Η oυκρανική αντίσταση αφήνει πανανθρώπινη παρακαταθήκη
12/04/2022Στην περίοδο μετά τον Ψυχρό Πόλεμο, στην περίοδο της Pax Americana, το δίκαιο της ισχύος μασκαρεύτηκε με το δίκαιο του παραγωγικότερου. Και το δίκαιο του παραγωγικότερου ορίζει ότι η κυριαρχία στον κόσμο καθορίζεται από την οικονομική ισχύ των κρατών. Ότι οι ιμπεριαλιστικές επεκτάσεις γίνονται με άνισες ανταλλαγές. Ότι οι G7 ορίζονται με οικονομικά κριτήρια και όχι στρατιωτικά. Τα πράγματα δεν είναι ακριβώς έτσι. Μας το δείχνει η ρωσική εισβολή και η ουκρανική αντίσταση.
Όλοι, λοιπόν, γνωρίζουν ότι πίσω από τη βιτρίνα, τον βηματισμό ακόμα και του φόρουμ του Νταβός τον δίνουν οι στρατιωτικοί κι ότι οι άνισες ανταλλαγές δεν μπορούν να ασκηθούν χωρίς την υποστήριξη της εξωοικονομικής βίας. Η ρωσική ολιγαρχική ελίτ, βλέποντας ότι οι διεθνείς κανόνες επίλυσης των διεθνών προβλημάτων κρίνονται με όρους οικονομικής ισχύος, επιδιώκει να τους μεταφέρει σ’ ένα πεδίο πέρα από την οικονομία, εκεί που έχει πλεονέκτημα.
Η προκάτοχός αυτής της ολιγαρχικής ελίτ, η σοβιετική νομενκλατούρα, συντρίφτηκε όταν σήκωνε το γάντι της οικονομικής πρόκλησης που της πέταξε η καπιταλοϊμπεριαλιστική Δύση. Έτσι λοιπόν και η από τα σπλάχνα της σοβιετικής νομενκλατούρας βγαλμένη γιελτσινο-πουτινική ολιγαρχία καταρρέει, επειδή δεν μπορεί να αναπαραχθεί με οικονομικούς όρους. Η ρωσική οικονομία, σε αντίθεση με την κινεζική, απέχει πολύ από το να συγκριθεί με μία οποιαδήποτε οικονομία της Δύσης. Η παραγωγή και η παραγωγικότητα κάθε άλλο παρά την καθιστούν έστω και μια μεγάλη δύναμη.
Έτσι, η φιλοδοξία της ρωσικής ολιγαρχικής ελίτ να παραμείνει στη χορεία των υπερδυνάμεων και να ανακτήσει τη σοβιετική γεωγραφία, προϋποθέτει να μεταφέρει το πεδίο της αντιπαράθεσης από την οικονομία, σε αυτό της στρατιωτικής ισχύος, όπου, η μόνη “αξιόλογη” κληρονομιά που της άφησε η σοβιετική περίοδος (το πυρηνικό οπλοστάσιο) της δίνει ένα σημαντικό πλεονέκτημα για να ανακτήσει το στάτους της υπερδύναμης.
Η απειλή των πυρηνικών
Έτσι, η “ειδική επιχείρηση” του Πούτιν στην Ουκρανία προσβλέπει στην καθιέρωση μιας νέας υπερ-ψυχροπολεμικής περιόδου, όπου η απειλή των πυρηνικών θα καθορίζει τις παγκόσμιες σχέσεις, τις ζώνες επιρροής, τη διακίνηση και τις τιμές των εμπορευμάτων, θα προκαλεί οικονομικές διατροφικές και ενεργειακές κρίσεις και θα εκβιάζει με αντισταθμιστικά οφέλη υπέρ της Ρωσίας.
Η Δύση θεωρεί, προς το παρόν, ότι δεν πρέπει να σηκώσει το γάντι για να νομιμοποιήσει ως πεδίο επίλυσης των διεθνών προβλημάτων την στρατιωτικο-πυρηνική ισχύ, με τίμημα, όμως, την αποποίηση της ανθρωπιστικής υποχρέωσής της να προστατέψει ένα έθνος-κράτος από τη ρωσική επεκτατικότητα. Η βοήθεια στην ουκρανική αντίσταση είναι αναντίστοιχη της δυναμικής της ρωσικής εισβολής.
