Μην πυροβολείτε το άσυλο! – Πως μπορούν να προστατευτούν τα πανεπιστήμια
05/01/2021Όπως φαίνεται, η κυβέρνηση αποφάσισε πλέον να προχωρήσει σε μια προ πολλού εξαγγελθείσα νομοθετική πρωτοβουλία για την φύλαξη των πανεπιστημίων. Η πρωτοβουλία αυτή, βέβαια, απαντά σε ένα υπαρκτό πρόβλημα προστασίας των μελών της ακαδημαϊκής κοινότητας, το οποίο φρόντισαν πολύ πρόσφατα οι γνωστοί “μπαχαλάκηδες” να μας υπενθυμίσουν, με τις αθλιότητες που διέπραξαν απέναντι στον Πρύτανη του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών.
Το ερώτημα λοιπόν δεν είναι αν χρειάζονται μέτρα φύλαξης, αυτό μόνο κάποιοι με αθεράπευτες ιδεολογικές αγκυλώσεις το αμφισβητούν, αλλά το ποια θα είναι αυτά τα μέτρα. Εδώ όμως αρχίζουν τα δύσκολα! Πως είναι δυνατόν να πεισθεί η ακαδημαϊκή κοινότητα για τις αγαθές προθέσεις μιας κυβέρνησης, η οποία παρά τα περί του αντιθέτου θρυλούμενα, αντιμετωπίζει τα συνταγματικά δικαιώματα, άλλοτε με μικροκομματικούς υπολογισμούς και άλλοτε με δυσανεξία και αυταρχικό πατερναλισμό;
Χαρακτηριστικό παράδειγμα, αποτελεί η πλέον πρόσφατη απροκάλυπτη υιοθέτηση δύο μέτρων και δύο σταθμών που οδήγησε αφ’ ενός μεν στην τραγελαφική απόφαση να απαγορευθούν, εντελώς αδικαιολόγητα σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, οι υπαίθριες συναθροίσεις άνω των τεσσάρων ατόμων για μια συμβολική απόδοση τιμής στο Πολυτεχνείο και στην μνήμη του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου και αφ’ ετέρου να επιτραπούν, μάλλον ορθά κατά την άποψή μου και με βάση πάλι την αρχή της αναλογικότητας, συγκεντρώσεις με πολύ περισσότερους συμμετέχοντες, στους εξ ορισμού πιο επικίνδυνους και ενίοτε ανέλεγκτους, κλειστούς χώρους των εκκλησιών.
Ωστόσο, θα αρκούσαν και μόνα τα έως τώρα δείγματα γραφής στον χώρο του πανεπιστημίου, για να καταλήξουμε αβίαστα στο ότι έχουμε να κάνουμε με μια κυβέρνηση μειωμένης θεσμικής αξιοπιστίας και επικίνδυνων επιλογών, ως προς τα δικαιώματα που είναι συνυφασμένα με αυτόν τον χώρο, με επίκεντρο την ακαδημαϊκή ελευθερία.
“Πυξίδα” ο αποτυχημένος νόμος Διαμαντοπούλου
Από την πρώτη στιγμή το υπουργείο Παιδείας κινήθηκε στα γνώριμα μονοπάτια μιας αναχρονιστικής και βαθιά συντηρητικής πολιτικής, που αγνοεί προκλητικά τις ιδιαιτερότητες και ευαισθησίες του χώρου της Ανώτατης Εκπαίδευσης. Αυτή η πολιτική εκφράσθηκε βεβιασμένα και άκριτα αμέσως μετά τις εκλογές με την δήθεν κατάργηση του ασύλου, παρότι είχε προηγηθεί το σχετικό φιάσκο του νόμου Διαμαντοπούλου, που κατέδειξε περίτρανα ότι ο νόμος δεν μπορεί να καταργήσει έναν μακρόχρονα και πανευρωπαϊκά καθιερωμένο συνταγματικό θεσμό.
Συνεχίσθηκε, δε, με επί μέρους αλλοπρόσαλλες και εμφανώς αναποτελεσματικές επιλογές, για να καταλήξει στις σημερινές έωλες προτάσεις που ολοκληρώνουν μια εντελώς στρεβλή και ανερμάτιστη αντιμετώπιση ενός πράγματι σημαντικού ζητήματος. Το όλο πρόβλημα ξεκινά από την συστηματική αγνόηση, ή και διαστρέβλωση, των βασικών συνταγματικών εγγυήσεων που περιβάλλουν τον χώρο της Ανώτατης Εκπαίδευσης.
Αυτό βέβαια χαρακτήριζε και το νόμο Διαμαντοπούλου, στα χνάρια του οποίου κινείται, δυστυχώς και η τρέχουσα πολιτική για τα πανεπιστήμια, παρότι επρόκειτο για έναν από τους χειρότερους και πλέον υπερτιμημένους νόμους που ίσχυσαν για τα ελληνικά πανεπιστήμια. Είναι δε εντυπωσιακό το ότι ο νόμος αυτός επιβλήθηκε στην κοινή γνώμη, μέσω πολύπλευρης και συστηματικής προπαγάνδας, σαν δήθεν “εκσυγχρονιστικός”.
Την ίδια στιγμή όλοι οι παροικούντες την Ιερουσαλήμ γνώριζαν ότι απέτυχε παταγωδώς ως προς την φύλαξή των πανεπιστημίων, πως προκάλεσε βραχυκύκλωμα στην διοίκησή τους και επιπλέον εισήγαγε τις πλέον αδιαφανείς και ευάλωτες διαδικασίες ως προς την επιλογή του διδακτικού προσωπικού τους. Όσο δε για το πολυχρησιμοποιημένο επιχείρημα ότι ψηφίσθηκε με ευρεία πλειοψηφία, αρκούμαι να επισημάνω ότι και η διάταξη περί ευθύνης υπουργών στην αναθεώρηση του 2001 ψηφίσθηκε με ακόμη μεγαλύτερη πλειοψηφία, αλλά κανείς δεν την υπερασπίζεται πλέον!
Οι εγγυήσεις της ακαδημαϊκής ελευθερίας
Και φθάνουμε στις σημερινές προτάσεις. Ποιο είναι το ζητούμενο; Ασφαλώς η προστασία του πανεπιστημιακού χώρου. Πρώτο πεδίο εφαρμογής τα πανεπιστήμια, στα οποία υπάρχει πράγματι σοβαρό πρόβλημα, διότι στα υπόλοιπα δεν νομίζω ότι χρειάζεται (προς το παρόν) να αλλάξει το ισχύον καθεστώς. Πως επιτυγχάνεται αυτό; Η απάντηση είναι απλή και ας ξενίζει όσους έχουν επηρεασθεί από την κυβερνητική προπαγάνδα.
Προϋπόθεση για την προστασία του πανεπιστημιακού χώρου είναι η εφαρμογή και όχι η διατυμπανιζόμενη ανοήτως “κατάργηση” του πανεπιστημιακού ασύλου. Όχι βέβαια του νομιζόμενου, αλλά του πραγματικού ασύλου, το οποίο, συνδεόμενο άρρηκτα με την αυτοδιοίκηση του πανεπιστημίου, αποτελεί μείζονα συνταγματική εγγύηση της ακαδημαϊκής ελευθερίας, δηλαδή των δικαιωμάτων επιστήμης, έρευνας και διδασκαλίας που ασκούνται στο πανεπιστήμιο.
Ειδικότερα, όταν μιλούμε για ακαδημαϊκό άσυλο, εν πρώτοις πρέπει να διευκρινίσουμε ότι αυτό καλύπτει μόνο τα κτίρια και τον περίκλειστο χώρο γύρω από αυτά, που μπορεί να είναι από μια μικρή αυλή μέχρι ένα campus. Δεν καλύπτει ούτε τους δρόμους που περνούν μπροστά από τα πανεπιστήμια, αλλά ούτε και τις ανοιχτές εκτάσεις γύρω από αυτά.
Επί της ουσίας, πρόκειται για μια συνταγματική εγγύηση, ανάλογη με το άσυλο κατοικίας και σημαίνει ότι ουδείς μπορεί να εισέρχεται σε αυτόν χωρίς την άδεια των αυτοδιοικητικών του αρχών. Άρα, το άσυλο δεν καλύπτει κανέναν εκτός ακαδημαϊκής κοινότητας, εκτός εάν είναι προσκεκλημένος από πανεπιστημιακό φορέα, ο οποίος θα λάβει την σχετική άδεια των αυτοδιοικητικών αρχών.
Άλλο ασφάλεια, άλλο αστυνομοκρατία
Αυτό, λοιπόν, το άσυλο που έχει ταχθεί για την προστασία της ακαδημαϊκής ελευθερίας και όχι της εν γένει ελευθερίας της γνώμης, όπως υπονοεί η εντελώς άστοχη έκφραση “άσυλο ιδεών”, αποκλείει κάθε ρύθμιση για την προστασία του πανεπιστημίου, η οποία δεν υπάγει το όποιο σώμα φύλαξης, στην αρμοδιότητα των αυτοδιοικητικών του αρχών.
Για να το πούμε διαφορετικά, η μόνη επιτρεπόμενη από το Σύνταγμα επιλογή για την προστασία των μελών της ακαδημαϊκής κοινότητας είναι να δημιουργηθεί ένα σώμα ανάλογο με την δημοτική αστυνομία, που αποτελεί διακριτή υπηρεσία της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και όχι παράρτημα της αστυνομικής αρχής.
Αυτό σημαίνει ότι στον χώρο της Ανώτατης εκπαίδευσης πρέπει να λειτουργεί ένα σώμα άοπλο, ειδικά εκπαιδευμένο, ενδεχομένως εν μέρει και από την αστυνομία, που θα υπάγεται, κατ’ αναλογίαν στις αρχές της πανεπιστημιακής αυτοδιοίκησης. Το σώμα αυτό θα είναι κατ’ αρχήν το μόνο αρμόδιο για την προστασία των πανεπιστημίων.
Μόνο αν ανακύπτουν εξαιρετικά ζητήματα που απαιτούν, βάσει σχετικού νόμου την εμπλοκή και των αστυνομικών αρχών, θα συνεργάζονται με αυτές μετά από σχετική εντολή του πρύτανη ή κάποιου αρμόδιου αντιπρύτανη. Κάθε άλλη επιλογή, που θα κατέληγε στην εγκατάσταση της αστυνομίας στο εσωτερικό των πανεπιστημίων, όχι μόνον θα συνιστούσε μείζονα απειλή για την ακαδημαϊκή ελευθερία, αλλά και θα αποτελούσε συνεχή εστία εντάσεων στο εσωτερικό του πανεπιστημίου, που θα οδηγούσε με μαθηματική ακρίβεια σε επίταση και όχι επίλυση των προβλημάτων.
Πιλοτική εφαρμογή
Όσον αφορά την δεύτερη συζητούμενη πρόταση για κάρτα εισόδου των μελών της ακαδημαϊκής κοινότητας, το πρώτο που πρέπει να επισημανθεί είναι ότι αυτή είναι κατ’ αρχήν συμβατή με την συνταγματική προστασία της ακαδημαϊκής ελευθερίας και συνακόλουθα με τις βασικές εγγυήσεις της. Ωστόσο, θα ήταν νομίζω ορθότερο να συζητηθεί σε ένα δεύτερο στάδιο, αφού δηλαδή το σώμα φύλαξης που θα διαχειρίζεται το σύστημα εισόδου, θα έχει εγκλιματισθεί στο πανεπιστήμιο και ιδίως δεν θα αντιμετωπίζεται σαν ξένο σώμα από τους φορείς της ακαδημαϊκής κοινότητας.
Επίσης, η αρχή πρέπει να γίνει επίσης με μια πιλοτική εφαρμογή, εκεί όπου εμφανίζονται τα περισσότερα προβλήματα, ώστε να επιτευχθεί ένας προσεκτικός, σταδιακός και λελογισμένος συνδυασμός της κάρτας εισόδου και της πανεπιστημιακής δύναμης φύλαξης. Διότι μόνον ένας τέτοιος συνδυασμός και όχι μια άκριτα προτεινόμενη αστυνομοκρατία, μπορεί να δώσει, συμβολικά και ουσιαστικά, το μήνυμα ότι στο πανεπιστήμιο δεν θα είναι πλέον ανεκτές αυθαίρετες και συχνά φασίζουσες πρακτικές, που αρνούνται στην πράξη την ακαδημαϊκή ελευθερία και την δημοκρατική πολυφωνία.