Μπορεί το ΠΑΣΟΚ να αρέσει ξανά;
19/07/2024Πέρασαν κιόλας 35 χρόνια από την ημέρα που η Μελίνα είχε συνοψίσει στον Ανδρέα την κατάσταση του κόμματος μετά τη δεύτερη τετραετία διακυβέρνησης, με τη διάσημη πλέον φράση «Πρόεδρε, δεν αρέσουμε πια». Τότε, το ΠΑΣΟΚ ψηφίστηκε από 2,7 εκατομμύρια Ελληνίδες και Έλληνες, λαμβάνοντας μόνο το 40% του εκλογικού σώματος.
Αυτά τα δυσμενή για την εποχή εκλογικά αποτελέσματα ήταν η αιτία του προβλήματος. Ένα τρίτο του αιώνα αργότερα, το κόμμα παίρνει μετά βίας 12% και ψηφίζεται μόλις από 500.000 άτομα. Συγκριτικά, με τη χειρότερη εκλογική επίδοση εκείνης της περιόδου, έχει χάσει ένα ποσοστό μεγαλύτερο από το 80% των ψηφοφόρων του. Μετά την ταπεινωτική ήττα των ευρωεκλογών του 2024, η αδυναμία του ΠΑΣΟΚ να κερδίσει τον ΣΥΡΙΖΑ –όχι μόνο με τον Τσίπρα αρχηγό αλλά ούτε με τον Κασσελάκη– οδήγησε τα κορυφαία στελέχη του στην ανάγκη να ζητήσουν επιτακτικά την διενέργεια εκλογών για την αλλαγή ηγεσίας.
Σε πρώτη φάση, η κατεύθυνση που έδωσαν στα πράγματα είναι σωστή. Εάν όμως δεν διασφαλίσουν ότι αυτή τη φορά οι εσωκομματικές εκλογές θα διεξαχθούν κανονικά, χωρίς τη βίαια νόθευση του εκλογικού αποτελέσματος από τους κομματικούς μηχανισμούς, κινδυνεύουν να κάνουν άλλη μια τρύπα στο νερό. Η Χαριλάου Τρικούπη δεν είναι ούτε νομισματοκοπείο ούτε τηλεφωνικό κέντρο και ο μηχανισμός του Δήμου Αθηναίων οφείλει επίσης να μην εμπλακεί σε αυτή την εσωκομματική διαδικασία. Τα τηλέφωνα που λαμβάνονται από τα δύο αυτά κέντρα πρέπει να θεωρούνται αιτία παραίτησης των υποψηφίων που προσπαθούν να επιβάλουν.
Κυρίαρχη η αίσθηση απογοήτευσης
Η αίσθηση που επικρατεί στους ψηφοφόρους της παράταξης είναι μία διάχυτη απογοήτευση. Κάτι αντίστοιχο με τους υποστηρικτές του Δημοκρατικού Κόμματος στις ΗΠΑ. Πόσο σάπιο είναι το σύστημα του κόμματος για να μην μπορούν να κάτσουν σε ένα τραπέζι και να βρουν έναν αντίπαλο που μπορεί να κερδίσει τον Τραμπ – σκέφτονται οι ψηφοφόροι του. Πόσο σάπιος μπορεί να είναι ο μηχανισμός του ΠΑΣΟΚ για να εμποδίζει την επιλογή ενός αρχηγού που μπορεί με την πρώτη ματιά, να κερδίσει τον Κυριάκο, αναρωτιούνται αντίστοιχα Ελληνίδες και Έλληνες που έχουν ψηφίσει ΠΑΣΟΚ.
Αυτό που πλέον γνωρίζουμε είναι ότι θα ξέρουμε την ή τον επόμενο Πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ στα μέσα Οκτωβρίου 2024. Αυτό που δεν ξέρουμε είναι ποιος θα είναι ακριβώς ο ρόλος του. Αυτό δεν έχει ακόμα διευκρινιστεί. Θα είναι μόνο ένας διοικητικός Πρόεδρος, μέχρι την εκλογή του επικεφαλής της ευρύτερης προοδευτικής παράταξης; Ποια είναι ακριβώς τα σχέδια του κάθε υποψηφίου και των μηχανισμών που τον στηρίζουν; Θα αναλάβει μόνο την καθημερινή ευθύνη διαχείρισης για την οργάνωση και τα οικονομικά του κόμματος, κάτι σαν Διευθύνων Σύμβουλος ή Γενικός Διευθυντής; Θα είναι μερικής ή ολικής απασχόλησης; Ή θα είναι και ο ίδιος υποψήφιος Πρωθυπουργός; Ένα πολιτικό συνέδριο πριν από τις εκλογές είναι περισσότερο από αναγκαίο, προκειμένου να ξέρει ο κόσμος ποια, ποιον και γιατί την ή τον στηρίζει.
Σε αυτή τη διαδικασία μέχρι τότε, το ζητούμενο δεν πρέπει να είναι οι εκτιμήσεις των εταιρειών δημοσκοπήσεων για τους υποψηφίους Προέδρους. Όλα αυτά δεν έχουν καμία σημασία. Το δείγμα, άλλωστε, είναι τόσο μικρό, που τα αποτελέσματά τους έχουν ελάχιστη εγκυρότητα. Ούτε έχει πια κανένα νόημα να βρεθεί ποια ή ποιος μπορεί να κερδίσει τον ΣΥΡΙΖΑ του Κασσελάκη. Αυτή η στρατηγική δοκιμάσθηκε και απέτυχε, παταγωδώς. Το μοναδικό ζητούμενο οφείλει να είναι ποια ή ποιος μπορεί να ανατρέψει την πολιτική κυριαρχία της ΝΔ. Ποια ή ποιος μπορεί να κερδίσει τον Μητσοτάκη.
