Οι “μυστικοί θησαυροί” του προέδρου Ερντογάν
10/11/2025
Ο καθένας ξεχωριστά έχει χαρακτηριστεί, πολλές φορές, ως ο απόλυτος εξ απορρήτων του Προέδρου Ερντογάν ή, όπως το έθεσε κάποτε ο ίδιος ο Ερντογάν, «των μυστικών της Τουρκίας». Ο υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας, Χακάν Φιντάν, και ο επικεφαλής των μυστικών υπηρεσιών, Ιμπραχίμ Καλίν, έχουν αναδειχθεί σε δύο από τις πιο πολυσυζητημένες και επιδραστικές μορφές της κυβέρνησης Ερντογάν. Κατά γενική ομολογία, θεωρούνται από τους πιο ικανούς και αποτελεσματικούς σε δύσκολες αποστολές.
Φιντάν και Καλίν κινούνται στο σταυροδρόμι διπλωματίας και πληροφοριών, διαμορφώνοντας πολιτική σε ολόκληρη τη Μέση Ανατολή, ενώ προσελκύουν έντονο ενδιαφέρον από ξένες πρωτεύουσες – ιδιαίτερα από το Ισραήλ, όπου οι εκτιμήσεις για τον ρόλο τους λειτουργούν πλέον και ως ενδείξεις για τη μελλοντική δομή εξουσίας της Τουρκίας. Και οι δύο έχουν γίνει αντικείμενο ανταγωνιστικών αφηγήσεων, που αποκαλύπτουν εξίσου τις επιδιώξεις ξένων κυβερνήσεων –ιδίως του Ισραήλ– όσο και τις εσωτερικές αντιπαλότητες της Τουρκίας.
Η εκτίμηση του Ερντογάν ότι τοποθετεί τον Φιντάν – τον οποίο έχει χαρακτηρίσει ως τον “μυστικό του θησαυρό” – επικεφαλής της τουρκικής διπλωματίας, ως επιβράβευση για τη μεταμόρφωση της ΜΙΤ που παίζει ενεργό ρόλο σε όλες τις περιφερειακές εξελίξεις, από τη Λιβύη έως τη Συρία, από την Ουκρανία έως τον Καύκασο, ξεχωρίζει. Από τις αρχές της δεκαετίας του 2010 κυκλοφορούν αναφορές ότι το ισραηλινό σύστημα πληροφοριών θεωρούσε τότε τον Φιντάν, επικεφαλής της ΜΙΤ, σκληροπυρηνικό”. Αρχικά, Ισραηλινοί αξιωματούχοι τον παρουσίαζαν ως “άνθρωπο της Τεχεράνης” μέσα στην τουρκική κυβέρνηση. Λίγα χρόνια αργότερα, το αφήγημα άλλαξε: Tον περιέγραφαν πλέον ως αδιάλλακτο ισλαμιστή.
Την ίδια περίοδο, το θρησκευτικό δίκτυο του Γκιουλέν – που αργότερα κατηγορήθηκε ως εγκέφαλος του αποτυχημένου πραξικοπήματος του 2016 – είχε στοχοποιήσει τον Φιντάν, επιδιώκοντας να επεκτείνει την επιρροή του στην ΜΙΤ. Το 2012, ένας εισαγγελέας προσκείμενος στο κίνημα Γκιουλέν κάλεσε τον Φιντάν και τρεις ακόμη αξιωματούχους της ΜΙΤ να καταθέσουν σχετικά με τον ρόλο τους στις μυστικές ειρηνευτικές συνομιλίες του Όσλο με το PKK το 2009 — μια κίνηση που θα μπορούσε με βεβαιότητα να οδηγήσει στη σύλληψή του.
Η κλήση έγινε την περίοδο που ο Ερντογάν υποβαλλόταν σε χειρουργική επέμβαση – σύμπτωση; Μάλλον όχι. Ο Φιντάν κατάφερε να συναντήσει τον Ερντογάν και να του εξηγήσει την κατάσταση. Ο Ερντογάν τον συμβούλευσε να μην καταθέσει. Ο Φιντάν δεν παρουσιάστηκε να καταθέσει, προκαλώντας μια αλυσιδωτή σύγκρουση ανάμεσα στο κυβερνών AKP και τα γκιουλενικά στελέχη στη δικαιοσύνη και την αστυνομία – σύγκρουση που τελικά κορυφώθηκε στο πραξικόπημα του 2016. Ο (τότε πρωθυπουργός) Ερντογάν δήλωσε αργότερα ότι, εάν ο Φιντάν είχε προσέλθει για κατάθεση, θα είχε συλληφθεί, κάνοντας λόγο για “συνωμοσία του κινήματος Γκιουλέν”.
Αναφορές εκείνη την περίοδο έκαναν λόγο ότι η Μοσάντ διοχέτευε ψευδείς πληροφορίες στο δίκτυο του Γκιουλέν και το ενθάρρυνε να στοχοποιήσει και να συλλάβει τον Φιντάν. Ισραηλινοί δημοσιογράφοι με διασυνδέσεις στις υπηρεσίες πληροφοριών δεν έκρυβαν την καχυποψία τους, παρουσιάζοντάς τον συχνά ως εχθρικό προς το Ισραήλ. Το κοινό μυστικό είναι πως, το πολιτικό και μυστικοπαθές κατεστημένο της χώρας δεν τον συμπαθεί – ίσως ακόμη και να τον φοβάται.
Ο αρχηγός της ΜΙΤ
Αντίθετα, το δεξιό ειδησεογραφικό δίκτυο Ynet εξήρε πρόσφατα τον, επί χρόνια σύμβουλο εξωτερικής πολιτικής του Ερντογάν και νυν επικεφαλής της ΜΙΤ, Ιμπραχίμ Καλίν, χαρακτηρίζοντάς τον “φίλο του Ισραήλ” και αφήνοντας να εννοηθεί ότι θα μπορούσε να είναι ο διάδοχος του Ερντογάν.
«Πριν από λίγο περισσότερο από έναν χρόνο», ανέφερε το άρθρο, «ο Τούρκος πρόεδρος Ερντογάν έκανε μια δήλωση που προκάλεσε το παγκόσμιο ενδιαφέρον των διπλωματικών και μυστικών κύκλων. Στο Ισραήλ, ελάχιστοι εξεπλάγησαν όταν ο Ερντογάν ανακοίνωσε θεαματικά ότι ο στενότερος σύμβουλός του, Ιμπραχίμ Καλίν, θα είναι ο διάδοχός του. […] Για εννέα χρόνια, ο Καλίν υπηρέτησε ως εκπρόσωπος του Ερντογάν, αν και Ισραηλινοί αξιωματούχοι που τον γνωρίζουν δηλώνουν ότι ο ρόλος του ήταν πολύ ευρύτερος. Ο Ερντογάν τον εμπιστεύεται απόλυτα – τον αποκαλούν “την σκιά του προέδρου”».
Το ίδιο άρθρο ανέφερε ότι ο Καλίν γνωρίζει προσωπικά τον επικεφαλής της Μοσάντ Νταβίντ Μπαρνέα, καθώς και άλλους Ισραηλινούς υψηλόβαθμους αξιωματούχους. Περιέγραψε τις εγκάρδιες σχέσεις του με την πρώην πρέσβη του Ισραήλ στην Τουρκία, Ιριτ Λίλιαν, την οποία συχνά προσκαλούσε σε διπλωματικά φόρα. Ένας Ισραηλινός αξιωματούχος φέρεται να είπε: “Πραγματικά άκουγε με προσοχή τις εκτιμήσεις της ισραηλινής πλευράς»”
Το δημοσίευμα πρόσθετε ότι ο Καλίν αναγνωρίζει το Ισραήλ ως κράτος και διατηρεί διακριτικά επαγγελματική επαφή με τα ισραηλινά μυστικά δίκτυα. Ένα μικρό περιστατικό αποτύπωνε αυτή την οικειότητα: Στη σύνοδο του Σαρμ ελ-Σέιχ, ο υποστράτηγος Νιτζάν Αλόν, επικεφαλής της Διεύθυνσης Ομήρων και Αγνοουμένων του IDF, πλησίασε τον Καλίν και τον αγκάλιασε θερμά.
Ένα άλλο ισραηλινό μέσο εγκωμίαζε τον Καλίν ως επιδραστικό και πολυδιάστατο παράγοντα της περιφερειακής πολιτικής – διανοούμενο, ευσεβή ισλαμιστή που μιλά άπταιστα αγγλικά και αραβικά, στενό συνεργάτη του Ερντογάν και συγγραφέα. Υπογράμμιζε ότι ο Ερντογάν του εμπιστεύθηκε, με την ιδιότητά του πλέον ως αρχηγού της ΜΙΤ, την εκπροσώπηση των τουρκικών συμφερόντων στη Γάζα, κατά τις πρόσφατες διαπραγματεύσεις για εκεχειρία στο Σαρμ ελ-Σέιχ.
Το άρθρο παρακολουθούσε την ανοδική του πορεία στο εσωτερικό του προεδρικού περιβάλλοντος – από τον διορισμό του το 2010 ως συμβούλου δημόσιας διπλωματίας, στα χρόνια του ως προεδρικού εκπροσώπου, και τελικά ως επικεφαλής της ΜΙΤ – ερμηνεύοντας αυτή την εξέλιξη ως απόδειξη απόλυτης εμπιστοσύνης. Αναφερόταν επίσης στο ότι ο Καλίν ήταν ο πρώτος υψηλόβαθμος Τούρκος αξιωματούχος που επισκέφθηκε την Δαμασκό και προσευχήθηκε στο Τζαμί των Ομεϋαδών μετά την άνοδο του Άχμαντ αλ-Σαρά στην εξουσία – μια στιγμή που ο ισραηλινός Τύπος ερμήνευσε ως σύμβολο της αναθεώρησης της τουρκικής πολιτικής στη Συρία.
Η ισραηλινή οπτική
Από ισραηλινής σκοπιάς, ο Καλίν θεωρείται ο κεντρικός δίαυλος επικοινωνίας της κυβέρνησης Ερντογάν με την Χαμάς. Σε αντίθεση με τον προκάτοχό του, Φιντάν, που συγκρούστηκε ανοιχτά με το Ισραήλ, ο Καλίν πιστώνεται ότι μετέφερε πολιτικά μηνύματα με πιο διακριτικούς, επικοινωνιακούς τρόπους, αξιοποιώντας τον προπαγανδιστικό μηχανισμό του Ερντογάν για να προβάλει τις επιτυχίες των μυστικών υπηρεσιών.
Το πιο πρόσφατο παράδειγμα, σύμφωνα με το άρθρο, ήταν η ανακοίνωση της ΜΙΤ για τη σύλληψη ενός φερόμενου πράκτορα της Μοσάντ, η οποία έγινε σε εμφανώς “συμπτωματικό” χρόνο – αμέσως μετά την κράτηση των μελών του στολίσκου Somod, γνωστού για την αντιισραηλινή του στάση. Οι αναλυτές που παρατέθηκαν στο ίδιο δημοσίευμα κατέληγαν ότι, ενώ το Ισραήλ εξακολουθεί να θεωρεί την κυβέρνηση Ερντογάν ως ένα βασικό πεδίο δραστηριότητας πληροφοριών, η τουρκική κυβέρνηση αξιοποιεί τέτοιες επιχειρήσεις για να υπογραμμίσει ότι το Ισραήλ δεν μπορεί να ενεργεί εκεί χωρίς συνέπειες.
Στον δεξιό-ισραηλινό Τύπο, ο Καλίν παρουσιάζεται σταθερά ως μεσολαβητής και επιλυτής προβλημάτων, ενώ ο Φιντάν εμφανίζεται ως απειλή, μαζί με τον ίδιο τον Ερντογάν. Ωστόσο, άλλοι τονίζουν ότι ο Φιντάν είναι το πιο πραγματιστικό πρόσωπο στο ενδεχόμενο τοπίο μετά τον Ερντογάν: “Ενώ ο Ερντογάν υπήρξε για χρόνια σφοδρός επικριτής του Ισραήλ, ο πιθανός διάδοχός του, πρώην επικεφαλής των μυστικών υπηρεσιών και νυν υπουργός Εξωτερικών Χακάν Φιντάν, θεωρείται στους κύκλους ασφαλείας του Ισραήλ πιο πραγματιστής”.
Αυτές οι αναγνώσεις συμπίπτουν με κάποια τουρκικά δημοσιεύματα που μιλούν για ρήγμα στο εσωτερικό του στενού κύκλου του Τούρκου Προέδρου. Οι αναγνώσεις αυτές ήρθαν επίσης, μετά από μια χαρακτηριστική στιγμή στον Λευκό Οίκο, όταν ο Ντόναλντ Τραμπ, δείχνοντας προς τους δύο άνδρες (Φιντάν και Καλίν), είπε: «Τους ξέρω. Είναι πολύ έξυπνοι. Μακάρι να μην ήταν τόσο έξυπνοι».
Ο απεσταλμένος του Τραμπ, Στίβεν Γουίτκοφ, δήλωσε αργότερα σε πάνελ ότι συμβουλεύεται τακτικά τον Καλίν και τον Φιντάν για θέματα που αφορούν την Αρμενία, το Αζερμπαϊτζάν και την Ουκρανία: «Οι κύριοι στους οποίους αναφέρομαι στην Τουρκία είναι ειδικοί σε αυτούς τους τομείς, και ενθαρρύνομαι από τον τρόπο που λειτουργεί η διοίκηση Τραμπ. Για παράδειγμα, καλώ τον Τομ (Μπάρακ) και ρωτώ, “ποια είναι η γνώμη του Ιμπραχίμ [Καλίν] για αυτό το ζήτημα;”. Θα μπορούσα να αναφέρω πολλά παρόμοια παραδείγματα». Πρόσθεσε δε ότι αυτές οι επαφές έχουν οδηγήσει σε «πολλές επιτυχημένες περιπτώσεις».
Φιντάν και Καλίν
Και οι δύο άνδρες – ιδίως ο Καλίν – έχουν επαινεθεί για την επιμονή τους να πείσουν την Χαμάς να αποδεχθεί το λεγόμενο ειρηνευτικό σχέδιο των είκοσι σημείων του Τραμπ. Διαθέτουν δε την ικανότητα να επηρεάζουν. Απολαμβάνουν της εμπιστοσύνης του Ερντογάν και ασκούν πραγματική επιρροή στα διπλωματικά δίκτυα και στα πεδία ισχύος της Μέσης Ανατολής. Η εμπειρία και η επάρκειά τους τούς καθιστούν αναντικατάστατους στον περιφερειακό υπολογισμό της κυβέρνησης Ερντογάν. Ωστόσο, η προβολή τους τούς φέρνει και σε ανταγωνισμό με άλλα πρόσωπα του περιβάλλοντος του προέδρου – από επιχειρηματίες και υπουργούς έως βουλευτές και συμβούλους, καθένας από τους οποίους προστατεύει το δικό του μικρό “φέουδο” εξουσίας.
Επιμένουν φήμες ότι οι δύο άνδρες έχουν διαφωνήσει κάποιες φορές. Λέγεται ότι η τελευταία τους διαφωνία αφορά στη διαδικασία επίλυσης της σύγκρουσης ανάμεσα στο τουρκικό κράτος και το PKK. Φέρονται δε να διαφωνούν τόσο ως προς τα μέσα, όσο και ως προς τους στόχους της πρωτοβουλίας: Ο Φιντάν φέρεται να δίνει προτεραιότητα στην εξουδετέρωση του συριακού βραχίονα του PKK στο πλαίσιο της διαδικασίας, ενώ ο Καλίν υποστηρίζει μια πιο σταδιακή και ευρεία προσέγγιση, επικεντρωμένη αρχικά στον αφοπλισμό της οργάνωσης.
Είναι γνωστό ότι ο Ερντογάν προστατεύει με ζήλο τον στενό του κύκλο και επηρεάζεται συχνά από την οικογένειά του – των οποίων οι απόψεις έχουν καθοριστικό βάρος στη διαμόρφωση των πολιτικών του κρίσεων. Φυσικά, είναι αδύνατον να γνωρίζουμε την ακρίβεια αυτών των φημών, ή τον πραγματικό βαθμό των σχέσεων τους με την προεδρική οικογένεια. Κυκλοφορούν επίσης φήμες και συγκρίσεις σχετικά με τα ακαδημαϊκά τους προσόντα.
Ο Φιντάν και ο Καλίν είναι κάτοχοι διδακτορικού – ο Καλίν, επιπλέον, είναι ακαδημαϊκός και συγγραφέας με περισσότερα από δέκα βιβλία στο ενεργητικό του. Το υπονοούμενο που διακινείται σε ορισμένους κύκλους θέλει τον Καλίν να διαθέτει μεγαλύτερο πνευματικό βάθος και καλλιέργεια, ενώ ο Φιντάν να στηρίζεται περισσότερο στη δύναμη και την τακτική, παρά στη θεωρία. Για το ισραηλινό κατεστημένο, η ανάδειξη ή η υπερβολή αυτής της έντασης εξυπηρετεί έναν σκοπό – η υπόνοια ότι ο ένας υπερτερεί του άλλου τροφοδοτεί τις εσωτερικές αντιπαλότητες στον κύκλο του Ερντογάν, ενώ οι εικασίες περί διαδοχής προκαλούν ανησυχία στο περιβάλλον του Προέδρου.
Το μοτίβο των εναλλασσόμενων εκδηλώσεων θαυμασμού και ανησυχίας απέναντι στον Φιντάν και τον Καλίν δεν είναι τυχαίο – λειτουργεί για να καλλιεργεί καχυποψία και να διατηρεί την ελίτ της κυβέρνησης σε κατάσταση αβεβαιότητας. Όπως συμβαίνει με πολλές υπηρεσίες πληροφοριών, έτσι και η ισραηλινή, μαζί με τα ΜΜΕ που συνδέονται με αυτήν, κατασκευάζει “φημολογικά προφίλ” ως μέσα επιρροής.
Η απεικόνιση του Φιντάν ως ανθρώπου της Τεχεράνης ή του Καλίν ως αξιόπιστου συνομιλητή αποτελεί, ενδεχομένως, έναν τρόπο διαμόρφωσης της εικόνας της εξουσίας στο εσωτερικό της κυβέρνησης Ερντογάν. Τόσο ο Καλίν όσο και ο Φιντάν το γνωρίζουν και ενδέχεται να το αξιοποιούν – ενισχύοντάς το ή κατευθύνοντάς το, ίσως με μια διακριτική ώθηση στα τουρκικά μέσα ενημέρωσης και στις πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης – προκειμένου να γείρουν την εσωτερική ισορροπία δυνάμεων προς όφελός τους. Θεμιτό άλλωστε, καθότι αυτό είναι κι ένα μέρος της δουλειάς τους.
Η διαδοχή
Ένα άλλο ζήτημα είναι αυτό της διαδοχής. Κάθε υπέρ-κεντρικό σύστημα γεννά ανησυχία για το τι θα γίνει μετά τον ηγέτη – και η κυβέρνηση Ερντογάν δεν αποτελεί εξαίρεση. Η αυξημένη διορατικότητα του Καλίν και του Φιντάν μπορεί να αντανακλά τις ικανότητές τους, αλλά ταυτόχρονα τους εκθέτει σε εσωτερικό έλεγχο και κριτική. Η άνοδός τους υποδηλώνει μια προσεκτικά διατηρημένη ένταση – μια τάξη πραγμάτων όπου η αντίθεση καλλιεργείται σκόπιμα, ώστε να αποτραπεί η ανάδειξη οποιουδήποτε προσώπου ως νόμιμου διαδόχου. Επομένως, αυτή η ελεγχόμενη αντίθεση ανάμεσα στους δύο άνδρες όχι μόνο δεν διαταράσσει τον Ερντογάν· αντιθέτως, λειτουργεί υπέρ του.
Ο Ερντογάν έχει κυβερνήσει επί μακρόν μέσα από ένα κλίμα που επέτρεψε στις εσωτερικές φωνές να ανθίσουν κάτω από αυτόν, διατηρώντας τον έλεγχο και διασφαλίζοντας ότι κανένας υφιστάμενος ή σύμβουλος δεν θα εδραιώσει εξουσία, πριν εκείνος καθορίσει ο ίδιος τη γραμμή της διαδοχής. Μία άλλη διαδικασία σηματοδοτεί την άνοδο – και τις παρενέργειες – αυτού που θα μπορούσε να ονομαστεί “διπλωματία των υπηρεσιών πληροφοριών”.
Σε ολόκληρη την περιοχή, οι αρχηγοί των μυστικών υπηρεσιών έχουν αντικαταστήσει τους υπουργούς Εξωτερικών ως τους πραγματικούς μεσολαβητές της ισχύος. Η μετακίνηση το Φιντάν από την ΜΙΤ στο ΥΠΕΞ, η κυριαρχία του Αμπάς Καμέλ στις εξωτερικές υποθέσεις της Αιγύπτου, μέσω της Γενικής Υπηρεσίας Πληροφοριών – υπηρεσία μέσω της οποίας το Κάιρο ασκεί ουσιαστικά την εξωτερική του πολιτική, σε ζητήματα περιφερειακής ασφάλειας – και η διαχείριση του περιφερειακού χαρτοφυλακίου του Ισραήλ από τον Νταβίντ Μπαρνέα αποτελούν ενδεικτικά παραδείγματα αυτής της μετατόπισης. Καλίν και Φιντάν, με την πρόσβαση και την επιρροή που διαθέτουν, ανήκουν επίσης, στο είδος των διαμεσολαβητών, των οποίων οι διαπραγματεύσεις είναι καθοριστικές για τη διαμόρφωση της περιφερειακής ισορροπίας.
Ωστόσο, η άνοδός τους μέσα σε αυτό το σύστημα τους φέρνει αντιμέτωπους σε ένα περιφερειακό σκηνικό, όπου η προβολή λειτουργεί ταυτόχρονα ως πλεονέκτημα και ως βάρος. Κάθε δημόσιος έπαινος και κάθε δημοσίευμα που εξυψώνει τον έναν σε σχέση με τον άλλον, τροφοδοτεί την σιωπηλή αναμέτρηση για την εγγύτητα στην εξουσία, στον πυρήνα του κύκλου του Ερντογάν. Δεν αποτελεί κοινό μυστικό ότι τα βλέμματα, εντός και εκτός Τουρκίας, παραμένουν στραμμένα, κυρίως, πάνω στους δύο αυτούς άνδρες.





