Ο Ελληνισμός της Ανατολής – Το πριν και το μετά την καταστροφή

Ο Ελληνισμός της Ανατολής - Το πριν και το μετά την καταστροφή, Θεόδωρος Κατσανέβας

Στα τέλη Αυγούστου με αρχές Σεπτεμβρίου του 1922 έκλεισε το μεγάλο κεφάλαιο που αντιπροσώπευε ο Ελληνισμός της Ανατολής με το κάψιμο και τη λεηλασία της Σμύρνη, της “Γκιαούρ Ισμίρ”, όπως την αποκαλούσαν οι Νεότουρκοι. Η Μικρασιατική Καταστροφή οδήγησε στον ξεριζωμό από τις πατρογονικές εστίες τους τους Έλληνες της Μικράς Ασίας.

Στις αρχές του 20ου αιώνα ήταν το ένα τρίτο περίπου του συνολικού πληθυσμού της περιοχής και είχαν αναδειχτεί ως η κυρίαρχη οικονομική ελίτ της πολυεθνικής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας που βρισκόταν υπό μακρόχρονη διαδικασία κατάρρευσης. Μετά το διάταγμα “Χάτι Χουμαγιούν” του 1856, που επέτρεπε στους Χριστιανούς να κατέχουν γη και να συμμετέχουν στη διοίκηση, το ιδιαίτερα δραστήριο ελληνικό στοιχείο ανέπτυξε έντονη δραστηριότητα στο εμπόριο, στην παραγωγή, στις κατασκευές, στη ναυτιλία και αλιεία, αλλά και σε σύγχρονες μορφές για την εποχή καλλιέργειες της γης. Εκτιμάται ότι το 80% βασικών παραγωγικών δραστηριοτήτων ανήκε σε Έλληνες και το υπόλοιπο κατά κύριο λόγο σε Αρμένιους.

Σύμφωνα με σοβαρές μαρτυρίες, από τα 391 παραγωγικά εργοστάσια που λειτουργούσαν στη Μικρά Ασία, τα 344 ανήκαν σε Έλληνες. Οι πρώτες βιοτεχνικές-βιομηχανικές μονάδες  (κλωστοϋφαντουργίας, ταπητουργίας, ιματισμού, δέρματος, τροφίμων και ποτών,  επεξεργασίας καπνού και διάφορων αγροτικών προϊόντων, οικοδομικών υλικών) αναπτύχθηκαν σχεδόν κατ’ αποκλειστικότητα από το ελληνικό στοιχείο.

Αλλά και στις τέχνες, στις επιστήμες και στα γράμματα οι Έλληνες ήταν οι αδιαφιλονίκητοι κυρίαρχοι, διαμορφώνοντας έτσι την ανερχόμενη αστική τάξη της χώρας. Σε αντίθεση με τους ορθόδοξους χριστιανούς, η άρχουσα τουρκογενής μουσουλμανική τάξη στελεχώνει το στρατό και τη δημόσια διοίκηση. Τα ευρύτερα στρώματα του μουσουλμανικού πληθυσμού ασχολούνται κυρίως με τη γεωργία, ενώ δεν είναι λίγοι εκείνοι που υπηρετούν ως κατώτερο προσωπικό Έλληνες προύχοντες.

Το Κίνημα των Νεότουρκων και στη συνέχεια ο Μουσταφά Κεμάλ ενεργοποιήθηκαν με ιδεολογικό υπόβαθρο τη συνένωση του μωσαϊκού των διάφορων μουσουλμανικών εθνοτήτων και ομάδων και τη δημιουργία εθνικού κοσμικού κράτους υπό την ηγεσία του τουρκογενούς στοιχείου. Παράλληλα, στόχος τους είναι η εξόντωση ή η απομάκρυνση της οικονομικά άρχουσας τάξης των ορθόδοξων χριστιανών. Για τον σκοπό αυτό, δεν διστάζουν να μεθοδεύσουν τη γενοκτονία 1.500.000 περίπου Αρμενίων και 350.000 Ελλήνων του Πόντου και της Μικράς Ασίας.

Κινητήριος δύναμη οι Μικρασιάτες

Στη δίνη των παγκόσμιων ανακατατάξεων και της ανόδου των μπολσεβίκων στη Ρωσία, οι σκοπιμότητες των διεθνών συμφερόντων, σε συνδυασμό με την ανικανότητα και τα τραγικά λάθη της τότε ελληνικής ηγεσίας, οδηγούν στη μεγαλύτερη τραγωδία της σύγχρονης περιόδου του Ελληνισμού: τη Μικρασιατική Καταστροφή. Με την ανταλλαγή των πληθυσμών, ύστερα από τη συνθήκη της Λωζάννης (1923) και την έλευση πάνω από 1.500.000 προσφύγων στη μητροπολιτική Ελλάδα, το ελληνικό κράτος οριοθετείται και περιχαρακώνεται περίπου στα σημερινά γεωγραφικά του όρια. Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο διευρύνθηκαν με την προσάρτηση των Δωδεκανήσων.

Μια εντελώς καινούρια σελίδα με τραυματικές μνήμες, αλλά και προσδοκίες για το μέλλον, ανοίγει εκείνη την εποχή. Το 1922, η χρονιά που σηματοδοτεί την τραγωδία των χαμένων πατρίδων της Ανατολής, ταυτόχρονα είναι και ο εφαλτήριος χρόνος για την οικονομική άνθηση της μητροπολιτικής Ελλάδας. Αποτελεί πλέον κοινό τόπο η διαπίστωση ότι η σημαντική οικονομική και ειδικότερα η βιομηχανική ανάπτυξη που παρατηρείται μετά το 1922, έχει ως κύρια κινητήριο δύναμη τους Πόντιους και Μικρασιάτες πρόσφυγες.

Οπλισμένοι με άγνωστες μέχρι τότε για την παλιά Ελλάδα δεξιότητες και τεχνογνωσία, με ευρηματικότητα, ενεργητικότητα και εργατικότητα, αναπτύσσουν έντονη επιχειρηματική και επαγγελματική δράση που συμπαρασύρει και απογειώνει την οικονομία της χώρας. Κι όλα αυτά, συντελούνται χωρίς αρχικά κεφάλαια, από το μηδέν, αφού η συντριπτική πλειοψηφία των προσφύγων είχαν εγκαταλείψει το βιός τους στις πατρογονικές εστίες. Ελάχιστοι μόνο οικονομικά εύποροι Κωνσταντινοπολίτες, Σμυρνιοί και Πόντιοι, είχαν προνοήσει για την έγκαιρη, πριν την καταστροφή, διοχέτευση μέρος των περιουσιών τους στη σιγουριά της πατρίδας.

Πόντιοι και Μικρασιάτες πρόσφυγες δραστηριοποιούνται στην κλωστοϋφαντουργία, την ταπητουργία, το ένδυμα, την επεξεργασία καπνού και αγροτικών προϊόντων, στην κατασκευή οικοδομικών και μηχανολογικών υλικών. Άλλοι στρέφονται σε επί μέρους τεχνικά και ελεύθερα επαγγέλματα, στις επιστήμες, στη λογοτεχνία, στις τέχνες και στα γράμματα, αλλά και στο εμπόριο και στη ναυτιλία, όπου υπήρχε σοβαρή παράδοση αιώνων. Παράλληλα, μεγάλες ομάδες προσφύγων, συνήθως ολόκληρα χωριά, εγκαθίστανται σε εγκαταλειμμένες περιοχές, κυρίως στη βόρεια Ελλάδα, όπου ασχολούνται κατά κύριο λόγο με τη γεωργία. Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις όπου σχεδόν άγονες εκτάσεις μεταβάλλονται από τους πρόσφυγες σε εύφορη γη.

Η σχέση με την πολιτική

Εδώ θα πρέπει να σημειωθεί ότι η παραχώρηση οικοπέδων και κτημάτων με τον θεσμό της ανταλλάξιμης περιουσίας, συμβάλλει στην οικονομική στήριξη ειδικότερα στην αρχή της εδώ εγκατάστασης, όσων φυσικά συμπεριλήφθηκαν τελικά σ’ αυτή τη ρύθμιση. Όμως, η ενσωμάτωση στη νεοελληνική κοινωνία δεν γίνεται χωρίς τραύματα. Ένα μεγάλο μέρος της άρχουσας τάξης και ορισμένα αντιδραστικά και καθυστερημένα στρώματα της παλιάς Ελλάδας, αντιμετωπίζουν με καχυποψία έως και εχθρότητα τον δυναμισμό και την ενεργητικότητα των “τουρκόσπορων”.

Εκτός των άλλων, οι Μικρασιάτες ήταν φυσικό να διαφέρουν, να έχουν αλλιώτικους τρόπους ζωής, ήθη και έθιμα. Χαρακτηριστικό έχει μείνει το γεγονός ότι προσφυγοπούλες χαρακτηρίζονται υποτιμητικά “παστρικιές”, επειδή είχαν ιδιαίτερη εμμονή στην καθαριότητα. Ένα άλλο ενδιαφέρον δεδομένο είναι ότι οι πρόσφυγες, παρ’ όλη την αρχική φτώχεια τους, δεν προσφεύγουν στη ζητιανιά.

Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι οι Πόντιοι και οι Μικρασιάτες αποκλείονται συστηματικά από την ενασχόληση με τα κοινά. Χαρακτηριστικό είναι ότι στα περισσότερα καταστατικά των συλλόγων τους εμφανίζεται κατηγορηματική απαγόρευση της εμπλοκής με την πολιτική. Η πλειοψηφία τους εμφορείται από προοδευτικές ιδέες, οι οποίες ελάχιστα είναι ευπρόσδεκτες από τη συντριπτική πλειονότητα της άρχουσας τάξης της παλαιάς Ελλάδας.

Έτσι και στις καινούριες εστίες τους, όπως άλλωστε και στις παλιές, οι Πόντιοι και οι Μικρασιάτες βρίσκονται έξω από την πολιτική. Ο ξεχωριστός δυναμισμός, η ενεργητικότητα και οι γνώσεις τους διοχετεύονται στις επιστήμες, στις τέχνες, στα γράμματα και στις επιχειρήσεις, όπου και πρωτοστατούν. Ενδεικτικά και μόνο, ίσως αξίζει να σημειωθούν εδώ τα ονόματα ορισμένων επιφανών προσφύγων μεγαλοεπιχειρηματιών, των οποίων η δράση σηματοδοτεί μια ξεχωριστή οικονομική παρουσία, όπως ο Ωνάσης, ο Μποδοσάκης, οι Ευφραίμογλου, οι εθνικού ευεργέτες Αντρέας Συγγρός, Σισμανόγλου, Σικιαρίδης, κλπ. Αλλά και η συνεταιριστική ιδέα ενισχύεται και προωθείται σημαντικά από το προσφυγικό στοιχείο, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα αυτό του αγροτοσυνεταιριστική Μπαλτατζή.

Οι δρόμοι της ξενιτιάς

Ένα μέρος των προσφύγων, όπως συνέβη και με αρκετούς κατοίκους της παλαιά Ελλάδας, δεν βρίσκει πρόσφορο έδαφος επιβίωσης στη μητέρα πατρίδα. Γι’ αυτό και ακολουθεί το δρόμο μιας δεύτερης προσφυγιάς αρχικά στις ΗΠΑ, στον Καναδά, στην Αυστραλία, στη Νότια Αφρική κλπ. Και αργότερα μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο στη Δυτική Ευρώπη, κυρίως στη Γερμανία. Ένας μεγάλος αριθμός Ποντίων ακολουθεί ανατολικές διαδρομές στις χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης.

Με τη Μικρασιατική Καταστροφή και την οριστική μετατόπιση και περιχαράκωση δυτικότερα στα σημερινά του όρια, ο Ελληνισμός αποκόπηκε από ιστορικές αναφορές και παροικίες προς ανατολάς. Αναφορές που εκτείνονταν γύρω και πέρα από τον λεγόμενο “δρόμο του μεταξιού”, στη Συρία, στη Βαγδάτη, στην Τεχεράνη, στις Ινδίες, μέχρι και στο μακρινό Βλαδιβοστόκ της Σιβηρίας.

Παράλληλα, όμως, η μητροπολιτική Ελλάδα οφελείται τα μέγιστα από τη δυναμική παρουσία των προσφύγων. Και ανεξάρτητα από τα δυσάρεστα αίτια, η διασπορά των προσφύγων σε παγκόσμια κλίμακα, ενισχύει τη διεθνή οντότητα του Ελληνισμού, γεγονός που υπό τις κατάλληλες προϋποθέσεις και συνθήκες να αποτελεί ισχυρό έρεισμα πολιτικής, πολιτισμικής και οικονομικής ισχύος.


Το άρθρο αυτό αποτελεί μια απόδοση τιμής στον Ελληνισμό της Ανατολής, στις αλησμόνητες πατρίδες του Πόντου και της Μικράς Ασίας. Αλλά και ως ένα χρέος τιμής στην οικογένεια της μητέρας μου Μαρίκας Σουρμελή-Κατσανέβα που ήρθε το 1922 με το πλοίο Κουρτουλούς από την Κερασούντα του Πόντου στην Αθήνα και εγκαταστάθηκε στις Τζιτζιφιές στην Καλλιθέα. Αλλά και του πατέρα Κώστα Κατσανέβα που με καταγωγή από την Κρήτη και τα Αντικύθηρα, γεννήθηκε στη Σμύρνη και υπηρέτησε ως πιλότος στην Ελληνική Πολεμική Αεροπορία.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι