Προπαγάνδα, ΜΜΕ και κατασκοπεία οξύνουν τις σχέσεις ΗΠΑ-Κίνας
23/10/2020Κλιμακώνεται η αντιπαράθεση Ουάσιγκτον και Πεκίνου εμπλέκοντας και πάλι κινέζικα ΜΜΕ, που καλύπτουν την αμερικανική ειδησεογραφία. Ταυτόχρονα, βγαίνουν στην επιφάνεια και υποθέσεις κατασκοπείας, υποδηλώνοντας ότι η διαμάχη ΗΠΑ-Κίνας για κυριαρχία σε στρατηγικούς τομείς της παγκόσμιας οικονομίας, έχει πάρει τεράστιες διαστάσεις.
Η αμερικανική κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ επαναπροσδιόρισε τη σχέση ΗΠΑ – Κίνας μεταβάλλοντάς την από στρατηγικό ανταγωνισμό, σε άμεση αντιπαράθεση. Οι πολιτικές του Αμερικανού προέδρου κάνουν Κινέζους φοιτητές, δημοσιογράφους και επιχειρηματίες να μην αισθάνονται πλέον ευπρόσδεκτοι στις ΗΠΑ. Επίσης, οι αμερικανικοί δασμοί που έχουν επιβληθεί σε κινέζικα προϊόντα, έπληξαν σε μεγάλο βαθμό την κινέζικη οικονομία των εξαγωγών.
Η χρήση των ΜΜΕ εξελίσσεται πλέον και αυτή, σε σημαντική παράμετρος των αμερικανό-κινέζικων σχέσεων. Ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Μάικ Πομπέο δήλωσε, ότι το υπουργείο του χαρακτήρισε τις δραστηριότητες στις ΗΠΑ, έξι επιπλέον κινέζικων ΜΜΕ, έως δραστηριότητες ξένων αποστολών. Η νέα λίστα περιλαμβάνει έξι κινεζικά ΜΜΕ που είναι οι: Yicai Global, Jiefang Daily, Xinmin Evening News, Social Sciences in China Press, Beijing Review και Economic Daily. Μέχρι στιγμής συνολικά δεκαπέντε κινέζικα ΜΜΕ έχουν μέσα στο 2020, χαρακτηριστεί ως ξένες αποστολές.
Η αμερικανική κυβέρνηση ανησυχεί για διασπορά ψευδών ειδήσεων από κινέζικα ΜΜΕ. Μήπως υπονομεύσουν την προεκλογική εκστρατεία του Ντόναλντ Τραμπ, που κορυφώνεται ενόψει των προεδρικών εκλογών του Νοεμβρίου. Παράλληλα, θεωρεί ότι τα κινέζικα ΜΜΕ επιδιώκουν να προκαλέσουν εσφαλμένες εντυπώσεις στην κοινή γνώμη, για τη διαχείριση του κορονοϊού από την κυβέρνηση Τραμπ.
Η Κίνα δείχνει να υιοθετεί, σύμφωνα με εμπειρογνώμονα του Global Engagement Center του αμερικανικού υπουργείου Εξωτερικών, ρωσική τακτική χειραγώγησης των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, όπως χρήση bots και trolls, για να ενισχύσει την παραπληροφόρηση για το COVID-19.
Η κυβέρνηση του Πεκίνου αντέδρασε καταδικάζοντας την απόφαση του Μάικ Πομπέο. Εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών, ο Zhao Liajian, χαρακτήρισε τις τελευταίες ενέργειες των ΗΠΑ ως «πολιτική καταπίεση». Δήλωσε ότι «η Κίνα αντιτίθεται σθεναρά και καταδικάζει σθεναρά τις παράλογες ενέργειες των ΗΠΑ… Η Κίνα καλεί τις ΗΠΑ να αλλάξουν πορεία, να διορθώσουν τα λάθη τους, να σταματήσουν την πολιτική καταστολή και τους παράλογους περιορισμούς στα κινεζικά μέσα ενημέρωσης». Ο εκπρόσωπος του κινέζικου υπουργείου Εξωτερικών συμπλήρωσε, ότι η Κίνα θα δώσει την απαραίτητη απάντηση στις ΗΠΑ.
Υποθέσεις κατασκοπείας
Η αμερικάνικη κυβέρνηση αντιμετωπίζει την Κίνα και στον τομέα της κατασκοπείας, κυρίως της τεχνολογικής και της βιομηχανικής κατασκοπείας. Το αμερικανικό υπουργείο Δικαιοσύνης κλιμάκωσε τις προσπάθειες σύλληψης Κινέζων πανεπιστημιακών, ισχυριζόμενο ότι έδωσαν ψεύτικες πληροφορίες στις αιτήσεις για θεώρηση βίζας.
Οι αμερικανικές αρχές ασφάλειας, υποστηρίζουν ότι τουλάχιστον πέντε Κινέζοι πανεπιστημιακοί που συνελήφθησαν τους τελευταίους μήνες, δεν αποκάλυψαν τη σύνδεσή τους με κινέζικες στρατιωτικές υπηρεσίες. Οι πανεπιστημιακοί ενδέχεται να διεξήγαν και βιομηχανική κατασκοπεία σε αμερικάνικα ερευνητικά κέντρα, στα οποία και είχαν πρόσβαση.
Ένας πρώην επικεφαλής του τμήματος αντικατασκοπείας της CIA ο Τζειμς Όλσον, προειδοποίησε, ότι η κινεζική κυβέρνηση έχει εντείνει τις προσπάθειες στρατολόγησης κατάσκοπων μέσα στη Νέα Υόρκη. Σύμφωνα με την αμερικανική εφημερίδα New York Post, ο Όλσον εκτιμά, ότι η Κίνα έχει στη διάθεσή της πάνω από εκατό στελέχη υπηρεσιών πληροφοριών που δραστηριοποιούνται ή μπορούν να δραστηριοποιηθούν ανά πάσα στιγμή στη Νέα Υόρκη.
Το πρώην στέλεχος της CIA επισημαίνει ότι, «το πρόγραμμα της κινέζικης κατασκοπείας είναι τεράστιο και ότι οι πράκτορες υιοθετούν επιθετική διείσδυση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και αναζητούν αμερικανό-κινέζους πολίτες, οι οποίοι είναι ιδιαίτερα ευαισθητοποιημένοι προς τη ‘Μητέρα Κίνα’». Η προειδοποίηση του Όλσον για κινέζικο δίκτυο κατασκοπείας στη Νέα Υόρκη έγινε, μετά τη σύλληψη του αστυνομικού της Αστυνομίας της Νέας Υόρκης (NYPD) Baimadajie Angwang, Αμερικανού πολίτη με καταγωγή από το Θιβέτ, ο οποίος κατηγορείται για διενέργεια κατασκοπείας υπέρ της Κίνας.
Τα τελευταία είκοσι χρόνια, η κορυφαία προτεραιότητα της αμερικανικής κοινότητας υπηρεσιών πληροφοριών, ήταν η αποτροπή τρομοκρατικών χτυπημάτων. Μια γενιά, ειδικών στις επιχειρήσεις και αναλυτών, είχε επικεντρωθεί προς τον εντοπισμό και την εξολόθρευση των εχθρών των ΗΠΑ. Εάν η Αμερική εισέρχεται πράγματι σε μια εποχή σύγκρουσης με την Κίνα, τότε είναι πιθανό αυτή να κριθεί, από την τεχνολογική και βιομηχανική κατασκοπεία και ίσως και από την διαδικτυακή προπαγάνδα.