Ο Κασσελάκης, η μεταπολιτική και οι “ιδιοκτήτες” του ΣΥΡΙΖΑ
20/09/2023Σκοπός της μαχόμενης κοσμοθεωρίας δεν είναι η επιστημονική κατανόηση του αντιπάλου παρά η υπερ-απλουστευτική του παρουσίαση (και παραποίηση στην ανάγκη), κατά τρόπο που να δικαιολογεί την αμείλικτη καταπολέμησή του. Η απόφανση βρίσκει την εφαρμογή της στον τρόπο που ο βαθύς ΣΥΡΙΖΑ με την επίκληση της αριστερής κοσμοθεωρίας, αντιμετωπίζει τον “αλεξιπτωτιστή εξ Αμερικής”, Στέφανο Κασσελάκη.
Τον αντιμετωπίζει όχι σαν εσωκομματικό ανταγωνιστή, ή έστω αντίπαλο, αλλά σαν εχθρό, σαν να είναι σύμπτωμα της μεταπολιτικής που “δυστυχώς διεισδύει στην Αριστερά” όπως είπε δημοσίως ο αριστερός Ευκλείδης Τσακαλώτος. Το αν θα κερδίσει ο Στέφανος Κασσελάκης ή η Έφη Αχτσιόγλου αυτό θα το αποφασίσουν οι ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ. Ωστόσο ο γενικότερος διάλογος περί μεταπολιτικής, κυριαρχίας της εικόνας, έλλειψης ουσίας και αριστερού περιεχομένου, έχει ενδιαφέρον.
Από το 2015 μέχρι το 2023 ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν Αριστερά ή δεν ήταν; Προφανώς ήταν γιατί δεν είχε ακόμη εμφανιστεί ο Κασσελάκης ως προϊόν της μεταπολιτικής. Από το 2015 ο ΣΥΡΙΖΑ δέχεται ανηλεή πόλεμο με όρους κοινωνικού εμφυλίου και όλες τις μετέπειτα μάχες τις έχασε. Από ποιον; Από τον Κυριάκο Μητσοτάκη – ο οποίος αντίθετα από το 2016 και μετά κερδίζει όλες τις μάχες πρώτα εσωκομματικές και μετά πολιτικές.
Γιατί όμως χάνει ο ΣΥΡΙΖΑ; Μήπως γιατί ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει καλύτερες θέσεις και ιδέες από του ΣΥΡΙΖΑ (σίγουρα αυτό δεν το δέχονται οι αριστεροί) ή μήπως γιατί ο ίδιος είναι καλύτερος πολιτικός από τον χαρισματικό Αλέξη Τσίπρα; Αυτή η στρατηγική του Κυριάκου Μητσοτάκη και του συστήματος που τον στηρίζει – και του φιλοτέχνησε την όχι γνήσια εικόνα του ηγέτη – έφερε τον ΣΥΡΙΖΑ στα πρόθυρα της εξαφάνισης. Τι είναι αυτό, πολιτική ή μεταπολιτική της εικόνας και του προσώπου;
Μήπως έχει δίκιο ένας κόσμος της Αριστεράς που ενστικτικά αντιλαμβάνεται ότι “καιρός να αφήσουμε κατά μέρος την αριστερή γνησιότητα που μας οδηγεί σε συνεχείς ήττες για αναζητήσουμε τρόπο πολιτικής ανάκαμψης και επικράτησης”;
Περί πολιτικής και μετά πολιτικής τώρα: Δεν είναι βαθιά πολιτικό να εκμεταλλεύεσαι όλες τις επικοινωνιακές δυνατότητες και τα social media για να ανατρέψεις την υπεροπλία των αντιπάλων στον κομματικό μηχανισμό και στα κομματικά και συστημικά μίντια, ώστε να περάσεις τα μηνύματα που θέλεις; Δεν έκανε το ίδιο ο Ομπάμα και μετά ο Τραμπ, ή μήπως δεν είναι αυτό πολιτική;
Και δεν είναι πολιτική που επιπλέον έχει αριστερό πρόσημο να ανατρέπεις έστω και συγκυριακά την κυριαρχία των συστημικών διαχειριστών της κοινής γνώμης; Η επίσκεψη στη Μακρόνησο δεν έχει αριστερό πολιτικό συμβολισμό; Το “εγώ θα νικήσω τον Μητσοτάκη και θα βάλω τέλος στις ήττες του χώρου και στην καταστροφή της χώρας” δεν είναι βαθιά πολιτικό και αριστερό;
Τί είναι η πολιτική αν όχι πρακτική δράση – που περιλαμβάνει την κατά τον Σεγκελά του Μιτεράν διαχείριση των συμβόλων – για την αλλαγή συσχετισμών ισχύος και την ανατροπή καταστάσεων με στόχο την κατάληψη και εν συνεχεία διατήρηση και διαχείριση της εξουσίας; Θα είχαν πολλά να διδαχθούν από τον Μακιαβέλλι οι επικριτές – οι αριστεροί που τον αποστρέφονται μπερδεύοντας την ηθική με την πολιτική, έστω μέσα από την ανάγνωση που του έκανε ο Αλτουσέρ.
Ακόμη και η σύνδεση με τον Πολάκη δεν είναι πολιτική; Οι θέσεις του Πολάκη για την ανατροπή των δομών του συστήματος εξουσίας ήταν και είναι βαθιά πολιτικές (άλλο η αξιολόγησή τους και ο τρόπος παρουσίασης). Η συμμαχία με τον Παππά και το «είμαστε η πατριωτική αριστερά που εκτείνεται από το προοδευτικό κέντρο μέχρι την Αριστερά» δεν είναι βαθιά πολιτικό; Εντέλει τι είναι πιο πολιτικό από το “βρίσκω τον τρόπο άσκησης πολιτικής ώστε να νικήσω τον εσωκομματικό ανταγωνιστή και εν συνεχεία τον πολιτικό αντίπαλο”;
Η πολεμική περί μεταπολιτικής για να απαξιωθεί στον κόσμο της Αριστεράς είναι ανέντιμη και πολιτικά ανήθική (όχι για τον Κασσελάκη ), αλλά γιατί υποσκάπτει την επόμενη ημέρα του ΣΥΡΙΖΑ – στην περίπτωση της επικράτησής του. Είναι δηλώσεις που έχει καταγράψει ήδη ο πολιτικός αντίπαλος και θα τις χρησιμοποιήσει εναντίον του ΣΥΡΙΖΑ και του Κασσελάκη – αν αυτός κερδίσει.
Εν τέλει δείχνει ότι εκείνοι που κάνουν αυτή την πολεμική κινούνται από το ότι “το κόμμα ή είναι δικό μας ή δεν είναι κανενός”. Πόσο αριστερό είναι αυτό; ‘Η μήπως αυτή είναι η Αριστερά; Όταν ο κόσμος του ΠΑΣΟΚ πήγαινε μαζικά στον ΣΥΡΙΖΑ οι ιδιοκτήτες έκλειναν τις πόρτες για να μην χάσουν το κόμμα, πάλι με την επίκληση της αριστεροσύνης. Τι διαφορετικό κάνουν τώρα υπό το πρόσχημα ότι δήθεν ο Κασσελάκης είναι προϊόν της μεταπολιτικής; Απλά αντιδρούν στον κίνδυνο να παραδώσουν το κόμμα στο οποίο θεωρούν – δικαίως ή αδίκως λόγω των αγώνων τους – ότι είναι ιδιοκτήτες.