ΘΕΜΑ

Τι κάνουμε τώρα που είναι και η ασπιρίνη στο μικροσκόπιο

Τι κάνουμε τώρα που είναι και η ασπιρίνη στο μικροσκόπιο , Όλγα Μαύρου

Οι ηλικιωμένοι που λαμβάνουν καθημερινά χαμηλή δόση ασπιρίνης έχουν 20% υψηλότερο κίνδυνο να παρουσιάσουν αναιμία ακόμη και χωρίς να έχουν παρουσιάσει σοβαρό αιμορραγικό επεισόδιο, σύμφωνα με τα αποτελέσματα έρευνας που δημοσιεύθηκε σε επιθεώρηση Παθολογίας και, συγκεκριμένα στα Annals of Internal Medicine. Η αιμορραγία σε αυτές τις περιπτώσεις είναι ήπια και συχνά δεν ανιχνεύεται εύκολα. 

Όμως η αναιμία είναι επικίνδυνη για την υγεία των ασθενών, ανεξαρτήτως της αιτιολογίας της ή του πόσο εμφανής είναι ως σύμπτωμα. Πολλοί ασθενείς την παίρνουν προληπτικά χωρίς σοβαρό λόγο, ενώ για άλλους είναι “αναγκαίο κακό”. Οι τελευταίοι έχουν την άμυνα των συχνών εργαστηριακών εξετάσεων.

Οι ερευνητές ανέλυσαν δεδομένα από τη μελέτη Aspirin in Reducing Events in the Elderly (ASPREΕ) και εξέτασαν τις συγκεντρώσεις αιμοσφαιρίνης σε 19.114 υγιείς αλλά ηλικιωμένους ασθενείς. Η επικεφαλής της μελέτης, αιματολόγος Zoe McQuilten που διδάσκει στο Πανεπιστήμιο Monash της Αυστραλίας, είπε σχετικά τα εξής: «Γνωρίζαμε από μεγάλες κλινικές δοκιμές, συμπεριλαμβανομένης της  ASPREE, ότι η καθημερινή χαμηλή δόση ασπιρίνης αυξάνει τον κίνδυνο κλινικά σημαντικής αιμορραγίας. Τώρα διαπιστώσαμε ότι το σκεύασμα αυξάνει και τον κίνδυνο αναιμίας. Αυτή εκτιμούμε ότι ήταν αποτέλεσμα αιμορραγίας η οποία δεν ήταν κλινικά εμφανής».

Η αναιμία είναι κοινή στα άτομα άνω των 65 ετών και διόλου αμελητέα ως πρόβλημα. Μπορεί να προκαλεί αίσθημα κόπωσης, γρήγορο ή ακανόνιστο καρδιακό παλμό, πονοκέφαλο, πόνο στο στήθος και βουητό στα αυτιά. Μπορεί επίσης να επιδεινώσει κάποιες μορφές καρδιακής ανεπάρκειας, την τυχόν κατάθλιψη αλλά και να κάνει πιο προβληματικές τις γνωστικές λειτουργίες.

Μια ειδική αλλά όχι κρατική επιτροπή Προληπτικής Ιατρικής στις ΗΠΑ, δηλαδή επιτροπή που δεν ταυτίζεται πάντα με τις επίσημες συστάσεις του υπουργείου Υγείας της χώρας, άλλαξε τη σύστασή της για την ασπιρίνη πέρσι τέτοια εποχή και συστήνει να μην ξεκινάει η χορήγηση χαμηλής δόσης ασπιρίνης σε άτομα άνω των 60. Όσον αφορά τους έχοντες ηλικία 40 έως 59 ετών που έχουν για διάφορους λόγους πάνω από 10% μεγαλύτερο κίνδυνο να παρουσιάσουν καρδιοπάθεια μέσα στην επόμενη δεκαετία, η επιτροπή συνιστά στους ίδιους τους ασθενείς αλλά κυρίως στους ιατρούς να εξετάζουν κάθε περίπτωση μία-μία ατομικά προτού λάβουν αποφάσεις.         

«Τα στοιχεία δείχνουν», γράφει στις συστάσεις της η συγκεκριμένη επιτροπή «ότι σε αυτή την ηλικιακή ομάδα το “καθαρό κέρδος” από την καθημερινή λήψη ασπιρίνης χαμηλής δόσης είναι μικρό. Όσοι δεν αντιμετωπίζουν αυξημένο κίνδυνο αιμορραγίας είναι πιο πιθανό να ωφεληθούν». Αυτή η σύσταση είναι ουσιαστικά κάτι καινούργιο στον κόσμο της καρδιολογίας. Και τι κάνουν όμως όσοι θέλουν οπωσδήποτε να την πάρουν; Τι λύσεις έχουν;

Τι κάνουμε;

Η μικροβιολόγος κα Σοφία Καλφαγιάννη-Χαλδούπη συνιστά σε όσους λαμβάνουν προληπτικά ασπιρίνη και έχουν κάποια προβλήματα στο βλεννογόνο στομάχου ή εντέρου να κάνουν επίσης προληπτικά μια εξέταση αιμοσφαιρίνης κοπράνων, καθώς αυτή θα δείξει αν υπάρχει μη αντιληπτή ήπια αιμορραγία από το έντερο ή το στομάχι εξαιτίας της ασπιρίνης. «Αυτό συνιστάται σε όσους έχουν ήδη υπάρχουσες βλάβες στους βλεννογόνους του γαστρεντερικού, όχι σε όλους», είπε η κα Καλφαγιάννη-Χαλδούπη.

Όσοι δεν έχουν πρόβλημα ή δεν γνωρίζουν αν έχουν, και παράλληλα πρέπει να παίρνουν την ασπιρίνη; «Πολλοί ασθενείς με αγγειαπάθειες ή με καρδιοπάθειες πρέπει να παίρνουν προληπτικά κάποια σκευάσματα. Αυτοί πρέπει να κάνουν κατά καιρούς εξέταση αίματος για την αιμοσφαιρίνη τους αλλά και εξέταση ούρων. Η πρώτη θα μας δείξει αν υπάρχει πρόβλημα αναιμίας και η εξέταση ούρων θα μας δείξει αν υπάρχουν αιμοσφαίρια στα ούρα. Η γενική ούρων μας δείχνει την μικροσκοπική αιμορραγία», είπε η γιατρός.

Η νέα μελέτη

Περίπου το 50% των ατόμων ηλικίας άνω των 60 ετών που συμμετείχαν στην τελευταία μελέτη λάμβαναν για προληπτικούς λόγους ασπιρίνη χαμηλής δόσης από το 2011 έως το 2018. Οι ερευνητές εξέτασαν παράλληλα σε αυτό το διάστημα τα επίπεδα της φερριτίνης –τους έγινε μία εξέταση αρχικά και μια τρία χρόνια μετά την έναρξη της θεραπείας. Η επίπτωση της αναιμίας ήταν 51 συμβάντα ανά 1.000 άτομα το χρόνο σε όσους έπαιρναν ασπιρίνη, σε σύγκριση με 43 συμβάντα ανά 1.000 άτομα στην ομάδα του εικονικού φαρμάκου. Η εκτιμώμενη πιθανότητα να εμφανίσει κάποιος αναιμία μέσα στην επόμενη πενταετία ήταν από 22% έως 24,6%  στην ομάδα της ασπιρίνης και 19,3% έως 21,4% στην ομάδα του εικονικού φαρμάκου. Αυτή η διαφορά σημαίνει επιδημιολογικά ότι η ασπιρίνη αυξάνει κατά 20% τον κίνδυνο αναιμίας.

Όσοι έπαιρναν ασπιρίνη είχαν σε μεγαλύτερο ποσοστό χαμηλά επίπεδα φερριτίνης ορού μετά από τρία χρόνια λήψης της σε σύγκριση με όσους λάμβαναν για ίσο χρονικό διάστημα εικονικό φάρμακο. Η μέση μείωση της φερριτίνης μεταξύ των συμμετεχόντων που λάμβαναν ασπιρίνη ήταν κατά 11,5% μεγαλύτερη από την αντίστοιχη εκείνων που λάμβαναν placebo.

Σε συνέντευξή του προς την αμερικανική ιατρική ιστοσελίδα medscape ο Basil Eldadah, επόπτης παθολόγος, προϊστάμενος στο Εθνικό Ίδρυμα Γήρανσης που ανήκει στο εθνικό σύστημα υγείας των ΗΠΑ, είπε ότι η έρευνα δείχνει πως οι γιατροί πρέπει να δίνουν μεγαλύτερη προσοχή στα επίπεδα αιμοσφαιρίνης των ασθενών τους. «Για κάποιον που παίρνει ασπιρίνη και είναι μεγαλύτερος, αλλά δεν έχει καρδιαγγειακή νόσο, ίσως πρέπει να εξεταστεί το κατά πόσον η χορήγηση του σκευάσματος αυτού αποτελεί την καλύτερη επιλογή θεραπείας», είπε ο επόπτης.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι