Ποιος είναι ο Λέοναρντ Στερν που επαναπατρίζει 161 κυκλαδικές αρχαιότητες
10/09/2022Ο επαναπατρισμός 161 –μοναδικής αξίας– κυκλαδικών αρχαιοτήτων δεν θα μπορούσε να περάσει στα ψιλά. Πόσο μάλλον όταν επιστρέφονται οικειοθελώς στην Ελλάδα από τον γνωστό Αμερικανό επιχειρηματία Λέοναρντ Στερν, στην ιδιοκτησία του οποίου βρίσκονταν μέχρι σήμερα. Οι πρώτες δεκαπέντε αρχαιότητες θα φτάσουν σύντομα στην Αθήνα για να παρουσιαστούν για πρώτη φορά στην έκθεση του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης που θα ξεκινήσει την 1η Νοεμβρίου και θα διαρκέσει ένα χρόνο. Ανάμεσα στις άγνωστες αρχαιότητες, που αξιολόγησαν οι υπηρεσίες του Υπουργείου Πολιτισμού, υπάρχουν σπάνια κυκλαδικά ειδώλια, όπως για παράδειγμα ειδώλιο ύψους 132 εκατοστών και ένα διπλό ειδώλιο που χρονολογείται στην 3η χιλιετία π.Χ.
Δύο χρόνια διήρκεσαν οι μυστικές διαπραγματεύσεις για να πειστεί ο Αμερικανός, να “δωρίσει” τη συλλογή του στην Ελλάδα. H υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη χειρίστηκε προσωπικά την υπόθεση, σε συνεργασία με την ηγεσία του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης. Όλα άρχισαν όταν ο Στερν προσέγγισε το Metropolitan (Μητροπολιτικό Μουσείο Νέας Υόρκης) για να δωρίσει τη συλλογή, κι αυτό αμέσως ενημέρωσε τις ελληνικές αρχές, ρωτώντας αν γνωρίζει τη συγκεκριμένη συλλογή.
Αμέσως μετά, ιδρύθηκε ένας ενδιάμεσος φορέας, το Ινστιτούτο Αρχαίου Ελληνικού Πολιτισμού με έδρα το Ντέλαγουερ, στο οποίο ο συλλέκτης δώρισε τη συλλογή του με τα φορολογικά οφέλη που προβλέπει η αμερικανική νομοθεσία. Τα γλυπτά θα εκτεθούν σε ειδική αίθουσα του Metropolitan για 50 χρόνια, όμως με την αναγραφή σε κάθε ένα από αυτά ότι ανήκουν στην Ελληνική Δημοκρατία και με ισχυρή την ένδειξη “δάνειο” σε κάθε ένα από αυτά.
Ο δισεκατομμυριούχος που έφτασε προ ημερών στην Αθήνα, ώστε να διευθετήσει τα της μεταφοράς, είχε κάποτε χαρακτηριστεί ως ο πιο αδίστακτος επιχειρηματίας της Νέας Υόρκης. Ο πατέρας του, Μαξ Στερν, ήταν αυτός που ξεκίνησε την επιχειρηματική δυναστεία, η αξία της οποίας σήμερα ξεπερνάει τα 6,2 δισ. δολάρια. Ο πατριάρχης μετανάστευσε στις ΗΠΑ από τη Φούλντα της Γερμανίας το 1926, σε ηλικία 28 ετών.
Με κεφάλαιο… καναρίνια
Η επιχείρηση κλωστοϋφαντουργίας που διατηρούσε είχε μόλις πτωχεύσει και στη Γερμανία επικρατούσε κοινωνική, οικονομική και πολιτική αναταραχή. Έτσι, αποφάσισε να πραγματοποιήσει το δύσκολο ταξίδι στην άλλη άκρη του Ατλαντικού, έχοντας στην κατοχή του μονάχα 5.000 καναρίνια. Αποτελούσαν την αποπληρωμή ενός δανείου που είχε λίγα χρόνια νωρίτερα δώσει σε ένα οικογενειακό φίλο, ο οποίος αδυνατούσε να τον ξεπληρώσει διαφορετικά και έτσι του έδωσε τη μοναδική περιουσία που του είχε απομείνει και θα βοηθούσε τον δανειοδότη Μαξ Στερν στη νέα του ζωή.
Η παράδοξη αυτή πληρωμή, η υπέρμετρη φιλοδοξία του Μαξ Στερν και το αδιαμφισβήτητο επιχειρηματικό του δαιμόνιο συνέβαλαν στην μετατροπή του νεοαφιχθέντα μετανάστη σε έναν από τους μεγαλύτερους εισαγωγείς ζώων στις ΗΠΑ. Σύμφωνα με τα Μίντια της εποχής, ήταν ο Στερν που σύστησε τα καναρίνια στα αμερικανικά νοικοκυριά, εδραιώνοντας ένα νέο είδος κατοικιδίου σε πολύ χαμηλή τιμή.
