Η Cosco στον Πειραιά: Καλό για την Ελλάδα κακό για την ΕΕ
06/02/2019Ανήκω σε αυτούς, που αναγνωρίζουν τα λάθη τους. Ομολογώ, λοιπόν, ότι ήμουν αντίθετη με την παραχώρηση του λιμανιού του Πειραιά. Και είχα καταρχήν θεωρητικά δίκαιο, διότι τα λιμάνια ανήκουν στην κατηγορία αγαθών και υπηρεσιών, που λόγω της πολυσχιδούς σπουδαιότητας των κοινωνικών υπηρεσιών τους, αλλά και της εθνικής υφής τους, οφείλουν να παραμένουν στο Δημόσιο.
Ωστόσο, δεν έλαβα αρκετά υπόψη, γιατί δεν είχαν γίνει από την αρχή ευρύτερα γνωστά, τα μεγαλεπήβολα σχέδια που προόριζαν οι Κινέζοι για τον Πειραιά, καθώς και τα αναμφισβήτητα οφέλη, που θα αποκόμιζε η Ελλάδα μέσα από την υλοποίησή τους. Αυτή τη στιγμή η επένδυση της Cosco υπόσχεται πολύπλευρη ανάπτυξη στην Ελλάδα και, το σπουδαιότερο, συνεχή και με ανερχόμενους ρυθμούς, που θα βαίνει παράλληλα με την υλοποίηση του σχεδίου “Μια Ζώνη ένας Δρόμος”.
Προβλέπεται πράγματι κοσμογονία, που ασφαλώς δεν θα παραμείνει στο στενό γεωγραφικό χώρο του λιμανιού, αλλά θα επεκταθεί στην ευρύτερη περιοχή και, χάρη στα θετικά πολλαπλασιαστικά της αποτελέσματα, θα γίνει αισθητή σε ολόκληρη τη χώρα. Σε πρώτη φάση προβλέπεται η ανέγερση πέντε πολυτελών ξενοδοχείων, που θα δώσουν μόνιμη απασχόληση σε 1.000 περίπου εργαζόμενους.
Προβλέπεται, ακόμη, η δημιουργία της σπουδαιότερης βάσης, στην ανατολική Μεσόγειο, με δυνατότητες επισκευής 450 πλοίων το χρόνο. Η Σύμβαση παραχώρησης του λιμανιού επιβάλλει, ακόμη, στην ΟΛΠ ΑΕ να προβεί στα πέντε πρώτα χρόνια, από τη μεταβίβαση μετοχών, σε επενδύσεις ύψους 293,8 εκ. ευρώ, με μακροχρόνια προοπτική αυτές να φθάσουν το 1 δισ. ευρώ.
Ο Πειραιάς προορίζεται να γίνει το εφαλτήριο των Κινέζων, για την ευόδωση της οικονομικής και πολιτιστικής εισβολής τους στην Ευρώπη, στα Βαλκάνια και στη Βόρεια Αφρική. Οι επενδύσεις στην Cosco είναι η μεγαλύτερη επένδυση που έγινε ποτέ σε ελληνικό λιμάνι. Εύλογα, οι γενικότερες επιπτώσεις ανησυχούν ΗΠΑ και ΕΕ, καθώς αποτελεί τη σπουδαιότερη πύλη εισόδου των κινέζικων προϊόντων και υπηρεσιών, στην Ευρώπη, αλλά και επειδή αυτή συνδέεται και με ευρύτερη πολιτική επιρροή της Κίνας κυρίως στα Βαλκάνια.
Για την Ελλάδα, ο Πειραιάς προβλέπεται να είναι μια, πολύ καλής ποιότητας μαγιά, που δικαιολογεί ελπίδες ανόρθωσης της. Αν αυτές υλοποιηθούν, η χώρα μας θα περάσει στην ιστορία ως μέλος της ΕΕ, της οποίας η οικονομία καταστράφηκε, ουσιαστικά, από τους εταίρους της, και τελικά η Κίνα την βοήθησε να επιβιώσει.
Αρνητικές συνέπειες για ΕΕ
Η εισβολή της Κίνας, με το δρόμο του μεταξιού, προβλέπεται να έχει δυσμενείς επιπτώσεις στο ύψος των εμπορικών συναλλαγών της με τη Δύση. Η μακροχρόνια κρίση της ΕΕ, είχε ως συνέπεια τη στασιμότητα του εμπορίου της με τον νέο δρόμο του μεταξιού. Και ενώ πριν από την κρίση οι εισαγωγές ευρωπαϊκών προϊόντων και υπηρεσιών, από χώρες που ανήκουν στη στρατιά του νέου δρόμου του μεταξιού, αύξαναν με ετήσιο ρυθμό 19%, μετά την κρίση και για την περίοδο 2008-2014, ο αντίστοιχος ρυθμός ήταν μόνο 2%.
Οι εξαγωγές της Ευρώπης προς χώρες του νέου δρόμου του μεταξιού, για την περίοδο 2008-2014, εμφανίζουν πτώση της τάξης των 25 δισ. δολαρίων (σε σχέση με την περίοδο 2000- 2008), ενώ οι εξαγωγές της Κίνας αυξήθηκαν κατά 250 δισ. δολάρια. Οι κακές αυτές εξελίξεις για την Ευρώπη περιόρισαν, όπως ήταν φυσικό, και το μερίδιο αγοράς της από 38% σε 30%, ενώ το αντίστοιχο της Κίνας αυξήθηκε από 9% σε 16%.
Και οι εξελίξεις είναι ακόμη πιο δραματικές για την Ευρώπη, όταν αναφέρονται στο μερίδιο αγοράς της για προϊόντα υψηλής τεχνολογίας, που εμφανίζει πτώση από 62% σε 30%, ενώ αντιθέτως η αντίστοιχη εξέλιξη για την Κίνα διαπιστώνει αύξηση από 15% σε 26%. Παρότι η εξέλιξη των συναλλαγών σε υπηρεσίες είναι δύσκολο να παρακολουθηθούν, όλες οι ενδείξεις συνηγορούν ότι αυτές είναι εξίσου δυσμενείς για την Ευρώπη, όπως για τα προϊόντα της.
Το μέλλον της νέας οικονομικής τάξης
Τη στιγμή, που γράφονται αυτές οι γραμμές, υπάρχουν και λειτουργούν στις παγκόσμιες συναλλαγές τρεις μορφές παγκοσμιοποίησης: η παραπαίουσα δυτική, η ψηφιακή και η ανερχόμενη κινεζική παγκοσμιοποίηση. Αυτές οι μορφές συνοδεύονται παράλληλα και από έναν κάποιου βαθμού προστατευτισμό. Εύλογα τίθεται το ερώτημα, του τι τελικά θα υπερισχύσει. Η απάντηση δεν είναι εύκολη και δεν μπορεί να είναι απόλυτη. Αυτό που φαίνεται πιθανότερο, ως εξέλιξη, αλλά με πολλές αμφιβολίες, μπορεί να συνοψιστεί ως εξής:
Για αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα από σήμερα, θα εξακολουθούν να λειτουργούν και τα τρία αυτά, παραπάνω, συστήματα. Ο κόσμος θα είναι πολυπολικός, με ανερχόμενη οπωσδήποτε την εμβέλεια της Κίνας, και με προοπτική σε βάθος χρόνου να καταστεί και πάλι μονοπολικός, με την Κίνα σε θέση πλανητάρχη.
Η διεθνής επιρροή της Αμερικής θα εξακολουθήσει να μειώνεται, όχι μόνο εξαιτίας των αναπότρεπτων εξελίξεων, που συνεπάγεται η παρακμή της Δύσης, αλλά και εξαιτίας δικών της επιλογών, όπως αυτές περιλαμβάνονται στην εξαγγελία του Τραμπ στις 18 Δεκεμβρίου 2017 σχετικά με την Αμερικανική Εθνική Στρατηγική Ασφαλείας (NSS). Αυτές ακριβώς οι επιλογές περιορίζουν τον διεθνή ρόλο των ΗΠΑ, με τη δικαιολογία ότι είναι προς το συμφέρον της, για να τεθεί τέρμα στην εκμετάλλευση και στην κοροϊδία που υπέστη όλες τις προηγούμενες δεκαετίες. Πράγματι, κατά τον πλανητάρχη, το κόστος διατήρησης της διεθνούς τάξης, από τις ΗΠΑ, υπερέβαινε τα οφέλη.
Ένα μεγάλο ερωτηματικό αφορά το μέλλον της Γερμανίας, την αρχηγική της θέση στην ΕΕ-Ευρωζώνη, αλλά και στην πορεία των εγγενών επεκτατικών της σχεδίων. Οι σχετικές προβλέψεις για το 2050 εξακολουθούν να περιλαμβάνουν τη Γερμανία στις 20 μεγαλύτερες οικονομίες της υφηλίου, αν και με μικρή υποβάθμιση σε σύγκριση με το 2016 (4η το 2016 και 5η το 2050). Υπάρχουν, ωστόσο, δικαιολογημένες αμφιβολίες, σχετικά με τη θέση της στην Ευρώπη και, ειδικότερα με τις μελλοντικές της συμμαχίες.
Είναι πολύ πιθανόν να μην έχει πια ενδιαφέρον να παραμείνει στην κορυφή μιας Ευρώπης που, εμφανώς, παρακμάζει, που εμφανίζει αδιέξοδα προβλήματα, που απειλείται σοβαρά με διάλυση και από την οποία, οπωσδήποτε, θα έχει εξέλθει ως η κυρίως κερδισμένη. Και, αντιθέτως, το πιθανότερο είναι να συνάψει στενές σχέσεις με τις τότε ισχυρές χώρες της υφηλίου, την Κίνα και τη Ρωσία.
Απόλυτη ανάγκη της Γερμανίας
Να ληφθεί, σχετικά, υπόψη ως προς την πιθανότητα αυτή, το γεγονός ότι η Κίνα, ξετυλίγοντας το μεγαλεπήβολο σχέδιό της του “νέου δρόμου του μεταξιού”, έχει απόλυτη ανάγκη από τη Γερμανία και ειδικότερα από τα λιμάνια της, για την οικονομική μεταφορά των κινέζικων προϊόντων στην Ευρώπη. Και αναφορικά με τη Ρωσία, η αγορά της είναι ο σπουδαιότερος εξαγωγικός προορισμός της Γερμανίας ενώ εισάγει από τη Ρωσία το σημαντικότερο τμήμα του πετρελαίου και του φυσικού της αερίου.
Έχει ήδη κερδίσει έδαφος κάποιας μορφής προστατευτισμός, καθώς υποχωρεί η ισχύς της παραδοσιακής παγκοσμιοποίησης, επιβάλλονται ήδη εισαγωγικοί δασμοί, από την Αμερική, που έχουν ξεκινήσει εμπορικό πόλεμο, αλλά και αυξάνει με ταχείς ρυθμούς η εμβέλεια των αποκαλούμενων “λαϊκίστικων κομμάτων“. Ωστόσο, η κινέζικη παγκοσμιοποίηση δεν θα επιτρέψει την επικράτηση κλειστών συνόρων, γιατί αυτά δεν την εξυπηρετούν. Η πιθανότερη εξέλιξη θα είναι “ανοικτά σύνορα” στο βαθμό και στον τρόπο που θα συμφέρουν στην Κίνα. Η βεβαιότητα, εκτός απρόοπτων εξελίξεων, ότι η Κίνα θα καταστεί ρυθμιστής των όρων του διεθνούς εμπορίου εξοργίζει τη Δύση.
Σε παγκόσμια βάση η έναρξη της ανόδου του εθνικισμού θα συνεχιστεί και θα ενταθεί, με την Αμερική να “σέρνει πρώτη το χορό”. Με βάση λογικές προβλέψεις θα πρέπει να αναμένεται αισθητή υποχώρηση της σημασίας της διεθνούς κίνησης για εγκαθίδρυση παγκόσμιας διακυβέρνησης, καθώς επανέρχεται και ισχυροποιείται το υποβαθμισμένο, κατά τη διάρκεια επικράτησης της παγκοσμιοποίησης, έθνος- κράτος.
Η κινέζικη παγκοσμιοποίηση θα συνυπάρξει για λίγο ακόμη με τα παλαιότερα καθεστώτα κοσμοθεωριών, αλλά θα αυξάνει συνεχώς την υπεροχή της απέναντι σε αυτά. Από τη στιγμή που η παγκόσμια κυριαρχία της θα καταστεί αδιαφιλονίκητη, η δική της παγκοσμιοποίηση, και μόνον αυτή, θα καθιερωθεί ως η επίσημη διεθνής οικονομική τάξη. Η ψηφιακή παγκοσμιοποίηση θα εξακολουθήσει ανεμπόδιστη να ανέρχεται, να εξυπηρετεί και όλες τις άλλες μορφές παγκοσμιοποίησης, και γιατί όχι και τον προστατευτισμό, δεδομένου ότι η σχέση της με αυτές είναι συμπληρωματική και όχι ανταγωνιστική.
Αναλυτικότερα στο βιβλίο της συγγραφέως που μόλις κυκλοφόρησε: «Το τέλος της οικονομικής κυριαρχίας της Δύσης και η εισβολή της Ανατολής«, Εκδόσεις Ιανός, 2018