Τα κορυφαία θρακικά κρασιά στην αρχαιότητα
05/02/2024Οι πρώτοι μεγάλοι οίνοι εμφανίζονται στα ομηρικά κείμενα, όπως και οι αναφορές σε παλαιώσεις. Aν και ο μεγάλος επικός ποιητής δεν αναφέρεται με σαφήνεια στα χαρακτηριστικά και τις ιδιότητές τους, ενώ παράλληλα δεν διευκρινίζει και τις ακριβείς θέσεις των αμπελώνων, μεταγενέστερες πληροφορίες επιτρέπουν με μεγάλο βαθμό βεβαιότητας την εξαγωγή κάποιων βασικών συμπερασμάτων. Ο δεύτερος κορυφαίος οίνος (Grand Crus) μετά τον Πραμνεῖο Οἶνο της Ικαρίας που αναφέρεται στα ομηρικά κείμενα, είναι ο Ἰσμαρικός Οἶνος, για τον οποίο ο ποιητής αντλεί τις πληροφορίες του από τους Ίωνες αποίκους στα παράλια της Θράκης, αρκετές δεκαετίες μετά την πρώτη τους εμφάνιση στην περιοχή, στις αρχές του VIII προχριστιανικού αιώνα.
Στους πρώτους αυτούς οικιστές συμπεριλαμβάνονται και άνθρωποι από την Χίο, με αποφασιστική και καταλυτική παρουσία στην ίδρυση της Μαρωνείας στις νοτιοδυτικές υπώρειες του όρους Ίσμαρος. Την περίοδο αυτή, τα κρασιά της Χίου κυριολεκτικά κατακλύζουν την Μεσόγειο, αν και ο Όμηρος, όπως και σχεδόν έναν αιώνα αργότερα ο Αρχίλοχος, εξυμνούν το οινικό προϊόν του Ισμάρου, στοιχείο που προδίδει πως τα περίφημα κρασιά της Θάσου, δεν έχουν ακόμη εμφανισθεί στις αγορές, παρά σε δραστικά ίσως περιορισμένο βαθμό.
Η απουσία τους οφείλεται μάλλον και στην μεγάλη διαμάχη μεταξύ των κατοίκων της Μαρωνείας και των Θασίων για τον έλεγχο της περιοχής της Στρύμης στην χερσόνησο της Μολυβωτής, μεταξύ του Πόρτο-Λάγος και της Μαρωνείας, στα μέσα του VII προχριστιανικού αιώνα, γεγονός που αποκλείει για τους κατοίκους της Θάσου την πρόσβαση στα μεγάλα εμπορικά δίκτυα των Ιώνων. Επιπλέον οι Χίοι, κατέχουν εξαιρετική τεχνογνωσία στην οινοποιία, και ενδεχόμενα ανταλλάσσουν μυστικά και τεχνικές με τους Θράκες Κίκονες, με συνέπεια η αγαστή τους συνεργασία να τους επιτρέψει να προσθέσουν έναν μεγάλο οίνο, στο φάσμα των οινικών προϊόντων που διακινούν στις αγορές (B. Isaac, THE GREEK SETTLEMENTS IN THRACE UNTIL THE MACEDONIAN CONQUEST).
Ο Όμηρος γνώριζε τον Ισμάρειο οίνο
Ο Όμηρος αποτελεί καλό γνώστη της περιοχής και της λαϊκής παράδοσης, αναφέροντας τον θρακικής καταγωγής μυθικό ιερέα του Απόλλωνος Μάρωνα, που προσφέρει στον Οδυσσέα πολύτιμα μέταλλα (έχουν εντοπισθεί αρχαίες στοές μεταλλουργών στην περιοχή) και ασκούς με το περίφημο κρασί του Ισμάρου, το οποίο αργότερα θα χρησιμοποιήσει ο πανούργος ήρωας για να μεθύσει τον Κύκλωπα Πολύφημο και να διαφύγει (ΟΔΥΣΣΕΙΑ ix.39-42, ix.196-201).
Ο Μάρων αναδεικνύεται και σε επώνυμο ήρωα-ιδρυτή της αποικίας των Χίων οικιστών της περιοχής, στοιχείο που προδίδει τις καλές τους σχέσεις με τους Θράκες και η λατρεία του αποτελεί κυρίαρχο στοιχείο της Μαρωνείας έως και την ελληνορωμαϊκή περίοδο. Μάλιστα η παράδοση που τοποθετεί τον Οδυσσέα και τον Πολύφημο στην περιοχή αυτή επιβιώνει χρονικά έως την ίδια εποχή και αναφέρεται συχνά το ρεῖθρον ὀδύσσειον στην λίμνη Ισμαρίδα (Μητρικού) ανατολικά της Βιστωνίδος, περίπου τρία χιλιόμετρα από ακτή και τουλάχιστον δύο σπήλαια που έχουν αποδώσει κατά τις ανασκαφές προϊστορικά ευρήματα, αποκαλούνται Σπήλαια του Κύκλωπος (Gocha R. Tsetskhladge – Editor, GREEK COLONISATION, AN ACCOUNT OF GREK COLONIES AND OTHER SETTLEMENTS).
Ο Ευριπίδης αναφέρει τον Πολύφημο γόνο του Διονύσου και ίσως η τοπική παράδοση για τον Οδυσσέα και τον Κύκλωπα (ΚΥΚΛΩΨ, 141-143) να ανακλά μία πρώϊμη σκληρή διαμάχη των αμπελουργών με τους κτηνοτρόφους και το πρόβλημα των αμνοεριφίων που καταστρέφουν τους αμπελώνες. Η χρήση από τον Όμηρο του επιθέτου ἐριβῶλαξ για την Θράκη που εννοεί την εύφορη και γόνιμη γή, το σχόλιο προς τον Αγαμέμνονα από τον Νέστορα, τον άτυπο οινολόγο των Αχαιών, για τις καθημερινές μεταφορές οίνου από την Θράκη στο στρατόπεδο της Τρωάδος, όπως και η υπόμνηση για το εξαιρετικό οινικό προϊόν των αμπελώνων της Μαρωνείας, στοιχειοθετούν πως ο ποιητής διαθέτει στιβαρές γνώσεις για την οινική παραγωγή της περιοχής (ΙΛΙΑΣ, ΙΧ.76, ΧΧ.485 & ΟΔΥΣΣΕΙΑ, ix.197-201).
Αρχίλοχος και Πλίνιος
Αρκετές δεκαετίες μετά από τον Όμηρο, ο Αρχίλοχος από την Πάρο, ένας διαβόητος μισθοφόρος, αλλά και εξαιρετικός λυρικός ποιητής των αρχών του VII προχριστιανικού αιώνα, δηλώνει με κάποια δόση υπερβολής πως οφείλει στο δόρυ την επιβίωσή του, που του εξασφαλίζει την τροφή και το κρασί από τον Ίσμαρο, που πίνει όταν στηρίζεται επάνω του για να ξεκουρασθεί, επαναλαμβάνοντας πάντως και σε άλλο στίχο τον θαυμασμό του για τον κορυφαίο οίνο της Θράκης ( T. Bergk, POETAE LYRICI GRAECI – PLG, Archilochus, Fr. 2 & Fr. 17).
Πολλούς αιώνες μετά την ομηρική εποχή, ο Πλίνιος δηλώνει απερίφραστα πως ο Ἰσμαρικός Οἶνος από την Μαρώνεια, διατηρεί την απαράμιλλη φήμη του στις αγορές και σχολιάζει πως είναι μελανός, εξαιρετικά αρωματικός, ενώ με την παλαίωση ισορροπεί και αναδεικνύει τον πλούτο των χαρακτηριστικών του, με το τελευταίο στοιχείο να προδίδει πως πρόκειται για κρασί υψηλού αλκοολικού βαθμού (HISTORIAE NATURALIS, xiv, 6). Μάλιστα ο Όμηρος αναφέρει με δόση υπερβολής πως εάν διαλυθεί ένα μέρος του σε 20 μέρη νερού, άποψη που υποστηρίζει και ο Ιπποκράτης, αλλά για θεραπευτικούς σκοπούς, εξακολουθεί να διατηρεί τα έντονα αρώματά του (ΟΔΥΣΣΕΙΑ, ix.208).
Στα μέσα του πρώτου προχριστιανικού αιώνα, όπως παρατηρεί ο Πλίνιος, ο ανθύπατος και κυβερνήτης της Ασίας Quintus Mucinus Thermus, παρατηρεί πως τα αρώματα του κρασιού παραμένουν αναλλοίωτα, ακόμη και όταν διαλυθεί ένα μέρος του σε οκτώ μέρη νερού, ενώ ο Αθήναιος παρατηρεί πως το φαινόμενο αυτό οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι αυξάνεται ο αλκοολικός βαθμός του με την παλαίωση (HISTORIAE NATURALIS, xiv, 6.54 & ΔΕΙΠΝΟΣΟΦΙΣΤΑΙ, Ι, 26b).
Βίβλινος οίνος
Ο άλλος κορυφαίος οίνος της Θράκης, που αναφέρεται για πρώτη φορά από τον Ησίοδο, είναι ο Βίβλινος Οἶνος, με προέλευση από την Θράκη, την Νάξο, την Σικελία ή την Φοινίκη, στο οποίο αναφέρονται συχνά οι κωμωδιογράφοι και οι τραγωδοί της κλασσικής εποχής (ΕΡΓΑ ΚΑΙ ΗΜΕΡΑΙ, 589 & B. Snell – Editor, TRAGICORUM GRAECORUM FRAGMENTA, Achaeus Fr. 41 (20), Philyllius Fr. 232). Η υπόθεση για την αρχική προέλευση της ποικιλίας από την Θράκη προβάλλεται από τον πατέρα της δωρικής κωμωδίας και ευρύτερα της κωμωδίας, Επίχαρμο, που καταγράφει πως οι αμπελώνες εκτείνονται στις υπώρειες των Βιβλίνων ὀρῶν (το χαμηλό όρος Σύμβολο που δεσπόζει στην δυτική πλευρά του κόλπου της Καβάλας), όπως διασώζει ο Αθήναιος, περιοχή όμως αρκετά μεγάλη για να προσδιορισθεί με ακρίβεια η θέση τους (ΔΕΙΠΝΟΣΟΦΙΣΤΑΙ, Ι, 31a).
Ευτυχώς κατά τον ΙΙΙ προχριστιανικό αιώνα, ο συγγραφέας του ιστορικού έργου με τίτλο ΘΗΒΑΪΚΑ, Αρμενίδας, εξηγεί πως αναπτύσσονται από τα περίχωρα της Οισύμης (Νέα Πέραμος, 17 χιλιόμετρα δυτικά της Καβάλας), έως την Αντισάρη (Καλαμίτσα), στα δυτικά περίχωρα της σύγχρονης Καβάλας και δικαιολογεί την φήμη του προϊόντος τους με βάση το γεγονός ότι τα κρασιά της Θράκης θαυμάζονται για την γεύση τους και την επίγευσή τους (ΔΕΙΠΝΟΣΟΦΙΣΤΑΙ, Ι, 31a & Στέφανος Βυζάντιος, ΕΘΝΙΚΑ, ΠΕΡΙ ΠΟΛΕΩΝ,, Λήμμα Ἁλίαρτος).
Τα βασικά χαρακτηριστικά του τονίζονται από τον βουκολικό ποιητή του IV προχριστιανικού αιώνα Θεόκριτο, που εκθειάζει τα ιδιαίτερα έντονα αρώματα του κρασιού, την εξαιρετική του γεύση και το ερυθρό του χρώμα, τονίζοντας πως αναλώνεται μετά από τουλάχιστον τετραετή παλαίωση (ΕΙΔΥΛΙΑ, xiv.15).
Η εκδοχή της προέλευσης από την Νάξο περιλαμβάνεται στο έκτο βιβλίο των ΔΗΛΙΑΚΩΝ του Σήμου από την Δήλο, που θεωρεί πως η βιβλία ἄμπελος, δανείζεται την ονομασία της από τον ποταμό της νήσου Βιβλίνη ή Βιμβλίνη στο τοπικό ιδίωμα, στις παρόχθιες εκτάσεις του οποίου εκτείνονται οι αμπελώνες. Από το κλήμα αυτό προέρχεται ο πασίγνωστος Βίβλινος Οἶνος, πληροφορία που οδηγεί στην υποψία πως ο διάσημος Νάξιος Οἶνος του Αρχιλόχου δεν είναι παρά ο Βίβλινος της τοπικής παραγωγής (ETYMOLOGICUM MAGNUM, Λήμμα Βίβλινος Οἶνος & T. Bergk, POETAE LYRICI GRAECI – PLG, Archilochus, Fr. 290).
Πόλλιος οίνος
Όσον αφορά την Σικελία, η πηγή είναι ο ιστορικός των αρχών του V προχριστιανικού αιώνα Ίππυς από το Ρήγιο, που υποστηρίζει στο έργο του με τίτλο ΣΙΚΕΛΙΚΑ, πως ο Πόλλις από το Άργος, ο τύραννος των Συρακουσών, είναι υπεύθυνος για την μεταφορά του κλήματος από την νότιο Ιταλία και τον εγκλιματισμό του στην Σικελία.
Όμως ο ίδιος συγγραφέας υποστηρίζει πως το κρασί είναι υπόγλυκο, δηλαδή μοσχάτο, γεγονός που συνεπάγεται πως το αρχικό κλήμα ίσως έχει υποστεί διασταύρωση με κάποιο άλλο, προς το παρόν άγνωστο, είτε στην Νότιο Ιταλία, είτε στην Σικελία, ενώ προσθέτει πως αναπτύσσεται με περίπλοκες διακλαδώσεις, στοιχείο που προδίδει πως χρησιμοποιείται και για να σχηματίζονται οι γνωστές και απαραίτητες για την σκιά τους κληματαριές. Συμπληρώνει μάλιστα πως ο γνωστός Πόλλιος Οἶνος της Ιταλίας, δεν είναι άλλος από τον Βίβλινο (ΔΕΙΠΝΟΣΟΦΙΣΤΑΙ, Ι, 31b, Πλούταρχος, ΗΘΙΚΑ, ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΕΚΛΕΛΟΙΠΟΤΩΝ ΧΡΗΣΤΗΡΙΩΝ, 29 & Στέφανος Βυζάντιος, ΕΘΝΙΚΑ, ΠΕΡΙ ΠΟΛΕΩΝ, Akademie und Verlagsanstellung, Graz, 1958, Λήμμα Ἀρκαδία).
Ο Αρχέστρατος, η αναμφισβήτητη ηγετική φυσιογνωμία της ελληνικής γαστρονομίας, θεωρεί πως προέρχεται από την Βύβλο της Φοινίκης, μία περιοχή στο μέσον περίπου της διαδρομής από την Τρίπολη προς την Βηρυττό και ιερό χώρο του Αδώνιδος. Το κυρίαρχο χαρακτηριστικό του, όπως σημειώνει, είναι τα εκπληκτικά του αρώματα, αν και στην δοκιμή του για πρώτη φορά, δίδει την εντύπωση πως είναι περισσότερο απαλός και ισορροπημένος από τον Λέσβιο, έναν άλλο κορυφαίο οίνο της εποχής, καθώς παρά την παλαίωση, διατηρεί τα αρχικά χαρακτηριστικά ενός νεαρού κρασιού.
Όμως από την γεύση και την επίγευσή του διαπιστώνεται πως παραμένει δραστικά κατώτερος από το κρασί της Λέσβου, το οποίο προκαλεί την αίσθηση αμβροσίας και όχι οίνου. Τονίζει μάλιστα απαξιωτικά πως μόνον οι ἀλαζονοχαυνοφλύαροι προβάλλουν και εκθειάζουν τον Βίβλινο, ως ανώτερο των πάντων, εννοώντας πως αγνοούν με την έπαρση και την ημιμάθειά τους βασικούς κανόνες της οινολογίας (ΔΕΙΠΝΟΣΟΦΙΣΤΑΙ, Ι, 31a-b, Vol. Ι, Loeb). Πάντως, μία εξήγηση για τις φαινομενικά αντιφατικές πληροφορίες που αφορούν την προέλευση του κλήματος, εστιάζεται στην πιθανή μεταφορά και εγκλιματισμό του από την Θράκη, σε διάφορες άλλες οινοπαραγωγικές περιοχές του ελλαδικού και περιελλαδικού χώρου.