Η Γερμανία δείχνει τα δόντια της στην ΕΕ – Συμπαιγνία δικαστών, Σόιμπλε και Μέρκελ

Η Γερμανία δείχνει τα δόντια της στην ΕΕ – Συμπαιγνία δικαστών, Σόιμπλε και Μέρκελ, Γεράσιμος Ποταμιάνος

Η αμφισβήτηση της πολιτικής της ΕΚΤ (Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα) από το γερμανικό Συνταγματικό Δικαστήριο, αναρμόδιο να κάνει κριτική σκοπιμότητας αποφάσεων ευρωπαϊκών οργάνων, προσφέρει στο Ομοσπονδιακό Κοινοβούλιο ένα πρόσχημα για να μπλοκάρει τη συμμετοχή της Bundesbank στην ποσοτική χαλάρωση. Καθώς οι μεγάλες χώρες της Ευρωζώνης αρνούνται να “διασωθούν” μέσω του ESM, με όρους γερμανικής χρηματοπιστωτικής κυριαρχίας, η Γερμανία δείχνει τα δόντια της.

Το δικαστήριο της Καρλσρούης αμφισβήτησε την νομιμότητα του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης, με το οποίο η ΕΚΤ διατηρεί χαμηλά τα επιτόκια δανεισμού των υπερχρεωμένων χωρών. Για όσο χρόνο θα διαρκούν οι αγορές ομολόγων από την ΕΚΤ, οι χώρες με υψηλό χρέος θα διατηρούν πρόσβαση στις κεφαλαιαγορές. Αν αυτό σταματήσει, οι υπερχρεωμένες χώρες θα υποχρεωθούν να ενταχθούν στον ESM, με βάση τις διακρατικές συμφωνίες του 2012 για την διάσωση Ελλάδας, Πορτογαλίας και Ιρλανδίας.

Αυτό θα μπορούσε να είναι η τελική πράξη επιβολής της γερμανικής χρηματοπιστωτικής κυριαρχίας στην Ευρωζώνη. Για να σταματήσει την δράση της ΕΚΤ και να θεσμοθετήσει τον ESM, η Γερμανία δεν δίστασε να χαρακτηρίσει άκυρη, ως εσφαλμένη, την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου (ΔΕΕ), που το 2018 κάλυψε νομικά την ΕΚΤ, στην αντίστοιχη προσφυγή. Η κίνηση αυτή, δημοσιοποιεί την προβολή της γερμανικής εθνικής κυριαρχίας über alles.

Το θεσμικό ζήτημα που η απόφαση αυτή εγείρει αφορά στην αρχή της υπεροχής του δικαίου της ΕΕ απέναντι στο εθνικό, ζήτημα που σχετίζεται και με την ισότητα των κρατών-μελών. Ο ισχυρισμός ότι το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, με την κρίση του υπέρ του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης, υπερέβη τις αρμοδιότητες ενός οργάνου της ΕΕ, είναι απολύτως υπονομευτικός της ευρωπαϊκής έννομης τάξης, που η Γερμανία συνήθως επικαλείται όταν την συμφέρει.

Εθνική κυριαρχία και ευρωπαϊκό Δίκαιο

Η απάντηση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου ήταν αποστομωτική: Κατά πάγια νομολογία, η προδικαστική απόφαση του Δικαστηρίου δεσμεύει τα εθνικά δικαστήρια και είναι αυτό μόνο αρμόδιο να διαπιστώσει ότι μια πράξη θεσμικού οργάνου της ΕΕ είναι αντίθετη στο ενωσιακό δίκαιο. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό ότι το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο πρόσθεσε πως, αποκλίσεις όσον αφορά το κύρος των πράξεων των θεσμικών οργάνων, θα μπορούσαν να θέσουν σε κίνδυνο την ενότητα της έννομης τάξης και να θίξουν την ισότητα των κρατών-μελών.

Η παρατήρηση αυτή αναφέρεται στο γεγονός ότι το γερμανικό Συνταγματικό Δικαστήριο δέχεται την υπεροχή του ευρωπαϊκού επί του εθνικού δικαίου, μόνον όταν αυτό δεν παραβιάζει, κατά την κρίση του, τα βασικά χαρακτηριστικά της γερμανικής συνταγματικής ταυτότητας, και την αρχή της δοτής αρμοδιότητας με βάση τις Συνθήκες. Είναι προφανές ότι το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο επισημαίνει στην Γερμανία πως, με την απόφαση αυτή, καθιστά τον εαυτό της κριτή των πάντων και ανοίγει τον ασκό του Αιόλου. Κι αυτό, επειδή και άλλα κράτη-μέλη θα αμφισβητήσουν την υπεροχή της ευρωπαϊκής νομοθεσίας επί της εθνικής τους κυριαρχίας, εάν αυτό εξυπηρετεί το συμφέρον τους.

Με την ανακοίνωση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, το θέμα από θεσμική άποψη θεωρείται λήξαν. Η προδικαστική απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου δεσμεύει τα εθνικά δικαστήρια. Γι’ αυτό, η πρόεδρος της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν δεν αντέδρασε αρχικά. Χρειάστηκαν μερικές μέρες και η χρήσιμη ερώτηση του Γερμανού ευρωβουλευτή Giegold, για να δηλώσει αόριστα η πρόεδρος της Κομισιόν την Κυριακή, πως αναλύεται η απόφαση, προκειμένου να εξετασθούν τα επόμενα βήματα, που μπορεί να περιλαμβάνουν προσφυγή κατά της γερμανικής κυβέρνησης.

Ο Γερμανός πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος, Μάνφρεντ Βέμπερ, μέλος της γερμανικής Χριστιανοδημοκρατίας, χαρακτήρισε την απόφαση σοβαρό λάθος. Δεν έγινε γνωστό αν η δήλωση οφείλεται στο ότι η Μέρκελ τοποθέτησε, αντί αυτού, την φον ντερ Λάιεν στην προεδρία της Κομισιόν. Υπενθυμίζεται, όμως, ότι τα μέλη του Συνταγματικού Δικαστηρίου διορίζονται από το Ομοσπονδιακό Κοινοβούλιο.

Ο πρόεδρός του, ο γνώριμος Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, δήλωσε, χαμογελώντας, ότι η απόφαση ήταν «αναπόφευκτη αλλά και επικίνδυνη». Δεν εξήγησε πώς είναι αναπόφευκτο και όχι υπονομευτικό της ευρωπαϊκής έννομης τάξης να εγκαλεί την ΕΚΤ και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, ένα εθνικής εμβέλειας όργανο, αναρμόδιο κατά τις Συνθήκες. Δεν εξήγησε επίσης, γιατί η Γερμανία δεν χρησιμοποιεί την εναλλακτική δυνατότητα, να φέρει την ΕΚΤ ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου της ΕΕ για έλεγχο.

Η σκυτάλη στον Σόιμπλε

Η αγωγή της ΕΚΤ στο Γενικό Δικαστήριο της ΕΕ δεν επελέγη, καθώς στόχος της Γερμανίας, δεν είναι η αμφισβήτηση των θεσμών, αλλά ο πολιτικός έλεγχός τους. Ο Σόιμπλε γνωρίζει καλά πως το γερμανικό Συνταγματικό Δικαστήριο, στην ουσία υποχρεώνει την Bundestag (Βουλή), της οποίας είναι πρόεδρος, να πράξει ως εξής αν η ΕΚΤ δεν δώσει επαρκείς εξηγήσεις: να φροντίσει ώστε η Bundesbank (γερμανική κεντρική τράπεζα) τον Αύγουστο να αρχίσει την πώληση των ομολόγων που έχει αγοράσει την περίοδο 2015-2018.

Ο Σόιμπλε, λοιπόν, παίρνει την σκυτάλη (στην πραγματικότητα ένα διαπραγματευτικό χαρτί) από το γερμανικό Συνταγματικό Δικαστήριο, προκειμένου ο ίδιος να χειριστεί από την θέση του προέδρου της Βουλής, στα μετόπισθεν της Μέρκελ, τη διαπραγμάτευση της επίλυσης του προβλήματος, η οποία πρέπει να λάβει χώρα με το τέλος της πανδημίας. Το πρόβλημα είναι η χρηματοδότηση του Ταμείου Ανάκαμψης, ο πολυετής Προϋπολογισμός της ΕΕ και κυρίως η χρήση του ESM από τις υπερχρεωμένες χώρες. Αυτά τα ζητήματα θα καθορίσουν την μορφή που θα έχει η ανάκαμψη της Ευρώπης.

Το Βερολίνο γνωρίζει πως οποιοδήποτε εργαλείο χρηματοδότησης, εκτός του ESM, θα μειώσει την ισχύ του μηχανισμού που έχει επιβληθεί με την Νομισματική Ένωση, για την κυριαρχία της Γερμανίας στην Ευρωζώνη, μέσω του διαφορικού επιτοκίου δανεισμού. Ίσως αυτό κατάλαβε ο πρέσβης της Μάλτας στην Φινλανδία, που έγραψε «Ποιος θα σταματήσει την Α. Μέρκελ; Εκπλήρωσε το όνειρο του Χίτλερ να ελέγξει την Ευρώπη, 75 χρόνια μετά». Η κυβέρνηση της Μάλτας αναγκάστηκε να ζητήσει την παραίτηση του πρέσβη για την σύγκριση, αλλά η αλήθεια δεν κρύβεται με απολύσεις.

Η στάση της Μέρκελ

Η πρόεδρος της Κομισιόν φον ντερ Λάιεν φαίνεται πως θα κάνει τα πάντα για να δοθούν εξηγήσεις, παρά το γεγονός ότι η ανεξαρτησία της ΕΚΤ δεν χρειάζεται αποδείξεις και το γερμανικό Συνταγματικό Δικαστήριο είναι αναρμόδιο να κρίνει την σκοπιμότητα της δράσης της ΕΚΤ. Ο Σόιμπλε όμως χρειάζεται τις εξηγήσεις, γιατί σκοπεύει να διαπραγματευθεί τη νέα λιτότητα, με εργαλείο τη μη επέκταση του προγράμματος της ΕΚΤ. Η απειλή αποκλεισμού από τις κεφαλαιαγορές, θα οδηγήσει πολλές χώρες στον ESM.

Δεν προκάλεσε, λοιπόν, έκπληξη στις Βρυξέλλες η δήλωση του κυβερνητικού εκπροσώπου στο Βερολίνο, μετά τη συνεδρίαση του προεδρείου του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος, ότι η γερμανική κυβέρνηση θα συμμορφωθεί με την απόφαση του γερμανικού Συνταγματικού Δικαστηρίου σχετικά με το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ.

Η Μέρκελ δήλωσε αφοπλιστικά, ότι μπορεί να βρεθεί μια λύση, εφόσον η ΕΚΤ εξηγήσει αναλυτικά την προσέγγισή της για το πρόγραμμα αγοράς κρατικών ομολόγων. Τόνισε, μάλιστα, ότι η ίδια σέβεται απόλυτα την ανεξαρτησία της ΕΚΤ. Παραμένει, όμως, ένα ερώτημα, που αποδίδεται στον Μαλτέζο πρώην πρέσβη: Αφού η Μέρκελ σέβεται την ανεξαρτησία της ΕΚΤ, πώς της ζητά να λογοδοτήσει στη Γερμανία;

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι