Διάλογο… δύο κρατών θέλει ο Φιντάν!
23/12/2025
Η είδηση, που μεταδόθηκε από την Άγκυρα και αφορούσε τη συνάντηση του Τούρκου υπουργού Εξωτερικών, Χακάν Φιντάν, με την προσωπική απεσταλμένη του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, Μαρία Άνχελα Ολγκίν, επιβεβαίωσε το προφανές.
Η κατοχική πλευρά παρουσιάσθηκε, όπως μεταδόθηκε, έτοιμη να εισέλθει σε μια διαδικασία διαπραγματεύσεων. Αυτό, το πρώτο μέρος της τοποθέτησης Φιντάν, ήταν «το καλό νέο». Όπως, πάντα όμως, έχει και συνέχεια, ουρά! Και η ουρά είναι η ουσία.
Ο Φιντάν καθόρισε και το πλαίσιο και το τέλος της διαδρομής, εάν και εφόσον υπάρξει. Και στο διά ταύτα είπε ότι η πιο ρεαλιστική προσέγγιση λύσης είναι η ειρηνική συνύπαρξη «δύο κρατών», δίπλα-δίπλα στο νησί. Αυτά μεταδόθηκαν από το τουρκικό πρακτορείο ΑΝΚΑ και δεν έχουν διαψευσθεί. Και γιατί να διαψευσθούν; Αυτή δεν είναι η διαχρονική θέση της κατοχικής πλευράς; Η στάση της Τουρκίας έναντι της Κύπρου παραμένει διαχρονικά η ίδια: Οι επιδιώξεις ήταν σταθερές και τις προωθούσε αφήνοντας την ελληνική πλευρά στην Κύπρο να αναλώνεται στον λεγόμενο διακοινοτικό διάλογο.
Σε ένα πεδίο που δεν έχει προβεί σε παραχωρήσεις, σε αντίθεση με την ελληνοκυπριακή πλευρά που εγκλωβίστηκε σε μια διαδικασία υποχωρήσεων, με στόχο να πειστεί η Τουρκία να συνεργαστεί. Ροκανίζοντας τον χρόνο και χρησιμοποιώντας τη διαδικασία, προσπαθούσε και προσπαθεί να επιβάλλει τετελεσμένα στο νησί. Να αποτελέσουν τα τετελεσμένα και τη λύση. Αφήνοντας τη διεθνή πτυχή στα αζήτητα. Σημειώνεται ότι για πρώτη φορά συζητήθηκε η διεθνής πτυχή το 2015, όταν επί Νίκου Κοτζιά στο ελληνικό ΥΠΕΞ, κατατέθηκε ολοκληρωμένη πρόταση για την Ασφάλεια.
Αντίσταση στα τετελεσμένα
Η κατοχική πλευρά αναβαθμίζει συνεχώς τις αξιώσεις της και προτείνει, διά διαφόρων ιδεών, νομιμοποίηση των τετελεσμένων επί του εδάφους. Γι’ αυτό και προτείνει συνεργασία στο πεδίο των ΜΟΕ, που θα έχουν «διακρατικό χαρακτήρα». Γι’ αυτό και θέλει, το δήλωσε ο Φιντάν, να ξεκινήσει μια προσπάθεια συζητήσεων, ανεξαρτήτως και της διαδικασίας των συνομιλιών. Να συζητηθούν τα μεγάλα και σημαντικά, αφήνοντας εν πολλοίς στο ράφι, το Κυπριακό.
Εισερχόμαστε, με τον νέο χρόνο, στο 52ο έτος της συνεχιζόμενης κατοχής. Προφανώς και ο χρόνος λειτουργεί σε βάρος μας. Εάν, όμως, επιδιώκουμε λύση, τότε δεν μπορούμε να την αναζητήσουμε στη βάση των τουρκικών επιδιώξεων. Γιατί δεν θα είναι λύση. Το Κυπριακό δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται με όρους της δεκαετίας του ΄70, όπως υποδεικνύει μια σχολή σκέψης. Άλλαξαν οι όροι και τα δεδομένα από τότε. Φαίνεται, πάντως, ότι τα τελευταία χρόνια αξιοποιούμε προς όφελός μας τα στρατηγικά μας πλεονεκτήματα.
Σωστά γίνονται στρατηγικά ανοίγματα. Σωστά επιχειρείται η ένταξή μας στις γεωπολιτικές εξελίξεις. Άλλωστε, τόσο η γεωγραφική θέση όσο και η ιδιότητα του κράτους-μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης από μόνα τους μπορεί να μη σημαίνουν τίποτε. Σημαίνουν μόνο όταν αξιοποιούνται. Και όταν γίνεται ταμείο στο Κυπριακό. Και αυτή είναι προφανώς η προσπάθεια.
Αξιοποιώντας τα πλεονεκτήματα της Κυπριακής Δημοκρατίας
Το μείζον είναι η επίτευξη συμφωνίας. Μιας συμφωνίας, όχι όπως την εννοεί και θέλει η Τουρκία, για να εξυπηρετεί τα στρατηγικά της συμφέροντα. Ούτε τις επιδιώξεις οποιασδήποτε άλλης χώρας, όπως της Βρετανίας για παράδειγμα. Μια συμφωνία για να είναι βιώσιμη, πρέπει να εξυπηρετεί τα συμφέροντα της Κύπρου και να αντέχει στα γεωπολιτικά δεδομένα και πιέσεις. Τα στρατηγικά πλεονεκτήματα της Κυπριακής Δημοκρατίας μπορούν να εξισορροπήσουν την στρατιωτική ήττα του 1974 και να ανατρέψουν τα κατοχικά δεδομένα. Πώς; Αξιοποιώντας αυτά τα πλεονεκτήματα. Βασικό όχημα η Κυπριακή Δημοκρατία, η οποία άντεξε στον χρόνο.
Μια συμφωνία πρέπει να είναι απαλλαγμένη από εξαρτήσεις. Το είπε και ο απεσταλμένος της ΕΕ στο Κυπριακό, Γιοχάνες Χαν, σε σχέση με τις εγγυήσεις. Μόνος εγγυητής, είπε, η ΕΕ. Και σε ό,τι αφορά την εσωτερική πτυχή, η συμφωνία δεν πρέπει να είναι διαχωριστική, ρατσιστική, αλλά δημοκρατική.





