ΑΠΟΨΗ

Σε αχαρτογράφητα νερά η μετεκλογική Ευρώπη

Σε αχαρτογράφητα νερά η μετεκλογική Ευρώπη, Γιώργος Μπακατσιάνος

Στις ευρωεκλογές του Ιουνίου καταγράφηκε η παραδοσιακή αποχή (49% κατά ευρωπαϊκό μ.ό. και ιστορικό υψηλό για την Ελλάδα 59%) και δεν συζητήθηκαν τα κρίσιμα θέματα της ΕΕ. Το ενδιαφέρον εστιάζεται, πλέον, στην ανοδική τροχιά των ποικιλώνυμων σχημάτων της Ακροδεξιάς, τα οποία διαθέτουν ικανό μερίδιο του εκλογικού σώματος – περί το ένα τέταρτο των ψήφων/εδρών στο νέο Ευρωκοινοβούλιο.

Αν και δεν απείλησαν την κυριαρχία του λεγόμενου “φιλοευρωπαϊκού πολιτικού κέντρου” (σημαντική αύξηση του κεντροδεξιού Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος, μικρή μείωση των Ευρωπαϊκού Σοσιαλιστικού Κόμματος και σοβαρή πτώση των Φιλελεύθερων/Renew Europe), έχουν εδραιώσει την παρουσία τoυς στο ευρωπαϊκό πολιτικό σκηνικό, εκφράζοντας το πλείστον των αντισυστημικών τάσεων στην Ευρώπη.

Επισημαίνεται ότι οι τελευταίες έχουν ενισχυθεί σημαντικά υπό το βάρος αλλεπάλληλων κρίσεων και απειλών: χρηματοοικονομική (2008-09), μεταναστευτική (2015), ισλαμική ριζοσπαστικοποίηση, υγειονομική (covid), κλιματική/ενεργειακή έως την καταλυτική διαιώνιση του πολέμου στην Ουκρανία. Η ανάλυση της “δημοκρατικής δυσφορίας” μέρους των Ευρωπαίων έναντι των συστημικών κομμάτων επιδέχεται πολλαπλές αναγνώσεις.

Ως σημαντική παράμετρος αναδεικνύεται η αδυναμία εξεύρεσης κοινών ευρωπαϊκών απαντήσεων για την αντιμετώπιση των εξαιρετικά σύνθετων –και με διεθνείς διαστάσεις– προκλήσεων (εξαίρεση η πανδημία), καθ’ όν χρόνο ο υπεραπλουστευτικός λόγος των λαϊκιστικών/αντιευρωπαϊκών δυνάμεων κερδίζει έδαφος υπό συνθήκες γενικευμένης οικονομικής και κοινωνικής ανασφάλειας, όξυνσης ανισοτήτων και διευρυνόμενης περιθωριοποίησης χαμηλών αλλά και μικρομεσαίων στρωμάτων.

Πολιτική ρευστότητα στα κράτη-μέλη

Στο μεταξύ, η αβεβαιότητα των εξελίξεων έχει μεταφερθεί στις εθνικές πρωτεύουσες, όπου η επέλαση της Ακροδεξιάς προκαλεί πολιτικές αναταράξεις. Πρωτίστως στον κινητήριο για την ΕΕ γαλλο-γερμανικό άξονα, σε όποιο βαθμό αυτός παραμένει λειτουργικός. Μείζον πολιτικό ζήτημα έχει αποτελέσει η πρωτιά της Εθνικής Συσπείρωσης της Μαρίν Λεπέν στη Γαλλία, χώρα του ευρωπαϊκού διαφωτισμού και με μοναδική προσφορά στο ενωσιακό εγχείρημα.

Αυτό οδήγησε τον Πρόεδρο Μακρόν στην υψηλού ρίσκου προκήρυξη πρόωρων βουλευτικών εκλογών, στον α’ γύρο των οποίων το συμμαχικό κόμμα του (Ensemble) κατέρρευσε. Χάριν, όμως, του ιδιόμορφου πλειοψηφικού συστήματος και της οικείας αντι-Λεπέν υγειονομικής ζώνης, πήρε πύρρειο ρεβάνς στον β’ γύρο. Απέτρεψε, τουλάχιστον, την κατάκτηση της πλειοψηφίας των εδρών της Γαλλικής Εθνοσυνέλευσης από το πρώτο σε απόλυτο αριθμό ψήφων ακροδεξιό κόμμα (το οποίο τελικώς κατετάγη στην τρίτη θέση με 143 έδρες, έναντι 182 εδρών του ετερόκλητου Λαϊκού Μετώπου σοσιαλιστών-αριστερών και 168 εδρών του “μακρονικού” σχήματος.

Έτσι, ο Γάλλος Πρόεδρος, αν και αποδυναμωμένος, παραμένει κεντρικός δρών, η δε Γαλλία αποδεικνύεται για άλλη μια φορά “πολιτικό εργαστήρι της Ευρώπης” εν μέσω έντονων κομματικών αντιπαραθέσεων ως προς τη διαμόρφωση κυβερνητικής πλειοψηφίας. Υπάρχουν, βεβαίως, και οι πολιτικές αβεβαιότητες ενόψει των προεδρικών εκλογών του 2027, με την Λεπέν σε στάση αναμονής από την άφθαρτη θέση της αντιπολίτευσης.

Παράλληλες εντάσεις έχουν προκληθεί και στον κυβερνητικό συνασπισμό της Γερμανίας, όπου το ακροδεξιό AfD κατέλαβε τη δεύτερη θέση στις Ευρωεκλογές, εκτοπίζοντας στην τρίτη θέση το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα του καγκελάριου Όλαφ Σολτς και αμφισβητώντας την πολιτική του νομιμοποίηση. Η ρευστότητα του πολιτικού σκηνικού συμπληρώνεται με σημαντικά εκλογικά κέρδη των ακροδεξιών κομμάτων σε όλες σχεδόν τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες, με αξιομνημόνευτη την πρωτιά στην Αυστρία και την προσαύξηση στο Βέλγιο που οδήγησε στην παραίτηση του φιλελεύθερου Πρωθυπουργού του.

Υπενθυμίζεται ότι ακροδεξιά κόμματα συμμετέχουν στις κυβερνήσεις της Ολλανδίας και της Σλοβακίας, ενώ ισχυρότερο είναι το αποτύπωμα του Ούγγρου πρωθυπουργού Όρμπαν, ο οποίος, ως Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου από 1ης Ιουλίου, ήδη ενόχλησε με την –εκτός τυπικής θεσμικής εκπροσώπησης της ΕΕ– “ειρηνευτικής περιοδείας” του σε Κίεβο, Μόσχα, Πεκίνο και Σούσα για τη σύνοδο τουρκογενών κρατών, καθώς και της “ηπιότερης” Ιταλίδας πρωθυπουργού Μελόνι. Σημειωτέον, Ορμπαν και Μελόνι ηγούνται, αντιστοίχως, των δύο ανασυντεθειμένων ακροδεξιών ομάδων του Ευρωκοινοβουλίου “Πατριώτες για την Ευρώπη” και “Ευρωπαίοι Συντηρητικοί & Μεταρρυθμιστές”, στις οποίες προσετέθη και μία τρίτη, εκείνη της “Ευρώπης Κυρίαρχων Εθνών” με πρωτοβουλία του AfD.

Κρίση αντιπροσώπευσης και διακυβερνητισμός

Το απρόβλεπτο των εσωτερικών εξελίξεων επηρεάζει, αυτονοήτως, το ενωσιακό σύστημα συνεργασίας, η ιδιοσυστασία του οποίου ως “Ενώσεως Κρατών και Λαών” χαρακτηρίζεται από εγγενές “δημοκρατικό έλλειμμα”, πέραν της ιδιότυπης διαδικασίας των Ευρωεκλογών ως “εκλογών β’ τάξης”. Πρόκειται για ψηφοφορία με σκοπό την ανάδειξη συννομοθετικού κι όχι εκτελεστικού/κυβερνητικού οργάνου της ΕΕ, για συνδυασμό εθνικών εκλογικών συστημάτων/εθνικών κομματικών λιστών υποψηφίων με υπερεθνικές πολιτικές ομάδες/κόμματα.

Παρά τις απόπειρες εκδημοκρατισμού της ΕΕ με σταδιακές μεταρρυθμιστικές βελτιώσεις, μέχρι και την τελευταία αναθεώρηση της Συνθήκης της Λισσαβώνας, δεν καθίσταται δυνατή η άρση των από καταβολής παθογενειών του υπερεθνικού τεχνοκρατικού/γραφειοκρατικού δημιουργήματος ευρωπαϊκών ελίτ, μιας πρωτότυπης σύνθεσης στοιχείων εθνικής και ευρωπαϊκής κυριαρχίας εκτός συντακτικής πολιτειακής διαδικασίας. Τουναντίον, οι πολιτικοθεσμικές αδυναμίες της ΕΕ διευρύνονται στο πλαίσιο ενός μετανεωτερικού περιβάλλοντος, μεγαλύτερης απόκλισης των υπολειπόμενων των περιστάσεων πολιτικών ηγεσιών από τη λαϊκή βούληση, άρα κρίσης αντιπροσώπευσης και, εν τέλει, δημοκρατίας.

Συγχρόνως, ενισχύονται τα διακυβερνητικά χαρακτηριστικά του ενωσιακού συστήματος με την υπερίσχυση των προταγμάτων των ισχυρότερων εταίρων, κυρίως Γερμανίας και Γαλλίας, έναντι –και πολλάκις σε βάρος– των μικρότερων χωρών και του πνεύματος κοινοτικής “αλληλεγγύης” που θεωρητικά (πρέπει να) διέπει το ευρωπαϊκό εγχείρημα. Την αβελτηρία αυτή, σε συνδυασμό με τις δικές της ευθύνες, υπέστη η Ελλάδα με τη δέουσα αυστηρότητα των τιμωρητικών μνημονίων λιτότητας. Το στίγμα των διακυβερνητικών και εθνικών χαρακτηριστικών καταγράφεται, επίσης, στη ρευστότητα των συμμαχιών και στις αποκλίσεις θέσεων/συμφερόντων των περιφερειακών ομαδοποιήσεων, όπως τα σχήματα Βίζεγκραντ (ιδιαίτερα μέσω των ηγεσιών Ουγγαρίας και Πολωνίας), Χανσεατικής Λίγκας Σκανδιναβών και Βάλτων, αλλά και Μεσογειακής Med 7.

Κεντροδεξιά και Κεντροαριστερά

Σε αυτό το περιβάλλον, ο ρόλος των πολιτικών υπερεθνικών συστημικών ομάδων αποδεικνύεται περιορισμένος, η δε παραγωγή πολιτικής πενιχρή. Ενδεικτικά είναι τα εκλογικά μανιφέστα που βρίθουν γενικόλογες, κατά το πλείστον, διακηρύξεις, χωρίς πολιτικές προτεραιότητες και εξειδικευμένες προγραμματικές θέσεις. Ο νέος πενταετής πολιτικός κύκλος, που ανοίγει για την ΕΕ, θέτει σημαντικά διλήμματα για τα δύο μεγαλύτερα κόμματα που συνεισέφεραν τα περισσότερα στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα, στο πλαίσιο της φιλελεύθερης συναίνεσης (κοινωνικό κράτος δικαίου και μικτή οικονομία της αγοράς).

Το κεντροδεξιό Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα θα παραμείνει πιστό στην υπεράσπιση του πολιτικού φιλελευθερισμού και στη στερεότητα του αντι-ακροδεξιού μετώπου; Ή θα επικρατήσουν άλλου είδους πολιτικές σκοπιμότητες για τη διατήρηση της πρωτοκαθεδρίας του στα θεσμικά όργανα της ΕΕ; Αλλά και οι όποιες διαφοροποιήσεις του σε επιμέρους θέματα (μεταναστευτικό, πράσινη συμφωνία) θα το ωθήσουν σε συμπράξεις με τους “Ευρωπαίους Συντηρητικούς και Μεταρρυθμιστές” και κάποια “κανονικοποίηση” της ατζέντας του;

Από πλευράς του, το Ευρωπαϊκό Σοσιαλιστικό Κόμμα οφείλει να απαντήσει στο παράδοξο της σταδιακής απομείωσής του εν μέσω υποχώρησης του οικονομικού νεοφιλελευθερισμού, δηλαδή της ανάδειξης των αρνητικών πτυχών της παγκοσμιοποίησης (επιδείνωση ανισοτήτων, κλιματικής κρίσης, μεταναστευτικού) και επιστροφής του νεοκεϋνσιανισμού (ρυθμιστικού των αγορών ρόλου του κράτους, στήριξη πληττόμενων εισοδημάτων); Ήτοι, θα μπορέσει να υπερβεί τη σύγχυση του “τρίτου δρόμου” και του μονοδιάστατου δικαιωματισμού (woke agenda) με την εκπόνηση ενός προσαρμοσμένου στα σύγχρονα οικονομικά, περιβαλλοντικά, δημογραφικά και πολιτισμικά δεδομένα, ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου – βάσει και της οικείας σοσιαλδημοκρατικής παράδοσης σε εθνικό επίπεδο;

Αυτά συντελούνται και προβληματίζουν στον ευρωπαϊκό χώρο όταν ο κόσμος κινείται ταχύτατα σε …άλλους τόπους και χρόνους. Σε συνθήκες μετα-παγκοσμιοποίησης, ανερχόμενου οικονομικού προστατευτισμού και εξόχως ανταγωνιστικού πολυκεντρισμού, η προϊούσα ανακατανομή της παγκόσμιας ισχύος αποβαίνει σε βάρος της Δύσης και υπέρ άλλων αναδυόμενων πόλων, κυρίως του διευρυμένου σχήματος BRICS+. Η δε παράλληλη ενδυνάμωση των αυταρχικών καθεστώτων της Ρωσίας και της Κίνας συνδυάζεται με την οριζόντια διεθνώς δοκιμασία δημοκρατικών ελευθεριών και δικαιωμάτων από τις επικίνδυνες πλευρές της εκτός ρυθμιστικού πλαισίου ψηφιακής επανάστασης και τεχνητής νοημοσύνης.

Τα κρίσιμα διακυβεύματα

Ενώπιον των τεκτονικών γεωπολιτικών ανακατατάξεων και με δύο πολέμους στη γειτονιά της (Ουκρανία και Μέση Ανατολή), η ΕΕ εισέρχεται σε αχαρτογράφητα νερά. Ενώ έχει συνειδητοποιηθεί ότι το μέγεθος και η συνθετότητα των προκλήσεων χρήζει κοινής ευρωπαϊκής αντιμετώπισης, η συνεκτικότητα της ευρωπαϊκού συστήματος συνεργασίας απειλείται από θεμελιώδη υπαρξιακά και ταυτοτικά διλήμματα.

Όπως είχαμε την ευκαιρία να αναλύσουμε και σε άλλες ευκαιρίες στο SLpress.gr (31-5-2024), τα κρίσιμα διακυβεύματα για την ΕΕ συμπυκνώνονται στις στρατηγικές διχογνωμίες ως προς τα εξής:

Το γεωπολιτικό και γεωοικονομικό προσανατολισμό, δηλαδή το περιεχόμενο κοινής αμυντικής πολιτικής, ο βαθμός στρατηγικής αυτονομίας εντός του διατλαντικού πλαισίου υπό το φως και πιθανής επιστροφής Τραμπ, η αντιμετώπιση και η θέση της Ρωσίας στο ευρωπαϊκό σύστημα ασφάλειας, καθώς και η οικονομική ασφάλεια έναντι του οικονομικού προστατευτισμού Κίνας και ΗΠΑ.

Την κατεύθυνση της νέας θεσμικής αρχιτεκτονικής και των κοινών πολιτικών, δηλαδή την έκταση περιορισμού της ομοφωνίας, τον προσδιορισμό της έννοιας ζωτικού εθνικού συμφέροντος και γενίκευση διαφοροποιημένων μορφών ολοκλήρωσης, υπό το φως της διεύρυνσης ως μείζονος γεωπολιτικής επιλογής. Τέλος την επικαιροποίηση κοινών πολιτικών σύγκλισης, συνοχής και ενεργειακής μετάβασης, εμβάθυνση μεταναστευτικής πολιτικής σε συνάρτηση με δημογραφικό, ένταξη νόμιμων αλλά και αποτροπή παράτυπων μεταναστών, προστασία συνόρων και επανεξέταση της σχέσης ασφάλεια-ελευθερία.

Με άλλα λόγια, η ίδια επιβίωση της ΕΕ και, πολλώ μάλλον, η κατάκτηση μιας ανταγωνιστικής θέσης στο ραγδαία μεταβαλλόμενο παγκόσμιο περιβάλλον, περνάει επειγόντως μέσα από ένα νέο γεωπολιτικό και αναπτυξιακό αφήγημα με δημοκρατική και κοινωνική νομιμοποίηση, μία επίπονη προσπάθεια ανασύνθεσης των εθνικών ιδιαιτεροτήτων με τα κοινά στοιχεία του ανθρωποκεντρικού ευρωπαϊκού πολιτισμού.

Στο διάλογο που ανοίγει μετ’ επιτάσεως για το μέλλον της Ευρώπης, οφείλει να ανταποκριθεί και η Ελλάδα με ευρηματικές και ρεαλιστικές προτάσεις, μακριά από τις αγκυλώσεις του ακραίου ευρωσκεπτικισμού, αλλά και του ρηχού ευρωπαϊσμού. Αυτό υπαγορεύει η αναγκαιότητα της ευρωπαϊκής παραμέτρου ως σταθερά της εξωτερικής πολιτικής της χώρας, αλλά και η στρατηγική φιλοδοξία της να διαδραματίσει σταθεροποιητικό ρόλο στην ταραγμένη περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης και της Ανατολικής Μεσογείου.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι