Το “Μετείκασμα” του Σ. Καμπουρόπουλου
24/09/2024Η πρώτη ποιητική συλλογή του Σωκράτη Καμπουρόπουλου, είναι μια προσπάθεια ουσιαστικού αγγίγματος στην καρδιά της ποίησης. Διακρίνεται από ρεαλιστική ταχύτητα και έναν καυστικό τόνο που αποτρέπει κάθε λυρική παρέκκλιση. Επιλέγει την καθαρότητα σε καταστάσεις και γεγονότα, αφήνοντας σε πολλά σημεία τον υποκειμενικό συναισθηματισμό να δυναμώνει τους στίχους του.
Η ζωή πρωταγωνιστεί. Κορυφώνεται στα κείμενά του η συναισθηματική και συνειδησιακή έκφραση, με τρόπο απλό και σύγχρονο. Η φύση με όλα τα στοιχεία της, παρούσα. Η μουσική του νερού, η άνοδος της σελήνης, το φως του ήλιου, η εναλλαγή του φωτός και του σκότους. Ο έρωτας άλλοτε ανθεί και άλλοτε πληγώνει: «στεγνώναμε γυμνοί σ’ ένα βράχο, μύριζα τη μυρωδιά του κορμιού σου που στέγνωνε..», «εισβάλλεις στο βλέμμα μου/ κι αυτό αποφεύγει/ να εστιάσει/ στον πυρήνα των ματιών σου»…
Το “Μετείκασμα”
Ο χώρος ορίζεται, από ένα κλειστό δωμάτιο πλημμυρισμένο έρωτα, μέχρι τη σκιά ανθισμένων λεμονόδεντρων, από το “Αμμούδι της Οίας” ένα ηλιοβασίλεμα, όπου ο μπάτης γύριζε σε γαρμπή, έως τη “Βαλτική”, τοποθετώντας τους ποιητές, αμήχανους φύλακες αγγέλους, εφευρέτες ανύπαρκτων ήχων, ψιθυριστές!
Στο κέντρο του βιβλίου, έντεκα στάσεις ανάφλεξης. Η φωτιά μιλάει μια άγνωστη γλώσσα. Τα κούτσουρα τρίζουν στο τζάκι, η ανάφλεξη πολλές φορές αργή, μέχρι την πλήρη κατάκτηση. Το κόκκινο παίρνει τη θέση του μαύρου, του γκρι, το ξύλο εγκαταλείπει το πνεύμα του, αργάζεται αργά, γίνεται πυρωμένο κάρβουνο. “Δυο κούτσουρα φιλιούνται και γίνονται στάχτη”.
“Μετείκασμα”: χρώμα αγάπης αμβλύ/ παράδεισος έστεφε/ φλοίσβος αν αιρούμενος/ πανωδία/ ομόηχο/ ολοκάθισμα/ λυσίκομος κόρη/ λύσσαξε ο σταχτολαίμης στα λευκά/ νύφη της νύχτα ανύμευτε/ παλίμψηστο φεγγάρι/ ασπαλάθων λειτουργία/ ανεμώνης σκύβαλα/ τι αξία έχει το μεταίσθημα;