Από τους μέχρι σήμερα υποψηφίους, ο μόνος που θα μπορούσε να έχει χάσει από τον Κασσελάκη είναι ο Ανδρουλάκης. Γιατί δεν έχει τη στόφα του ηγέτη, γιατί δεν μπορεί να κάνει ούτε το ελάχιστο γκελ. Σαν να πήρε τη θέση αυτή με μέσο. Σαν να μάζεψε ο πατέρας του τα κουκιά για άλλον υποψήφιο. Με τα δεδομένα που επικρατούν στο ΣΥΡΙΖΑ, η Μιλένα Αποστολάκη, η Νάντια Γιαννακοπούλου, ο Μιχάλης Κατρίνης και ο Παύλος Γερουλάνος μπορούν με βεβαιότητα να διασφαλίσουν για το ΠΑΣΟΚ τη δεύτερη θέση στις επόμενες εθνικές εκλογές. Όλους τους στόχους που είχε θέσει η προηγούμενη ηγεσία, μπορούν και οι τέσσερις να τους πετύχουν άνετα. Το μόνο βέβαιο είναι ότι το ΠΑΣΟΚ δεν είναι ΣΥΡΙΖΑ. Το ΠΑΣΟΚ έχει πάγκο.
Ποιος θα αντιμετωπίσει τον Κυριάκο
Ο Χάρης Δούκας θα μπορούσε, επίσης, να γράψει ακόμα και το “2” μπροστά αλλά, μέχρις εκεί. Η υποτίμηση της ευθύνης του Δημάρχου Αθηναίων καθορίζει το ταβάνι της επιρροής του. Στις επόμενες εθνικές εκλογές δεν θα υπάρχει ο Κώστας Ζαχαριάδης για να τον κάνει δήμαρχο, έχοντας λάβει μόνο 14% στον πρώτο γύρο. Τι θα συμβεί αν ο Κυριάκος προκηρύξει εκλογές το 2025; Σύμφωνα με το καταστατικό, ο Δήμαρχος Αθηναίων δεν επιτρέπεται να είναι και πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ.
Ακόμα και αν δεν υπήρχε αυτή η πρόβλεψη, όμως, αυτή η διπλοθεσία δεν θα έστεκε σύμφωνα με την κοινή λογική. Κανείς δεν προλαβαίνει να κάνει και τα δύο. Όχι μόνο στο Δήμο της Αθήνας. Ούτε στο Δήμο Βουλιαγμένης. Ελάχιστη προϋπόθεση για την υποστήριξή του θα ήταν να είχε ήδη αναθέσει την ευθύνη του Δημάρχου στον Κώστα Ζαχαριάδη, πριν ακόμα ανακοινώσει την υποψηφιότητά του. Ως ένδειξη αναγνώρισης για τη στάση του πρώτου στην εκλογή του και ως πρότυπο για κάθε μελλοντική στάση του δεύτερου. Το χειρότερο, όμως, είναι ότι μαζί με τους συνεργάτες του έκοψαν τον αέρα του μοναδικού στελέχους της νέας γενιάς που έχει τη στόφα του ανθρώπου που θα μπορούσε να ηγηθεί: του Μανώλη Χριστοδουλάκη. Η απόφαση αυτή μπορεί να αποβεί μοιραία στο μέλλον.
Εάν όμως αφήσουμε την αντι-ΣΥΡΙΖΑ εποχή και ξαναδούμε το ΠΑΣΟΚ ως κόμμα εξουσίας, η μόνη που μπορεί να κοιτάξει τον Μητσοτάκη στα μάτια είναι η Άννα Διαμαντοπούλου. Προφανώς, με άλλο ιδεολογικό πλαίσιο από αυτό που είχε σημαία: την ανάπτυξη και τον εκσυγχρονισμό, γιατί ως έννοιες έχουν όχι μόνο καταληφθεί αλλά και καεί. Όμως αυτή ίσως μπορεί ως προσωπικότητα να ανατρέψει τα απογοητευτικά σημερινά δεδομένα. Η δυσφήμιση που δέχεται από τους μικροκομματικούς μηχανισμούς μόνο ως τίτλοι τιμής μπορούν να εκληφθούν από την ίδια. Αυτή είναι η αλήθεια.
Τα πράγματα θα ήταν σήμερα αλλιώς, εάν είχαν εξελιχθεί διαφορετικά οι εσωκομματικές εκλογές του 2021. Εάν είχε εκλεγεί είτε ο Γιώργος Παπανδρέου είτε ο Ανδρέας Λοβέρδος, το ΠΑΣΟΚ σήμερα θα ξεπερνούσε το 25%. Όλο αυτό το περιττό χάσιμο χρόνου θα είχε αποφευχθεί. Και θα είχε, επίσης, αποτραπεί ο μεγαλύτερος σήμερα κίνδυνος. Εάν επικρατήσει, για άλλη μια φορά, ο εκλεκτός του κομματικού μηχανισμού, δεν είναι καθόλου απίθανο ο επόμενος να είναι ο τελευταίος αρχηγός του ΠΑΣΟΚ.