Το αδιέξοδο στο Κυπριακό θα οδηγήσει στο μοιραίο…
11/10/2021Το παρατεταμένο αδιέξοδο στο Κυπριακό, η εμμονή της τουρκικής πλευράς σε λύση δύο κρατών και η αδυναμία των Ηνωμένων Εθνών να επιμένουν στις δικές τους αποφάσεις, οδηγούν τις… πρωτοβουλίες σε μια πεπατημένη: Στην προώθηση Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης. Μια μεθοδολογία, που αξιοποιείται από την τουρκική πλευρά για να ροκανίζει τον χρόνο αλλά και για να αναβαθμίζει το κατοχικό καθεστώς.
Το γεύμα που παρέθεσε πρόσφατα στη Νέα Υόρκη ο γενικός γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών Αντόνιο Γκουτέρες στον πρόεδρο Αναστασιάδη και τον κατοχικό ηγέτη Ερσίν Τατάρ επιβεβαίωσε το χάσμα απόψεων. Ακόμη και το ελάχιστον αποτέλεσμα που θέλησε ο Γκουτέρες να εξασφαλίσει, τον διορισμό ειδικού απεσταλμένου με στόχο την εξεύρεση «κοινού εδάφους» ώστε να ξεκινήσει νέα διαδικασία, δεν προχώρησε. Η τουρκική πλευρά “τούμπαρε” τον διορισμό επειδή ο ειδικός απεσταλμένος θα λογοδοτεί στο Συμβούλιο Ασφαλείας και η Άγκυρα δεν θέλει αναφορές σε ψηφίσματα και αποφάσεις του διεθνούς οργανισμού.
Το γεύμα έγινε και μέχρι σήμερα δεν εκδόθηκε ανακοινωθέν, παρά το γεγονός ότι εξαγγέλθηκε. Η τουρκική πλευρά γνωρίζει πως, τουλάχιστον σε αυτή τη φάση, δεν αναμένεται να εξασφαλίσει το επιδιωκόμενο, δηλαδή να αναγνωριστεί το ψευδοκράτος, τόσο από την ελληνική πλευρά όσο και από το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ. Ενόψει τούτου επιχειρεί να προετοιμάσει το έδαφος με μια τακτική βήμα προς βήμα επίτευξης του στόχου. Κι αυτό μπορεί να γίνει σε δύο άξονες:
Προσπάθειες σε τέλμα
Πρώτον, με τα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης, τα οποία αποτελούν ένα ξαναζεσταμένο φαγητό, το οποίο σερβίρεται κάθε φορά που οι προσπάθειες φθάνουν σε τέλμα. Το Κυπριακό δεν είναι πρόβλημα έλλειψης εμπιστοσύνης μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, αλλά ζήτημα εισβολής και συνεχιζόμενης κατοχής τμήματος της χώρας από την Τουρκία. Ωστόσο, σε τέτοιες περιπτώσεις αναζητούνται πάντα κάποια μέτρα χαμηλής πολιτικής για συζήτηση, ώστε να δημιουργηθεί κινητικότητα.
Δεύτερον, στα πλαίσια διαφόρων διαδικασιών διαπραγματεύσεων είχαν συγκροτηθεί Τεχνικές Επιτροπές, με τη συμμετοχή Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων στην παρουσία των Ηνωμένων Εθνών με θεματικές, που καλύπτουν όλο το φάσμα της καθημερινότητας. Στα πλαίσια αυτά εμμέσως συνεργάσθηκαν θεσμοί του νόμιμου κράτους, της Κυπριακής Δημοκρατίας και της παράνομης αποσχιστικής οντότητας, του ψευδοκράτους. Όχι τυχαία το θέμα ενδιαφέρει ιδιαίτερα την Άγκυρα και το κατοχικό καθεστώς γι’ αυτό και προτείνουν αναβάθμιση αυτής της διαδικασίας.
Η τουρκική πλευρά θέλει την “ομαλοποίηση”, την ανάπτυξη σχέσεων “καλής γειτονίας”, που διευκολύνει τους σχεδιασμούς για τα δύο κράτη. Θέλει ομαλοποίηση με τα κατοχικά δεδομένα και διαμόρφωση ενός κλίματος, που παραπέμπει σε μια λογική ότι “οι δυο οντότητες” μπορούν να λειτουργούν πλάι πλάι, να συνεργάζονται σε θέματα καθημερινότητας και να διαχειρίζονται προβλήματα, τα οποία θα προκύπτουν.
“Κοινή ομπρέλα” και φυσικό αέριο
Η Άγκυρα είναι ξεκάθαρο τί θέλει και τί επιδιώκει. Θέλει τον πλήρη έλεγχο της Κύπρου είτε με λύση είτε χωρίς. Κι αυτό μπορεί αποτελεσματικότερα να γίνει –κατά την άποψή τους– με ένα μοντέλο συνομοσπονδίας. Η αξίωση για δύο κράτη δεν παραπέμπει σε δύο χωριστά, που δεν θα έχουν καμία σχέση μεταξύ τους. Χρειάζονται μια “κοινή ομπρέλα” για να μπορούν να συμμετάσχουν στην ΕΕ. Θέλουν την “κοινή ομπρέλα” γιατί τους εξυπηρετεί καλύτερα να βάλουν χέρι και στο φυσικό αέριο.
Σημειώνεται συναφώς ότι, στη Νέα Υόρκη ο Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ερντογάν, ο υπουργός Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου αλλά και ο εγκάθετος της Άγκυρας στα κατεχόμενα Ερσίν Τατάρ, φέρονται κατά τις επαφές τους να υποστήριζαν πως επιμένουν μεν στη λύση δύο κρατών επειδή «είναι η μόνη» και «ιδανική» μετά από τόσα χρόνια διαπραγματεύσεων, πλην όμως δεν είναι “δογματικοί”. Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει ότι μπορούν να βαφτίσουν διαφορετικά τη συμφωνία και να τη δεχτούν, εάν σε αυτό περιλαμβάνεται η αναγνώριση «κυριαρχικής ισότητας» και «ίσου διεθνούς καθεστώτος».
Η Λευκωσία από την πλευρά της παρακολουθεί τη συνεχή διολίσθηση του Κυπριακού. Αυτό που διαχρονικά γίνεται είναι πως κάθε φορά που η Τουρκία αναβαθμίζει τις αξιώσεις της, η ελληνική πλευρά στην Κύπρο στηρίζει την προηγούμενη θέση της Άγκυρας. Ακόμη και η διαχωριστική και στρεβλωτική Διζωνική Δικοινοτική Ομοσπονδία φαντάζει ανέφικτη, υπό την έννοια ότι, οι εμπνευστές της, το τουρκοβρετανικό δίδυμο, την έχουν εγκαταλείψει.
Ανατροπή τουρκικών τετελεσμένων
Η ελληνοκυπριακή πλευρά παρακολουθεί την επιβολή τετελεσμένων από την τουρκική πλευρά και φαίνεται να μην μπορεί να αντιδράσει. Γνωρίζει πως η Τουρκία είναι αποφασισμένη να επιβάλει τους σχεδιασμούς της και δύσκολα θα βρει στήριξη, όταν η κατοχική δύναμη θα προχωρεί, για παράδειγμα, σε γεωτρήσεις παράλληλα με εκείνες της Exxon Mobil, που αναμένεται να διενεργηθούν τον Νοέμβριο στο θαλασσοτεμάχιο 10 της κυπριακής ΑΟΖ.
Ή όταν θα προχωρεί σε νέα βήματα για τον εποικισμό της περίκλειστης περιοχής της Αμμοχώστου. Το Αφγανικό φαίνεται να προσφέρει άλλοθι στην Άγκυρα για να προβαίνει στην Κύπρο σε νέες παράνομες ενέργειες, καθώς η μεγαλόνησος είναι ο αδύναμος κρίκος σε αυτό το παιχνίδι ανακατανομής ισχύος, που βρίσκεται σε εξέλιξη στην περιοχή. Η Κύπρος μπορεί να θεωρηθεί από Ευρωπαίους και Αμερικανούς ως μια παράπλευρη απώλεια στην προσπάθειά τους να “καλοπιάσουν” την Άγκυρα, η οποία φαίνεται ότι θα κάνει τη “βρώμικη δουλειά” εκ μέρους των δυτικών, εργαλειοποιώντας το μεταναστευτικό.
Είναι σαφές πως το χαλί για την εφαρμογή των τουρκικών σχεδιασμών σε βάρος της Κύπρου είναι στρωμένο. Είναι προφανές πως κάποιοι επιχειρούν να οδηγήσουν τις εξελίξεις προς αυτή την κατεύθυνση. Να βρεθούμε, δηλαδή, κάποια στιγμή μπροστά στο… μοιραίο και “να μην υπάρχει άλλη επιλογή”. Και αυτοί οι κάποιοι είναι και εντός και εκτός της Κύπρου.
Το ζητούμενο είναι η ανατροπή των κατοχικών δεδομένων, η απελευθέρωση. Αυτός θα πρέπει να είναι ο στόχος και όχι μεσοβέζικες λύσεις, που εξυπηρετούν τους στρατηγικούς στόχους της κατοχικής Τουρκίας. Η διαχρονική διαχείριση του Κυπριακού είχε βασικό χαρακτηριστικό την προσαρμοστικότητα στις αξιώσεις του δυνατού. Τα φοβικά σύνδρομα Λευκωσίας αλλά και Αθήνας, η ανοχή της λεγόμενης Διεθνούς Κοινότητας έναντι της επεκτατικής πολιτικής της κατοχικής Τουρκίας, διαμορφώνουν ένα αδιέξοδο σκηνικό. Ένα σκηνικό, όμως, που είναι στα μέτρα της Άγκυρας.