Θα στήσει ο Μητσοτάκης κάλπες το 2022; – Η στρατηγική 3+4
05/11/2021Όλα δείχνουν ότι παρά τις διαβεβαιώσεις του, ο Μητσοτάκης δεν θα εξαντλήσει την τρέχουσα τετραετία κι ότι στο 2022 θα στήσει κάλπες. Όσο η ΝΔ διατηρεί προβάδισμα της τάξεως των 7-8 μονάδων έχει άνεση κινήσεων. Η μεγάλη, όμως, έξαρση της πανδημίας και το κίνημα των ανεμβολίαστων, σε συνδυασμό με το κύμα ακρίβειας και την προβληματική οικονομική κατάσταση νοικοκυριών και επιχειρήσεων έχουν αρχίσει να ροκανίζουν το δημοσκοπικό προβάδισμα των “γαλάζιων”, παρότι ο ΣΥΡΙΖΑ με διάφορες κινήσεις του φροντίζει να ρίχνει νερό στον μύλο των αντιπάλων του.
Για προφανείς λόγους ο Μητσοτάκης θα στήσει κάλπες όταν αρχίσει να διαπιστώνει από τις μυστικές δημοσκοπήσεις ότι η διαφορά μειώνεται. Θα ήταν πολιτικά ανόητος να άφηνε το “γαλάζιο” προβάδισμά να εξανεμισθεί. Επειδή, λοιπόν, για τους προαναφερθέντες λόγους το επόμενο διάστημα η πολιτική-εκλογική φθορά της κυβέρνησης θα ενταθεί, όλα δείχνουν ότι το 2022 θα είναι έτος εκλογών.
Το εάν θα στήσει κάλπες την άνοιξη, τον Ιούνιο ή το φθινόπωρο θα εξαρτηθεί από τις συνθήκες που θα επικρατούν. Κανείς πρωθυπουργός δεν πάει σε πρόωρες εκλογές για να χάσει. Γι’ αυτό και δεν θα περιμένει την τελευταία στιγμή για να στήσει κάλπες. Θα τις στήσει όσο ακόμα νοιώθει ασφαλής ότι θα είναι πρώτο κόμμα και μάλιστα με σαφή διαφορά. Αυτό έχει κρίσιμη σημασία, επειδή μόνο εάν η ΝΔ είναι πρώτο κόμμα με καθαρή διαφορά θα αποκλείσει το ενδεχόμενο από τη Βουλή της απλής αναλογικής να προκύψει κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΚΙΝΑΛ με προσθήκη Βαρουφάκη.
Ο Μητσοτάκης έχει εξαρχής ξεκαθαρίσει ότι δεν πρόκειται να εισέλθει σε διαπραγματεύσεις για τον σχηματισμό κυβέρνησης από τη Βουλή που θα προκύψει με την απλή αναλογική. Θα ξαναπάει “κολλητά” σε εκλογές, οπότε η Βουλή θα προκύψει από την εκδοχή της ενισχυμένης αναλογικής που η δική του κυβέρνηση νομοθέτησε. Στην πραγματικότητα, ο Μητσοτάκης δεν έχει πολλές επιλογές ως προς τον χρόνο των εκλογών. Η χειμερινή περίοδος που έχουμε αρχίσει να διανύουμε αναμένεται εξαιρετικά δύσκολη και στο επίπεδο της πανδημίας και στο επίπεδο της οικονομίας, ενώ ήδη ανιχνεύεται έντονος θυμός σε ολοένα και περισσότερους πολίτες.
Κλίμα εκτάκτου ανάγκης
Αν και η πανδημία καλπάζει, έχει πάψει πλέον να επικαλύπτει τα άλλα προβλήματα της καθημερινότητας, ειδικότερα τα οικονομικά. Το κλίμα εκτάκτου ανάγκης που δικαιολογημένα επικράτησε λόγω κορονοϊού διαμόρφωσε το προηγούμενο διάστημα μία αντίστοιχη ψυχολογία στους πολίτες, η οποία μπορεί να αποδοθεί με το “μπόρα είναι θα περάσει”. Η μπόρα, όμως, δεν λέει να περάσει και επιπροσθέτως διαψεύδεται η προσδοκία μίας ταχείας επιστροφής στην προ κορονοϊού κατάσταση, όπου ήταν διάχυτη η ελπίδα ότι η Ελλάδα είχε εισέλθει σε τροχιά ανάκαμψης. Αυτό σημαίνει ότι ο χειμώνας 2021-2022 θα είναι επώδυνος για επιχειρήσεις και νοικοκυριά, αλλά και πολιτικά δύσκολος για την κυβέρνηση.
Προβάλλεται συχνά το επιχείρημα ότι προσεχώς τα κονδύλια από το ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης θα αρχίσουν να ρέουν, δημιουργώντας μία θετική δυναμική στην ελληνική οικονομία με αντιστοίχως θετικές πολιτικές επιπτώσεις για την κυβέρνηση. Με αυτή την έννοια –κατά το ίδιο επιχείρημα– ο Μητσοτάκης δεν θα έχει πίεση να στήσει κάλπες το 2022. Η εκτίμησή μου είναι ότι οι πόροι αυτοί ούτε θα εισρεύσουν άμεσα, ούτε πολύ περισσότερο ο όποιος θετικός αντίκτυπός τους θα φθάσει στην τσέπη των μικρομεσαίων το 2022. Χειρότερα θα είναι δε τα πράγματα εάν μετά την έξοδο από την πανδημία, όποτε αυτή λάβει χώρα, το Βερολίνο επαναφέρει την Ευρωζώνη και ειδικότερα την υπερχρεωμένη Ελλάδα στις προ κορονοϊού αυστηρές δημοσιονομικές ράγες.
Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι δεν είναι πολιτικά φρόνιμο για τον Μητσοτάκη να αφήσει το 2022 να περάσει χωρίς κάλπες. Ειδικά όταν το προβάδισμά της θα αρχίσει να διαβρώνεται με μεγαλύτερη ή μικρότερη ταχύτητα. Κατά συνέπεια, με όρους πολιτικού ορθολογισμού, η πρόβλεψη για διπλές εκλογές μέσα στο 2022 συγκεντρώνει μακράν τις περισσότερες πιθανότητες, εκτός, βεβαίως, απροόπτου.
Κάλπες και πάλι κάλπες
Εάν η ΝΔ –όπως εκτιμώ– δεν κατορθώσει στις δεύτερες εκλογές (με ενισχυμένη αναλογική) να αποσπάσει αυτοδυναμία, μπορεί βασίμως να ελπίζει πως θα βρει στο ΚΙΝΑΛ τον κυβερνητικό εταίρο για να εξασφαλίσει την αναγκαία κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Εάν το ΚΙΝΑΛ αρνηθεί, η χώρα θα οδηγηθεί κολλητά σε τρίτες εκλογές, οι οποίες εκ των πραγμάτων θα μετατραπούν σε μονομαχία ΝΔ-ΣΥΡΙΖΑ. Το ΚΙΝΑΛ θα συνθλιβεί, ενώ μεγάλη εκλογική πτώση θα υποστούν και τα άλλα μικρότερα κόμματα, επειδή η οικονομία θα έχει ταλαιπωρηθεί από τις τρεις διαδοχικές εκλογικές αναμετρήσεις και η ανάγκη να κυβερνηθεί η χώρα θα προκαλέσει την πιο ακραία πόλωση.
Παρά το γεγονός ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει επανειλημμένως προκαλέσει την κοινή γνώμη με πράξεις και παραλείψεις της, με αποτέλεσμα να έχει δυσαρεστήσει ακόμα και δεδηλωμένους ψηφοφόρους της, προς το παρόν τουλάχιστον διατηρεί καθαρό προβάδισμα για δύο λόγους:
- Πρώτον, επειδή ο κορμός του μιντιακού συστήματος την στηρίζει όσο καμία άλλη κυβέρνηση από την μεταπολίτευση μέχρι τώρα. Και κυρίως τηρεί αρνητική στάση έναντι της αξιωματικής αντιπολίτευσης, αποδομώντας την σε κάθε ευκαιρία.
- Δεύτερον, επειδή δύο χρόνια μετά την τριπλή εκλογική ήττα του το 2019, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει βρει αξιόπιστο αντιπολιτευτικό βηματισμό. Σε αντίθεση με την περίοδο 2012-15 που τον οδηγούσε στη νίκη το αντιμνημονιακό κύμα, τώρα καλείται να πείσει ότι αποτελεί αξιόπιστη και εποικοδομητική εναλλακτική λύση στο πρόβλημα της διακυβέρνησης. Η προς το παρόν αποτυχία του αποδεικνύεται από το γεγονός ότι δεν καταφέρνει να εισπράξει εκλογικά την δυσαρέσκεια που προκαλεί στο εκλογικό σώμα η κυβέρνηση Μητσοτάκη.
Με την πάροδο του χρόνου, όμως, οι πολίτες θα είναι λιγότερο επιεικείς με την κυβέρνηση. Το γεγονός ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν πείθει διευκολύνει την κυβέρνηση, αλλά η λαϊκή δυσαρέσκεια αργά ή γρήγορα κάπως θα εκφρασθεί. Με μαθηματική ακρίβεια, από ένα χρονικό σημείο ο σημερινός σκεπτικισμός θα μετατραπεί σε πολιτική δυσαρέσκεια και η πολιτική δυσαρέσκεια σε αρνητική ψήφο. Το έργο το έχουμε ξαναδεί.