ΘΕΜΑ

Τα τολμηρά ταφικά γλυπτά του Νίκου Στεργίου

Τα τολμηρά ταφικά γλυπτά του Νίκου Στεργίου, Δημήτρης Παυλόπουλος

Το 1914 ο 22χρονος τηνιακής καταγωγής σπουδαστής της Γλυπτικής στο Σχολείο των Τεχνών της Αθήνας Νίκος Στεργίου μοιράστηκε με τον ομότεχνό του Μιχάλη Τόμπρο (1889-1974) το Αβερώφειο Βραβείο που θα του επέτρεπε να μεταβεί για περαιτέρω σπουδές στην Ευρώπη. Πέθανε στις 22 Οκτωβρίου 1919, μετά από βασανιστική ασθένεια. Είχε όμως δείξει τις δυνατότητές του.

Γιος του μαρμαρογλύπτη Δημήτριου Στεργίου, ο οποίος με το παρατσούκλι Πλάκας ή Πλακής διατηρούσε το μαρμαρογλυφείο του στην οδό Αναπαύσεως 19, στην περιοχή του Α΄ Κοιμητηρίου Αθηνών, ο Νίκος σπούδασε γλυπτική στο Σχολείο των Τεχνών της Αθήνας με δάσκαλό του τον επίσης Τηνιακό γλύπτη Λάζαρο Ν. Σώχο (1857-1911). Το 1910 αποφοίτησε από το Σχολείο των Τεχνών. Τον Μάρτιο του 1914 έγινε ο εξ αναβολής διαγωνισμός για το Αβερώφειο Βραβείο του Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου.

Ο διαγωνισμός είχε προκηρυχθεί για τον Αύγουστο του 1911 αλλά αναβλήθηκε δύο φορές, το 1912 και το 1913, λόγω των Βαλκανικών Πολέμων. Τον Αύγουστο του 1914 ο Στεργίου διαγωνίστηκε με τους συμφοιτητές του Τόμπρο και Γεώργιο Αλεξανδρόπουλο (1884/5-1942), ανιψιό του ζωγράφου και καθηγητή της Ελαιογραφίας στο Σχολείο των Τεχνών Γεώργιου Ν. Ροϊλού (1867-1928) για υποτροφία στο εξωτερικό, συγκεκριμένα στο Παρίσι, όπου πήγε για έναν μόλις χρόνο. Ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος τον υποχρέωσε να επιστρέψει στην Ελλάδα.

 

Ο Νίκος Στεργίου στο πατρικό μαρμαρογλυφείο (φωτοτσιγκογραφία Κάρολου Κόλμαν [1884-1942]).
Το θέμα που δόθηκε ήταν ο Άγγελος της Νίκης. Η εικόνα του αρχαίου δρομέα Φειδιππίδη έδειξε την άνεση του Στεργίου να χειρίζεται το ανθρώπινο σώμα, το οποίο καταβάλλει υπεράνθρωπη προσπάθεια για την αναγγελία της νίκης στον Μαραθώνα. Ο νέος άνδρας, που το τανυσμένο σώμα του μετατρέπεται σε φορέα υπέρτατων δυνάμεων, συνηθιζόταν σε διαγωνισμούς στο Σχολείο των Τεχνών της Αθήνας, στη μετέπειτα Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών, όπως γνωρίζουμε από έργα του Βάσου Φαληρέα (1905-1979) και του Θεόδωρου Βασιλείου (1917-1993).

Νίκου Στεργίου, Άγγελος της Νίκης, 1911, γύψος.

Συμμετοχή του Στεργίου σε εκθέσεις και έργα

Ο Στεργίου έγινε μέλος του Συνδέσμου Ελλήνων Καλλιτεχνών και τον Ιανουάριο του 1912 τον βλέπουμε να γευματίζει με μέλη του, συμφοιτητές του στη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας. Δούλευαν για τα δύο αποκριάτικα άρματα, με τα οποία θα έπαιρναν μέρος ο Σύνδεσμος Ελλήνων Καλλιτεχνών και το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο με τη Σχολή Καλών Τεχνών στο αθηναϊκό καρναβάλι στις 5 Φεβρουαρίου 1912, τελευταία Κυριακή της Αποκριάς για το έτος, υπό ψύχος εξαιρετικά δριμύ. Το άρμα του Συνδέσμου Ελλήνων Καλλιτεχνών ήταν έργο του γλύπτη Κώστα Δημητριάδη (1879-1943).

 

Παρουσίασε στις εκθέσεις του Συνδέσμου Ελλήνων Καλλιτεχνών το 1916 και το 1917 τα έργα του Στοχασμός, Πόνος, Αιχμάλωτος του 1912, Σ’ έκσταση, ανάγλυφο κεφάλι και μετάλλιο του βασιλιά Κωνσταντίνου. Έλαβε μέρος στον διαγωνισμό για το ηρώο πεσόντων το 1912-13 στην Καστοριά. Άλλα έργα του είναι η Μήδεια, ο Αράπης, ο Διανοούμενος, η Κεφαλή Ιωάννη, η Κολομπίνα. Κατέγινε ιδιαίτερα στο ανάγλυφο, δουλεύοντας τις μορφές του Λούντβιχ φαν Μπετόβεν (1770-1827), του Χαράλαμπου (Μπάμπη) Άννινου (1852-1934), του Γεώργιου Σουρή (1853-1919), του Κωστή Παλαμά (1859-1943), του Δημήτρη Μπόγρη (1890-1964), του Γιάννη Οικονομίδη (Σταυρινού, 1894-1987) και άλλων λογίων.

Ανέλαβε επίσης μαρμάρινα ταφικά μνημεία για το Α΄ Κοιμητήριο Αθηνών που θα πρέπει να χρονολογηθούν από το 1915 έως το 1917. Το 1915 φιλοτέχνησε την προτομή της Cathérine de Loumer το γένος Σεβαστοπούλου, όμορφης δέσποινας, με αρχοντικό παράστημα και επίσημη ενδυμασία. Ένα άλλο μνημείο του, για το απεγνωσμένα ερωτευμένο ζεύγος Γεώργιου Καραμήτρου και Ρίτσας Καρζή που αυτοκτόνησε το 1917 στο Φάληρο, φέρει τη μορφή αγγέλου σαν έρωτα που θρηνεί.

Νίκου Στεργίου, Θρηνούσα (Η Θλίψις), 1917, μάρμαρο, οικογενειακός τάφος Περικλή Β. Διαμαντόπουλου, Α΄ Κοιμητήριο Αθηνών.

Άφατος θρήνος

Προορισμένο για τον Δημήτριο Καλλιοντζή, ο οποίος έχασε τη ζωή του ως στρατιώτης, το ταφικό μνημείο του Στεργίου στο Α΄ Κοιμητήριο Αθηνών έμεινε ημιτελές, με το βάθρο του να το ολοκληρώνει ο πονεμένος πατέρας που έφυγε από τη ζωή πέντε χρόνια μετά από τον γιο του, το 1924. Τον πατρικό πόνο τον εκφράζει ο στίχος «η κουρασμένη μου ψυχή χαϊδεύει τη δική σου» από ποίημα που θα εντασσόταν στον τάφο του Νίκου Στεργίου!

Η στιβαρή νέα γυμνή γυναίκα ολοφύρεται, με το πρόσωπό της να μη φαίνεται πίσω από τα σχηματοποιημένα σε κάθετες γραμμές πλούσια μαλλιά της, σε βουβό κλάμα-μοιρολόι. Συμπυκνώνει την τόλμη του νεαρού γλύπτη. Θα μπορούσε η στάση της γυναίκας να συσχετιστεί με τη Μετάνοια του Γερμανού γλύπτη και γελοιογράφου Oskar Theodor Garvens (1874-1951). Παρατηρεί κανείς ότι η γυναίκα είναι διαφορετική από το μεταγενέστερο βαρύ ανάγλυφο σώμα του μετωπικού βλοσυρού άνδρα. Φαίνεται ότι το χρονολογημένο το 1917 ταφικό μνημείο δόθηκε για επόμενη χρήση μετά από το 1949, χωρίς να σωθεί κάπου το ονοματεπώνυμο του πρώτου ενοίκου του.

Νίκου Στεργίου, Ολοφυρομένη, 1917, μάρμαρο, οικογενειακός τάφος Κωνσταντίνου Θ. Παπαγιαννόπουλου, Α΄ Κοιμητήριο Αθηνών.

Αισθησιακή υπερβολή

Το ταφικό μνημείο οικογένειας Περικλή Β. Διαμαντόπουλου περιλαμβάνει πάλι νέα γυμνή θλιμμένη γυναίκα, η οποία αποδίδεται σιγμοειδής στην κορυφή του μνημείου, πάνω σε ψηλό βάθρο που απολήγει σε δίβαθμη κρηπίδα. Η αισθησιακή πλαστικότητα του σώματός της απομακρύνει οπωσδήποτε την εικόνα από τον κοιμητηριακό χώρο και μετατρέπει το έργο σε ενδιαφέρον ρομαντικό-ρεαλιστικό έκθεμα! Όπως συμπεραίνουμε από το σημείο της υπογραφής του κάτω δεξιά, ο Στεργίου πρέπει να το σχεδίασε ολόκληρο, μαζί με τους δύο ολόγλυφους τρίποδες στη βάση του που παραπέμπουν σε χάλκινα ευρήματα.

Ο υφολογικός συγκρητισμός του επιβαρύνει το μνημείο. Και σε αυτό, όπως και στο προηγούμενο, ο Στεργίου ενδεχομένως να αντλεί ιδέες από ξένα δειγματολόγια, επιστολικά δελτάρια και ταφικά μνημεία του 20ου αιώνα στο άνισο αισθητικά κοιμητήριο της περιοχής Staglieno της Γένοβας, που από το 1974 το έχει μελετήσει διεξοδικά ο Giovanni Grasso (γ. 1938) και φωτογραφίσει έξοχα η Graziella Pellicci.

Έτσι συνάφεια στενή ως προς τη στάση της γυναικείας μορφής στο πρώτο μνημείο δείχνει η Ολοφυρομένη του επίσης Ιταλού γλύπτη Edoardo De Albertis (1874-1950), από το 1917, στον οικογενειακό τάφο Ammirato, στο Staglieno, ενώ σύνδεση έντονη αποκαλύπτει ως προς τη γυναικεία μορφή στο δεύτερο μνημείο η Κλαίουσα του παρομοίως Ιταλού γλύπτη Luigi Secchi (1853-1921), από το 1912, στον οικογενειακό τάφο Dall’Ovo, στο ίδιο κοιμητήριο.

Τον Νοέμβριο του 1919, στο πρώτο τεύχος του περιοδικού Ανθρωπότης, που το εξέδιδε στην Αθήνα έως το 1923 ο Γαλαξειδιώτης Δημήτριος Ε. Τζιάθας (1876-1943), δημοσιεύεται νεκρολογία του Στεργίου από τον Χαρίδημο Πάσχο. Σε αυτήν απεικονίζεται και το ύστατο έργο του, το γύψινο πρόπλασμα Εργάτης. Ο σκυφτός άνθρωπος του μόχθου προσπαθεί να λυτρωθεί, όρθιος, σπάζοντας τα δεσμά του…

Νίκου Στεργίου, Εργάτης, 1919, γύψος.