Ο τυφώνας του προέδρου της JP Morgan Jamie Dimon
08/06/2022Οι πρόσφατες δηλώσεις του ελληνικής καταγωγής προέδρου και διευθύνοντος συμβούλου του τεράστιου χρηματοπιστωτικού φορέα της JP Morgan Chase Jamie Dimon, ότι επέρχεται τυφώνας όχι μόνον χρηματοοικονομικής, αλλά δραματικά ευρύτερης κρίσης, προκαλούν αίσθηση και αναταραχή που υπερβαίνει τα όρια των χρηματοοικονομικών κύκλων. Κατά τον Jamie Dimon, υπάρχουν δύο επικίνδυνοι αρνητικοί παράγοντες που προμηνύουν τον τυφώνα.
Ο πρώτος παράγοντας εδράζεται στην καθυστερημένη απόφαση της Κεντρικής Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ (Federal Reserve-FED) να προχωρήσει σε πιστωτική συρρίκνωση (Quantitative Tightening-QT), διακόπτοντας κατά 95 δισεκατομμύρια δολάρια από τον Ιούνιο την ανανέωση του δημοσίου χρέους, με νέες εκδόσεις ομολόγων.
Ο άλλος πηγάζει από την κρίση της Ουκρανίας και τα τρομακτικά πλήγματα που προκαλεί στις αγορές αγαθών και φυσικών πόρων, όπου κατά τον Dimon, μόνον οι τιμές του αργού πετρελαίου προβλέπεται να κινηθούν προς τα 150 δολάρια το βαρέλι κατά τη θερινή περίοδο και ίσως αναρριχηθούν και στα ακραία επίπεδα των 175 δολαρίων. Σύμφωνα με την Διεθνή Υπηρεσία Ενέργειας (International Energy Agency-IEA) η μείωση της παραγωγής της Ρωσίας θα κινηθεί κατά το δεύτερο εξάμηνο του 2022 στα τρία εκατομμύρια βαρέλια ανά ημέρα, με κυριότερο αίτιο τις κυρώσεις των δυτικών.
Εάν όμως επαληθευθεί η εκτίμηση της IEA, από την στιγμή που η συνολική αύξηση της παραγωγής από τα στρατηγικά αποθέματα και τον OPEC+ θα φθάνει τα 1.680.000 βαρέλια ανά ημέρα, ενώ η ρωσική παραγωγή θα έχει μειωθεί κατά 3.000.000 βαρέλια σε ημερήσια βάση, η προσφορά θα εμφανίζει ανά ημέρα μία υστέρηση της τάξης των 1.320.000 βαρελιών. Αυτή η απλή εξίσωση οδηγεί και τους αναλυτές της Bank of America (BofA) να προβλέπουν άνοδο της τιμής του αργού στα 150 δολάρια ανά βαρέλι, με πιθανή αποκλιμάκωση προς τα τέλη του 2022 στα 104 δολάρια και κατά το 2023 στα 100.
Έρχεται οικονομικός τυφώνας
Σε πρόσφατη χρηματοοικονομική διάσκεψη αναλυτών και επενδυτών στην Νέα Υόρκη (31/05/2022), ο Dimon αποκαλύπτει πως προετοιμάζει τον μεγαλύτερο χρηματοπιστωτικό όμιλο της χώρας, τον οποίο και διοικεί, για έναν χρηματοοικονομικό τυφώνα και συμβουλεύει τους επενδυτές να λάβουν επίσης τα μέτρα τους. Ο ίδιος εξηγεί πως μόλις προ διμήνου είχε εκτιμήσει πως πρόκειται για καταιγίδα, αλλά δυστυχώς οι εξελίξεις προδικάζουν δραματικά χειρότερες συνθήκες, ότι επέρχεται τυφώνας, με μοναδική άγνωστη παράμετρο το μέγεθος της κατηγορίας έντασης του τυφώνα.
Από τα τέλη του 2021, οι τιμές των μετοχών, ειδικά του κλάδου ψηφιακής τεχνολογίας κινούνται καθοδικά, με τους επενδυτές να προετοιμάζονται για την λήξη της εποχής του χαμηλού κόστους χρήματος. Ο πληθωρισμός κινείται στα υψηλότερα επίπεδα των τελευταίων πέντε δεκαετιών, τροφοδοτούμενος από τις ανατροπές στις εφοδιαστικές αλυσίδες και την υγειονομική κρίση, με τις αγορές να τρομοκρατούνται με το ενδεχόμενο μίας ύφεσης, όταν πλέον η FED θα αποφασίσει επιτέλους να καταπολεμήσει την οδυνηρή άνοδο των τιμών.
Αν και οι τιμές των μετοχών εμφανίζουν τάσεις ανάκαμψης με μοχλό την ελπίδα αναχαίτισης των πληθωριστικών πιέσεων, ο Dimon δεν τρέφει αυταπάτες. Προειδοποιεί μάλιστα πως η σχετική ηρεμία αυτής της περιόδου που βασίζεται κυρίως στην προσδοκία πως η FED έχει την δυνατότητα να διαχειρισθεί την επικίνδυνη κατάσταση, δεν πρόκειται να επαληθευθεί, από την στιγμή αντί της καταιγίδας, έρχεται τυφώνας.
Η πιστωτική συρρίκνωση
Η πιστωτική συρρίκνωση (Quantitative Tightening-QT), κατά την άποψη του Dimon, με μείωση από τον Ιούνιο κατά $95 δισεκατομμύρια της ανανέωσης των ομολογιακών εκδόσεων, αποτελεί από πλευράς μεγέθους μία ανεπανάληπτη ιστορικά κίνηση, που θα καταγραφεί και θα μελετάται για τις επόμενες τουλάχιστον πέντε δεκαετίες από τους ιστορικούς της οικονομίας. Η προηγηθείσα πιστωτική επέκταση, έχει ήδη πυροδοτήσει την κρίση με πρώτο σύμπτωμα την ανάδυση των αρνητικών επιτοκίων, ένα τεράστιο σφάλμα κατά τον τραπεζίτη.
Κατά την περίοδο 2020-2021, η ομοσπονδιακή κεντρική κυβέρνηση, αποφασίζει μία πιστωτική επέκταση (Quantitative Easing-QE) της τάξης των 4,4 τρισεκατομμυρίων δολαρίων, που ισοδυναμεί με το 18% του ΑΕΠ του 2021 και ένα επιπλέον τεράστιο χρηματοδοτικό πρόγραμμα της τάξης των πέντε τρισεκατομμυρίων, που αντιστοιχεί στο 21% του ΑΕΠ της ιδίας περιόδου. Η οικονομία σταθεροποιείται, οι αγορές κινούνται μετά την πρώτη καθίζηση ανοδικά και οι εταιρείες αντλούν με απίστευτη ευχέρεια τεράστια κεφάλαια, αλλά από την άλλη πλευρά προκαλούνται αναπόφευκτα πληθωριστικές πιέσεις.
Κατά την διάρκεια της ιδίας περιόδου σημειώνονται παράλληλα αποκλίσεις σε πολλούς τομείς, με τις σημαντικότερες στην αγορά εργασίας, όπου δύο εκατομμύρια εργαζόμενοι αποσύρονται με πρώιμη συνταξιοδότηση και οι μετανάστες εργάτες μειώνονται κατά ένα εκατομμύριο, λόγω μεταβολών στην μεταναστευτική πολιτική των ΗΠΑ. Από την άλλη πλευρά η τεραστίων διαστάσεων διάσωση της αμερικανικής οικονομίας, δημιουργεί 11 εκατομμύρια νέες θέσεις εργασίας, πλην όμως οι ενδιαφερόμενοι να εργασθούν μειώνονται κατά πέντε εκατομμύρια.
Η κατάσταση αυτή έχει δημιουργήσει, όπως εξηγεί ο Dimon, μία τεράστια ρευστότητα στο σύστημα, με αποτέλεσμα οι κεντρικές τράπεζες να στερούνται πλέον άλλων επιλογών, οπότε μέσω της πιστωτικής συρρίκνωσης επιχειρούν να περιορίσουν την ρευστότητα, να ανακόψουν την κερδοσκοπία και μεταξύ των άλλων να αποσυμπιέσουν και την απότομη άνοδο των τιμών στον χώρο της στέγασης.
Παράλληλα η κρίση στην Ουκρανία, επηρεάζει τις αγορές των αγαθών συμπεριλαμβανομένων της ενέργειας και των ειδών διατροφής, αφού πάντοτε οι πολεμικές συγκρούσεις, επιτρέπουν την ανάδυση ασύμμετρων κινδύνων και οι ΗΠΑ κατά τον τραπεζίτη δεν έχουν λάβει τα κατάλληλα μέτρα προστασίας της Ευρώπης, που αποτελεί και το μεγαλύτερο θύμα των έκρυθμων καταστάσεων.
Προετοιμάζει η JP Morgan
Με την εκδήλωση της χρηματοοικονομικής κρίσης του 2008, οι κεντρικές τράπεζες, οι αντίστοιχες εμπορικές και οι οίκοι συναλλαγών στις αγορές συναλλάγματος, αποτελούν τις τρείς βασικές ομάδες αγοραστών των ομολόγων του αμερικανικού δημοσίου, υπενθυμίζει ο Dimon. Όμως οι ομάδες αυτές δεν διαθέτουν πλέον την κεφαλαιουχική δυναμικότητα ή την διάθεση να απορροφήσουν τους δραστικά μεγαλύτερους όγκους ομολόγων που θα απαιτήσει η τρέχουσα κρίση. Υπάρχει μία τεράστια μεταβολή στην ροή των κεφαλαίων ανά τον κόσμο, σημειώνει ο τραπεζίτης, αν και όπως εξομολογείται προετοιμάζεται για μία τρομακτικά ευμετάβλητη αγορά με απρόβλεπτες διακυμάνσεις.
Όπως αποκαλύπτει, ο τυφώνας επέρχεται και η JP Morgan Chase προετοιμάζεται, με πρώτο βήμα να ωθεί τους πελάτες της να μετατοπισθούν από τις χαμηλότερης ποιότητας τρέχουσες καταθέσεις (non-operating deposits) που κινούνται αυθημερόν, σε άλλα χρηματοοικονομικά εργαλεία, όπως τα επενδυτικά κεφάλαια των αγορών συναλλάγματος. Αυτή η τακτική επιτρέπει στην JP Morgan Chase να διαχειρίζεται τις κεφαλαιακές ανάγκες της σύμφωνα με τις διεθνείς προδιαγραφές και τους σχετικούς κανονισμούς, διατηρώντας την δυνατότητα να απορροφήσει μία έκρηξη των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Η αβεβαιότητα που κυριαρχεί στην κεφαλαιαγορά, απαιτεί κατά τον Dimon, να αποβληθούν οι χαμηλότερης ποιότητας τρέχουσες καταθέσεις, ώστε να προστατευθούν οι τράπεζες και οι πελάτες τους να αντιμετωπίσουν δυσμενέστερες καταστάσεις. Ταυτόχρονα επιβάλλεται να απομακρυνθούν οι τράπεζες από την χορήγηση ενυπόθηκων δανείων με εγγύηση του δημοσίου, λόγω του ότι στον τομέα αυτό ο όγκος των μη εξυπηρετούμενων δανείων αναμένεται να κυμανθεί από 5% έως 10% του συνόλου.
Οι παραινέσεις του έμπειρου τραπεζίτη με επίκεντρο την αύξηση με κάθε τρόπο της ρευστότητας, συμπίπτουν με ανάλογες της Bank of America (BofA), όταν προ μηνός προτρέπει με σχετική της έκθεση τους επενδυτές να αυξήσουν άμεσα την ρευστότητα των θέσεων τους, διακρατώντας όσο το δυνατόν περισσότερα μετρητά.