Ο ολιγοεθνισμός –η συγκρότηση της διεθνούς ισχύος όπου μερικά έθνη απορροφούν τα αδύναμα– φαίνεται να επανακαθορίζεται υπό τη δυναμική τόσο του ρωσικού ιμπεριαλισμού, όσο και των ΗΠΑ. Ο ρωσικός ιμπεριαλισμός μεταφέρει τη σύγκρουση στο πεδίο που έχει κάποιο πλεονέκτημα, και στο οποίο η χρήση πυρηνικών είναι πλέον κοντά και ρυθμίζει την ένταση του τρόμου. Οι δε ΗΠΑ βρήκαν την ευκαιρία να αποκαταστήσουν την φθαρμένη ηγεμονία τους στο Δυτικό Κόσμο και να αναχαιτίσουν τις γεωοικονομικές φιλοδοξίες κάποιων Ευρωπαίων συμμάχων τους.
Εξασθένιση ανακλαστικών
Υπό αυτήν την οπτική, η εμμονή κάποιων “φιλορώσων” η Ρωσία να ανακτήσει το στάτους της υπερδύναμης, ως στρατηγική αναχαίτησης της αμερικανονατοικής ηγεμονίας, είναι προβληματική. Το μέλλον του κόσμου υπό το πρίσμα μιας νέας ψυχροπολεμικής παλινόρθωσης, μιας ειρήνης μεταξύ πυρηνικών υπερδυνάμεων είναι ένα μέλλον τρόμου.
Αυτοί που μετατοπίζουν τη συζήτηση από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, στη σύγκρουση της Ρωσίας με τη Δύση (ΗΠΑ-ΝΑΤΟ-ΕΕ) παραβλέπουν ότι αυτό που μπορεί να αντιπαρατεθεί στον ιμπεριαλισμό της Δύσης δεν είναι η στρατιωτική ισχύς μιας άλλης υπερδύναμης, ούτε οι αναβιώσεις ιμπεριαλισμών χιτλερικού και σταλινικού τύπου, αλλά είναι τα ανεξάρτητα έθνη και η αναγέννηση των πολιτισμών.
Την προοπτική ενός πολυεθνικού και όχι ολιγοεθνικού κόσμου μας την προσφέρουν μόνον τα οδοφράγματα του ουκρανικού λαού. Αυτά διασώζουν σήμερα την ηθική του κόσμου. Η ουκρανική αντίσταση, η θέληση και οι θυσίες των Ουκρανών, αποδεικνύουν ότι η ιδέα του ανεξάρτητου έθνους είναι η ισχυρότερη ιδέα που αντιστέκεται στην ολιγοεθνική-ιμπεριαλιστική συγκρότηση του κόσμου. Η ρωσική επέμβαση στην Ουκρανία είναι μια κλασική ιμπεριαλιστική εκστρατεία. Και τέτοιες εκστρατείες συνοδεύονται πάντα από μια αήθη προπαγάνδα με στόχο να αμαυρώσουν στα μάτια του κόσμου την κουλτούρα του κατακτούμενου λαού.
Η ουκρανική αντίσταση
Τις ενδιαφέρουσες πλευρές αυτής της κουλτούρας τις μαγαρίζουν για να δώσουν στους άλλους λαούς μια εικόνα με αφαιρέσεις, προσαρμοσμένη στο δικό τους ιμπεριαλιστικό πρόγραμμα. Έτσι, παρακολουθούμε σήμερα πολιτικές ομάδες να μην ενδιαφέρονται για τη συνολική πολιτισμική παράδοση του ουκρανικού λαού, τις θυσίες, την αγωνιστικότητα, την πνευματικότητα και τα αυτόχθονα σχέδιά του, που είναι θεαματικά διαφορετικά και υψηλότερα από τις αφαιρέσεις και την επιλεκτική προπαγάνδα των Ρώσων.
Εξάλλου, τις ναζιστικού τύπου εισβολές τις συνοδεύει πάντοτε μια γκεμπελικού τύπου προπαγάνδα. Οι θιασώτες λοιπόν του ρωσικού ιμπεριαλισμού όχι μόνον μαθαίνουν την ιστορία του ουκρανικού λαού με τα μάτια των Ρώσων, αλλά δικαιολογούν και την παγίδευσή τους σε μια συμψηφιστική λογική: “Έτσι κάνουν και οι άλλοι” και εκφυλίζουν το πρόβλημα, με το να θεωρούν ότι η απειλή για την περιοχή προέρχεται από το “τάγμα Αζόφ” και όχι από τις σιδερόφρακτες μεραρχίες του Πούτιν.
Η αναχαίτιση της ψυχροπολεμικής/ολιγοεθνικής, δόμησης του κόσμου, δεν βρίσκεται ούτε στην ανοχή των ρωσικών εγκλημάτων, για να μην ωφεληθούν οι Αμερικανοί, ούτε στο μαγάρισμα της εθνικοαπελευθερωτικής φύσης που έχει η ουκρανική αντίσταση. Ούτε βέβαια και στη θυσία-ιφιγενοποίηση αυτού του λαού που προσδοκούν καιροσκοπικά κάποιοι στη Δύση. Βρίσκεται στην καθαρή στήριξη του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα των Ουκρανών. Αυτός ο αγώνας είναι που προσφέρει μια ελπιδοφόρα προοπτική για μια παγκόσμια κοινότητα δημοκρατικών εθνών.
Ο Ζελένσκι στη Βουλή
Η παρουσίαση του προέδρου Ζελένσκι στην ελληνική Βουλή θα έπρεπε να είναι πιο προσεκτική, πιο επεξεργασμένη. Τουλάχιστον, στην κυπριακή Βουλή θα έπρεπε να αναφερθεί στην εισβολή και κατοχή της Κύπρου. Αν κάποιες σκοπιμότητες και συγκυρίες επέβαλαν να μην το κάνει, ας ελπίσουμε ότι αυτές είναι τουλάχιστον προσωρινές και χρήσιμες για την αποτροπή της γενοκτονίας του λαού του.
Η Ελλάδα, όμως, για λόγους πολιτισμικούς, δεν μπορεί να αντιμετωπίζει έναν ικέτη, με ανηθικότητες τύπου… Οτσαλάν. Όταν ένας ικέτης σε ικετεύει για βοήθεια, επειδή εκείνη τη στιγμή κάποιος έχει το όπλο στον κρόταφό του, δεν είναι έντιμο να τον πιέζεις να διαπραγματευτεί με ισότιμους όρους ένα δικό σου δράμα-αίτημα. Γιατί “τα κατά βίαν γινόμενα ούκ αίρονται”, δηλαδή, αυτά που γίνονται με βία και με εκβιασμούς, δεν έχουν ισχύ. Μόνον οι Άγγλοι αποικιοκράτες κάνανε επικερδείς επιχειρήσεις, προσφέροντας δάνεια με υπέρογκο τόκο στους Έλληνες επαναστάτες, όταν οι Τούρκοι είχαν τα γιαταγάνια στο λαιμό τους (1824).
Όταν οι Αϊτιανοί, το 1822, δήλωναν πρώτοι απ’ όλους έμπρακτα τη συμπαράστασή τους στον ελληνικό αγώνα της ανεξαρτησίας δεν τη συνόδευαν και με κάποια απαίτηση να δηλώσουν και οι Έλληνες τη συμπαράστασή τους στο δικό τους αγώνα ενάντια στους Γάλλους. Μπορεί να το ήθελαν, αλλά δεν το ζητούσαν. Ούτε οι Έλληνες ζήτησαν από τους Σέρβους ή τους Παλαιστίνιους κάποια αναγνώριση της κυπριακής τραγωδίας για να εκφράσουν την αλληλεγγύη τους στο δικό τους δράμα.
Η απαίτηση να αναφερθεί ο Ζελένσκι στην εισβολή και κατοχή στην Κύπρο, που διατυπώθηκε κι από όψιμα ευαισθητοποιημένους για την εισβολή και κατοχή στην Κύπρο, συγχέει την ικεσία ενός λαού με εκβιαστικούς συμψηφισμούς και δεν απέχει πολύ από εκείνη τη μορφή καιροσκοπικού πατριωτισμού, που προσδοκά να εκμεταλλευτεί τις περιστάσεις για επικερδείς δουλειές στην Ουκρανία. Οι αγώνες των λαών, για την ανεξαρτησία τους, στο νέο κύκλο της ψυχροπολεμικής περιόδου, χρειάζονται μια νέα διεθνιστική ηθική.