Η αντισυσπείρωση στην κυριαρχία Μητσοτάκη κράτησε ψηλά τον ΣΥΡΙΖΑ
08/07/2019Το τελικό ποσοστό του ΣΥΡΙΖΑ διαμορφώθηκε αρκετά υψηλότερα από όσο είχαν δείξει τα exit polls. Το 31,5% δείχνει ότι διατήρησε ισχυρές δυνάμεις, μειώνοντας τη διαφορά από τις 9,5 στις 8,3 μονάδες. Κι αυτό παρότι όταν υπάρχει ένα τόσο νωπό εκλογικό αποτέλεσμα και μία τόσο μεγάλη διαφορά, η τάση είναι να δημιουργείται ρεύμα υπέρ του νικητή και ως εξ αυτού να ανοίγει περαιτέρω η ψαλίδα.
Το γεγονός ότι αυτό δεν συνέβη δεν οφείλεται μόνο στην εργώδη προεκλογική προσπάθεια του Τσίπρα στην τελική ευθεία προς τις εθνικές κάλπες. Οφείλεται κυρίως στο σύνδρομο της αντισυσπείρωσης ως αποτέλεσμα ακριβώς της μεγάλης νίκης των “γαλάζιων” στις ευρωεκλογές, αλλά και στις περιφερειακές και δημοτικές εκλογές. Η πολιτική κυριαρχία της ΝΔ ήταν σχεδόν απόλυτη με ό,τι αυτό σημαίνει όσον αφορά την ελευθερία κινήσεων του πρωθυπουργού πλέον Μητσοτάκη.
Σε άρθρο μου στις 31 Μαΐου με τίτλο “Θα μεγαλώσει ή θα μικρύνει η διαφορά στις εθνικές εκλογές;” έγραφα: «Μετά το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών, κανείς δεν έχει αμφιβολίες για το ποιος θα είναι ο νικητής στις εθνικές εκλογές της 7ης Ιουλίου… Η διαφορά των 9,5 μονάδων υπέρ της ΝΔ αναπόφευκτα επηρεάζει την εκλογική συμπεριφορά των πολιτών στις επικείμενες εθνικές εκλογές.
»Το γεγονός ότι η ΝΔ έχει τέτοιο προβάδισμα προεξοφλεί ότι τον Ιούλιο θα είναι κυβέρνηση. Αυτή η πεποίθηση εκ των πραγμάτων δημιουργεί ένα ρεύμα υπέρ της. Είναι επιβεβαιωμένο ότι υπάρχει μία κατηγορία ψηφοφόρων που έχει την τάση να πηγαίνει με το νικητή. Πολλοί εξ αυτών έχουν ήδη ψηφίσει το κόμμα του Μητσοτάκη την περασμένη Κυριακή. Κατά κανόνα θα το πράξουν και οι υπόλοιποι. Με άλλα λόγια, ο παράγοντας που μόλις περιγράψαμε ωθεί προς την κατεύθυνση του περαιτέρω ανοίγματος της ψαλίδας.
Αντισυσπείρωση, η αντίρροπη τάση
»Υπάρχει, ωστόσο, και ένας δεύτερος παράγοντας που λειτουργεί αντιστρόφως, που ωθεί προς την κατεύθυνση κλεισίματος της ψαλίδας στις 7 Ιουλίου. Σύμφωνα με την εκτίμησή μου, η σαρωτική διαφορά υπέρ της ΝΔ στις ευρωεκλογές είναι αποτέλεσμα κυρίως της αρνητικής ψήφου, η οποία τροφοδοτήθηκε κυρίως από την υπερφορόλογηση των μεσαίων στρωμάτων, από τη Συμφωνία των Πρεσπών και από τη διογκούμενη αλαζονεία των κυβερνώντων. Με άλλα λόγια, πολλοί πολίτες εγκατέλειψαν τον ΣΥΡΙΖΑ και αρκετοί άλλοι ψήφισαν τη ΝΔ με σκοπό να διώξουν την κυβέρνηση Τσίπρα.
»Μέχρι και τις 26 Μαΐου αυτός ήταν το κύριο κίνητρο και ο κύριος σκοπός. Από τις 27 ο σκοπός αυτός ουσιαστικά έχει εκπληρωθεί, με την έννοια πως η σημερινή κυβέρνηση θεωρείται από τους πάντες κυβέρνηση υπό προθεσμία. Η διάχυτη αυτή πεποίθηση ενδεχομένως να αλλάξει το κριτήριο της ψήφου στις εθνικές εκλογές για κάποιες κατηγορίες πολιτών. Πρωτίστως γι’ αυτούς που μπορεί να επεδίωξαν την εκδίωξη της κυβέρνησης Τσίπρα, αλλά είναι και αντίθετοι με τη νεοφιλελεύθερη ατζέντα του Μητσοτάκη.
»Τώρα πλέον, αυτή η κατηγορία πολιτών, που ιδεολογικά καλύπτει ένα ευρύ φάσμα, ενδεχομένως να ψηφίσει κατά τρόπο που να περιορίσει τη νίκη της ΝΔ. Δεδομένου ότι ο αρχηγός της δεν έχει κρύψει τις προθέσεις του, δικαιολογημένα θα θεωρήσει πως μία μεγάλη διαφορά –ειδικά εάν η ψαλίδα ανοίξει περαιτέρω– του δίνει την πολιτική νομιμοποίηση να κινηθεί, χωρίς περιορισμούς όσον αφορά την εφαρμογή της νεοφιλελεύθερης ατζέντας του.
»Η προοπτική αυτή ενδεχομένως να εξωθήσει κάποιους αριστερόστροφους ψηφοφόρους, οι οποίοι στις ευρωεκλογές εγκατέλειψαν τον ΣΥΡΙΖΑ, να επανακάμψουν. Παραλλήλως, κάποιοι πολίτες που ιδεολογικά δεν ανήκουν ανήκουν στη ΝΔ, αλλά την ψήφισαν στις ευρωεκλογές για να διώξουν τον Τσίπρα από την εξουσία, ίσως στις εθνικές εκλογές προσανατολισθούν αλλού για να μην δώσουν στον Μητσοτάκη “λευκή επιταγή”.
Στην περιοχή των 9,5 μονάδων
»Οι δύο αντίρροποι παράγοντες που θα συνδιαμορφώσουν το αποτέλεσμα των εθνικών εκλογών είναι πρακτικά αδύνατον να μετρηθούν ποσοτικά, ώστε να προκύψει μία ασφαλής πρόβλεψη. Δεν έχουν, άλλωστε, ακόμα ξεδιπλωθεί οι προεκλογικές εκστρατείες των δύο μεγάλων κομμάτων, οι οποίες θα ασκήσουν μία κάποια επιρροή, αν και πιθανότατα περιορισμένη. Αν υποχρεωνόμασταν να κάνουμε μία πρώτη εμπειρική εκτίμηση, θα λέγαμε πως πιθανότατα ο ένας παράγοντας θα εξουδετερώσει τον άλλον. Με άλλα λόγια, η διαφορά θα κινηθεί λίγο πάνω ή λίγο κάτω από τις 9,5 μονάδες».
Αυτό που έγραφα αμέσως μετά τις ευρωεκλογές ήταν ότι το κριτήριο, με το οποίο θα ψηφίσουν αρκετοί πολίτες στις 7 Ιουλίου θα είναι διαφορετικό από αυτό, με το οποίο ψήφισαν στις 26 Μαΐου. Πιο συγκεκριμένα, κανείς στις 27 Μαΐου δεν είχε πλέον αμφιβολία πως για την κυβέρνηση Τσίπρα είχε αρχίσει η αντίστροφη μέτρηση. Κατά συνέπεια, οι πολίτες ψήφισαν στις εθνικές εκλογές, έχοντας δεδομένη τη νίκη της ΝΔ.
Οι δύο προαναφερθείσες αντίρροπες τάσεις είναι αυτές που τελικώς διαμόρφωσαν και το αποτέλεσμα. Ο πρώτος, το ρεύμα του νικητή σε συνδυασμό με την επιδίωξη της αυτοδυναμίας, αύξησε το εκλογικό ποσοστό της ΝΔ πάνω από εξήμισι μονάδες, από το 33,12% στο 39,85%. Ο δεύτερος παράγοντας, η αντισυσπείρωση στον αντιδεξιό χώρο με σκοπό να περιορισθεί η πολιτική κυριαρχία των “γαλάζιων” και να μην δοθεί “λευκή επιταγή” στον Μητσοτάκη, αύξησε το ποσοστό του ΣΥΡΙΖΑ σχεδόν οκτώ μονάδες, από το 23,75% στο 31,53%. Η συνισταμένη των δύο αυτών οδήγησε σε μία ισχυρή συμπολίτευση, αλλά και σε μία ισχυρή αξιωματική αντιπολίτευση.