Το Άγιον Όρος μέσα από τον φακό του Φραγκίσκου Μαρτίνου
27/11/2024“Ερασιτέχνης” σημαίνει αυτόν που αγαπάει τόσο πολύ την τέχνη στην οποία επιδίδεται, ώστε η συγκεκριμένη ενασχόλησή του δεν γίνεται για λόγους βιοποριστικούς. Ο Φραγκίσκος Μαρτίνος λοιπόν είναι ερασιτέχνης φωτογράφος… Και όμως!
Οι φωτογραφίες που αυτός τράβηξε στον Άγιον Όρος είναι τόσο υψηλής αισθητικής, που δημιουργείται αμφιβολία κατά πόσον ένας “επαγγελματίας” ομότεχνός του θα ήταν σε θέση να δημιουργήσει κάτι ανάλογο. Πριν από λίγα χρόνια, εξέδωσε ο ίδιος, σε γλώσσες ελληνική και αγγλική, το βιβλίο του (στην ουσία λεύκωμα) με τίτλο “Άγιον Όρος. Πέτρινα τοξωτά γεφύρια και υδραγωγεία”, το οποίο, κατά το 2021 (εποχή κορωνοϊού), τιμήθηκε με βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών.
Δεδομένου λοιπόν ότι το έργο του αυτό (του οποίου την επιμέλεια είχε αναλάβει ο αρθρογράφος σας) παραμένει εν πολλοίς άγνωστο, καλό είναι να παραθέσουμε στις φιλόξενες στήλες του SLpress λίγες από τις φωτογραφίες που σε αυτό περιλαμβάνονται, ώστε το ελληνικό κοινό να θυμηθεί την τεράστια σημασία που έχει, για το σύνολο της Γηραιάς μας Ηπείρου, η ημιαυτόνομη Πολιτεία στον Άθω.
Προτού όμως δούμε τις φωτογραφίες, έχει σημασία να ανασύρουμε στη μνήμη μας τα βασικά ιστορικά στοιχεία αυτής της μοναστικής πολιτείας. Και το πρώτο που πρέπει να θυμηθούμε είναι ότι οι Ιερές Μονές ιδρύθηκαν εκεί ήδη κατά τη διάρκεια του 4ου αιώνα. Σύμφωνα μάλιστα με παράδοση (που σήμερα εν πολλοίς αμφισβητείται), τα πρώτα μοναστήρια υπήρξαν εκείνα του Εσφιγμένου και του Κωνσταμονίτου.
Όπως και να είναι, τον 8ο αιώνα η εγκατάσταση μοναχών άρχισε να παίρνει μεγάλες διαστάσεις – με αποτέλεσμα ο αυτοκράτορος Βασίλειος Α΄ ο Μακεδών να τούς παραχωρήσει σημαντικά προνόμια. Το 963, μάλιστα, ιδρύθηκε το πρώτο “μεγάλο Μοναστήρι” στο Άγιο Όρος, εκείνο της Μεγίστης Λαύρας. Τη σχετική πρωτοβουλία είχε ο Όσιος Αθανάσιος ο Αθωνίτης (920-1000), ο οποίος καταγόταν από την Τραπεζούντα και ήταν φίλος “έμπιστος και εγκάρδιος” του πιστοῦ ἐν Χριστῷ τῷ Θεῷ βασιλέως Νικηφόρου Β΄ Φωκά (963-969). Τελικώς, ο Ιωάννης Β΄ Τσιμισκής καθιέρωσε οριστικώς και επισήμως τα του μοναστικού βίου στο Άγιον Όρος – κάτι που οπωσδήποτε υπήρξε σταθμός στην όλη εξέλιξη της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας.
Το Άγιον Όρος μετά την Άλωση
Μετά την κατά το 1453 πτώση της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, οι Οθωμανοί ηγεμόνες σεβάστηκαν, σε γενικές γραμμές, τους εκεί μοναχούς. Λέγεται μάλιστα ότι ένας Παδισάχ, συγκεκριμένα ο Σελήμ Α΄ ο Τρομερός (1512-1520), επισκέφθηκε το Άγιον Όρος και έγινε εκεί δεκτός με τις τιμές που άρμοζαν στο αξίωμά του. Στη συνέχεια όμως, τα μοναστήρια του Άθω υποβλήθηκαν σε φορολογία βαρύτατη με αποτέλεσμα τον – πρόσκαιρο – μαρασμό τους. Επίσης, στη διάρκεια της Επανάστασης του 1821, το καθεστώς αυτονομίας, που λίγο-πολύ είχαν μέχρι τότε σεβαστεί οι οθωμανικές αρχές, καταλύθηκε.
Το 1912, ως γνωστόν, ο Ελληνικός Στρατός απελευθέρωσε το Άγιον Όρος, το οποίο ένα χρόνο αργότερα διεθνώς ανακηρύχθηκε “Επικράτεια ουδέτερη και ανεξάρτητη”. Το 1920 πάλι θεωρήθηκε ως “Πολιτεία Θεοκρατική [που τελεί] υπό την επικυριαρχία του Ελληνικού Κράτους”. Η εκεί ελληνική κυριαρχία, πράγματι, κατηγορηματικώς αναγνωρίστηκε μόνο κατά το 1926 – παράλληλα με την αναγνώριση του ημιαυτόνομου χαρακτήρα της Μοναστικής Πολιτείας.
Οι είκοσι (20) Ιερές Μονές του Αγίου Όρους είναι κυρίαρχες στην περιοχή τους και ιεραρχικώς κατατάσσονται ως εξής:
- Μεγίστη Λαύρα
- Βατοπέδιο
- Ιβήρων
- Χιλανδάρι
- Διονυσίου
- Κουτλουμουσίου
- Παντοκράτορος
- Ξηροποτάμου
- Ζωγράφου
- Δοχειαρίου
- Καρακάλλου
- Φιλοθέου
- Σιμωνόπετρας
- Αγίου Παύλου
- Σταυρονικήτα
- Ξενοφώντος
- Γρηγορίου
- Εσφιγμένου
- Αγίου Παντελεήμονος
- Κωνσταμονίτου
Από αυτά τα μοναστήρια, το Χιλανδάρι είναι σερβικό, του Αγίου Παντελεήμονος ρωσικό και του Ζωγράφου βουλγαρικό. Η Μονή Ιβήρων, πάλι, ήταν ό,τι δηλώνει η ονομασία της, δηλαδή “Μοναστήρι Γεωργιανών” (από την Ιβηρία του Καυκάσου), ενώ η του Κουτλουμουσίου λέγεται έτσι, επειδή είχε ιδρυθεί από εκχριστιανισμένο Τούρκο. Αξίζει, τέλος, να σημειωθεί ότι εννέα από τις Μονές (Μεγίστη Λαύρα, Βατοπέδι, Ιβήρων, Χιλανδάρι, Παντοκράτορος, Ξηροποτάμου, Δοχειαρίου, Φιλοθέου και Σταυρονικήτα) παραδοσιακώς είναι ιδιόρρυθμες, ενώ οι άλλες έντεκα κοινοβιακές.
Εάν σε αυτά προστεθεί το περίφημο “άβατον”, δηλαδή η απαγόρευση εισόδου στο Άγιον Όρος παιδιών, γυναικών και θηλυκών ζώων, έχει κανείς πλήρη τη βασική εικόνα αυτής της μοναδικής Μοναστικής Πολιτείας. Πώς και σε ποιον βαθμό αυτή η εικόνα στο μέλλον θα μεταβληθεί, παραμένει άγνωστο…