Πως ο Μπάιντεν θα χειριστεί τον Ερντογάν

Ποιο είναι το δόγμα του Μπάιντεν για την εξωτερικη πολιτική

Αν και είναι γεγονός πως οι Έλληνες δεν μπορούν “να κλαίνε” για την ήττα Τραμπ, με δεδομένη τη φιλική του στάση έναντι του Ερντογάν, δεν πρέπει να υποτιμήσουμε και κάποιες υπαρκτές αρνητικές διαστάσεις της εκλογής Μπάιντεν: το γεγονός ότι το στρατόπεδο των Δημοκρατικών στηρίζεται εν πολλοίς από τις παγκοσμιοποιητικές δυνάμεις και τις ΜΚΟ, άσχετα με τη θρυλούμενη προσωπική αποστασιοποίηση του Μπάιντεν από αυτές.

Επομένως, η εκλογή Μπάιντεν θα κάνει πιο δύσκολη την αντιμετώπιση των μεταναστευτικών ρευμάτων και θα ενισχύσει τον ολοκληρωτισμό της πολιτικής ορθότητας. Έστω πρόσκαιρα, διότι στην Ευρώπη ο “άνεμος” αλλάζει, θα δούμε μια ενίσχυση των παγκοσμιοποιητικών ιδεολογιών γενικότερα. Εντούτοις, το κεντρικότερο ζήτημα που αφορά την Ελλάδα και με το οποίο σκοπεύω να ασχοληθώ κατ’ εξοχήν, είναι οι συνέπειες της εκλογής Μπάιντεν για τις σχέσεις των ΗΠΑ με την Τουρκία.

Είναι γνωστό πως η Δύση και ιδιαίτερα οι ΗΠΑ, επί πολλές δεκαετίες, θεωρούσαν την Τουρκία μια απαραίτητη γεωπολιτική σύμμαχο στη Μαύρη Θάλασσα, τη Μέση Ανατολή και την Κεντρική Ασία. Εξάλλου, η Τουρκία ελέγχει τα στενά του Βοσπόρου, αποτελεί στρατηγική δίοδο πολλών αγωγών αερίου και πετρελαίου, διαθέτει ένα μεγάλο πληθυσμιακό δυναμικό και μια σημαντική οικονομία. Τέλος, μπορεί να αποτελεί μια ηγέτιδα δύναμη του μουσουλμανικού κόσμου, τον οποίο μπορεί να προσανατολίζει θετικά ή αρνητικά προς τη Δύση.

Κατά συνέπεια, ακόμα και έναντι σημαντικού τιμήματος στη Λιβύη, τη Συρία, τον Καύκασο, την Ανατολική Μεσόγειο και πάρα τις στενές σχέσεις της με τη Ρωσία, οι ΗΠΑ επιθυμούν ακόμα να την κρατήσουν σύμμαχό τους, στα πλαίσια της μεγάλης γεωπολιτικής διαμάχης για τον έλεγχο της “ενδιάμεσης περιοχής”. Για αυτό κάνουν τα στραβά μάτια για τους ρωσικούς S-400, για την εγκατάσταση ρωσικών πυρηνικών εργοστασίων κ.λπ.

Διχογνωμία στη Δύση για την Τουρκία

Αυτή τη στρατηγική αντίληψη συμμερίζονται παραδοσιακά , λιγότερο ή περισσότερο, δυνάμεις όπως Ηνωμένες Πολιτείες, η Αγγλία και η Γερμανία. Αντίθετα, ένα αυξανόμενο μέρος του δυτικού κόσμου, κατεξοχήν της Γαλλίας αλλά και των στρατιωτικο-διπλωματικών ελίτ της Δύσης, των δυτικών χωρών και των Ηνωμένων Πολιτειών, πιστεύουν πως η Τουρκία έχει οριστικά χαθεί για τη Δύση, από την οποία ανεξαρτητοποιείται σταδιακά.

Όπως πιστεύουν, βάσιμα, η Τουρκία επιδιώκει να μεταβληθεί σε ηγέτη του ισλαμικού κόσμου, επιδιώκοντας μία στρατηγική συμμαχία ευρασιατικού χαρακτήρα με την Κίνα, τη Ρωσία, τις κέντρο-ασιατικές πρώην σοβιετικές δημοκρατίες, το Πακιστάν και το Ιράν. Συνεπώς, υποστηρίζει αυτό το διαρκώς ισχυροποιούμενο αντιτουρκικό λόμπι της Δύσης, όσο περισσότερο καθυστερεί η λήψη αποφασιστικών μέτρων ενάντια στην Τουρκία, τόσο περισσότερος χρόνος της προσφέρεται για να πραγματοποιήσει τη μετάβαση, από το δυτικό στο ευρασιατικό στρατόπεδο, χωρίς ιδιαίτερους κλυδωνισμούς.

Για αυτό, όπως υποστηρίζει και η Γαλλία του Μακρόν, η Τουρκία θα πρέπει να αντιμετωπιστεί ως εχθρική δύναμη και να αποπεμφθεί σταδιακά από τους δυτικούς οργανισμούς. Η προεδρία Τραμπ εξαιτίας των ιδιαίτερων σχέσεων του Αμερικανού προέδρου με τον Ερντογάν (αλλά και με τον Πούτιν) και σε μία λογική απόσπασής τους από την κινέζικη ελκτική δύναμη, έδινε στην Τουρκία τη δυνατότητα να κινείται με σχετική άνεση. Χωρίς να την πιέζει να “επιλέξει”, της επέτρεπε εν τέλει να πραγματοποιήσει την ισλαμοκεντρική μετάβαση που επιδιώκει ο Ερντογάν, χωρίς μεγάλους τριγμούς.

Τι επιδιώκει ο Τζο Μπάιντεν

Η πλειοψηφία του δημοκρατικού κατεστημένου των ΗΠΑ εξακολουθεί να υποστηρίζει την πρώτη άποψη, δηλαδή τη διατήρηση της Τουρκίας στο δυτικό στρατόπεδο, έστω και με κάποιες “αβαρίες”. Όμως είναι βέβαιο πως η διοίκηση Μπάιντεν θα απαιτήσει πιο επιτακτικά τη συμμόρφωση της Τουρκίας στους κανόνες της δυτικής συμμαχίας, καθώς και τη ρήξη με τη Ρωσία, την οποία ο Μπάιντεν αξιολογεί πολύ υψηλά στον κατάλογο των εχθρών των Ηνωμένων Πολιτειών. Δηλαδή, η Τουρκία θα πιεστεί να εγκαταλείψει, ή τουλάχιστον να περιορίσει, την πολιτική του μπαλαντέρ μεταξύ Δύσης και Ευρασίας την οποία ακολουθεί.

Δεδομένων των ισχυρών οικονομικών δεσμών της Τουρκίας με τη Δύση, σε μία στιγμή κρίσης της τουρκικής οικονομίας, θα ήταν πιθανή θεωρητικά μία τέτοια εξέλιξη. Δηλαδή, στην παρούσα φάση, η Τουρκία να πραγματοποιήσει μία φιλοδυτική στροφή, μέχρις ότου οι διεθνείς εξελίξεις και η οικονομική ενίσχυση του ευρασιατικού στρατοπέδου, να της επιτρέψουν να κινηθεί και πάλι προς την αντίθετη κατεύθυνση. Σε μία τέτοια εκδοχή, οι Αμερικανοί και οι Ευρωπαίοι σύμμαχοί της (εκτός από τη Γαλλία) θα πίεζαν πιθανώς την Ελλάδα να προχωρήσει σε κάποιες “προσαρμογές”.

Και ίσως οι αλλαγές στην τουρκική κυβέρνηση να εκφράζουν μία τάση προσαρμογής της Τουρκίας απέναντι στη νέα πραγματικότητα των ΗΠΑ. Εν τούτοις, δεν πιστεύω πως ο Ερντογάν θα μπορούσε να υλοποιήσει μία τέτοια στροφή της τουρκικής πολιτικής, μιας και πλέον έχει δεθεί πολύ στενά με τον παγκόσμιο ισλαμισμό, με μια επεκτατική πολιτική στο εξωτερικό και στο εσωτερικό συμμαχώντας με τους Γκρίζους Λύκους, από τους οποίους εξαρτάται η κοινοβουλευτική του πλειοψηφία.

Ο Ερντογάν δεν μπορεί να αλλάξει ρότα, όσο και να προσπαθήσει να κάνει ακόμα και κάποιες κατευναστικές κινήσεις. Η Τουρκία θα μπορούσε ίσως ακόμα να επιστρέψει προς τη Δύση, όχι όμως ο Ερντογάν. Εξάλλου, ο νεοεκλεγείς πρόεδρος Μπάιντεν είχε τονίσει στην περιβόητη συνέντευξη του, τον Ιανουάριο του 2020, πως οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει να ενισχύσουν την τουρκική αντιπολίτευση, καλώντας στην πραγματικότητα σε ανατροπή της κυβέρνησης Ερντογάν. Η διοίκηση Μπάιντεν και η κυβέρνηση Ερντογάν είναι ανταγωνιστικές, χωρίς όμως ακόμα να εκδηλώνεται κάτι τέτοιο στις σχέσεις της Τουρκίας με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ίδωμεν!

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι