Άγγελος Δεληβοριάς: Ο αρχαιολόγος, ο μουσειολόγος, ο καθηγητής
25/04/2018Σε ηλικία 81 ετών έφυγε την Τρίτη από την ζωή ο ακαδημαϊκός Άγγελος Δεληβορριάς. Κορυφαίος κλασικός αρχαιολόγος και καθηγητής Ιστορίας της Τέχνης στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, ο Άγγελος Δεληβοριάς υπήρξε για 41 χρόνια διευθυντής του Μουσείου Μπενάκη. Ο εκλιπών είχε εισαχθεί με πνευμονολογικά προβλήματα σε νοσοκομείο την Μεγάλη Πέμπτη, ενώ υποβλήθηκε και σε επέμβαση στην καρδιά. Στο νοσοκομείο παρέμεινε για πολλές ημέρες σε Μονάδα Εντατικής θεραπείας.
Η κηδεία του Άγγελου Δεληβοριά θα γίνει δημοσία δαπάνη την Παρασκευή 27 Απριλίου, στις 14.00 από το Α΄ Νεκροταφείο.
Ο Άγγελος Δεληβορριάς γεννήθηκε το 1937. Σπούδασε αρχαιολογία -ιστορία στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στο Φράιμπουργκ της Γερμανίας. Το 1965, έπειτα από διαγωνισμό, διορίστηκε στην Αρχαιολογική Υπηρεσία, από την οποία παραιτήθηκε τέσσερα χρόνια αργότερα. Από το 1969 έως το 1972 συνέχισε τις σπουδές αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο του Τίμπινγκεν με υποτροφία. Το 1972 πήρε το δίπλωμα του διδάκτορα με βαθμό Magna cum laude και το διάστημα 1972 – 1973 έκανε μεταδιδακτορικές σπουδές στη Σορβόνη.
Το 1973 έγινε διευθυντής του Μουσείου Μπενάκη, από το οποίο αποχώρησε το 2014. Το 1992 εξελέγη καθηγητής Ιστορίας της Τέχνης στο Τμήμα Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών και από το 1998 έως το 2003 διετέλεσε διευθυντής προγράμματος μεταπτυχιακών σπουδών στο ίδιο Τμήμα. Από το Πανεπιστήμιο αποχώρησε το 2005 ως ομότιμος.
Ο Άγγελος Δεληβοριάς ήταν μέλος ακαδημιών (Accademia Nationale dei Lincei, Αcademia Scientiarum et Artium Europae, Academia Europaea), επιστημονικών εταιρειών και σωματείων. Έλαβε επίσης ελληνικά και ξένα παράσημα και το αργυρό μετάλλιο της Ακαδημίας, ενώ ήταν επίτιμος διδάκτωρ των Πανεπιστημίου Αιγαίου, του Δημοκρίτειου Θράκης και του Αριστοτελείου Θεσσαλονίκης.
Ο αρχαιολόγος
Ως μέλος της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας ο Άγγελος Δεληβοριάς υπηρέτησε στην Κεντρική Υπηρεσία, στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, στην Εφορεία Αρχαιοτήτων Αττικής, στην Πάτρα και την Σπάρτη.
Είχε πάρει μέρος σε ανασκαφές και έρευνες στη Θράκη υπό τον Γ. Μπακαλάκη, στην Ακαδημία Πλάτωνος, στο ιερό της Νύμφης νότια της Ακροπόλεως, στο ιερό της Αρτέμιδος Βραυρωνίας και στην Αχαΐα. Επίσης είχε διενεργήσει ο ίδιος πολλές και εκτεταμένες ανασκαφές στη Σπάρτη και τη Λακωνία. Επί σειρά ετών ερευνούσε συστηματικά το ιερό του Αμυκλαίου Απόλλωνος, δημοσιεύοντας τα αποτελέσματα της έρευνάς του σε επιστημονικά περιοδικά.
Έχοντας εντρυφήσει στην τέχνη του Σκόπα, με την εξέταση των γλυπτών της Τεγέας, δημοσιεύει, μεταξύ άλλων, στα γαλλικά την μελέτη «Σκοπαδικά ΙΙ, Το άγαλμα της Υγείας στον ναό της Αλέας στην Τεγέα», όπου κορμό γυναικείου αγάλματος άγνωστης ακριβούς προέλευσης ταυτίζει με το σώμα της φημισμένης κεφαλής της Υγείας και το έργο σε γνήσιο του μεγάλου Σκόπα.