Ενώ οι άλλοι πουλούσαν ένα καναρίνι είκοσι δολάρια, εκείνος το έδινε έξι. Ξαφνικά, το αμερικανικό όνειρο για ένα κατοικίδιο για όσους δεν είχαν τον χώρο, τον χρόνο, τη διάθεση, αλλά και τα χρήματα να συντηρήσουν ένα σκύλο, ή μια γάτα, απέκτησε εναλλακτική λύση. Παρότι, δεν μιλούσε λέξη αγγλικά, το 1932 ο Μαξ Στερν είχε ήδη χριστεί ο μεγαλύτερος εισαγωγέας ζώων στην Αμερική. Μόλις δώδεκα χρόνια μετά την μετοίκισή του στις ΗΠΑ ίδρυσε την εταιρεία συσκευασμένων τροφών για πτηνά με την επωνυμία Hartz Mountain. Την εποχή εκείνη γεννήθηκε και ο Λέοναρντ.
Τα πρώτα βήματα του Λέοναρντ Στερν
Σε αυτή την εταιρεία εντάχθηκε και ο δευτερότοκος γιός της οικογένειας, Λέοναρντ. Ο νεαρός Λέοναρντ Στερν φοίτησε στο yeshiva (ένα εβραϊκό σχολείο) και ονειρευόταν να ασχοληθεί με τις επιχειρήσεις, αν και όχι απαραίτητα στο πλευρό του πατέρα του. Ο τελευταίος, αν και εμπορευόταν ζώα δεν τα πολυσυμπαθούσε. Όταν ο Λέοναρντ Στερν έφερε στο σπίτι έναν πίθηκο που ανακουφίστηκε στα πολυτελή καλύμματα και χαλιά του σπιτιού, οι γονείς του Μαξ και Χίλντα έδωσαν εντολή στον γιο τους να στείλει τη μαϊμού από εκεί που ήρθε, αλλιώς θα την ακολουθούσε. Ο Λέοναρντ την ξεφορτώθηκε, αλλά μετά έφερε στο σπίτι μια ζωντανή πάπια, την οποία οι γονείς του έδιωξαν μετά από τέσσερις ώρες!
Είχε μόλις αποφοιτήσει από το Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης το 1959 με πτυχίο στα οικονομικά. Ήταν εκείνος που επέμεινε και επέβλεψε στο να επεκταθούν στην ανάπτυξη ακινήτων τη δεκαετία του 1960. Ο νεαρός αγόρασε δύο εκτάσεις άγονων ελών συνολικής έκτασης άνω των 1.250 στρεμμάτων σε περιοχή του Νιου Τζέρσεϊ, λίγα χιλιόμετρα από το κέντρο του Μανχάταν. Είχε, μάλιστα, μόλις εξαγοράσει το μερίδιο των αδελφών του, αποκτώντας την απόλυτη κυριότητα της εταιρείας.
Την ίδια εποχή, η ακίνητη περιουσία της εταιρείας είχε αυξηθεί σε περισσότερα από 35 εκατομμύρια τετραγωνικά μέτρα. Παράλληλα, η Hartz Mountain διευρύνθηκε στις εκδόσεις, αλλά και στον καθαρισμό χαλιών, εξαγοράζοντας την εταιρεία Carpet Magic Co. Στις αρχές της δεκαετίας του 1970, το περιοδικό Fortune συνέταξε μια λίστα με 39 δυναμικούς επιχειρηματίες που είχαν εισέλθει στις τάξεις των υπερπλούσιων της Αμερικής, με περιουσία πάνω από 50 εκατ. δολάρια.
Η φυλή των αυτοδημιούργητων
Αυτή η νέα φυλή αυτοδημιούργητων εκατομμυριούχων περιλάμβανε ένα μείγμα πραγματιστών-ιδεαλιστών. Στην κορυφή της λίστας φιγουράριζε το όνομα του Λεονάρντ Στερν, ο οποίος δεν είχε καν κλείσει τα τριάντα πέντε του, με καθαρή περιουσία μισό δισ. δολάρια. Οι επιχειρηματικές περγαμηνές του Λέοναρντ Στερν και η δυσθεώρητη περιουσία του το μετέτρεψαν σε μία από τις πιο αναγνωρίσιμες φιγούρες της Νέας Υόρκης. Εκτός από ουρανοξύστες, έγινε ο ιδιοκτήτης του μοδάτου New York Soho ξενοδοχείου και του Tribeca Grand Hotel. Την ίδια εποχή αγόρασε και την εμβληματική εβδομαδιαία εφημερίδα The Village Voice.
Συναγωνιζόταν με τον Ντόναλντ Τραμπ, με τον οποίο είχαν και μία δημόσια διαμάχη που μεταφέρθηκε στα τηλεοπτικά δίκτυα και στα περιοδικά. Μετά από εκατέρωθεν βρισιές και αντεγκλήσεις, με αποκορύφωμα την δήλωση Τραμπ σε ένα ταμπλόιντ πως η νέα σύζυγος του Λέοναρντ Στερν και πρώην μοντέλο, Άλισον, του είχε τηλεφωνήσει επανειλημμένα για ραντεβού, αλλά εκείνος είχε απορρίψει το φλερτ της.
Ο Λέοναρντ Στερν απάντησε, ξοδεύοντας τουλάχιστον ένα εκατομμύριο δολάρια για να χρηματοδοτήσει ένα τηλεοπτικό ντοκιμαντέρ που αποδομούσε τον αντίπαλό του υπό τον τίτλο “Τραμπ: Ποια είναι η συμφωνία;” Όταν ο παραγωγός του ντοκιμαντέρ δεν κατάφερε να το προωθήσει σε κάποιον από τους τηλεοπτικούς σταθμούς της Νέας Υόρκης, ο Λέοναρντ Στερν κάλεσε δημοσιογράφους στο γραφείο του. Ήταν η πρώτη φορά από τότε που είχε αναλάβει την εταιρεία του πατέρα του, που ο ιδιαίτερα μυστικοπαθής Λέοναρντ Στερν, 52 ετών τότε, αποφάσισε να παραχωρήσει μια εκ βαθέων προσωπική συνέντευξη.
Τότε, βηματίζοντας πάνω-κάτω στο βελούδινο και γεμάτο αντίκες σαλόνι του, αποκάλυψε τον αντιφατικό του χαρακτήρα. Σύμφωνα με τους παρευρισκόμενους, αντανακλούσε μια σκοτεινή, άγρια ομορφιά, με τα σμιλεμένα ζυγωματικά και το ψηλό μέτωπο. Φίλοι του υποστήριζαν ότι από τη μία στιγμή στην άλλη μπορούσε να μετατραπεί από έναν αφοπλιστικά ζεστό, σοφό τύπο σε έναν οξύ, σκληρό επιχειρηματία.
Με τεράστιο “εγώ”
Όσοι έχουν συνεργαστεί μαζί του κάνουν λόγο για έναν μικροσκοπικό τύπο με έναν τεράστιο εγωισμό. Το ένα λεπτό μπορεί να είναι γοητευτικός, ευγενικός, με σεβασμό και διακριτικός. Το επόμενο είναι βάναυσος, άσχημος, ουρλιάζοντας. Είναι επίσης γνωστός ως αδίστακτος ανταγωνιστής που δεν θα σταματήσει σε τίποτα για να κερδίσει, εξοντώνοντας ακόμη και τον πιο μικρό αντίπαλο. Έχει επιβεβαιώσει τις φήμες, κλείνοντας το περιοδικό “7 Days”, μια δημοφιλή εβδομαδιαία εφημερίδα του Μανχάταν που φημιζόταν για τη νεανική της προσέγγιση και τα προκλητικά άρθρα της.
Με την έντονη νεοϋορκέζικη προφορά του, ο Λέοναρντ Στερν περέπεμπε σε ένα παιδί της πόλης, έναν μαχητή του δρόμου, έναν δισεκατομμυριούχο που αρνιόταν να δίνει παραπάνω φιλοδώρημα. Κυκλοφορούν ιστορίες για το πόσο σφιχτός είναι. Επιβλέπει όλες τις συμφωνίες, τσακώνεται για διαφορά λίγων χιλιάδων δολαρίων και πέρασε τα χρόνια της οικονομικής άνθησης της δεκαετίας του 1980, χωρίς να στοιχηματίσει ούτε σεντ σε μετοχές και ομόλογα.
Η σχέση με τη φιλανθρωπία
Αυτό δεν τον εμπόδισε να προσφέρει 30 εκατ. δολάρια πριν από 30 χρόνια στο Business School του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης, στο οποίο δόθηκε το όνομά του. Έχει επίσης συγκεντρώσει 100 εκατ. για τους άστεγους της πόλης του. Περιγράφοντας την ανατροφή του ως «άνετη», ο Λέοναρντ Στερν δήλωσε κάποτε στη Wall Street Journal ότι η φιλανθρωπία «ήταν απλώς μέρος της ζωής του… Είμαι γιος ενός πατέρα μετανάστη που περνούσε το 40% του χρόνου του στην κοινοτική εργασία».
Τα καστανά μάτια του έμοιαζαν ψυχρά και αδυσώπητα, εκτός από τις στιγμές που μίλησε για τα παιδιά και τη σύζυγό του. Τότε, αυτά πρόδιδαν μια έντονη αφοσίωση. Η πρώτη σύζυγός του Τζούντιθ Φάλκ ήταν ψυχολόγος. Παντρεύτηκαν το 1962 και απέκτησαν τρία παιδιά: τον Εμμάνουελ, τον Έντουαρντ και την Αντρέα. Το ζευγάρι χώρισε στα μέσα της δεκαετίας του 1980 και ο Λέοναρντ παντρεύτηκε ξανά.
Φίλοι του δήλωσαν στη Wall Street Journal ότι η Άλισον είχε θετική επίδραση στον Λέοναρντ Στερν, εμπνέοντάς τον να μην εργάζεται 24 ώρες το 24ωρο. Διοργάνωνε πάρτι και καλούσε διάσημους καλεσμένους στο πολυτελές γιοτ 90 μέτρων. Το ζευγάρι φωτογραφήθηκε, μάλιστα, σε μία από τις επαύλεις που τους ανήκουν στη Νέα Υόρκη, στην Πέμπτη Λεωφόρο. Κατά τη διάρκεια αυτών των συγκεντρώσεων αποκάλυψε και την αγάπη του για την τέχνη.
Έρωτας με τα κυκλαδικά
«Γνωρίζει ιδιαίτερα την ελληνορωμαϊκή τέχνη και έχει μια πολύ εκτενή συλλογή που περιλαμβάνει την τέχνη του Βαν Γκογκ και του Μοντιλιάνι, μεταξύ άλλων», δήλωνε χρόνια νωρίτερα ένας επί χρόνια φίλος του. Λίγα πράγματα είναι γνωστά για την προέλευση και τη νομιμότητα της συλλογής του Λέοναρντ Στερν. Συγκροτήθηκε στη δεκαετία του 1970. Αυτό σημαίνει ότι δεν εμπίπτει στους όρους της Σύμβασης της UNESCO για την παρεμπόδιση και πρόληψη της παράνομης εισαγωγής, εξαγωγής και μεταφοράς κυριότητας πολιτιστικών αγαθών, εν αντιθέσει με άλλες συλλογές που θεωρήθηκαν προϊόντα παράνομου εμπορίου και οι διαδικασίες ήταν εισαγγελικές.
Στη δεκαετία του 1990 είχε δανείσει 10 αγάλματα της προσωπικής του συλλογής στην έκθεση Merrin. Τότε είχε δηλώσει ότι δεν είναι σίγουρος ότι θα είχε συγκινηθεί τόσο πολύ από την κυκλαδίτικη τέχνη αν είχαν επιζήσει οι ζωγραφικές επιφάνειες. «Όλοι κρίνουμε την ομορφιά με τις αποχρώσεις της δικής μας οπτικής... Τα κυκλαδίτικα γλυπτά μου λένε κάτι και δεν είμαι σίγουρος γιατί».
Αν και αυτές οι μορφές εμφανίζονται πάντα κάθετα, σκαλίστηκαν ως οριζόντια ταφικά έργα. Ο Λεοναρντ Στερν τοποθέτησε στο σπίτι του κάποτε τις φιγούρες του οριζόντια, όπως θα ήταν σε νεκροταφεία. «Είναι ένα τρανταχτό συναίσθημα. Το βρίσκω μυστικιστικό και πνευματικά διεγερτικό. Αλλά δεν νιώθω την ίδια ευχαρίστηση κοιτάζοντάς τα». Σε μία συνέντευξη είχε αποκαλύψει ότι ονειρευόταν να κατέχει την κυκλαδίτικη τέχνη από τότε που ήταν έξι ετών. «Είδα μια φωτογραφία ενός κυκλαδίτικου είδωλου και την κρέμασα πάνω από το κρεβάτι μου. Μέχρι τα 15 μου, ξόδεψα έξι εβδομάδες από το χαρτζηλίκι μου για ένα βιβλίο με το θέμα αυτό».
Το 2015, ο γιος του Έντι είναι που διαδέχθηκε τον πατέρα του ως πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας. Δεκαετίες νωρίτερα, είχε δηλώσει και στα τρία του παιδιά: ή έρχεστε να εργαστείτε εδώ, ή πουλάω την επιχείρηση. Όλα δέχθηκαν την προσφορά του ασμένως. Ξεκίνησαν με περιορισμένες ευθύνες. Ο Εμμανουέλ εργάστηκε στο τμήμα λιανικής ακινήτων και δεν άργησε να καταστεί σαφές ότι αυτός είναι που θα διαδεχθεί ουσιαστικά τον απαιτητικό πατέρα του. Ένα πατέρα που δεν έχει αφήσει μονάχα ισχυρό αποτύπωμα στην αμερικανική επιχειρηματική σκηνή, αλλά ταυτίζεται, μέσω της συλλογής που απέκτησε, δια παντός με την Ελλάδα.