Σε αναζήτηση προστάτη – Η αγκίστρωση στις ΗΠΑ

Σε αναζήτηση προστάτη - Η αγκίστρωση στις ΗΠΑ, Θέμης Τζήμας

Ενόσω στην Ελλάδα συζητούμε για τις χυδαιότητες του Πολάκη, τα «αριστερά» κότερα των εφοπλιστών φίλων του Τσίπρα και τις προεκλογικές παροχές -θέματα κατά τα λοιπά όχι ασήμαντα- στην ΑΟΖ της Κύπρου και ενδεχομένως εντός ολίγου στην ελληνική υφαλοκρηπίδα λαμβάνει χώρα ένας Αττίλας 3.5, σύμφωνα με τα λεγόμενα του προέδρου Αναστασιάδη. Η Τουρκία, υλοποιώντας όσα είχε εξαγγείλει, ξεκινά γεωτρήσεις στην κυπριακή ΑΟΖ ενώ προαναγγέλλει αντίστοιχες έρευνες και στα όρια ή και εντός της ελληνικής υφαλοκρηπίδας.

Πρόκειται για έμπρακτη, μερική, κατάργηση των δικαιωμάτων της Κυπριακής Δημοκρατίας σήμερα και της ελληνικής πιθανότατα αύριο. Η κλιμάκωση αυτής της αμφισβήτησης ούτε ελεγχόμενη είναι -ιδίως δε από την Ελλάδα και την Κύπρο- ούτε είναι σαφές μέχρι πού θα φτάσει. Πέραν αυτής καθεαυτής της σοβαρότητάς της, οδηγεί σε δορυφοριοποίηση των δύο κρατών και πολύ πιθανά σε στρατιωτική εμπλοκή κάποιας έντασης.

Δεν υπάρχει κανένας αιφνιδιασμός στην πολιτική της Τουρκίας: πρόκειται για μια προαναγγελθείσα εξέλιξη, μπροστά στην οποία εδώ και πολλά χρόνια αλλά ιδίως την τελευταία δεκαετία της κρίσης, οι ηγεσίες Ελλάδας και Κύπρου εθελοτυφλούν. Οι συνένοχες ελληνικές, μνημονικές κυβερνήσεις, προσχωρώντας στην πολιτική της νεοαποικιακής εξάρτησης της χώρας, του εφαρμοσμένου νεοφιλελευθερισμού και του δημοσιονομικού ζουρλομανδύα, δεν εξάντλησαν μόνο τις παραγωγικές δυνάμεις της χώρας αλλά περιόρισαν δραματικά και τις αμυντικές της δυνατότητες.

Προκειμένου να διασκεδάσουν τις εντυπώσεις, οι κυβερνήσεις Παπανδρέου, Παπαδήμου, Σαμαρά και ακόμα περισσότερο Τσίπρα καλλιέργησαν αφελείς προσδοκίες ότι η ΕΕ, η Ευρωζώνη, η απόλυτη εξάρτηση από τις ΗΠΑ και η συμμαχία με το Ισραήλ και με την Αίγυπτο θα προστάτευαν την Ελλάδα και την Κύπρο.

Αυτό που έχει κερδίσει ο ελληνισμός μέχρι σήμερα στην πράξη, από τις παραπάνω μονόπλευρες εν πολλοίς  συμμαχίες είναι απλά ανακοινώσεις συμπαράστασης. Επιπλέον, αυτές έχουν επιφέρει ατίμωση του ονόματός μας στη Μέση Ανατολή, λόγω της υποστήριξης όλων των εγκλημάτων του Ισραήλ και ενόσω ο νέος «Αττίλας» εξελίσσεται. Θυμίζουμε ότι και το 1974, είχαν εκδοθεί πολύ ισχυρότερες από διπλωματικής άποψης αποφάσεις, μετά τους δύο πρώτους «Αττίλες», ωστόσο τα τουρκικά στρατεύματα παραμένουν ακόμη στην Κύπρο. Οι σχέσεις με τη Ρωσία, τη Συρία, το Ιράν αλλά και με άλλες, ανερχόμενες, περιφερειακές δυνάμεις είτε εκμηδενίστηκαν, είτε περιορίζονται λόγω της πατρωνίας από την Ουάσινγκτον, βλέπε Κίνα.

Προφητείες περί ξανθού γένους

Ελλάδα και Κύπρος προσφέρονται ως διαπραγματευτικά χαρτιά των ΗΠΑ, στην προσπάθεια τους να πιέσουν αλλά και να θέλξουν την Τουρκία του Ερντογάν. Ενώ η Ελλάδα και η Κύπρος καθίστανται δεδομένες για τις ΗΠΑ, η Τουρκία αναβαθμίζει το ρόλο της, ιδίως στην προοπτική της τυχοδιωκτικής πολιτικής των ΗΠΑ σε σχέση με το Ιράν.

Έτσι, σήμερα η στάση Κύπρου και Ελλάδας δεν είναι αυτή ήρεμων δυνάμεων αλλά αδύναμης ακινησίας και φόβου. Η εμμονή στην προστασία από τις ΗΠΑ και στην προοπτική στρατηγικής σύγκρουσης των τελευταίων με την Τουρκία, αρχίζει να θυμίζει τις προφητείες περί ξανθού γένους. Ακόμα και αν συγκρουστούν σε κάποιο επίπεδο οι δύο χώρες, αυτή η σύγκρουση δεν εγγυάται ευμενείς εξελίξεις ούτε για την Ελλάδα, ούτε και για την Κύπρο.

Διόλου τυχαία, κυβέρνηση και αξιωματική αντιπολίτευση σιωπούν για τα παραπάνω και αντιθέτως διαγκωνίζονται για την εύνοια του πρέσβη των ΗΠΑ. Η συντριπτική πλειονότητα του πολιτικού, δημοσιογραφικού και ακαδημαϊκού κόσμου αντιμετωπίζει σαν «ιερή αγελάδα» τον ευρωατλαντισμό και το Ισραήλ. Δεν πρόκειται περί λάθους μόνο ή κυρίως αλλά για αποτέλεσμα του ελέγχου της εσωτερικής πολιτικής ζωής από τον ιμπεριαλισμό και την εξάρτηση.

Σήμερα ωστόσο έχουμε φτάσει κοντά στο σημείο μηδέν. Οι δύο λαοί οφείλουν να αποφασίσουν αν θα συνεχίσουν στην ίδια πορεία ή όχι. Η κατάσταση έμπρακτης υφαρπαγής των δικαιωμάτων Κύπρου και Ελλάδας απαντιέται με ένα συνδυασμό βραχυπρόθεσμων και μεσοπρόθεσμων πολιτικών. Η διπλωματική πίεση στην Τουρκία πρέπει να διατηρηθεί, όπως και οι νομικές ενέργειες εναντίον των ιδιωτικών εταιρειών που υλοποιούν τις τουρκικές παραβιάσεις του διεθνούς δικαίου.

Να μην είναι δεδομένη

Ελλάδα και Κύπρος πρέπει να εργαστούν ώστε να υπάρξουν κυρώσεις όχι μόνο της ΕΕ αλλά και των κρατών- μελών της, προς την Τουρκία, ιδίως δε στο επίπεδο της στρατιωτικής τεχνολογίας. Η σχέση με το Ισραήλ ασκεί πίεση στην Τουρκία μέχρι ενός σημείου αλλά δεν πρέπει να ακυρώνει τη σχέση της Ελλάδας με τον αραβικό κόσμο, λόγω της υποστήριξης στους σιωνιστικούς κύκλους. Η Ελλάδα δεν μπορεί να ακυρώνει τη σχέση της με το Λίβανο, την Παλαιστίνη και με άλλες δυνάμεις της περιοχής.

Παράλληλα, Ελλάδα και Κύπρος οφείλουν να αποκαταστήσουν και να διευρύνουν σχέσεις με περιφερειακές δυνάμεις που βρίσκονται σε αντιπαράθεση με την Τουρκία- βλ. Συρία και Ιράκ- όπως και με άλλες που διατηρούν την καχυποψία τους προς την πρώτη- βλ. Ιράν. Είναι δε κομβικής σημασίας, η αποκατάσταση ισόρροπης σχέσης με τη Ρωσία. Έτσι και πέραν όλων των άλλων, η Ελλάδα θα δείξει –και- στις ΗΠΑ ότι δεν είναι δεδομένη.

Κυρίως όμως, η Ελλάδα πρέπει να υλοποιήσει εμπροσθοβαρές σχέδιο αμυντικής θωράκισής της, με έμφαση στην εγχώρια αμυντική βιομηχανία και αποκατάστασης του ενιαίου αμυντικού δόγματος Κύπρου- Ελλάδας, το οποίο δεν υλοποιείται με τα θηριώδη πρωτογενή πλεονάσματα.

Τέλος όμως, είναι εξίσου σημαντικό να υπάρξει και μια σαφής πρόταση της Ελλάδας προς την Τουρκία: η διεθνής δικαιοσύνη μπορεί να αποτελέσει διέξοδο για το θέμα της ΑΟΖ. Έχουμε κάθε λόγο να φέρουμε το συγκεκριμένο και μόνο ζήτημα στο διεθνές δικαστήριο.
Η πίεση των ΗΠΑ προς τον Ερντογάν μπορεί να αποτελέσει σημείο καμπής, είτε για να προσφερθούν η Ελλάδα και η Κύπρος σαν φιλέτα μελλοντικής διαπραγμάτευσης, είτε για μια στρατηγική συνεννόησης με την Τουρκία, τουλάχιστον σε ορισμένα εκ των ζητημάτων που μας απασχολούν, μέσα από έναν συνδυασμό λογικής και δύναμης από πλευράς Κύπρου και Ελλάδας.