Τι κρατάει στο παιχνίδι τον ΣΥΡΙΖΑ – Παροχές, αντιδεξιοί και “νεοπληβείοι”
10/05/2019Μετά την πολιτική-εκλογική αιμορραγία του ΣΥΡΙΖΑ, λόγω της Συμφωνίας των Πρεσπών, οι παροχές της κυβέρνησης Τσίπρα είναι δεδομένο πως λειτουργεί ως πολιτική-εκλογική αντεπίθεση του κυβερνώντος κόμματος στην τελική ευθεία προς τις ευρωκάλπες. Αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία, επειδή το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών εκ των πραγμάτων θα λειτουργήσει ως πρόκριμα και για τις εθνικές κάλπες.
Το Μαξίμου δίνει τα ρέστα του για να συρρικνώσει όσο το δυνατόν περισσότερο το προβάδισμα της ΝΔ που καταγράφουν όλες οι δημοσκοπήσεις. Σ’ αυτή την τακτική εγγράφεται και το πακέτο Τσίπρα, έστω κι αν για προφανείς λόγους ο πρωθυπουργός το εμφανίζει ως αναγκαία ανταπόδοση για τις θυσίες που υπέστησαν κυρίως τα χαμηλά εισοδηματικά στρώματα.
Σύμφωνα με αξιόπιστες πληροφορίες, εάν η ΝΔ κερδίσει με διαφορά μικρότερη των τεσσάρων μονάδων, ο πρωθυπουργός σχεδιάζει να προκηρύξει εθνικές εκλογές τον Ιούνιο, Στο Μαξίμου θεωρούν πως μία τόσο μικρή εκλογική ήττα μετά από την εφαρμογή του εξίσου επώδυνου 3ου Μνημονίου ουσιαστικά σημαίνει πολιτική νίκη. Θα ενσπείρει την απογοήτευση στο στρατόπεδο της αξιωματικής αντιπολίτευσης και κατ’ αντιδιαστολή θα φουσκώσει τα πανιά του ΣΥΡΙΖΑ σε βαθμό που να αντιστρέψει το κλίμα.
Μόνο οι ευρωκάλπες θα διαψεύσουν ή θα επιβεβαιώσουν τη στρατηγική της μικρής ήττας που ακολουθεί το Μαξίμου. Γιατί εάν η διαφορά υπερβεί τις 5-6 μονάδες τότε η πολιτική δυναμική θα μετατραπεί σε μπούμεραγκ για τον ΣΥΡΙΖΑ. Για την ακρίβεια, τον Οκτώβριο θα ηττηθεί με σημαντικά μεγαλύτερη διαφορά από τη διαφορά που θα προέκυπτε εάν οι εθνικές εκλογές είχαν γίνει μαζί με τις ευρωεκλογές.
Με όπλο τη δέσμη παροχών
Ανεξαρτήτως, πάντως, του αποτελέσματος των ευρωεκλογών, όλες οι δημοσκοπήσεις δείχνουν αυτό που φαίνεται και δια γυμνού πολιτικού οφθαλμού: ο ΣΥΡΙΖΑ έχει χάσει πολύ εκλογικό έδαφος, αλλά δεν καταρρέει. Παραμένει όχι μόνο ο αναμφισβήτητος δεύτερος πόλος του πολιτικού συστήματος, αλλά και ισχυρός πόλος. Μέχρι πρότινος, τα δημοσκοπικά ποσοστά των δύο μεγάλων κομμάτων ήταν σε γενικές γραμμές τα ποσοστά των εκλογών του Σεπτεμβρίου 2015 αντεστραμμένα. Η ΝΔ κινείτο περίπου στο ποσοστό του ΣΥΡΙΖΑ και ο ΣΥΡΙΖΑ στο ποσοστό της ΝΔ.
H ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ βαδίζει προς τις κάλπες με κύριο όπλο τη γνωστή δέσμη των παροχών και με επικουρικό όπλο τη δρομολόγηση διαδικασιών διερεύνησης υποθέσεων που έχουν οσμή σκανδάλου. Όλα αυτά τυλιγμένα με το αφήγημα ότι η έξοδος από τα Μνημόνια συνιστά γύρισμα σελίδας και είσοδο της ελληνικής οικονομίας σε τροχιά δυναμικής ανάπτυξης. Η ακύρωση της περικοπής των συντάξεων και αυτές τις ημέρες η δέσμη των παροχών ήλθε να ενισχύσει την εμβέλεια αυτού του αφηγήματος.
Στο Μαξίμου έτρεφαν και συνεχίζουν να τρέφουν την ελπίδα πως μπορούν να γυρίσουν το παιχνίδι, πως όταν θα φανούν οι παροχές στην τσέπη των νοικοκυριών το κλίμα θα αλλάξει, με αποτέλεσμα ο ΣΥΡΙΖΑ να πάει στις κάλπες με αξιώσεις πρωτιάς. Προς το παρόν, πάντως, δεν καταγράφεται τάση αντιστροφής. Όλες οι δημοσκοπήσεις εδώ και καιρό δείχνουν ότι η ΝΔ διατηρεί ένα καθαρό και κυρίως εδραιωμένο προβάδισμα, παρότι είναι διάχυτη η εντύπωση πως ο Μητσοτάκης εμφανίζει έλλειμμα ηγετικού βηματισμού.
Στην τελική ευθεία προς τις ευρωεκλογές, το παιχνίδι παίζεται μεταξύ των δύο μεγάλων κομμάτων. Το ΚΙΝΑΛ δεν κατάφερε να αποκτήσει πολιτική-εκλογική δυναμική, η οποία να το έφερνε σε απόσταση βολής από τον ΣΥΡΙΖΑ, ώστε να ελπίζει πως μπορεί κάποια στιγμή να τον υπερκεράσει εκλογικά. Είναι ακριβώς γι’ αυτό το λόγο που το κόμμα του Τσίπρα εδραιώνεται ως ο αντίπαλος πόλος της ΝΔ. Με άλλα λόγια, δείχνει να έχει κερδίσει το στρατηγικό στοίχημα. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι εάν δεν προκύψουν τεκτονικές αλλαγές, ο νόμος της εναλλαγής των κομμάτων στην εξουσία πιθανότατα θα επαναφέρει μελλοντικά τον ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία.
Οι δύο δεξαμενές
Παρά την εγκατάλειψη των επαγγελιών που το έφεραν στην εξουσία και παρά την εφαρμογή επώδυνων μνημονιακών μέτρων, το κόμμα του Τσίπρα κατάφερε -με απώλειες- να διατηρήσει τον κορμό των ψηφοφόρων που τον ψήφισαν το 2012 και 2015. Την επιτυχία του αυτή την οφείλει σε δύο λόγους:
Ο πρώτος είναι ότι κατά κανόνα οι παραδοσιακοί κεντροαριστεροί ψηφοφόροι, οι οποίοι έχουν αντιδεξιά αντανακλαστικά, παρά τη συχνά έντονη δυσαρέσκειά τους από τις πολιτικές της κυβέρνησης Τσίπρα, δεν επιστρέφουν στο ΠΑΣΟΚ. Παραμένει γι’ αυτούς πολιτικά-εκλογικά απωθητικό, με αποτέλεσμα πρακτικά να μην έχουν εναλλακτική λύση. Σήμερα, παρότι δυσαρεστημένοι, ελπίζουν πως στη μεταμνημονιακή περίοδο τα πράγματα σταδιακά θα βελτιωθούν και ως εκ τούτου, έστω και με βαριά καρδιά, προσανατολίζονται κατά πλειονότητα να ξαναψηφίσουν ΣΥΡΙΖΑ.
Ο δεύτερος λόγος που ο Τσίπρας κατάφερε να μην καταρρεύσει εκλογικά, είναι η σχέση πολιτικής εκπροσώπησης που οικοδόμησε με τους “νεοπληβείους”, μέσω της επιδοματικής πολιτικής του. Σχέση, η οποία εδραιώνεται με το πρόσφατο πακέτο παροχών. Τα κοινωνικά στρώματα που κυριολεκτικά αντιμετωπίζουν πρόβλημα επιβίωσης στράφηκαν προς τον ΣΥΡΙΖΑ, επειδή διαπίστωσαν πως και με την παρηγορητική ρητορική του και με πρακτικά μέτρα απαλλαγών και ενισχύσεων, στάθηκε δίπλα τους.
Δεσμούς με τους “νεοπληβείους”
Μπορεί η κάθε είδους υπερφορολόγηση να απώθησε ψηφοφόρους από τα πληττόμενα μεσαία στρώματα και να εμπόδισε τη δυναμική ανάκαμψη της οικονομίας, αλλά επέτρεψε στην κυβέρνηση να δημιουργεί υπερπλεονάσματα, τα οποία χρησιμοποιεί ακριβώς για να στηρίζει τα στρώματα που πραγματικά αντιμετωπίζουν πρόβλημα επιβίωσης.
Η στρατηγική οικονομικής ενίσχυσης των “νεοπληβείων”, που αριθμητικά έχουν διογκωθεί πολύ τα χρόνια των Μνημονίων, ταιριάζει με το ιδεολογικό στερεότυπο του ΣΥΡΙΖΑ περί ταξικής πολιτικής. Ταυτοχρόνως, η στρατηγική αυτή εξασφαλίζει στον ΣΥΡΙΖΑ μία πρόσθετη βάση εκλογικής στήριξης και επιπλέον πρόσφερε ένα ιδεολογικό άλλοθι στους βουλευτές του να ψηφίζουν όλο το προηγούμενο διάστημα χωρίς διαρροές τα κάθε φορά επώδυνα μέτρα του 3ου Μνημονίου.
Με άλλα λόγια, το αφήγημα ότι «διαφωνούμε με το Μνημόνιο, αλλά το εφαρμόζουμε για να σώσουμε τη χώρα», εμπλουτίσθηκε με το ότι «παρά τις δύσκολες συνθήκες εμείς φροντίζουμε τους φτωχούς». Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει πράγματι οικοδομήσει εκλογικούς δεσμούς με τους “νεοπληβείους”, αλλά η έκταση και η αντοχή τους θα αποδειχθούν μόνο όταν ανοίξουν οι κάλπες.