Το 150 σελίδων κείμενό του, «Aphrodite» στο Lexicon Iconographicum Mythologiae Classicae, αποτελεί τη βάση κάθε μελέτης και σπουδής για τα έργα που εικονίζουν τη θεά. Εξέχουσα θέση στα έργα του, που αφορούν τη μεγάλη αρχαία γλυπτική, έχει το εξαιρετικά μεθοδικό και διαφωτιστικό βιβλίο «Η ζωφόρος του Παρθενώνος».
Ο μουσειολόγος
Ως φοιτητής, ο Άγγελος Δεληβοριάς είχε την τύχη να εργασθεί στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείου υπό τις οδηγίες και τη διεύθυνση των Χρήστου και Σέμνης Καρούζου. Εκείνη την περίοδο μυήθηκε στο θέμα της Μουσειολογίας από την πλευρά της Ιστορίας της Αρχαίας Τέχνης.
Ο Άγγελος Δεληβορριάς ήταν κλασικός αρχαιολόγος. Με την γενική αρχαιολογία ασχολήθηκε ως Επιμελητής Αρχαιοτήτων, με την ιστορία της αρχαίας Τέχνης στις μελέτες του, με τη μουσειολογία ως Επιμελητής Αρχαιοτήτων του Δημοσίου και ως διευθυντής του Μουσείου Μπενάκη. Μελέτησε ωστόσο και τις νεότερες περιόδους της ελληνικής τέχνης, της λογοτεχνίας και της ιστορίας, εκπονώντας σημαντικές μελέτες.
Το μουσειολογικό έργο του δεν περιορίζεται στο Μουσείο Μπενάκη που υπό τη διεύθυνσή του είχε οργανώσει (ή συμμετάσχει) 130 εκθέσεις στην Ελλάδα και 39 εκθέσεις σε μεγάλες πόλεις του εξωτερικού, κάθε μια από τις οποίες αποτέλεσε ιδιαίτερο καλλιτεχνικό γεγονός.
Δημιούργημά του ήταν και το Μουσείο Ισλαμικής Τέχνης, όπως και το Μουσείο Νίκου Χατζηκυριάκου Γκίκα, ιδρύματα που δεν αφορούν την αρχαία τέχνη, αλλά μαρτυρούν την οικειότητα του Δεληβοριά με την πνευματική δημιουργία και άλλων εποχών της ιστορίας μας.
Σημαντική θέση στην μεγάλη συγγραφική παρακαταθήκη που αφήνει κατέχουν, μεταξύ πολλών άλλων έργων, τα δύο ογκώδη βιβλία, περιγραφικά του Μουσείου Μπενάκη, στα οποία εκθέτει διεξοδικά τις αρχές και τις αντιλήψεις του περί μουσειολογίας.
«Δυσβάστακτη η απώλεια»
Για δυσβάστακτη απώλεια κάνει λόγο το Μουσείο Μπενάκη στην ανακοίνωση που εξέδωσε για τον θάνατο του ανθρώπου που ταυτίστηκε με αυτό, καθώς ηγήθηκε του Ιδρύματος, επί 45 χρόνια, από τις θέσεις του διευθυντή και του μέλους της Διοικητικής Επιτροπής.
«Η ευρύτητα του πνεύματος, η εμπιστοσύνη στον άνθρωπο, η ακατάπαυστη εργατικότητα και η αστείρευτη δημιουργικότητα αποτέλεσαν πηγή έμπνευσης για όσους είχαν την τύχη να τον γνωρίσουν, είτε προσωπικά είτε μέσα από το τόσο σημαντικό έργο του. Η απώλεια είναι δυσβάστακτη», επισημαίνεται στην ανακοίνωση.
Ο πρόεδρος της Βουλής από το Ταλίν της Εσθονίας, όπου βρίσκεται για τη Διάσκεψη των Προέδρων των Κοινοβουλίων των χωρών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, χαρακτήρισε τον εκλιπόντα «εξέχουσα προσωπικότητα των γραμμάτων και του πολιτισμού».
Η υπουργός Πολιτισμού στο μήνυμά της αναφέρεται στον «οραματιστή, καινοτόμο, επιστήμονα υψηλού κύρους» Άγγελο Δεληβοριά, ο οποίος «υπήρξε μια σπουδαία και ξεχωριστή προσωπικότητα στο πολιτιστικό μας γίγνεσθαι. Ένας φάρος πολιτισμού που άνοιγε δρόμους και ενέπνευσε».