ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ

Το “Ελεύθερο Πνεύμα” χθες και σήμερα

Το "Ελεύθερο Πνεύμα" χθες και σήμερα, Κρινιώ Καλογερίδου

Σε απροσδιόριστο χρόνο στο παρελθόν (λίγο πριν ή μετά το ’80, αν θυμάμαι καλά) είχε παρατηρηθεί σε φοιτητικούς κύκλους της Θεσσαλονίκης μια άνθιση των νεανικών ρεμβασμών του πολιτικού, διπλωμάτη και λογοτέχνη Ίωνα Δραγούμη, ο οποίος σαγήνευε ιδεολογικά τους ρομαντικούς της πρώτης δεκαετίας του μεσοπολέμου (1920-’30) με τον συνδυασμό ”εθνικισμού και κοινοτισμού-σοσιαλισμού της ωριμότητας”, στο πνεύμα των καιρών.

Οι ”ιδεολογικές ουτοπίες” του ξεσήκωναν τότε πολλές αντιδράσεις των οποίων ηγούνταν -σε επίπεδο πνευματικής διανόησης- οι εκπρόσωποι της ”υγιούς αντίδρασης” (Φώτος Πολίτης, Γιάννης Αποστολάκης και Αλέξανδρος Δελμούζος), οποίοι ασκούσαν κριτική στον ”νεοελληνικό πολιτισμό” του. Και δεν περιορίστηκαν μόνο σ’ αυτήν, παρά ”έντυσαν” τον νεοελληνικό χαρακτήρα με ”λογική κατασκευή” στη θέση της ρομαντικής του Δραγούμη. Επιπλέον, συνδύασαν την “ελεύθερη σκέψη” (ηρωικός αντιπρόσωπος της οποίας ήταν ο Αλέξανδρος Δελμούζος) με εκείνην της εθνικής παράδοσης του Φώτου Πολίτη, ο οποίος υποστήριζε στη θεωρία του ότι ”έξω απ’ αυτήν και τον εθνικό χαρακτήρα μας είμαστε χαμένοι”. Είμαστε χαμένοι, με άλλα λόγια, έξω απ’ τον εθνικό, παραδοσιακό εαυτό μας. Την ελληνική πραγματικότητα, δηλαδή, γιατί αυτό το ”έξω” έχει σημάδια ”τεχνητού και ψεύτικου”. Σημάδια ”στείρας μίμησης ξένων προτύπων”.

Η αναγνώριση από τον Πολίτη της στοιχειώδους υποχρέωσής μας να εκτιμούμε την αξία της ελληνικής παράδοσης σημαίνει ένα πράγμα για μένα. Ότι έναν αιώνα πριν, ο θεατράνθρωπος και κριτικός του μεσοπολέμου είχε εντοπίσει κάποιες από τις αιτίες που διαιωνίζουν ως σήμερα την ελληνική παρακμή.

Στις συζητήσεις για τις αξίες του Ελληνισμού, ωστόσο -υπό την οπτική του πνευματικού μιλιταρισμού, του εθνικισμού και του μαρξισμού- έδωσε νέα διάσταση την επόμενη δεκαετία (αυτήν της Γενιάς του ’30) ο ”πολυσχιδής” συγγραφέας Γιώργος Θεοτοκάς, του οποίου το πρωτόλειο (‘‘Ελεύθερο πνεύμα”, 1929) ήταν κατά πολλούς το μανιφέστο της Γενιάς του ’30. Της Γενιάς που ανέδειξε στην Ποίηση τους: Γιώργο Σεφέρη, Οδυσσέα Ελύτη, Γιάννη Ρίτσος, Ανδρέα Εμπειρίκο και άλλους, ενώ στην Πεζογραφία τούς: Γιώργο Θεοτοκά, Φώτη Κόντογλου, Στρατή Μυριβήλη, Ηλία Βενέζη, Νίκο Καζαντζάκη, Άγγελο Τερζάκη, Μιχάλη Καραγάτση, Θανάση Πετσάλη-Διομήδη, Τάσο Αθανασιάδη, Κοσμά Πολίτη, Γιάννη Μπεράτη, Στρατή Δούκα, Λουκή Ακρίτα, Λιλίκα Νάκου, Μέλπω Αξιώτη, Παντελή Πρεβελάκη, Θράσο Καστανάκη και Στέλιο Ξεφλούδα).

Ο Θεοτοκάς και ο Πολίτης

Ανάμεσα στην αφρόκρεμα των έργων της Ποίησης και της Πεζογραφίας ξεχώρισε εξ αρχής το ”Ελεύθερο Πνεύμα” του 24χρονου τότε Θεοτοκά και αποτέλεσε -πέρα από σύμβολο πνευματικής αναγέννησης και δημιουργίας- σταθερό σημείο αναφοράς για τις πνευματικές και ιδεολογικές εξελίξεις στον Μεσοπόλεμο, αλλά και σημείο διάστασης απέναντι στις θεωρίες του Φώτου Πολίτη μέχρι… παρεξηγήσεως. Και η παρεξήγηση προέκυψε απ’ την επιμονή του τελευταίου να υποστηρίζει την ορθότητα των θεωριών του μη αποδεχόμενος την κριτική του Γιώργου Θεοτοκά, ο οποίος -ναι μεν έκρινε (στο ”Ελεύθερο πνεύμα” του) τον Φώτο Πολίτη ως ”καλό κριτικό με τάλαντο, πνευματική ανάπτυξη, στοχαστικότητα, δύναμη, θάρρος και ανεξαρτησία”, αλλά υποστήριζε ότι όλα αυτά τα εξουδετέρωνε ο δογματισμός του.

Ωστόσο, όλα αυτά τα… ”συγκρουσιακά” μάς δίνουν την ευκαιρία να αντιληφθούμε τα βασικά σημεία που διαφοροποιούν τους δύο σπουδαίους Έλληνες διανοούμενους. Μας δίνουν την ευκαιρία, προπάντων, να αντιληφθούμε την ιδιαίτερη αξία του έργου του Θεοτοκά, ο οποίος αναδεικνύει στο πρωτόλειό του τη φιλοσοφία του για τη ζωή, την κοινωνία, την τέχνη, τον εθνικό χαρακτήρα, την παράδοση, την πολιτική, το μυθιστόρημα και τη λογοτεχνική παράδοση.
Αναδεικνύει τη δημιουργική πρόθεσή του να δείξει το δρόμο για έναν καινούργιο πνευματικό πολιτισμό, αλλά και τη διάθεσή του να επανασυνδέσει το άτομο με τη σύγχρονη νεοελληνική ζωή (σ.σ μέχρι τότε ήταν προσκολλημένο στο προγονικό παρελθόν του) έχοντας ”όχημα πλοήγησης” τη ζωντανή δημοτική γλώσσα.

Οι επιρροές του Θεοτοκά 

Επιπλέον, ο Θεοτοκάς προβληματίζεται για τον χώρο των πνευματικών ανθρώπων. Ζητά ανανέωση στην ποίηση, την πεζογραφία και την ελληνική σκέψη, γιατί ”είναι καιρός να ζητήσει ο Έλληνας την ελευθερία του απ’ τους πνευματικούς μιλιταριστές (προγονόπληκτους διανοούμενους) που τον πιέζουν” κρατώντας τον δεμένο με το παρελθόν και με στομωμένη την έκφραση της ανθρωπιάς του. Σκέψεις φιλοσοφημένες και επαναστατικές για την εποχή του, οι οποίες αποκάλυπταν τις επιρροές που είχε δεχθεί από τον φιλομοναρχικό ανθρωπιστή Στεφάν Τσβάιχ (Αυστροεβραίο στην καταγωγή) και τον Γάλλο συγγραφέα Αντρέ Ζιντ (βραβείο Νόμπελ 1947), στα έργα του οποίου τονίζεται η αξία της ελευθερίας του ανθρώπου απέναντι στους ηθικολογικούς και πουριτανικούς περιορισμούς.

