Η αγνοούμενη Μούσα της Ομόνοιας

Η αγνοούμενη Μούσα της Ομόνοιας, Δημήτρης Παυλόπουλος

Σε προηγούμενη ανάρτησή μας είχαμε αναφερθεί στα οκτώ γλυπτά των τσιμεντένιων Μουσών που είχαν στηθεί στη μεσοπολεμική Αθήνα κατά τη δεκαετία του 1930. Βρίσκονταν πάνω στα περίπτερα και κάτω από τους φανοστάτες-αεραγωγούς του τότε νέου υπόγειου σταθμού του ηλεκτρικού στην Πλατεία Ομονοίας, ενώ αποκαθηλώθηκαν το 1937.  Μεταπολεμικά, κατά τις δεκαετίες του 1950 και του 1960, δύο από τις Μούσες κατέληξαν στη Θήβα, τέσσερις στην Καρδίτσα, μία στα Κατάπολα Αμοργού! Και η όγδοη Μούσα;

Σε νησίδα της Άνω Νέας Σμύρνης, στη συμβολή των οδών Πισιδίας και Αδριανουπόλεως, μας ανέμενε ευχάριστη έκπληξη: η μορφή της Μούσας Ευτέρπης στημένη σε κτιστό βάθρο. Στον ίδιο εικονογραφικό τύπο, της καθιστής γυναικείας μορφής, η προσωποποίηση της Μουσικής κρατάει στο αριστερό χέρι της το σύμβολό της, τον αυλό.

Μολονότι σε αρχαιότερες συνθέσεις δεν έχει σύμβολο πάνω της, η Ευτέρπη από τα ρωμαϊκά χρόνια κρατάει αυλό ή δίαυλο, εξελισσόμενη σε προστάτιδα της αυλωδίας και εφευρέτρια της αυλητικής τέχνης. Άγνωστο πότε στήθηκε εκεί.

Σε έκδοση του Δήμου Νέας Σμύρνης το 2009 πάντως δεν μνημονεύεται η ύπαρξή του. Γνωρίζουμε ότι το γύψινο πρόπλασμα της Ευτέρπης το ολοκλήρωσε το 1932 ο Ανδρέας Ν. Παναγιωτάκης (1883-1957), ένα από τα μέλη του Σωματείου Ελλήνων Γλυπτών που ανέλαβαν την παραγγελία της Ομόνοιας.

Ο γλύπτης

Ο Παναγιωτάκης φιλοτέχνησε μαρμάρινα ηρώα στον Λαχανά Κιλκίς, κερδίζοντας κατά τον διαγωνισμό, στην Ελευσίνα, στο Λιόπεσι, καθώς και προτομές, όπως του λογοτέχνη και ιδρυτή της

θεατρικής Νέας Σκηνής Κωνσταντίνου Χρηστομάνου (1867-1911), καθώς και του Βολιώτη νομικού και πολιτευτή Ιωάννη Αθανασάκη (1853-1953). Πενήντα χρόνια μετρά η προσφορά του Παναγιωτάκη στην ελληνική Αρχαιολογική Υπηρεσία, που δεν έκρινε σκόπιμο να την επιβραβεύσει… Δεν ήταν ο μόνος γλύπτης που υπηρέτησε τη θεραπεία των ελληνικών αρχαιοτήτων.

Τούτος όμως, ήρεμα και αθόρυβα, είχε συντηρήσει και αποκαταστήσει τη θόλο της Επιδαύρου, γλυπτά στα αρχαιολογικά μουσεία της Επιδαύρου, του Βόλου, της Σπάρτης και της Ακρόπολης, είχε ανασυγκροτήσει τον λέοντα της Αμφίπολης, είχε αντιγράψει τη στήλη του Αριστίωνος στον αρχαιολογικό χώρο Μαραθώνα.

Ύστατο κατόρθωμά του, η ανασύσταση, μαζί με τον αρχιτεχνίτη του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου Γιάννη Μπάκουλη, του χάλκινου νέου των Αντικυθήρων, ο οποίος είχε πρόχειρα ανασυντεθεί το 1902. Καθοριστικής σημασίας στάθηκαν οι υπηρεσίες που ο Παναγιωτάκης προσέφερε στην απόκρυψη και στη φύλαξη γλυπτών του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου από το 1940 έως το 1944, με επικεφαλής τον άξιο, πνευματικότατο διευθυντή του Χρήστο Ι. Καρούζο (1900-1967).

Ακαδημαϊκή Δάφνη

Έλληνες και αλλοδαποί αρχαιολόγοι ζητούσαν και εκτιμούσαν πάντα τη γνώμη του Παναγιωτάκη για τα είδη των μαρμάρων που τα γνώριζε πολύ καλά. Έτσι βάρυνε αποφασιστικά η θέση του ότι δεν ήταν κίβδηλος ο αρχαϊκός Κούρος της Αναβύσσου, ο Κροίσος, όπως διαβάστηκε το όνομά του πάνω στη βάση του. Κλεμμένος και ξενιτεμένος στη Γαλλία το 1936, ο νέος, που είχε πέσει στον πολύνεκρο Πελοποννησιακό Πόλεμο, αποδόθηκε το 1937 στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο. Για την ομολογημένη συμβολή του στο Μουσείο των Δελφών η γαλλική κυβέρνηση θέλησε να τιμήσει τον Παναγιωτάκη με την Ακαδημαϊκή Δάφνη της.

Το πρότυπο για τη διαμόρφωση της μεσοπολεμικής Πλατείας Ομονοίας από τον γενικό διευθυντή των Τεχνικών Υπηρεσιών του Δήμου Αθηναίων Βασίλειο Γ. Τσαγρή (1882-1941) είναι η ομώνυμη πλατεία, η Place de la Concorde, στο Παρίσι, σχεδιασμένη το 1755 από τον αρχιτέκτονα Ange-Jacques Gabriel (1698-1782) ως Πλατεία Λουδοβίκου ΙΕ’.

Τις πλευρές της κοσμούν ανά δύο αγάλματα, προσωποποιήσεις περιοχών, τα οποία χρονολογούνται το 1836 και είναι έργα Γάλλων κλασικιστών γλυπτών. Ο Pierre Petitot (1760-1840) έχει φιλοτεχνήσει τη Λυόν και τη Μασσαλία, o Jean-Pierre Cortot (1787-1843) την Μπρεστ και τη Ρουέν, ο James (Jean-Jacques) Pradier (1790-1852) τη Λίλλη και το Στρασβούργο, ο Louis-Denis Caillouette (1790/1-1868) το Μπορντό και τη Νάντη.

Στην κορυφή του κεφαλιού τους οι μορφές φέρουν πυργόσχημο στέμμα με περιτειχισμένες τις περιοχές που προσωποποιούν, όπως συνέβαινε σε ελληνιστικές θεότητες που συνδέονταν με πόλεις (λ.χ. Τύχη Αντιόχειας).

Στον Τσαγρή, σαφώς εκλεκτικό στα κτήριά του, επηρεασμένον και από την αντίληψη του Αυστριακού ανασχεδιαστή της Βιέννης Otto Wagner (1841-1918), οφείλουμε την οικία Ρέντη (Ίδρυμα Εικαστικών Τεχνών & Μουσικής Βασίλη και Μαρίνας Θεοχαράκη, Βασιλίσσης Σοφίας 9 και Μέρλιν 1), το μέγαρο της Ένωσης Ανταποκριτών Ξένου Τύπου (Ακαδημίας 23), το θέατρο Αθηνών (Πανεπιστημίου και Βουκουρεστίου 10) και την πολυκατοικία στην οδό Ιουλιανού 26.

 

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι