Ραβασάκια λεμονάτα…
14/07/2024Ευτυχείτε! Είναι φυσικό, διαβάζοντας κανείς τον τίτλο του σημερινού σημειώματος, να ψάχνει για κάποια μεταφορική ή σατιρική σημασία. Δεν είναι όμως έτσι τα πράγματα, γιατί ο τίτλος έχει κυριολεκτική σημασία, δηλαδή πρόκειται για πραγματικά ραβασάκια με λεμόνι, τα οποία έχουν ως προορισμό, αυτόν που έχουν όλα τα ραβασάκια, δηλαδή να είναι κρυφά χειρόγραφα, ερωτικά σημειώματα και μάλιστα θα έλεγα τα πιο σίγουρα, ακριβώς επειδή είναι λεμονάτα (κυριολεκτικώς)!
Και πρώτα-πρώτα, λίγα λόγια για τη λέξη “ραβασάκι”. Οι λογιότατοι της γλώσσης, ισχυρίζονται ότι προέρχεται από (που αλλού;) μα από την τουρκική λέξη “revaç”, το υποκοριστικό της οποίας γέννησε τη λέξη “ραβασάκι”. Η αρχική τουρκική έννοια, σήμαινε “ξύλο για μέτρημα”, αλλά και “λογαριασμό”. Αργότερα, έλαβε την έννοια του “εγγράφου” και κατόπιν του γραπτού “ραβασακίου” – άτιμη γενική πτώση της ελληνικής γραμματικής! Τώρα βέβαια μπορεί να με ρωτήσετε «Ρε εσύ, πιστεύεις όλ’ αυτά που ξεφουρνίζουν οι γλωσσολόγοι;» (Ας μην αναφέρω παραδείγματα).
Και αφού πάρω μιάν αναπνοή, όπως όταν τραγουδούμε «η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει», ναι, λοιπόν, τους γλωσσοτέτοιους, τους εμπιστεύομαι, ακριβώς-ακριβώς, όσο εμπιστεύομαι και τους γραφικούς (και για μένα, όχι σοβαρούς – να με συμπαθάτε, αυτή είναι η άποψή μου!), τέλος πάντων λέω τους γραφικούς, οι οποίοι ψάχνουν να βρουν τον τάφο του Μεγαλέξαντρου, λες και ενδιαφέρει τον κοσμάκη πού είναι τα οστά αυτού του αρειμάνιου… Το θέμα αυτό δεν το συζητάω με οποιονδήποτε, αλλά μόνο με …τρεισήμισι ανθρώπους στον κόσμο! Ποιος είναι ο μισός; Μα κάποιος αδελφικός φίλος και κουκουές, που ψηφίζει αυτούς τους ανεκδιήγητους, αντί ν’ ανάβει ένα κεράκι για κάποιο χυμένο οικογενειακό αίμα…
Περιστέρια και κρανία, ταχυδρόμοι σ’ αγρυπνία…
Από πάντα, οι άνθρωποι, είχαν ανάγκη να στείλουν κρυφά μηνύματα, κυρίως στρατιωτικού ή πολεμικού περιεχομένου. Το ταχυδρομικό περιστέρι είναι μια ράτσα περιστεριού από τις αρχαιότερες στον κόσμο. Γραπτά μνημεία αναφέρουν, ότι το χρησιμοποιούσαν αρχαίοι βασιλείς για τη γρήγορη μεταφορά των μηνυμάτων τους. Με την ευκαιρία να πω ότι το ταχυδρομικό περιστέρι χρησιμοποιήθηκε ευρέως και στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, μεταφέροντας σοβαρές στρατιωτικές αποφάσεις… Αξιοπρόσεκτο είναι, ότι ανάλογα με τη ράτσα του περιστεριού, τη διατροφή του, την εποχή αλλά και την εξάσκηση, μπορεί να διανύσει μέχρι και 1.200 χλμ! (Διαθέστε λίγο χρόνο για την επόμενη κάρτα, σας παρακαλώ!)
Το ραβασάκι του Θεμιστοκλή στον Ξέρξη
Κάποιοι αρχαίοι άρχοντες, για να στείλουν ένα κρυφό μήνυμά τους, ξύριζαν το κεφάλι ενός δικού τους ανθρώπου, έγραφαν το μήνυμά τους στο ξυρισμένο πετσί, στη συνέχεια περίμεναν να μεγαλώσουν τα μαλλιά και τέλος έστελναν τον άνθρωπο, με συνοδεία, στον παραλήπτη του μηνύματος! Ο παντογνώστης φίλος μου Γ. Βενιεράκης, μου έστειλε ένα πραγματικό περιστατικό από την αρχαία Ελλάδα: Το λοιπόν, ο Θεμιστοκλής, έστειλε μήνυμα στον βασιλιά Ξέρξη, στο πλαίσιο του Ελληνοπερσικού Πολέμου, χρησιμοποιώντας την μέθοδο της κρανιο-κρυπτογράφησης!
Έτσι, πριν τη ναυμαχία στη Σαλαμίνα, ο Θεμιστοκλής, έβαλε να ξυρίσουν το κεφάλι του δούλου του Σίκιννου και πάνω στο ξυρισμένο κεφάλι έγραψε το μήνυμά του. Άφησε τα μαλλιά να μεγαλώσουν και στη συνέχεια ο Σίκιννος “παρέδωσε” το μήνυμα στον βασιλιά Ξέρξη. Το μήνυμα τον προέτρεπε να επιτεθεί στους Έλληνες στη Σαλαμίνα, η οποία ήταν κατάλληλη για μικρά-ευκίνητα πλοία, αλλά όχι για τα δυσκίνητα περσικά πλεούμενα, κάτι όμως που ο Ξέρξης δε γνώριζε και έτσι τη …μπάτησε!
Επειδή το ένα φέρνει τ’ άλλο, αλλιώς η ζωή δεν θα ‘ταν ωραία…, να σας πω ότι ο Ξέρξης δεν μετείχε στη μάχη (τι; μαλάκας ήταν;). Άραξε λοιπόν σε μία πλαγιά του όρους Αιγάλεω με κατεύθυνση στο Κερατσίνι κι έβλεπε την καταστροφή του στόλου του. Κάποιοι, λοιπόν, υποστηρίζουν σοβαρά, ότι κάτω από το μέρος που άραξε ο Ξέρξης, υπήρχε μία σπηλιά, η οποία τη δεκαετία του 1930 ονομαζόταν “Σπηλιά του δράκου” και η οποία ήταν ένα ήσυχο αραξοβόλι, για να πηγαίνουν οι μάγκες και να φουμέρνουν με ασφάλεια το χασισάκι τους!
Η σπηλιά αυτή πέρασε στην αιωνιότητα, μ’ ένα τραγούδι του Γιώργου Μπάτη, το “Ζεϊμπεκάνο σπανιόλο” το οποίο ηχογραφήθηκε το 1934. Ήταν να το τραγουδήσει ο ίδιος ο Μπάτης, αλλά στο διάλειμμα της πρόβας, μαστούρωσε τόσο πολύ, που δε μπορούσε να μιλήσει… Έτσι, αναγκάστηκε να πει το τραγούδι, ο Στράτος Παγιουμτζής. Κι όσοι ξέρουν από ρεμπέτικα, θα ακούσουν ότι ο Στράτος, σχεδόν τσιρίζει, γιατί ο τόνος που είχε κάνει πρόβα η ορχήστρα με τη φωνή του Μπάτη, ήταν ψηλότερος. Λέει το τραγουδάκι και με τον… Ξέρξη από πάνω:
«Ζούλα σε μια βάρκα μπήκα, στη Σπηλιά του δράκου βγήκα.
Βλέπω τρεις μαστουρωμένοι και στην άμμο ξαπλωμένοι…»
Τα ραβασάκια του Συρανό ντε Μπερζεράκ
Τώρα, δε γίνεται να μιλάμε για “ραβασάκια” και να μην θυμηθούμε τα διάσημα ραβασάκια του Συρανό ντε Μπερζεράκ. Η αυλαία άνοιξε στο Παρίσι στις 28-12-1897, για να παρουσιαστεί το έργο “Cyrano de Bergerac”, ένα από τα πιο αγαπητά έργα του γαλλικού θεάτρου και το διασημότερο του Γάλλου συγγραφέα Εντμόν Ροστάν (1868-1918). Το έργο είναι εμπνευσμένο απ’ τη ζωή του συγγραφέα (και …πολυπράγμονα), Συρανό ντε Μπερζεράκ (1619-1655).
Κοντολογίς, η υπόθεση τοποθετείται στο Παρίσι του 1640. Ο Συρανό, είχε την ατυχία να διαθέτει μία τεράστια και γελοία μύτη, ενώ ταυτόχρονα ήταν ερωτευμένος με την πανέμορφη ξαδέλφη του, Ρωξάνη. Δεν περίμενε καμία ανταπόκριση στο αίσθημά του, γιατί ταυτόχρονα η Ρωξάνη, ήταν ερωτευμένη με τον Κριστιάν, έναν στρατιώτη του πολεμικού Σώματος που διοικούσε, αυτοπροσώπως, ο Συρανό. Ο Κριστιάν ήταν πολύ όμορφος, αλλά από πνεύμα και ευγλωττία, ήταν φτηνό τούβλο, εξάοπο!
Ο Συρανό, συμφώνησε με τον Κριστιάν, να γράφει (για λογαριασμό του) ερωτικά γράμματα στη Ρωξάνη. Κι έτσι, ο παθιασμένος Συρανό, έγγραφε καταπληκτικά θερμά ραβασάκια, που εντυπωσίαζαν την Ρωξάνη, η οποία κάποια φορά είπε στον Κριστιάν (νομίζοντας ότι αυτός τα γράφει…) πως θα τον αγαπούσε, ακόμα κι αν ήταν άσχημος! Σε έναν πόλεμο που πήγε το Σώμα του Συρανό, ο Κριστιάν τραυματίστηκε σοβαρά και πριν ξεψυχήσει, παρακάλεσε τον Συρανό να αποκαλύψει στη Ρωξάνη, την αλήθεια για τις επιστολές, αλλά αυτός δεν το έκανε κι έτσι η Ρωξάνη δεν έμαθε για τον έρωτα του εξαδέλφου της.
Μετά από 15 χρόνια, η ερωτευμένη ακόμα Ρωξάνη, αποσύρθηκε σ’ ένα μοναστήρι στο Παρίσι όπου την επισκεπτόταν τακτικά, κάθε Σαββάτο, ο καψούρης εξάδελφός της, ο Συρανό. Κάποιο Σάββατο, ο Συρανό είχε ένα σοβαρό ατύχημα και ο γιατρός, του συνέστησε να μη σηκωθεί από το κρεβάτι. Αυτός όμως τον παράκουσε κι έτρεξε στο μοναστήρι, στην Ρωξάνη. Άρχισε να της απαγγέλλει στο φεγγαρόφωτο εξαιρετικούς στίχους, (στο ύφος, φυσικά, από τα ραβασάκια…) και τότε αυτή κατάλαβε ποιος τα έγραφε… Αλλά δυστυχώς, σε κάποια στιγμή, ο Συρανό, φεῦ, εκτίναξε άπαντα τα πέταλά του…
Βιβλία ερωτικών επιστολών και “μεταφράσεις” αρχαίων…
Τα ραβασάκια, τότε, αν δεν ήταν της εφορίας, ήταν ερωτικά! Τα περισσότερα ήταν σύντομα, δηλαδή λακωνικά και με περιεχόμενο “βαρύ”, ώστε το μήνυμα να δημιουργεί λαχτάρα… Π.χ. «Σήμερα στις 5, στο γνωστό δέντρο», «Αύριο μπορώ στις τρεις, για σινεμά», «Σε ονειρεύτηκα», «Μονάχα εσένα σκέφτομαι, …σκατό», «Είσαι για μισάωρη βόλτα απ’ το χεράκι, στην 5Ε;»…, τέτοια! Τα ραβασάκια, δεν είχαν καμία απολύτως σχέση με τις ηλίθιες “ερωτικές επιστολές”, συχνά πολυσέλιδες.
Στα διαλείμματα του σχολείου (στο Γυμνάσιο) διαβάζαμε “ερωτικά γράμματα”, από διάφορα γελοία βιβλία που κυκλοφορούσαν και χαχανίζαμε. Κάποια φορά, που 6-7 άτομα ήμασταν απορροφημένοι από τις σιροπιαστές λέξεις, επιστολής τινός ερωτικής, μάς πλησίασε χωρίς να καταλάβουμε, ένας φιλόλογος, επιτηρητής στο προαύλιο και μας ρώτησε τι διαβάζουμε… Πού να του πούμε ότι διαβάζαμε ερωτικές επιστολές για να γελάσουμε; Αν και ήμασταν 15 χρονών, υπήρχε μεγάλη αυστηρότητα περί τα ερωτικά… (“Παιδειάς και Θρησκευμάτων”, ήταν και είναι, μία απ’ τις κατάντιες μας…).
Εγώ, που ήμουν καλός στο “θέατρο” και στην “απατεωνία”, κυρίως όταν είχα να κάνω με “εξουσιαστές” (γραβάτες, στολές, ράσα), πήρα μία “Μετάφραση” που ήταν κάτω από το βιβλίο με τις ερωτικές επιστολές, πήγα στον κύριο καθηγητή και του είπα ότι διαβάζαμε ένα κομμάτι από τη μετάφραση, γιατί δεν μπορούσαμε να καταλάβουμε το αρχαίο κείμενο… Και γυρνώντας στους άλλους ρώτησα «έτσι δεν είναι παιδιά;» Κι οι άλλοι, λες κι απόδρασαν απ’ την ταινία “Το ξύλο βγήκε απ’ τον παράδεισο”, με την Παπασταύρου και την Γιαδικιάρογλου (επίθετα γνωστών γερμανοτσολιάδων… – Θ. Αγγελόπουλε, “κόλλησες” στην Αριστερή λάσπη), το επιβεβαίωσαν!
Πήγα μπροστά στον καθηγητή και του είπα ότι αν έκανα κάτι λάθος, να μου δώσει ένα χαστούκι και του προέταξα θεατρικά την παρειά μου, όπως είχα κάνει σ’ ένα αρχαίο σκετς που είχε επιμεληθεί αυτός και που έλεγα: «πάταξον μεν, άκουσον δε»! Αυτός χαμογέλασε και είπε «παιδιά, δεν επιτρέπονται Μεταφράσεις στα σχολεία». Άναψε ένα τσιγάρο και χάθηκε στα βουητά του προαυλίου… Πολύ αργότερα, έμαθα ότι είχε λάβει μέρος στο Δεύτερο Αντάρτικο, αλλά τον ερωτεύτηκε μία (πανέμορφη) γυναίκα δεξιάς οικογενείας κι έτσι γένικε καθηγητής φιλόλογος, που είχε σπουδάσει. Συμπαθέστατος!
Επί τέλους! Ραβασάκια λεμονάτα! Περάστε μανδάμ!
Τα ραβασάκια γράφονταν σ’ ένα κομμάτι χαρτί τετραδίου το οποίο κοβόταν απ’ τις τελευταίες σελίδες. Σε περίπτωση ανάγκης, έκανε και το χασαπόχαρτο. Τα ραβασάκια είχαν παραλήπτες κυρίως κορίτσια, αλλά και λίγα αγόρια. Το μεγάλο πρόβλημα ήταν, πού θα καταχώνιαζαν, τα κορίτσια, τα ραβασάκια, γιατί ήθελαν να τα μοστράρουν στις φίλες τους… Οι μανάδες, κυρίως, ήξεραν πού να τα ψάξουν, γιατί τα ίδια είχαν κάνει κι αυτές, κάποτε… Τώρα, βγάζω τα λεμονάτα ραβασάκια απ’ το “φούρνο”, λέγοντάς σας ότι οι “ταχυδρόμοι” που θα ενεχείριζαν τα ραβασάκια στους παραλήπτες φοβόντουσαν μη τους ψάξουν και τα βρουν…
Έτσι λοιπόν, όπως ανακαλύφθηκε ο νόμος της …βαρύτητας, έτσι ανακαλύφθηκαν τα λεμονάτα ραβασάκια. Δηλαδή, το κείμενο δε γραφόταν με το συνηθισμένο τότε μελάνι, αλλά με χυμό λεμονιού! Μάλιστα, χυμό λεμονιού, ο οποίος δε διακρινόταν στο χαρτί. Και για να διαβάσει η παραλήπτρια τι έγραφε, έπρεπε να σιδερώσει το χαρτάκι με καυτό σίδερο, ώστε να καεί το λεμόνι, να γίνει καφέ και έτσι το κείμενο να διαβάζεται. Φυσικά, έκανα για χάρη σας το πείραμα και σας δείχνω αμέσως το αποτέλεσμα… Παρ’ όλο που το λεμόνι είναι ξινό, τα λόγια της αγάπης που μετέφερε κρυφά, ήταν μέλι…
Τα λεμονάτα ραβασάκια, τα γνώρισα ως δωδεκάχρονος(;) στην Πάτρα. Στην ηλικία εκείνη, δεν είχαμε συναναστροφές με κορίτσια εκ του κοντόθεν, (φυσικά αυνανιζόμασταν φυσιολογικώς, σκεπτόμενοι κοράσια…), αλλά χρησιμοποιούσαμε τα “λεμονάτα ραβασάκια” για να τους ζητήσουμε π.χ. το απαγορευμένο περιοδικό “Χτυποκάρδι”. Άλλη χρήση ήταν, για να συνεννοηθούμε με φίλους-τακίμια, να πάμε στην ΕΑΠ Πάτρας και να παρακολουθήσουμε την τιτανομαχία κατς Ανδρέα Λαμπράκη – Χάρη Καρπόζηλου, γιατί είχε διαδοθεί ότι ο Λαμπράκης θα πετούσε έξω από το ρινγκ τον Καρπόζηλο, με το αεροπλανικό κόλπο του, που είχε “ξεσηκώσει” απ’ τον μεγάλο παλαιστή μας Τζιμ Λόντο!
Κρητικό και σουηδικό ραβασάκι