από το πάτωμα μέχρι το ταβάνι, κλεισμένα μέσα σε γυαλί, όπως τα πολύτιμα εκθέματα ενός μουσείου. Είναι οι μοναδικοί μάρτυρες της προσωπικής του πάλης με τις λέξεις, η οποία αυτή τη φορά διήρκησε πέντε ολόκληρα χρόνια. Μέσα από την ιδιότυπη αυτή σύγκρουση, όμως, είναι που πηγάζει η λογοτεχνική ομορφιά, όπως την έχει χαρακτηρίσει, θεϊκή αίσθηση και εντέλει τον λόγο που αξίζει να ζει.
“Οι νύχτες της πανούκλας” γεννήθηκαν σε ατελείωτα βράδια, στα οποία αντιμετώπιζε και την δημιουργική του πενία, όταν οι λέξεις τον πρόδιδαν και δεν ταξίδευαν από το μυαλό στο χέρι και με τη σειρά τους στο χαρτί. Τότε, έπεφτε βαρύς στο ντιβάνι βρίσκοντας παρηγοριά σε συνεντεύξεις αγαπημένων του συγγραφέων. Αυτό αρκούσε για να αποκατασταθεί η πίστη του στο δόγμα του για το τί χρειάζεται ένας συγγραφέας: «Χαρτί, μολύβι και αισιοδοξία, σαν του παιδιού που βλέπει τον κόσμο για πρώτη φορά».
Ο γεφυροποιός δύο κόσμων
Ο Ορχάν Παμούκ δεν είναι ένας τυχαίος συγγραφέας. Αποτελεί τον γεφυροποιό δύο κόσμων, εμμένοντας στην υπόρρητη σχέση της Δύσης με την Ανατολή. Η πολιτική δεν είναι σημείο αιχμής του έργου του. Κάθε ανθρώπινη πράξη, όμως, είναι πολιτική, πόσο μάλλον η λογοτεχνία. Όσο και αν ο συγγραφέας επιχειρεί τα τελευταία χρόνια να αποσυρθεί στα γραπτά του, αποστασιοποιημένος από όλα όσα συμβαίνουν στην Τουρκία, η συγγραφική του διαύγεια τον προδίδει. «Κι αυτό το βιβλίο μου πολιτικοποιήθηκε παρόλο που δεν το ήθελα. Προφανώς, κάποιος κόσμος βρήκε μια διέξοδο. Αφού δεν μπορούμε να κάνουμε κριτική στην κυβέρνηση, σκέφτηκαν, ας κάνουμε στον Παμούκ. Ναι, αλλά δείτε το ως αλληγορία όχι ως ευθύ παραλληλισμό…»
Η αποποίηση της πολιτικής διάστασης του έργου του, συνοδεύεται και από επιφυλακτική αντιμετώπιση των Μίντια. Μία παλαιότερη συνέντευξή του, άλλωστε, σε ελβετική εφημερίδα, ήταν που του είχε προκαλέσει μία διόλου ευχάριστη αναστάτωση. Το 2005 είχε αναφερθεί στην Αρμενική Γενοκτονία. «Κανείς δεν τολμά να το αναφέρει, ας το κάνω λοιπόν εγώ», είχε δηλώσει στην εφημερίδα.
Του άσκησαν δίωξη για «προσβολή του τουρκισμού», την ίδια κατηγορία που αντιμετώπισε ο μετέπειτα δολοφονημένος Αρμένιος δημοσιογράφος Χραντ Ντινκ. Μία δεκαετία νωρίτερα, είχε δικαστεί από το τουρκικό κράτος εξαιτίας των ιδεών του που εκφράστηκαν σε ένα βιβλίο με δοκίμια, τα οποία κατέκριναν την τουρκική πολιτική αναφορικά με τους Κούρδους. «Σε αυτήν εδώ τη γη σκοτώθηκαν ένα εκατομμύριο Αρμένιοι και τριάντα χιλιάδες Κούρδοι και μόνο εγώ ασχολούμαι με αυτό».
Αργότερα οι κατηγορίες αποσύρθηκαν και λόγω του Νόμπελ Λογοτεχνίας που του επέφερε ακόμα μεγαλύτερη δημοφιλία. Κατά καιρούς “παρεκκλίνει”, όπως με την μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τέμενος. Καταφέρθηκε εναντίον της απόφασης, χαρακτηρίζοντάς την απεμπόληση της τουρκικής υπερηφάνειας ως λαού ταυτοχρόνως μουσουλμανικού και κοσμικού.
Ταξίδια στην Ελλάδα
Πλέον, στις επιλεκτικές δημόσιες παρεμβάσεις του ξεκαθαρίζει ότι δεν είναι πρεσβευτής της χώρας του. Δεν φημίζεται, άλλωστε, για την τάση του να είναι αρεστός στην εξουσία. Εκνευρίζεται εύκολα, βάζει όρια και δεν καταδέχεται να μιλάει για πράγματα που τον ενοχλούν. Και μέσα σε αυτά είναι οι διώξεις, ο φόβος ότι θα αναγκαστεί να εγκαταλείψει την πατρίδα του, ώστε να μην ζει φυλακισμένος σε αυτήν. Μία τροπή που δεν ανέμενε.
Κουρασμένος πλέον και ολίγον τι παραιτημένος, εστιάζει μονάχα στα βιβλία που γεννάει και στους φανταστικούς χαρακτήρες που πλάθει μέσα από αυτά. «Είμαι ένας συγγραφέας που έχει μια πολύ προσωπική άποψη για δύο κόσμους, για δύο κουλτούρες, αυτό μετράει». Όσο προσεχτικός, όμως, κι αν είναι, ο συγγραφέας καταγράφει και επικοινωνεί πάντα με σκηνή την πραγματική και ταυτόχρονα φανταστική πόλη του. Μπορεί να έχει πολλά ονόματα –Βυζάντιο, Κωνσταντινούπολη, Κωνσταντινίγιε, Ιστανμπούλ– αλλά έναν παλμό κι αυτόν πιάνει.
Κάτι τέτοιο αποδεικνύεται ασυγχώρητο. Διαπράττει, μάλιστα, και άλλα “ατοπήματα”, όπως τα ταξίδια του στην Ελλάδα, η δεδηλωμένη του αγάπη για αυτήν και το γεγονός ότι του απονεμήθηκε ο τίτλος του επίτιμου διδάκτορα από το τμήμα Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης. Τότε είχε δηλώσει ότι είναι είναι προνομιούχος που τον τίμησε το Πανεπιστήμιο, αλλά και θυμωμένος με τις ενέργειες για να διαταραχθούν οι σχέσεις Ελλάδας-Τουρκίας.