ΑΝΑΛΥΣΗ

Η στρατιωτικοποίηση της ΕΕ και η Ρωσία

Η στρατιωτικοποίηση της ΕΕ και η Ρωσία, Καπούτσης Χρήστος
EPA/RITCHIE B. TONGO

Οι ευρωατλαντικές σχέσεις επαναπροσδιορίζονται, με την Ευρώπη να βρίσκεται σε δυσμενή θέση, καθώς η “συλλογική Δύση” (ΗΠΑ-ΝΑΤΟ-ΕΕ, Καναδάς) αντιμετωπίζει εσωτερικές αντιπαραθέσεις και κρίσεις συνοχής.

Το παραδοσιακό αφήγημα της δυτικής αλληλεγγύης, το οποίο θεμελιώθηκε μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, δοκιμάζεται υπό το βάρος γεωπολιτικών και οικονομικών μεταβολών. Και κυρίως, από τη νέα πραγματιστική και ωφελιμιστική πολιτική της δυτικής πολιτικής, οικονομικής και στρατιωτικής υπερδύναμης, της μητρόπολης του Καπιταλισμού, των ΗΠΑ.

Ο ρόλος του ΝΑΤΟ στην ασφάλεια της ΕΕ δεν είναι δεδομένος, ειδικά στην κυοφορούμενη νέα γεωπολιτική πραγματικότητα που αναδύεται με την θριαμβευτική επιστροφή του “τραμπισμού” στη διεθνή σκηνή, που είναι η μετεξέλιξη του νεοφιλελευθερισμού με βασική συνιστώσα τον εθνοκεντρισμό. Η Ευρώπη βρίσκεται αντιμέτωπη, είτε με τον “τυφώνα Τραμπ’, είτε με τις εσφαλμένες στρατηγικές επιλογές του παρελθόντος.

Οι ευρωπαϊκές ηγεσίες επιδιώκουν όψιμα, την ανάπτυξη στρατηγικής αυτονομίας, ενισχύοντας την αμυντική ταυτότητα της ΕΕ και τη διαμόρφωση μιας ανεξάρτητης εξωτερικής πολιτικής. Ωστόσο, η εσωτερική συνοχή της ΕΕ δοκιμάζεται από αντικρουόμενα εθνικά συμφέροντα και διαφοροποιημένες προσεγγίσεις, ως προς τη σχέση της Ευρωπαϊκής  Ένωσης με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ο πόλεμος στην Ουκρανία και η στάση της Ρωσίας αποτελούν πεδίο σφοδρής ιδεολογικής και πολιτικής και οικονομικής αντιπαράθεσης μεταξύ ΗΠΑ και ΕΕ.

Η ευρωατλαντική σύγκρουση, με επίκεντρο τον ρωσο-ουκρανικό πόλεμο, δεν είναι μόνο στρατιωτική ή γεωπολιτική, αλλά ενσωματώνει έναν ευρύτερο ανταγωνισμό αντιλήψεων,  σχετικά με την παγκόσμια τάξη και το διεθνές δίκαιο.  Σε αυτό το πλαίσιο, η εξέλιξη των γεγονότων θα καθορίσει αν η Ευρώπη θα καταφέρει να εδραιώσει την αυτονομία της ή αν θα παραμείνει δορυφόρος των αμερικανικών στρατηγικών επιδιώξεων.

Οι επιδιώξεις των Ευρωπαίων ηγετών

Έχει, νομίζω, εξαιρετικό ενδιαφέρον να επισημάνουμε το εξής: Υπάρχουν πολιτικοί ηγέτες στην Ευρωπαϊκή Ένωση, που εκφράζουν ένα ιδεολογικοπολιτικό ρεύμα που τάσσεται υπέρ της στρατιωτικοποίησης της ΕΕ, προωθώντας την ιδέα μιας ενισχυμένης στρατιωτικής ευρωπαϊκής δύναμης. Υποστηρίζουν, και πάντως δεν αποκλείουν, σε έναν πιθανό πόλεμο με τη Ρωσία, με εμπροσθοφυλακή ευρωπαϊκές χώρες του ΝΑΤΟ, δηλαδή  την άμεση εμπλοκή του ΝΑΤΟ, ακόμα και υπό τη μορφή μιας «ειρηνευτικής δύναμης», που θα αναπτυχθεί στην πολεμική γραμμή, απέναντι στα ρωσικά στρατεύματα.

Ο στόχος είναι προφανής: είτε να αποτρέψουν ενδεχόμενες ρωσικές επιθέσεις, είτε να ακυρώσουν επί του πολεμικού πεδίου, την πολιτική της Ρωσίας στην Ουκρανία, που ασφαλώς σχετίζεται και με την γεωοικονομία και τον έλεγχο των ενεργειακών δομών.

Ωστόσο, αυτή η στρατηγική, όχι μόνο δεν διασφαλίζει την ειρήνη, αλλά αντίθετα περιέχει εγγενώς την πιθανότητα ενός καταστροφικού πολέμου μέχρις εσχάτων με τη Ρωσία ή, τουλάχιστον, δεν αποκλείει αυτό το ενδεχόμενο. Το σχέδιο των Ευρωπαίων ηγετών –αν και όχι όλων, αλλά των πλέον πρόθυμων, μεταξύ αυτών και της Ελλάδας – να αναλάβουν την ευθύνη μιας πολεμικής σύγκρουσης με τη Ρωσία, αγγίζει τα όρια του παραλογισμού, αλλά στην εφαρμογή του φαντάζει μάλλον ανέφικτο, ίσως και υπονομευτικό της συνοχής της Ε.Ε..

Το ίδιο φαίνεται να αντιλαμβάνονται και όσοι το εισηγούνται, ακόμη και αν η ΕΕ ενισχυθεί με σύγχρονα στρατιωτικά προϊόντα ευρωπαϊκής παραγωγής και τεχνολογίας, όπως πυραυλικά και αντιαεροπορικά συστήματα, βλήματα μεγάλου διαμετρήματος και βεληνεκούς, drones και antidrones δηλαδή μη επανδρωμένα ιπτάμενα και υποβρύχια μέσα, που διαθέτουν ισχυρή φονικότητα και καταστροφικότητα.

Καθώς επίσης και συστήματα κυβερνοασφάλειας και τεχνητής νοημοσύνης, ντυμένης στο χακί. Όλοι όσοι σκέφτονται στοιχειωδώς λογικά, ρεαλιστικά,  αντιλαμβάνονται, ότι χωρίς το ΝΑΤΟ – δηλαδή τη στρατιωτική μηχανή των ΗΠΑ – η Ρωσία δεν μπορεί να αναχαιτιστεί μόνο από την ΕΕ. Ένα  παράδειγμα, η ΕΕ ως οικονομική υπερδύναμη, μαζί με τις ΗΠΑ, επέβαλε οικονομικές κυρώσεις στην Ρωσία, που όπως φαίνεται δεν απέφεραν τα προσδοκώμενα αποτελέσματα.

Πραγματική απειλή ή φόβος;

Εδώ όμως ανακύπτει ένα κρίσιμο ερώτημα: Επιθυμεί πράγματι η Ρωσία, μετά την Ουκρανία, να επεκτείνει τις στρατιωτικές της επιχειρήσεις σε άλλες χώρες της ΕΕ, όπως τα κράτη της Βαλτικής, η Πολωνία, η Ρουμανία ή η Βουλγαρία; Οι ΗΠΑ, ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ, ο Ελον Μασκ και η αμερικανική διπλωματία εκτιμούν ότι η Ρωσία δεν σχεδιάζει στρατιωτική δράση εναντίον κρατών της ΕΕ. Επιπλέον, σοβαροί αναλυτές υποστηρίζουν ότι δεν υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις για τέτοιου είδους επιθετικά σχέδια από τη Μόσχα.

Από την ανάλυση αυτή προκύπτει ένα δεύτερο ερώτημα: Γιατί η γραφειοκρατία των Βρυξελλών, η πρόεδρος της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν και η ύπατη εκπρόσωπος της ΕΕ για την Άμυνα και την Ασφάλεια, Κάγια Κάλλας, καθώς και ο Πρόεδρος της Γαλλίας Εμ. Μακρον, υποστηρίζουν την άμεση στρατιωτική εμπλοκή της ΕΕ στην Ουκρανία;

Οποιαδήποτε στοιχειωδώς σοβαρή απάντηση σε αυτό το ερώτημα θα πρέπει να λάβει υπόψη παράγοντες όπως:

  1. Διεκδίκηση μεγάλου μεριδίου στην αγορά στρατιωτικού υλικού για τις ευρωπαϊκές πολεμικές βιομηχανίες.
  2. Τις γεωοικονομικές και ενεργειακές ισορροπίες.
  3. Τον έλεγχο των δομών τροφοδοσίας της Ευρώπης με ενέργεια.
  4. Και τον νεοπαγή όρο οικονομία του πολέμου αλλά και τον φόβο του πολέμου, ξεχωριστά ή συνδυαστικά, ως ψυχαναγκαστικά μέσα προς τους Ευρωπαίους πολίτες.

Η ρωσική απειλή ως εκφοβιστικός μηχανισμός πίεσης προς τους Ευρωπαίους πολίτες, ώστε να αποδεχθούν περικοπές σε κρίσιμους τομείς όπως το κοινωνικό κράτος, η κοινωνική πρόνοια, η καταπολέμηση της ανισότητας και το σύστημα υγείας, η Παιδεία, η Έρευνα θα πληγούν, προκειμένου να διοχετευτούν σε στρατιωτικούς εξοπλισμούς.

Η στρατιωτική επένδυση της ΕΕ

Το σχέδιο για την ευρωπαϊκή Άμυνα, όπως το παρουσίασε η πρόεδρος της Κομισιόν, προβλέπει μια επένδυση της τάξεως μεγέθους των 800 δισ. ευρώ plus, για την αγορά στρατιωτικού  εξοπλισμού από τις Ευρωπαϊκές πολεμικές βιομηχανίες, όπως Γαλλία, Ισπανία, Γερμανία και  Ιταλία. Το ποσό αυτό θα εξασφαλιστεί με δανεισμό και με περικοπές δαπανών.

Η επιλογή της στρατιωτικοποίησης της ΕΕ δεν αποτελεί μόνο ένα στρατηγικό ή γεωπολιτικό ζήτημα, αλλά και μια απόφαση με βαθιές κοινωνικές και οικονομικές προεκτάσεις, οι οποίες ενδέχεται να επηρεάσουν καθοριστικά το μέλλον της Ευρώπης και των πολιτών της. Η συζήτηση για την πολιτική υπόσταση της ΕΕ και τη δημιουργία αυτόνομου αμυντικού μηχανισμού είναι κεντρική στρατηγική της Ένωσης για το μέλλον της. Παρότι η ανάγκη για αμυντική ενοποίηση είναι επιτακτική, η έλλειψη πολιτικής συναίνεσης και η μακροχρόνια εξάρτηση της Ε.Ε. από το ΝΑΤΟ καθιστούν τη διαδικασία αυτή ιδιαίτερα δύσκολη.

Η πιθανότητα ρωσικής επίθεσης σε κράτος-μέλος της ΕΕ κρίνεται χαμηλή λόγω στρατιωτικών, οικονομικών και γεωπολιτικών παραγόντων. Ενδεχόμενη ρωσική επιθετική ενέργεια κατά της Πολωνίας ή των κρατών της Βαλτικής θα ενεργοποιούσε το Άρθρο 5 της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας, οδηγώντας σε γενικευμένη στρατιωτική σύγκρουση με τις Ηνωμένες Πολιτείες και άλλα κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ.

Μια τέτοια εξέλιξη δεν εξυπηρετεί ούτε τη Μόσχα, ούτε τις Βρυξέλλες, ούτε την Ουάσιγκτον, στην παρούσα γεωπολιτική συγκυρία, παρά τις αυξημένες εντάσεις και τις ρητορικές πολεμικού χαρακτήρα που καταγράφονται σε διάφορα πολιτικά κέντρα.

Το μέλλον της ευρωπαϊκής ασφάλειας

Και ανακύπτει το εξής ερώτημα: Η στρατιωτικοποίηση της ΕΕ είναι ενδεδειγμένη απάντηση στην ρωσική στρατιωτική απειλή; Το σχέδιο της Κομισιόν για στρατηγική αυτονομία της ΕΕ και απόκτηση αξιόπιστου ευρωπαϊκού στρατιωτικού μηχανισμού έχει χρονικό ορίζοντα. Εκτιμάται, ότι αυτά που σχεδιάζουν τώρα στην Κομισιόν για ολοκληρωμένη αμυντική αυτάρκεια της ΕΕ, μειωμένη εξάρτηση από τις ΗΠΑ και διαμόρφωση μιας πλήρως ανεξάρτητης στρατιωτικής ισχύος, ως ο αναβαθμός της κοινής ευρωπαϊκής εξωτερικής πολιτικής, θα είναι έτοιμη μετά το 2050, αν και εφόσον υπάρξει ομοφωνία, δύσκολο επίσης. Μέχρι τότε, η ΕΕ θα παραμείνει υπό την αμυντική ομπρέλα του ΝΑΤΟ, όμως αυτό θα κοστίσει ακριβά.

Θα αγοράσουν οι Ευρωπαίοι την ασφάλειά τους από το ΝΑΤΟ-ΗΠΑ μέσω της σημαντικής αύξησης των αμυντικών δαπανών. Παρόλα αυτά, το κρίσιμο ερώτημα παραμένει: Θα επενδύσει η Ευρώπη στην αμυντική της αυτάρκεια ή θα συνεχίσει να βασίζεται σε εξωτερικές εγγυήσεις ασφάλειας; Θα αναδειχτεί η ΕΕ σε σημαντικό πόλο, σε ένα πολυπολικό διεθνές σύστημα κατανομής ισχύος και επιρροής; Ή θα παραμείνει έρμαιο των διπλωματικών επιλογών των ΗΠΑ, αγοράζοντας ακριβά την ασφάλεια της από το ΝΑΤΟ (ΗΠΑ); Σε αυτά τα ερωτήματα ασφαλώς και υπάρχουν απαντήσεις. Όμως, για κάθε ερώτηση, δεν υπάρχει μόνο μία απάντηση, αλλά πολλές. Άρα, κατά την αυστηρή μαθηματική λογική, η εξίσωση, δεν έχει μία και μοναδική λύση… που σημαίνει ότι ή δεν έχει λύση ή δέχεται άπειρες λύσεις…

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι

Kαταθέστε το σχολιό σας. Eνημερώνουμε ότι τα υβριστικά σχόλια θα διαγράφονται.

0 ΣΧΟΛΙΑ
Παλιότερα
Νεότερα Με τις περισσότερες ψήφους
Σχόλια εντός κειμένου
Δες όλα τα σχόλια
0
Kαταθέστε το σχολιό σαςx