Πέραν αυτού, αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι στο ”Ελεύθερο πνεύμα” ο Γιώργος Θεοτοκάς αναγνωρίζει την ατομικότητα και συνεκδοχικά την ετερότητα, την ιδιότητα δηλαδή του ”διαφέρειν” στο πνεύμα, με την αριστοτελική έννοια. Ωστόσο, μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, εγκαταλείπει το ατομικό στοιχείο που είναι κυρίαρχο στο ”Ελεύθερο πνεύμα” του και στρέφεται στο συλλογικό, το λαϊκό και το ιστορικό στοιχείο. Με αφορμή το τελευταίο, μάλιστα, υπενθυμίζω ότι ο λογοτέχνης Θεοτοκάς (”Λεωνής”, ”Αργώ”, ”Ασθενείς και Οδοιπόροι” [με ενσωματωμένη την ”Ιερά Οδό”] κλπ) έχει δώσει αναμφισβήτητα δείγματα ότι είναι καλός γνώστης της Ιστορίας: ”Είναι ένα φανταστικό, γιγάντιο μενουέτο* η Ιστορία”, λέει ο ίδιος).

Ατομικότητα και συλλογικό 

Ειδικά στο αυτοβιογραφικό, εφηβικό μυθιστόρημά του ”Ο Λεωνής” ο Θεοτοκάς επιβεβαιώνει τη στροφή που προανέφερα, καθώς το υποκειμενικό στοιχείο γίνεται αντικειμενικό και η υπόθεση ξετυλίγεται στη σκιά και τον ήχο του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, με θέατρο εξελίξεων την Κωνσταντινούπολη. Εκεί, στο σταυροδρόμι των ηπείρων, η ατμόσφαιρα του έργου αποκτά ιστορικό ρυθμό, ο οποίος συμπλέει ιδανικά με τον ψυχικό και συναισθηματικό των ηρώων του. Κι αυτό το μετατρέπει σε θαυμάσια ανάπλαση μιας συνταρακτικής εποχής. Μιας εποχής ”κοσμοχαλαστικής” και ”κοσμοπλαστικής” ταυτόχρονα, όπως έλεγε ο αείμνηστος δάσκαλός μου στο ΑΠΘ, κριτικός Λογοτεχνίας Απόστολος Σαχίνης.

Μιας και μιλάμε για κριτικούς όμως, αξίζει να σημειώσω ότι υπάρχει και μια σύγχρονη κριτική -αυτή του Δ. Τζόβα- με κάποιες αιχμές για το πρωτόλειο του Γ. Θεοτοκά. Ο εν λόγω πανεπιστημιακός, λοιπόν, χαρακτηρίζει το ”Ελεύθερο πνεύμα” ως ”μανιφέστο του ατομικισμού που δεν γνώρισε επιγόνους ούτε γονιμοποίησε κριτικές συνειδήσεις, αν και συζητήθηκε αρκετά”. Η πρώτη διαπίστωση του καθηγητή Νεοελληνικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο του Birmingham της Αγγλίας με βρίσκει σύμφωνη. Για τη δεύτερη όμως αμφιβάλλω, γιατί το εν λόγω δοκίμιο έχει απίστευτη και διαχρονική εμβέλεια στο θέμα ελευθερίας της σκέψης και γι’ αυτό δίνει τη δυνατότητα γονιμοποίησης κριτικών συνειδήσεων διαχρονικά.

Όσο για την τρίτη διαπίστωσή του, νομίζω ότι το ”αρκετά” είναι πολύ λίγο για το ”Ελεύθερο πνεύμα” του Γ. Θεοτοκά, αφού συζητήθηκε και εξακολουθεί να συζητιέται όσο κανένα άλλο δοκίμιο της Γενιάς του ’30 σε φιλολογικούς κύκλους. Και συζητιέται γιατί αποτελεί ορόσημο πνευματικής ανεξαρτησίας που φτάνει μέχρι την εποχή μας.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι