Ο Κυριάκος στη χώρα της μοιρολατρίας…
28/12/2024Προηγούμενο άρθρο με τίτλο “Ο Κυριάκος στον κόσμο της μετριότητας” παρουσίασε έναν πρωθυπουργό που κυβερνάει μια χώρα που τη χαρακτηρίζει η μετριότητα. Η αλήθεια είναι ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης κυβερνάει μια χώρα που μεγάλο κομμάτι του λαού της το χαρακτηρίζει μια αυξανόμενη παθητική αντιμετώπιση αυτών που συμβαίνουν γύρω του.
Αυτοί οι πολίτες πιστεύουν ότι δεν έχουν περιθώρια αποτελεσματικής παρέμβασης από τη στιγμή που το πολιτικό σύστημα απορροφά τον αέρα της όποιας αισιοδοξίας μπορεί να δημιουργηθεί. Αισθάνονται ότι δεν είναι ενεργοί συμμετέχοντες στην κοινωνία, αλλά απλώς παθητικοί αποδέκτες αποφάσεων, τις συνέπειες των οποίων θα υποστούν αναγκαστικά. Ζώντας κάτω από εξουθενωτικές ρυθμιστικές δομές, έχουν περιορισμένες επιλογές, μειούμενες ατομικές ελευθερίες και ελάχιστες προοπτικές βελτίωσης του επιπέδου διαβίωσης. Πιστεύουν ότι το αυταρχικό κράτος είναι, σε μεγάλο βαθμό, προϊόν των πολιτικών της παγκοσμιοποίησης που λειτούργησαν σαν ένας ζουρλομανδύας πάνω στις αναγκαίες διαρθρωτικές αλλαγές. Παρά την έντονη επιθυμία τους να τερματιστεί αυτή η κατάσταση, οι αναγκαίες κοινωνικές αλλαγές φαίνεται αδύνατο να πραγματοποιηθούν.
Τι στέκεται εμπόδιο στις αναγκαίες αλλαγές; Η έλλειψη οράματος, ο φόβος τιμωρητικών συνεπειών, η δυσκολία συντονισμού της συλλογικής δράσης, η διεισδυτικότητα της νεοφιλελεύθερης ηγεμονίας, η έλλειψη ταξικής συνείδησης ή ο βουβός καταναγκασμός των οικονομικών σχέσεων; Όλες αυτές οι αφηγήσεις δίνουν μερικώς πειστικές εξηγήσεις, ιστορικές και σύγχρονες, όσον αφορά τα εμπόδια ενός κοινωνικού μετασχηματισμού.
Μια διαφορετική εξήγηση που διαπερνά όλα τα παραπάνω αφηγήματα βρίσκεται στο φαινόμενο της μοιρολατρίας, όπου οι πολίτες πιστεύουν ότι δεν έχουν ελευθερία βούλησης αλλά το πεπρωμένο τους κανονίζεται από δυνάμεις πέρα από τον έλεγχο και τη θέλησή τους. Η “μοιρολατρία του αδύναμου” τους εμποδίζει να δράσουν, αντιθέτως, τους οδηγεί σε οδυνηρούς συμβιβασμούς με το status quo. Μοιραία, στη μνήμη τους έρχεται η “Χώρα των Μοιρολατρών” που περιέγραψε γλαφυρά η Πηνελόπη Δέλτα επηρεασμένη από τη κατάσταση της χώρας το 1910.
Μια βασική αιτία της μοιρολατρίας είναι η κατάρρευση των θεσμών. Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα: «Λιγότεροι από 3 στους 10 πολίτες εμπιστεύονται τη Δικαιοσύνη και λιγότεροι από 2 στους 10 εμπιστεύονται τη Βουλή. Τα κόμματα, ως πολιτικός και κοινωνικός θεσμός, παραμένουν πλήρως απαξιωμένα». Αντιμέτωποι με τη κατάρρευση, πολλοί δείχνουν μια μεμψιμοιρία – πιστεύουν ότι τα πράγματα θα εξελιχθούν ούτως ή άλλως άσχημα και δεν βλέπουν καμία δυνατότητα να παρέμβουν. Στη πράξη, η μοιρολατρία του κοινού βοηθά τους κυβερνώντες να αποφύγουν τις ευθύνες τους για τις αποτυχημένες πολιτικές τους, να προστατεύσουν την εικόνα τους και να εξασφαλίζουν την επανεκλογή τους.
Στην επικράτηση της μοιρολατρίας συνέβαλε και η περιφρόνηση στη λαϊκή βούληση που επέδειξαν, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, τα κόμματα που κυβέρνησαν τη χώρα. Η απάντηση των πολιτών είναι η μεγάλη αποχή από τις εκλογές, αφού πιστεύουν ότι ως μέσο δημοκρατικής έκφρασης έχει ελάχιστη επιρροή στις εξελίξεις. Ψήφισαν προοδευτικά κόμματα, ελπίζοντας ότι θα αλλάξουν τα πράγματα, αλλά εξαπατήθηκαν. Έτσι, η μοιρολατρία, ως ματαιότητα της πολιτικής δράσης, είναι σύμπτωμα αυτών που οδηγούνται στην παραίτηση μπροστά στις επανειλημμένες αποτυχημένες προσπάθειες αμφισβήτησης του κατεστημένου.
Όπως δείχνουν πολλές μελέτες, το αυταρχικό κράτος είναι σημαντικός παράγοντας ανάπτυξης της μοιρολατρείας στην κοινωνία, που διαπιστώνει ότι οι επεμβάσεις της είναι μάταιες και οι εναλλακτικές λύσεις αδιανόητες. Στο μόνο που ελπίζουν οι πολίτες είναι σε κάποιες περιορισμένες και αποσπασματικές αλλαγές, ή στην επιβράδυνση της αναπόφευκτης πορείας προς την ολοκληρωτική περιθωριοποίησή τους. Στο στάδιο παρακμής του εθνικού κράτους, οι υπερεθνικές οικονομικές τάσεις δίνουν το τόνο στην εθνική πολιτική. Ο καθηγητής Άντριου Γκάμπλ (Πανεπιστήμιo Cambridge) γράφει: «Ζούμε σε σιδερένια κλουβιά που στήνονται από απρόσωπες δυνάμεις της παγκοσμιοποίησης και της τεχνολογίας». Το νεοφιλελεύθερο σύνθημα “δεν υπάρχει εναλλακτική λύση” υποδηλώνει τη μοιρολατρία της παγκοσμιοποίησης που διαδίδεται σε όλο τον κόσμο από πολιτικούς, κυβερνήσεις και μεγαλοδημοσιογράφους.
Το κύμα μετανάστευσης των νέων προκλήθηκε από τις δικαιολογημένες απογοητεύσεις τους για το χαμηλό βιοτικό επίπεδο, τις κακές κοινωνικές υπηρεσίες, την εκτεταμένη αναξιοκρατία, τη μεγάλη ανεργία, την κακή διακυβέρνηση και τις περιορισμένες προοπτικές της χώρας, που όλα μαζί δημιουργούν ένα κλίμα μοιρολατρίας. Το τελευταίο κύμα μετανάστευσης των Ελλήνων μοιάζει διαφορετικό και με μεγαλύτερη συνέπεια από παλαιότερα, κυρίως λόγω του είδους των ανθρώπων που φεύγουν (νέοι, ειδικευμένοι, απασχολούμενοι, καταξιωμένοι επαγγελματίες), των κινήτρων τους και των συνεπειών που θα έχει στην ανάπτυξη της χώρας. Η Ελλάδα κινδυνεύει να μην έχει επαρκές ανθρώπινο δυναμικό για την απορρόφηση του είδους των επενδύσεων και μεταρρυθμίσεων που απαιτούνται.
Εάν τόσοι πολλοί άνθρωποι συνεχίσουν μοιρολατρικά να μη βλέπουν κανένα τρόπο εξόδου από το αδιέξοδο, το τελευταίο θα μονιμοποιηθεί και θα βαθύνει την ιστορική υστέρηση ανάπτυξης της χώρας, οδηγώντας σε μια τέλεια καταιγίδα πολιτικών, οικονομικών και ασφαλιστικών δυναμικών. Σε μια ενδεχόμενη κρίση, αυτή η κατάσταση ηττοπάθειας και κυνισμού θα μπορούσε να οδηγήσει οι Έλληνες στρατευμένοι πολίτες ακόμα και να αντιμετωπίσουν μοιρολατρικά μία επιθετική ενέργεια εναντίον της χώρας μας;
Βέβαια, είναι ευκολότερο να αναγνωρίσει κάποιος ότι υπάρχει κάτι εγγενώς απελπιστικό στη σημερινή κατάσταση, παρά να μπορέσει να αναλάβει την ευθύνη να κάνει τη διαφορά. Πολλοί μεμψιμοιρούν, περιμένοντας ότι κάποιος άλλος θα αναλάβει τα ρίσκα να φέρει την κοινωνικοπολιτική αλλαγή που επιθυμούν. Υπάρχουν και αυτοί που, όπως γράφει ο Καβάφης στο ποίημα του “Περιμένοντας τους Βαρβάρους”, θεωρούν σα «μια κάποια λύσιν» τον ετεροκαθορισμό που τους προσφέρουν οι βάρβαροι, και με το «και τώρα τι θα κάνουμε χωρίς βαρβάρους» εκφράζουν μια αγωνία μπροστά στο ενδεχόμενο να υποχρεωθούν να αυτοκαθοριστούν.
Ανάγκη για απελευθέρωση
Επειδή η μοιρολατρία είναι προϊόν των παραπάνω αρνητικών αντιλήψεων, οι τελευταίες μπορούν και πρέπει να αλλάξουν. Η σύλληψη, επεξεργασία και διάδοση της πίστης για αλλαγή είναι ένα κρίσιμο βήμα για την εξάλειψη της “μοιρολατρίας του αδύναμου” που διέπει τη πεποίθηση για τη ματαιότητα της δράσης. Ακόμα και αν πολλοί απλοί άνθρωποι έχουν δεχθεί μοιρολατρικά ότι δεν έχουν καμία απολύτως ικανότητα να επηρεάσουν τη ζωή τους, ότι δεν υπάρχει λόγος ούτε καν να προσπαθήσουν, πρέπει να βρεθεί χώρος για έστω και περιορισμένο πολιτικό και κοινωνικό αυτοπροσδιορισμό. Ένα από τα καθήκοντα των πιο ενεργών πολιτών και διανοουμένων είναι να εντοπίσουν, να εξηγήσουν και να υποστηρίξουν αυτόν τον χώρο, καθώς και να βρουν τρόπους για την επέκτασή του.
Προκειμένου να είναι αξιόπιστες και αποτελεσματικές, οι σχετικές παρεμβάσεις πρέπει να απευθύνονται και στα τρία επίπεδα της μοιρολατρίας (γνωστικό, συναισθηματικό και πρακτικό). Η μοιρολατρία του αδύναμου συχνά οφείλεται στην έλλειψη οράματος, δηλαδή, πολλοί πολίτες δεν μπορούν καν να οραματιστούν πώς θα μοιάζει η κοινωνική και πολιτική μεταμόρφωση και πώς θα φτάσουν ως εκεί. Όμως, ο οραματισμός είναι πολύ σημαντικό εργαλείο πολιτικοκοινωνικών αλλαγών, γιατί μπορεί να δημιουργήσει εναλλακτικά σενάρια για τον απλό λαό, τα οποία μπορούν με τη σειρά τους να γεννήσουν έναν βαθμό αισιοδοξίας για τη δυνατότητα τα πράγματα στην Ελλάδα να γίνουν διαφορετικά.
Για παράδειγμα, τα τρία διαδοχικά στάδια μιας παρέμβασης που θα καταπολεμά τη μοιρολατρία του αδύναμου στο μυαλό των ανθρώπων θα μπορούσαν να είναι η πίστη στη δυνατότητα ότι τα πράγματα μπορούν να γίνουν διαφορετικά, ακολουθούμενη από την εδραιωμένη πεποίθηση ότι τα πράγματα θα ήταν καλύτερα αν ήταν διαφορετικά, και τελειώνοντας με τη προειδοποίηση για τους κινδύνους της αδράνειας και της παραμονής στην αδράνεια. Με τον ερχομό του 2025, το έθνος στο σύνολο του πρέπει να κάνει τολμηρές παρεμβάσεις αν δεν θέλει να καταδικάσει στην παρακμή άλλη μια γενιά. Εάν δεν γίνει αυτό, η μοιρολατρική πεποίθηση για την αδιόρθωτα άσχημη κατάσταση της χώρας μπορεί να καταλήξει μια αυτοεκπληρούμενη προφητεία.