Πώς πήραν τα νησιά μας το όνομα τους
21/06/2024Στις διακοπές διαλέγουμε νησί ανάλογα με την παρέα μας, τις παραλίες του, τις τιμές των ξενοδοχείων του και των μπαρ του, της νυχτερινής ζωής του ή αντιθέτως, της γαλήνης που προσφέρει. Μας καθοδηγούν οι σκέψεις μας για το κάθε νησί, οι αναμνήσεις μας αν έχουμε ξαναπάει, ή οι αναμνήσεις άλλων που έχουν πάει σε εκείνα τα μέρη. Οι μνήμες των άλλων μπαίνουν δανεικές στο μυαλό μας για να φανταστούμε το πώς θα περάσουμε αν πάμε κι εμείς εκεί. Η προσωπική τους μικρή ιστορία γίνεται φευγαλέα κομμάτι της φανταστικής μελλοντικής δικής μας.
Στο νησί που βλέπουμε με το googlemap ή στο youtube υπάρχει όμως αόρατη και η ιστορία εκείνων που έζησαν εκεί αιώνες πριν και δεν ανέβασαν ποτέ στο TikTok τα δικά τους βιώματα. Για παράδειγμα, είχε βρεθεί στην παραλία του Τσεσμέ (αρχαίες Ερυθρές) της Σμύρνης ένα αποτύπωμα σκύλου και νεαρού και μάθαμε ότι ήταν ένα σκυλί και ένα αγόρι που τα σκότωσε η έκρηξη της Σαντορίνης και το τσουνάμι της, πριν από 3600 χρόνια. Τότε η ιστορία του νησιού, ξαφνικά από στεγνή πληροφορία κάποιου αδιάφορου ξεναγού, παίρνει σάρκα και οστά και προκαλεί ακόμα και πόνο για το αμέριμνο αγόρι και τον ταλαίπωρο σκύλο του.
Η ιστορία κάθε τόπου τρυπώνει έτσι και στη δική μας, ένας συγγενής εξ αγχιστείας σε έκταση και σε βάθος χρόνου. Σπουδαίο κομμάτι της ιστορίας των νησιών, είναι και η ονομασία τους. Τι μας λέει για αυτά το όνομά τους; Αποκαλύπτει κάτι ή όχι; Και γιατί είναι ελάχιστα τα νησιά με ονομασία ουδετέρου γένους και σχεδόν ανύπαρκτα εκείνα με ανδρικού, εκτός από αυτά που έχουν ονομασίες αγίων;
Το θηλυκό γένος
Η Κρήτη για παράδειγμα, όπως λένε οι Κρητικοί, είναι λεβεντομάνα. Δεν θα μπορούσε λοιπόν να ήταν άνδρας. Δεν υπάρχει στη γλώσσα μας η λέξη λεβεντοπατέρας ή λεβεντογονιός, γιατί ακόμα και σήμερα, με την πλημμύρα του αντισεξισμού, η μάνα παραμένει η τροφός, αλλά και το νερό της βροχής ή της θάλασσας είναι απαραίτητο στοιχείο για τη ζωή ή τη γονιμότητα.
Το θηλυκό γένος στα νησιά –όπως και στις πόλεις ειρήσθω παρεμπιπτόντως– οφείλεται στο γεγονός ότι στα αρχαία ελληνικά αλλά και στην απλή καθαρεύουσα, η λέξη για την έκταση γης στα ηπειρωτικά ή μέσα στην ανταριασμένη θάλασσα ήταν θηλυκού γένους όπως σχεδόν κάθε τι γήινο: ήταν η νήσος και όχι το νησί ή ο νήσος. Όμως ήταν και η πόλις θηλυκή, κι ας ανήκε π.χ. στους άνδρες Αθηναίους.
Και η θάλασσα ήταν θηλυκού γένους, παρά τη σκοτεινή σαν τα βάθη της, ετυμολογία της. Πιθανόν η λέξη να προέρχεται από το νερό και το αλάτι με πρόταξη του θήτα, όπως στο θεός, άλλη μια λέξη γεμάτη δέος στον τόπο μας. Η δασεία του αλατιού (ἅλς) ίσως τράπηκε σε “θήτα”. Οι Σπαρτιάτες την έλεγαν σάλασσα και οι Αθηναίοι μετέτρεψαν ίσως το συριστικό σε οδοντικό, ή αντιστρόφως. Ίσως η λέξη να είχε ως ρίζα το “θάλλω” που παραπέμπει σε ακμαιότητα.
Στα περισσότερα νησιά η μυθολογία προσέφερε την εύκολη και τότε politically correct λύση, να ανάγουν την ονομασία τους στον ομώνυμο οικιστή, συνήθως απόγονο θεών και νυμφών. Αυτά τα πρόσωπα δεν αποκλείεται να είχαν υπάρξει όντως χιλιάδες χρόνια πριν, όμως η ετυμολογία κάθε λέξης φωτίζει λίγο πιο ρεαλιστικά την προέλευση των τοπωνυμιών.
Τα ουδέτερα
Το Αγκίστρι ονομαζόταν Κεκρυφάλεια, πιθανόν λόγω των υφάλων (από την πρόθεση “υπό” και την λέξη “ἅλς” για την θάλασσα και το αλάτι), όμως πιθανόν και από την λέξη “κεκρύφαλος”, για το δίχτυ που στόλιζε στα μαλλιά των γυναικών και, πιθανόν, χρησιμοποιείτο και για το δίχτυ του ψαρέματος.
Το Μεγανήσι μεταξύ Ακαρνανίας και Λευκάδας ονομαζόταν Τάφος ή Ταφιάς. Γύρω στο 2000 και μέχρι το 1200 π.Χ. αποτελούσε κέντρο του πειρατικού λαού των Τηλεβόων, οι οποίοι ονομάζονταν και Τάφιοι. Είχαν κυριαρχήσει στις εκεί θάλασσες και αναφέρονται και στον Όμηρο ως ληστές στην Οδύσσεια (16.426): «οὕνεκα ληϊστῆρσιν ἐπισπόμενος Ταφίοισιν ἤκαχε Θεσπρωτούς».
Οι Λειψοί ονομάζονταν στην αρχαιότητα Λειψία, πιθανόν από ρίζα λέξης της Καρίας, αφού είχε αποικισθεί από Κάρες. Μετά έφθασαν εκεί άποικοι από την ηπειρωτική Ελλάδα και από την Ιωνία. Οι Δωριείς έφθασαν εκεί περί το 1200 π.Χ. Κάποιοι προτιμούν να συνδέουν την ονομασία του νησιού με την θεά Καλυψώ.
Μήλος, μήλα και κιμωλίες
Η Μήλος, αυτό το νησί με την άγρια ομορφιά που ήταν πολύτιμη για τους πειρατές που φώλιαζαν στους όρμους του, μάλλον κάποτε είχε πολλά πρόβατα. Η ονομασία δηλαδή ανάγεται πιθανόν στη λέξη μαλός ή μηλός που σήμαινε πρόβατα αλλά και λευκό –ίσως αναφορικά με το έδαφος της Μήλου. Μήλο πάντως ονόμαζαν στην αρχαιότητα και εν γένει τον αρπό, π.χ. μηδικό μήλο, ονόμαζαν το λεμόνι και περσικό μήλο το ροδάκινο. Δεν αποκλείεται λοιπόν το νησί να πήρε το όνομά του και από το μήλο. Αυτό μοιάζει παράδοξο επειδή η Μήλος δεν έχει πολλά καρποφόρα δέντρα, όμως κανείς δεν ξέρει πόσα είχε πριν από 3000 χρόνια και πόσα χάθηκαν από την συνεχή ξύλευση.
Η Κίμωλος δεν ξέρουμε από πού πήρε το όνομά της, αλλά ξέρουμε πού το έδωσε: στην κιμωλία. Ο λόγος ήταν ότι από την αρχαιότητα εξήγαγε μεγάλες ποσότητες ασβεστόλιθου και ονομαζόταν Κιμωλία γη ή και απλώς Κιμωλία. Η ετυμολογία είναι σκοτεινή, αλλά υπάρχει και εδώ το μοτίβο του οικιστή που λεγόταν Κίμωλος. H Τήνος μάλλον οφείλει το όνομά της στο μακρύ σχήμα του νησιού από τη λέξη “ταναός” για το μακρύ.
Η Φολέγανδρος ονομαζόταν Πολύανδρος, επειδή είχαν πάει εκεί πολλοί βοσκοί και ήταν όλοι άνδρες. Από το αρχικό όνομα, το νησί έμεινε να λέγεται από τους ναυτικούς και Πολύκαντρο (ουδέτερο). Στο νησί κατέφευγαν πάντως πολλοί καταδιωκόμενοι στην Κρήτη. Αργότερα οι Ρωμαίοι το χρησιμοποίησαν ως τόπο εξορίας. Πιθανόν πήρε το όνομα του Φολέγανδρου, γιου του Μίνωα, που εγκατέστησε στο νησί πολλούς Κρήτες. Άλλη εκδοχή είναι να την βάφτισαν έτσι οι Φοίνικες από τις δικές τους λέξεις για την “πετρώδη γη” –αυτοί αγκυροβολούσαν συχνά εκεί τα εμπορικά τους καράβια. “Σιδηρά γη”, εξαιτίας της τραχύτητας του εδάφους της την αποκαλεί και ο αρχαίος συγγραφέας Άρατος.
Η Νάξος ίσως πήρε το όνομά της από τον πρώτο οικιστή, που ήταν από την Καρία αλλά ίσως και από τη λέξη “νάξος” για τον στέρεο, το συμπαγές, όχι τον κούφιο. Η Λέσβος μπορεί να πήρε την ονομασία της από τους Χιττίτες που την αναφέρουν ως Lazpa (πολύδενδρη) όμως πολύ πιθανόν να συνέβη το αντίστροφο, δηλαδή οι Χιττίτες να απέδωσαν στη γλώσσα τους την ονομασία Λέσβος και απλά να προσάρμοσαν την ελληνική λέξη σε κάτι που είχε νόημα για εκείνους.
Αναφέρεται και ως Ίσσα και μετέπειτα Πελασγία, επειδή την κατέλαβαν Αργείοι. Κάποια στιγμή ηγέτης έγινε ο Μακαρέας, που είχε πέντε κόρες: τη Μυτιλήνη, τη Μήθυμνα, την Ίσσα, την Άντισσα και την Αρίσβα. Μετά η παράδοση θέλει να εμφανίζεται ο Θεσσαλός Λέσβος που παντρεύεται τον Μήθυμνα και γίνεται βασιλιάς. Τότε το νησί από Ίσσα ή Πελασγία, βαφτίζεται Λέσβος.
Η Χίος φέρεται να πήρε το όνομά της από την Χιόνη ή τον Χιόνη, κόρη ή γιο του Ποσειδώνα, που όταν γεννήθηκαν στο νησί έπεσε πολύ χιόνι. Ο μύθος θέλει μετά από εκείνη τη χιονόπτωση, το έδαφος του έως τότε άγονου νησιού, να έγινε γόνιμο. Στον Όμηρο πάντως αναφέρεται ως Κίος ή Κέως. Χίος και Λέσβος αναφέρονται με αυτές τις ονομασίες από τον Όμηρο: «ὀψὲ δὲ δὴ μετὰ νῶι κίε ξανθὸς Μενέλαος, ἐν Λέσβῳ δ᾽ ἔκιχεν δολιχὸν πλόον ὁρμαίνοντας,ἢ καθύπερθε Χίοιο νεοίμεθα παιπαλοέσσης, νήσου ἔπι Ψυρίης, αὐτὴν ἐπ᾽ ἀριστέρ᾽ ἔχοντες, ἦ ὑπένερθε Χίοιο, παρ᾽ ἠνεμόεντα Μίμαντα» (αναρωτιούνταν αν θα έπρεπε να πλεύσουν ανατολικά ή δυτικά της Χίου).
Οι κάτοικοι της Σύρου πάντως όταν έλεγαν “χίος” εννοούσαν κυρίως την μαστίχα και δευτερευόντως του κατοίκους της Χίου. Άλλοι πιστεύουν ότι το όνομα προέρχεται από την συριακή λέξη chia για το φίδι, κάτι που συνάδει με την άλλη ονομασία της Χίου, που είναι Οφιούσα, καθώς είχε πολλά φίδια. Άλλη ονομασία της είναι “Πιτυούσα”, επειδή είχε πολλά πεύκα (πίτυς στα αρχαία ελληνικά).
Μυκόνιος γείτων
Πριν τη μεγάλη ηφαιστειακή καταστροφή η Θήρα ή Σαντορίνη ονομαζόταν Στρογγύλη λόγω του σχήματός της. Αργότερα έγινε γνωστή ως Καλλίστη ή Καλλιστώ, Φιλητέρη ή Φιλωτέρα, Καλαυρία, Καρίστη, Τευσία καθώς και Ρήνεια. Το Θήρα προέκυψε μετά τον οικισμό της από την Σπαρτιάτη Θήρα κατά τον 12ο π.Χ. αιώνα. Αυτός ήταν κατά βάθος Αθηναίος, αλλά είχε συγγενέψει με τους Δωριείς. Με αυτούς αποίκησε την Καλλίστη και την έκανε Θήρα. Μαζί του φέρεται να είχε πάρει στη Θήρα από την Λακωνία και ομάδα Μινύων και Λημνίων που είχαν εξοριστεί στη Λακωνία από τη Λήμνο για άγνωστους λόγους.
Η ονομασία Σαντορίνη προήλθε από τους Φράγκους σταυροφόρους, επειδή εκεί σταματούσαν για ανεφοδιασμό και το νησί είχε εκκλησία της Αγίας Ειρήνης (Σαντα Ιrene). Η εκκλησία αυτή πρέπει να ήταν τρίκλιτη βασιλική της Αγίας Ειρήνης στη Θήρα, τα ερείπια της οποίας ανακαλύφθηκαν το 1992. Επί τουρκοκρατίας οι Τούρκοι την ονόμαζαν Δερμετζίκ ή Διμερτζίκ (μικρός μύλος), πιθανώς για τους πολλούς μικρούς ανεμόμυλούς της, αλλά όλοι οι Δυτικοί την έλεγαν Santa Irene.
Η Μύκονος ονομαζόταν έτσι και κατά την αρχαιότητα, αλλά η λέξη είναι αμφισβητούμενης ετυμολογίας. Στα “ρατσιστικά” αστεία της εποχής εκείνης, όταν ήθελαν να πουν ότι κάποιος είχε κακό γείτονα, έλεγαν ”Μυκόνιος γείτων”. Γενικά οι ντόπιοι θεωρούν ότι η ονομασία προήλθε από κάποιον ονόματι Μύκονο, που ήταν ο πρώτος οικιστής και ήταν βεβαίως παιδί θεού. Πιθανόν η ονομασία να προήλθε από το “μυκάομαι” (βοώ, βρυχώμαι) λόγω των ανέμων χωρίς να αποκλείεται και η συγγένεια με τη λέξη “Μυκήνη”, ενώ μεταξύ των εκδοχών είναι και λέξη “μύκων” για τον σωρό και “μύκης”, που σήμαινε μεταξύ άλλων, το σχήμα.