Το φάντασμα του 1929 πλανάται πάνω από την αμερικανική οικονομία
21/06/2020Η πανδημία και ο εγκλεισμός επαναφέρουν στο προσκήνιο ένα χρόνιο πρόβλημα που ταλανίζει επί δεκαετίες τις ΗΠΑ και συχνά καταλήγει σε ταραχές και χάος. Στον τομέα της αγοράς εργασίας η χώρα διανύει μία φαινομενικά κατάσταση ευημερίας, έως την εκδήλωση της πανδημίας που συντηρείται από την πλέον μακρόβια οικονομική ανάκαμψη (αφού από τα χαμηλά επίπεδα της οικονομικής κρίσης της περιόδου 2008-2009, εμφανίζει επί μία και πλέον δεκαετία σταθερή ανοδική τροχιά).
Οι εργαζόμενοι ευνοούνται από 107 συνεχόμενους μήνες ανάπτυξης της αγοράς εργασίας, που επιταχύνεται με την άνοδο της κυβέρνησης Τραμπ, με αποτέλεσμα η ανεργία να κινείται στα επίπεδα του 3,5%, τα χαμηλότερα από τα τέλη της δεκαετίας του 1960. Η εικόνα όμως είναι δυστυχώς απατηλή λόγω του ότι δεν συμπεριλαμβάνει ανθρώπους ηλικίας 25 έως 54 ετών, που παραμένουν εκτός της αγοράς εργασίας, με βασικά αίτια την αδυναμία πρόσβασης και την έλλειψη ενδιαφέροντος.
Πριν από την τελευταία μεγάλη κρίση το 2007, το ποσοστό αυτών των ανθρώπων στους άνδρες φθάνει το 12,7%, αλλά το 2019 και παρά την ανάκαμψη, διευρύνεται στο 13,7% (με την κυβέρνηση να τους εξαιρεί από τον υπολογισμό του δείκτη ανεργίας, επικαλούμενη το γεγονός ότι κατά την άποψή της δεν εντάσσονται στο εργατικό δυναμικό της χώρας).
Η εξαίρεση όμως δεν αναιρεί την πραγματικότητα που προσμετρά την συμμετοχή στο εργατικό δυναμικό των ικανών να εργασθούν, με συνέπεια η συμμετοχή να περιορίζεται στο 62,9% του συνόλου (ποσοστό στο οποίο υπολογίζεται ο σχετικός δείκτης), το χαμηλότερο επίπεδο από το 1977.
Συνολικά 8,5 εκατομμύρια άνδρες έχουν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο αποκλεισθεί από την αμερικανική αγορά εργασίας, αλλά το αρμόδιο υπουργείο παραδοσιακά χαρακτηρίζει τα άτομα αυτά με την έκφραση «παθητικοί άνεργοι» (passively unemployed), περιθωριοποιώντας εντελώς την ύπαρξή τους.
Κρίση ανάλογη του 1929
Όπως είναι ευνόητο καμία κυβέρνηση δεν πρόκειται να υιοθετήσει κάποια άλλη πολιτική και να λάβει τα κατάλληλα μέτρα, αφού μόνον η ένταξή τους στο τρέχον σύνολο του εργατικού δυναμικού, αυξάνει τον δείκτη ανεργίας στο 5,9% (στα αντίστοιχα πλασματικά επίπεδα του επίσημου δείκτη του Σεπτεμβρίου του 2014). Εάν πάντως συνεκτιμηθεί και το αντίστοιχο ποσοστό των γυναικών, τότε η συνολική πραγματική ανεργία στις ΗΠΑ κινείται προς το 9,5%, ποσοστό ιδιαίτερα υψηλό με δεδομένη την ευρύτερη οικονομική ανάκαμψη της χώρας, το οποίο ανταποκρίνεται στον επίσημο δείκτη του Ιουνίου του 2011.
Όπως καθίσταται προφανές, το φαινόμενο αυτό προκαλεί έλλειψη αξιοπρέπειας και ένταση της δυσαρέσκειας από την καθημερινή υποβαθμισμένη διαβίωση, με αποτέλεσμα την ανάδυση σοβαρών ψυχολογικών προβλημάτων που επηρεάζουν το περιβάλλον αυτών των ανθρώπων και τις κοινωνίες που επιχειρούν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο να τους βοηθήσουν και να τους ενσωματώσουν.
Αν και γενικά τα εισοδήματα αυξάνονται με βραδείς ρυθμούς, οι αλλεπάλληλες οικονομικές κρίσεις με την είσοδο στον νέο αιώνα (2000, 2001, 2008), σε συνδυασμό με τις αβυσσαλέες οικονομικές ανισότητες, έχουν συνεισφέρει δραματικά σε διευρυνόμενα χάσματα μεταξύ των διαφόρων κοινωνικών και οικονομικών στρωμάτων, απειλώντας την συνοχή του κοινωνικού ιστού.
Όμως με βάση αυτά τα δεδομένα η χώρα απειλείται άμεσα με μία εφιαλτική πραγματική ανεργία της τάξης του 25%, μέγεθος που αποτελεί την χειρότερη επίδοσή της από το 1929. Η απώλεια εσόδων από την κατανάλωση ίσως αναδυθεί ετεροχρονισμένα, με απλούστερο παράδειγμα την πρόθεση αγοράς ενός αυτοκινήτου. Εάν λόγου χάρη έχει προγραμματισθεί για τον Μάρτιο και αναβληθεί έως τον Αύγουστο, πρόκειται για ετεροχρονισμό που δεν αναστέλλει όμως την απόφαση και η πώληση δεν έχει διαγραφεί.
Απώλειες μόνιμου χαρακτήρα
Αντίθετα μία προγραμματισμένη έξοδος για δείπνο που ακυρώνεται, αποτελεί μόνιμη απώλεια, αφού εάν πραγματοποιηθεί μετά από ένα μήνα δε συνεπάγεται ότι θα καταναλωθούν οι διπλάσιες ποσότητες. Η οικονομία των ΗΠΑ βασίζεται κατά 70% στην κατανάλωση και το μεγαλύτερο μέρος προέρχεται από την παροχή υπηρεσιών και όχι αγαθών. Το αβίαστο συμπέρασμα εστιάζεται στο γεγονός ότι μετά την πανδημία, οι απώλειες στο μεγαλύτερο μέρος τους θα έχουν μόνιμο χαρακτήρα και δεν θα είναι ετεροχρονισμένες.
Με δεδομένο ότι το σύνολο του εργατικού δυναμικού των ΗΠΑ ανέρχεται σε 160 εκατομμύρια, οι επίσημα άνεργοι ανέρχονται σε 46 εκατομμύρια, αλλά στον αριθμό αυτό οφείλουν να προστεθούν επιπλέον 8,5 εκατομμύρια παθητικά άνεργοι άνδρες και 9,5 εκατομμύρια γυναίκες. Το σύνολο ανέρχεται σε 64 εκατομμύρια δηλαδή το 25% του συνολικού πληθυσμού, αποτελώντας μία εκρηκτική δεξαμενή, που δικαιολογεί σε μεγάλο βαθμό τις πρόσφατες μεγάλες αναταραχές.
Περισσότερο σημαντικό ίσως αποδειχθεί η εξέλιξη της ανάπτυξης, που κατά την διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας κινείται με μέσο ετήσιο όρο της τάξης του 2,8%, εμφανίζοντας για το πρώτο δωδεκάμηνο μετά από κρίσεις άνοδο στο 3,2% από τα τελικά χαμηλά επίπεδα. Προς το παρόν δεν προσδιορίζεται το μέγεθος, αφού δεν υπάρχουν όλα τα απαραίτητα στοιχεία για τον ακριβή υπολογισμό του. Όμως η μη μετρήσιμη ψυχολογική επίπτωση που θα συμβαδίσει με την μορφή της πολιτικής που θα υιοθετηθεί, κυριολεκτικά θα μεταμορφώσει τον κόσμο.