Με το ένα πόδι οι ΗΠΑ επιστρέφουν στον απομονωτισμό

Η Δύση διολισθαίνει σε επικίνδυνο ανορθολογισμό, Νίκος Μπινιάρης

Ο Γουίλιαμ Άπλαμαν Γουίλιαμς, στο έργο του «η Τραγωδία της Αμερικάνικης Διπλωματίας» (1959) μελετώντας τον αμερικανικό ιμπεριαλισμό, υποστήριξε ότι, οι ΗΠΑ τη δεκαετία του ’50 ενώ ήταν αναμφισβήτητα η πλουσιότερη χώρα στον πλανήτη, στην προσπάθεια της να επεκταθεί πέρα από τον Ειρηνικό για να δημιουργήσει μια εμπορική αυτοκρατορία Ανοιχτών Θυρών με στόχο την επίτευξη της παγκόσμιας κυριαρχίας, δεν μπορούσε να ανεχτεί ούτε καν μια αμυντική Σοβιετική Ένωση.

Για τον Γουίλιαμς, αυτή η επιλογή της εποχής εκείνης, ήταν μια ηθικά καταστροφική επιλογή για τις ΗΠΑ. Ο λόγος είναι πως αυτή η πολιτική δεν συμβάδιζε με τις αμερικανικές παραδόσεις και αξίες που πρέσβευαν μια “κοινωνία ίσων” και διαχώριζαν το Νέο Κόσμο από τον Παλιό. Στις αρχές του 21ου αιώνα και ειδικά μετά την εκλογή Τραμπ, οι ΗΠΑ μοιάζουν για άλλη μια φορά να μην μπορούν να ανεχθούν τίποτα συλλογικό.

Ακόμα και αν αυτό αποτελεί δικό τους δημιούργημα, όπως είναι οι παγκόσμιοι διεθνείς οργανισμοί (ΠΟΕ, ΟΗΕ) ή ο οργανισμός συλλογικής ασφάλειας (ΝΑΤΟ) και φυσικά ούτε μια ταχέως ανερχόμενη δύναμη όπως η Κίνα. Σήμερα, οι ΗΠΑ, μη διαθέτοντας πλέον τη σχετική ισχύ της δεκαετίας του ’50, έχουν θέσει το δόγμα «Πρώτα η Αμερική».

Μοιάζει να έχουν συνειδητά αποποιηθεί τον παγκόσμιο ρόλο τους και την “θεία αποστολή” που έλεγαν ότι είχαν αναλάβει έναντι της ανθρωπότητας. Η αμερικάνικη εξωτερική πολιτική διαχρονικά, όπως περιγράφεται από τον Ράσελ Μιντ (2001), είναι ένα προϊόν μιας μοναδικής δημοκρατικής σύνθεσης τεσσάρων παραδόσεων της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής.

Συγκεκριμένα, της χαμιλτονιανής επιδίωξης για εμπορικό πλεονέκτημα των αμερικανικών επιχειρήσεων στο εξωτερικό. Του ουιλσονιανού καθήκοντος για επέκταση των αξιών της ελευθερίας στον κόσμο. Της τζεφερσονιανής ανησυχίας για την προφύλαξη των αρετών της δημοκρατίας από ξένους πειρασμούς. Τέλος, της τζακσονιανής ανδρείας απέναντι σε κάθε πρόκληση για την τιμή ή την ασφάλεια της χώρας. Στην πραγματικότητα, από τις τέσσερις παραδόσεις, μόνο οι δύο είχαν διαρκή βαρύτητα (χαμιλτονιανή και ουιλσιανή παράδοση) στην αμερικάνικη εξωτερική πολιτική.

Ο ρεαλισμός του Κίσινγκερ

Από την άλλη, ο Κίσινγκερ, ένας γνήσιος εκφραστής του ρεαλισμού, θεωρεί ότι όχι μόνο ο ρεαλιστής Ρούσβελτ, αλλά και ο ιδεαλιστής Ουίλσον προσδιορίζουν τον πυρήνα της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ διαχρονικά. Η αμερικανική εξωτερική πολιτική θα ερχόταν να συνδυάσει και τις δύο αυτές λογικές. Όμως η Ουιλσονιανή τάση θα ήταν πάντα κυρίαρχη, προκειμένου να διευκολυνθεί η εφαρμογή των ρεαλιστικών επιδιώξεων των ΗΠΑ.

Όπως αναφέρει ο Κονδύλης, το ιδεαλιστικό επιτρέπει σε κάποιον να εγείρει ύψιστες αξιώσεις ισχύος αποκηρύσσοντας παράλληλα με έμφαση κάθε επιδίωξη ισχύος και κάθε βία. Ο Κίσινγκερ στο Diplomacy λέει ότι πρέπει «να κάνουμε τον κόσμο ασφαλή για τη δημοκρατία», μια λογική που μετατρέπεται στην έννοια της “συλλογικής ασφάλειας”. Αυτή, με τη σειρά της, θα γινόταν στην πορεία, η εξωτερική ασπίδα της “εθνικής ασφάλειας”.

Αυτή η ιδεαλιστική αντίληψη απέκτησε μετά τον ισπανοαμερικανικό πόλεμο μεταφυσικά χαρακτηριστικά, με αποτέλεσμα οι ΗΠΑ να θεωρούν ως “πεπρωμένο” τους την ανάληψη της “θείας αποστολής” και να ενεργούν εξ ονόματος της ανθρωπότητας. Όλοι σχεδόν οι πρόεδροι των ΗΠΑ ακολουθούσαν με προσήλωση την ιδεαλιστική αντίληψη του Ουίλσον.

Ο Ομπάμα κατά την ομιλία ανάληψης των καθηκόντων του (Ιανουάριος 2009) δήλωσε ότι «ο Θεός συνεχίζει να καλεί τους Αμερικάνους στο πεπρωμένο τους: να φέρουν, με τη χάρη Του, το μεγάλο δώρο της ελευθερίας στις επόμενες γενιές. Αυτή είναι η πηγή της αυτοπεποίθησης μας: η γνώση ότι ο Θεός μας καλεί να καθορίσουμε μια αβέβαιη μοίρα».

Το τέλος του ιδεαλισμού

Η σημερινή αμερικάνικη εξωτερική πολιτική, όπως διατυπώθηκε από το NSS (2017) φαίνεται να έχει απομακρυνθεί αισθητά από κάθε ουιλσιανή αντίληψη που παραδοσιακά χαρακτήριζε την αμερικάνικη διπλωματία. Αντί αυτού προτάσσει ξανά τις βασικές αρχές του NSC-68 (όπως συνέβη την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου), δηλαδή την επιδίωξη των γεωπολιτικών έναντι των πολιτικών συμφερόντων (όταν υπάρχει διάσταση μεταξύ τους όπως συμβαίνει σήμερα).

Οι ΗΠΑ, σήμερα, μοιάζουν να έχουν αποποιηθεί κάθε ιδεαλιστικό στοιχείο που χαρακτήριζε ιστορικά την αμερικάνικη διπλωματία και τους έδινε την ηθική νομιμοποίηση να ενεργούν εξ ονόματος της ανθρωπότητας. Από την εποχή του Τρούμαν ως εκείνη του Κίσινγκερ, οι ΗΠΑ, στο όνομα της “αποστολής” έναντι της ανθρωπότητας είχαν εντάξει στην εξωτερική τους πολιτική, την έννοια της ανάσχεσης οποιασδήποτε δύναμης δεν εντασσόταν στην υφιστάμενη παγκόσμια τάξη.

Κατά τον Gaddis, η ανάσχεση ήταν προϊόν του Ψυχρού Πολέμου, κι επρόκειτο για μια μάχη μεταξύ του καλού εναντίον του κακού. Ακόμη και την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου επικράτησε η ουιλσιανή αντίληψη. Δηλαδή, προτάθηκαν ιδεαλιστικές αξίες και το διακύβευμα ήταν η ελευθερία και η δημοκρατία. Δεν προτάθηκε η χαμιλτονιανή που πρέσβευε την επιδίωξη των οικονομικών συμφερόντων, προβάλλοντας την υπεροχή του καπιταλισμού έναντι του σοσιαλισμού (ως οικονομικά συστήματα).

Σήμερα, το διεθνές σύστημα βρίσκεται σε ένα μεταβατικό ασταθές πολυπολικό σύστημα όπου η εδραιωμένη δύναμη, οι ΗΠΑ αντιπαρατίθεται κυρίως με την ταχύτατα αναδυόμενη δύναμη, την Κίνα. Όπως φαίνεται πλέον καθαρά, οι ΗΠΑ έχουν ήδη ενεργοποιήσει για άλλη μια φορά το “εργαλείο” της ανάσχεσης έναντι της Κίνας. Πρώτα στο οικονομικό επίπεδο μέσω του εμπορικού πολέμου και ακολούθως στο τεχνολογικό, κυρίως μέσω της τεχνολογικής αποσύνδεσης (tech decoupling). Βασικός σκοπός της να καθυστερήσει την ανάπτυξη της τεχνητής νοημοσύνης από την Κίνα, ή να “απαγορεύσει” στις χώρες να προμηθευτούν δίκτυα 5G από κινέζικες εταιρίες επικαλούμενες θέματα ασφαλείας.

Μη αξιόπιστος εταίρος οι ΗΠΑ

Η ανησυχία των ΗΠΑ σε σχέση με την ανάπτυξη Τεχνητής Νοημοσύνης από την Κίνα είναι έντονη και κατανοητή σε ένα βαθμό. Σύμφωνα με την μακροοικονομική ανάλυση της Pwc (στην οποία αναφέρονται διεθνώς αναγνωρισμένα think tanks, όπως το Brookings κ.α.), η τεχνολογία ΑΙ θα αυξήσει το Παγκόσμιο ΑΕΠ κατά 15.7 τρις δολάρια (14%) μέχρι το 2030, με την Κίνα να λαμβάνει μερίδιο 26,1%, τη Βόρεια Αμερική (ΗΠΑ, Καναδάς) 14.5%.

Το γεγονός αυτό σημαίνει ότι σε οικονομικούς όρους θα αλλάξει τις ισορροπίες ισχύος μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων, ενώ παράλληλα θα έχει και σημαντικές γεωπολιτικές προεκτάσεις. Από την άλλη, όσον αφορά τα δίκτυα 5G, είναι γενικώς αποδεκτό ότι οι κινέζικες εταιρείες διαθέτουν τα ταχύτερα και οικονομικότερα ολοκληρωμένα δίκτυα 5G παγκοσμίως. Γεγονός που τα καθιστά τα πλέον ανταγωνιστικά, ενώ οι ΗΠΑ δεν έχουν να παρουσιάσουν εναλλακτικές ανταγωνιστικές προτάσεις.

Η επιστροφή των ΗΠΑ στον εθνικιστικό απομονωτισμό έχει προκαλέσει στην εξωτερική της πολιτική απρόσμενες συμπεριφορές. Ελοχεύει ο κίνδυνος να καταστεί μη αξιόπιστος εταίρος για πολλές χώρες. Είναι σαφές, ότι οι ΗΠΑ πλέον προτάσσουν, σχεδόν αποκλειστικά, τα γεωπολιτικά τους συμφέροντα. Αγνοούν πολλές φορές τα δίκαια παραδοσιακών συμμάχων τους προκειμένου να διατηρήσουν καλή σχέση με κράτη που διαθέτουν μεγαλύτερη ισχύ, έστω κι αν αυτά δεν συμμορφώνονται με το διεθνές δίκαιο.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η “εγκατάλειψη” από τις ΗΠΑ των παραδοσιακών συμμάχων τους, των Κούρδων στη Συρία, η απαξίωση του ΝΑΤΟ κ.α. Επίσης, η συμπεριφορά των ΗΠΑ προκαλεί συχνά τεχνητή αστάθεια σε πολλές περιοχές του πλανήτη (Ελλάδα-Τουρκία), με σκοπό να οδηγηθούν οι χώρες που κινδυνεύουν να ζητήσουν “ασφάλεια” από τις ΗΠΑ έναντι ανταλλαγμάτων.

Ο Τραμπ “λατρεύει” τον Τζάκσον

Σε αυτό το πλαίσιο μια διαφορετικού τύπου ανάσχεση σε σχέση με το παρελθόν βρίσκεται σε εξέλιξη. Κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, οι ΗΠΑ ενεργούσαν για το καλό της ανθρωπότητας, γι αυτό οι χώρες συνομαδώνονταν γύρω τους. Όμως σήμερα, η ανάσχεση αφορά, σχεδόν αποκλειστικά, την προσπάθεια των ΗΠΑ να διατηρήσουν την υπεροχή τους έναντι οποιασδήποτε άλλης χώρας θα μπορούσε να αλλάξει αυτή την κατάσταση.

Για να επιτύχει αυτό το στόχο ο Τραμπ, έχει αντικατασταθεί σχεδόν ολοκληρωτικά κάθε ιδεαλιστικό στοιχείο από την τζακσονιανή αντίληψη που δίνει έμφαση στην «ανδρεία απέναντι σε κάθε πρόκληση για την τιμή ή την ασφάλεια της χώρας». Αυτή διατυπώνεται από τη φράση, που συχνά επαναλαμβάνει ο Αμερικανός πρόεδρος, «Πρώτα η Αμερική».

Επομένως σήμερα η προσπάθεια ανάσχεσης της Κίνας εξυπηρετεί σχεδόν αποκλειστικά την προάσπιση των αμερικανικών συμφερόντων. Το διακύβευμα δεν είναι πανανθρώπινο και επιπλέον δεν έχει κανένα ιδεαλιστικό χαρακτηριστικό. Για αυτό τα κράτη στην πραγματικότητα δεν ενδιαφέρονται οικειοθελώς να επιλέξουν μεριά σε αυτό τον ανταγωνισμό ισχύος. Όσα το κάνουν μάλλον “αναγκάζονται” να το πράξουν.

Στην “Κριτική της Πολιτικής Οικονομίας” αναφέρεται ότι οι άνθρωποι αποκτούν συνείδηση των συγκρούσεων που πραγματοποιούνται μέσα στον οικονομικό κόσμο, στο ιδεολογικό πεδίο. Κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου οι ΗΠΑ είχαν θέσει το ιδεολογικό διακύβευμα. Σήμερα αυτό δεν υπάρχει. Ένα μεγάλο μέρος της αμερικανικής κοινωνίας φαίνεται να μην είναι σύμφωνη με τις προτεραιότητες της αμερικάνικης εξωτερικής πολιτικής.

Οι ΗΠΑ απώλεσαν την ηθική νομιμοποίηση

Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η άποψη που διατύπωσε σε δημόσια εκδήλωση του CSIS με θέμα την “Αμερικάνικη στρατηγική ανάσχεσης του BRI” (Απρίλιος 2019), ο πρώην Σύμβουλος Ασφαλείας του Μπους, Stephen Hadley. Εξέφρασε την άποψη ότι οι ΗΠΑ δεν μπορούν να «υπαγορεύουν» στις κοινωνίες και στα κράτη συμπεριφορές σε σχέση με τα 5G. Αυτό που θα πρέπει να κάνουν είναι να παρέχουν καλύτερες εναλλακτικές στην ανθρωπότητα, ώστε οι κοινωνίες να επιλέγουν τις ΗΠΑ.

Σήμερα, οι ΗΠΑ έχουν απωλέσει τον ένα βραχίονα της εξωτερικής πολιτικής τους, αυτόν που νομιμοποιεί την κάθε εξουσία. Όπως αναφέρει ο Κονδύλης (1992) «μονάχα μια ηθικά νομιμοποιημένη ισχύς είναι ικανή να ασκήσει εξουσία και μονάχα η ηθικά νομιμοποιημένη ισχύς μπορεί να στηρίξει μια εξουσία». Η “τραγωδία” της αμερικάνικης διπλωματίας οφείλεται στη μη διατήρηση του διαχρονικού “προορισμού” της.

Ο Κίσινγκερ στο βιβλίο του Παγκόσμια Τάξη, αναφέρει ότι «η ιστορία δε δείχνει έλεος στις χώρες εκείνες που αγνοούν τις δεσμεύσεις τους ή την ταυτότητά τους για να ακολουθήσουν ένα φαινομενικά ευκολότερο δρόμο. Η Αμερική, ως ο κύριος εκφραστής της αναζήτησης της ελευθερίας από τον άνθρωπο στο σύγχρονο κόσμο και ως απαραίτητος γεωπολιτικός παράγοντας για τη δικαίωση των ανθρωπιστικών αξιών, οφείλει να διατηρήσει την αίσθηση του προορισμού της. Όμως η παγκόσμια τάξη δεν μπορεί να επιτευχθεί από τις προσπάθειες μιας μόνο χώρας.

Προκειμένου να διαμορφωθεί μια πραγματικά παγκόσμια τάξη, οι μετέχοντες σε αυτή, θα πρέπει, χωρίς να απολέσουν τις δικές τους αξίες, να αποκτήσουν μια δεύτερη κουλτούρα. Μία κουλτούρα η οποία θα είναι παγκόσμια, δομική και δικαιοδοτική. Μία αντίληψη της τάξης η οποία θα υπερβαίνει την οπτική γωνία και τα ιδεώδη οποιασδήποτε συγκεκριμένης περιοχής ή έθνους». Οι ΗΠΑ και η Κίνα αποτελούν πυλώνες του παγκόσμιου συστήματος. Οφείλουν για το καλό της ανθρωπότητας να βρουν τη λεπτή αυτή ισορροπία.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι