ΣΙΝΕΜΑ

“Ο άνθρωπος που Γνώριζε Πολλά”: Tο κατασκοπευτικό αριστούργημα του Χίτσκοκ

“Ο άνθρωπος που Γνώριζε Πολλά”: Tο κατασκοπευτικό αριστούργημα του Χίτσκοκ

Ένα κλασικό κατασκοπευτικό χιτσκοκικό θρίλερ, “Ο Άνθρωπος που Γνώριζε Πολλά” (1956), είναι η μόνη ταινία, που ο διάσημος βρετανός σκηνοθέτης τολμά να ξαναγυρίσει είκοσι δύο χρόνια μετά την πρώτη του βρετανική προσπάθεια (1934). Η δεύτερη προσπάθεια, και αυτή που ξαναπαίζεται στα θερινά σινεμά φέτος, είναι από την περίοδο της συνεργασίας του φημισμένου σκηνοθέτη με τα αμερικανικά στούντιο και με πρωταγωνιστές, διάσημους σταρ του Χόλιγουντ, όπως ο Τζέιμς Στιούαρτ (James Stewart) και η Ντόρις Ντέι (Doris Day). Ο Χίτσκοκ με πιο ώριμο στιλ γυρίζει, με κάμποσες σεναριακές αλλαγές, μία χρωματισμένη εκδοχή, σε σχέση με την πρώτη του ασπρόμαυρη προσπάθεια. Συνδύασε το παλιό του βρετανικό στιλ με νέες τεχνικές, που πιο ώριμα ανέπτυξε στα χολιγουντιανά στούντιο.

Η περίοδος για το Χόλιγουντ είναι μεταβατική. Η χρυσή εποχή του έχει παρέλθει με την τηλεόραση στην Αμερική να κερδίζει σημαντικό έδαφος. Τα στούντιο προσπαθούν με τις μεγάλες υπερπαραγωγές, επικού είδους ταινίες, ταινίες ‘εντυπωσιασμού’, για να κρατήσουν τον κόσμο στις αίθουσες (π.χ. ‘The Robe’, 1953, και αποκορύφωμα της εποχής η βιβλική ταινία ‘Ben-Hur’, 1959, Wyler, με τα έντεκα κερδισμένα Όσκαρ, κ.ά.), ενώ τώρα αναπτύσσονται και διάφορες τεχνικές προβολής στις αίθουσες για να γίνει πιο ελκυστική η θέαση για το κοινό έναντι της μικρής οθόνης της τηλεόρασης (όπως η τεχνική Cinemascope, ή Technicolor και VistaVision που βλέπουμε εδώ στον Χίτσκοκ και την Paramount που έχει την παραγωγή, και που στην Ελλάδα κάποιες από αυτές τις τεχνικές έφερε ο Φίνος στις αρχές της δεκαετίας του 1960, τεχνικές που απαιτούσαν ειδικά διαμορφωμένες τεχνικά αίθουσες – ο Φίνος επενέβαινε και σε αυτό, όπως είχε κάνει στην καλύτερη αθηναϊκή, για δεκαετίες αίθουσα, το ‘Αττικόν’ στην οδό Σταδίου, για να προβάλει σε μορφή Cinemascope το ‘Κορίτσια για φίλημα’ του Δαλιανίδη, 1965).

Η ιστορία του Χίτσκοκ είναι λιτή. Μια αμερικανική οικογένεια, πατέρας, μητέρα και μικρός γιος, κάνουν περιήγηση στα αξιοθέατα του Μαρακές στο Μαρόκο, όταν ξαφνικά ένας Γάλλος δολοφονείται εν ψυχρώ μπροστά στα μάτια τους. Πεθαίνοντας, ο Γάλλος ψιθυρίζει ένα αινιγματικό μήνυμα στον άνδρα, ο οποίος είναι γιατρός. Αυτό τον καθιστά τον ‘άνθρωπο που ξέρει πάρα πολλά’ και αυτή είναι η αρχή του μυστηρίου. Το ‘κυνηγητό’ ακολουθεί, όταν ο γιος τους απαγάγεται από ένα ζευγάρι Βρετανών που παριστάνουν τους φίλους της οικογένειας σε γνωριμία τους στο Μαρακές.

Η αγωνία στην ταινία αναπτύσσεται, καθώς οι δύο πρωταγωνιστές πετούν στο Λονδίνο για να αναζητήσουν το γιο τους αφήνοντας απέξω τις αστυνομικές αρχές, τις πρεσβείες, τις μυστικές υπηρεσίες, παρόλο που εκείνες φαίνεται να ξέρουν τα πάντα για τα πάντα. Ο γιατρός κρατά καλά το μυστικό του Γάλλου μυστικού πράκτορα για να σώσει το γιο του από την ομηρία.

Ακολουθεί μία, τρόπον τινά, διεθνής μορφής συνωμοσία, από τα παλιά, με φόντο και σκοπό τη δολοφονία ενός ξένου πρωθυπουργού σε μια συναυλία συμφωνικής χορωδίας στο Albert Hall (εκπληκτικό το μουσικό συμφωνικό κομμάτι του Bernard Herrmann με τον ίδιο να διευθύνει μοναδικά τη συμφωνική του Λονδίνου, στη μοναδική του εδώ εμφάνιση στη μεγάλη οθόνη), ενώ το σασπένς, ως μαγευτική μαεστρία του Χίτσκοκ, εμπλέκει οργανικά και ισορροπημένα ένα ταριχευτήριο, ένα παρεκκλήσι, μία ξένη πρεσβεία και την κατάμεστη αίθουσα συναυλιών, όπου η αγωνία κορυφώνεται με τη Doris Day να παρακολουθεί τον φιλόδοξο δολοφόνο, τον πρωθυπουργό που κινδυνεύει, και την ορχήστρα, που στην κορύφωσή της με τα κρουστά, θα επακολουθήσει η απόπειρα δολοφονίας και το χάος.

Η ταινία θα κερδίσει και το Όσκαρ τραγουδιού για το περίφημο ‘Que Sera, Sera’ των Jay Livingston και Ray Evans (ποιος δεν το έχει τραγουδήσει;), που ερμηνεύει εκπληκτικά η Doris Day, ενώ ξεχωρίζει η σεκάνς στην οποία κάνει σήμα στο αγόρι με αυτό το τραγούδι. Ο Bernard Miles και η Brenda de Banzie είναι εξαιρετική επιλογή και ανατριχιαστικοί ως το ζευγάρι των Βρετανών που αρπάζουν το αγόρι, αλλά και η επιλογή του Reggie Nalder αξίζει τα εύσημα, ως ο άντρας με το όπλο και τη ψυχραιμία ενός παγερού τρομακτικού σε όψη και ύφους δολοφόνου.

“Ο άνθρωπος που γνώριζε πολλά”

Ωστόσο, η αφήγηση, που ο John Michael Hayes αναμόρφωσε από το αρχικό σενάριο των Charles Bennett και D. B. Wyndham-Lewis, είναι οριακά παράλογη σε κάμποσες στιγμές ή, μάλλον, υπερβολική, αλλά, ακόμα και έτσι, ο Χίτσκοκ καταφέρνει να κρατήσει την αγωνία και το σασπένς που τον έκαναν διάσημο και του έδωσαν ένα ιδιαίτερο και μοναδικό στο είδος στιλ. Ο James Stewart, που είναι και ο πρώτος σταρ στο Χόλιγουντ που σπάει την αλυσίδα των κλειστών συμβολαίων των στούντιο και αλλάζει τη σχέση σταρ-στούντιο, είναι κορυφαίος ως ο άνθρωπος που ξέρει πάρα πολλά, εδώ στην τρίτη από τις συνολικά τέσσερις ταινίες του Χίτσκοκ που πρωταγωνίστησε, και η Doris Day είναι εκπληκτικά αποτελεσματική ως η μητέρα που είναι έξαλλη για το παιδί της.

Είναι μάλλον η Doris Day που συνολικά κλέβει την παράσταση, ως μία γοητευτική αρτίστα, με χάρη και εκπληκτική φωνή, δίνει ένα μπρίο που ζωντανεύει την ταινία. Στη σεκάνς στο Albert Hall όπου δεν ξέρει τι να κάνει με την επικείμενη δολοφονία, και την ένταση που βγάζει, το σασπένς και την τελευταία της κραυγή αφήνει ένα ζωντανό συναίσθημα με δυναμικότητα και μελοδραματισμό που ισορροπείται σημαντικά.

Η ταινία, συνολικά, σε αυτές τις ζεστές μέρες του καλοκαιριού, μας μεταφέρει νοσταλγικά σε μια εποχή που το θρίλερ είχε μία πιο κοινωνική διάσταση ή, εδώ, πολυπολιτισμική, όπως απλώνεται η αφήγηση. Ο Χίτσκοκ, που θεωρούσε ότι όφειλε να προσπαθήσει ένα remake της συγκεκριμένης ιστορίας από την βρετανική του περίοδο, εισάγει πολλά στοιχεία από τις Ανατολικές συνήθειες, έναν μυθικό εξωτισμό, ενώ δε λείπει και το χιούμορ, όπως η σκηνή που προσπαθεί να βολευτεί ο ψηλός Stewart στα χαμηλά καθίσματα του εστιατορίου στο Μαρακές.

Ο ‘Άνθρωπος που Γνώριζε Πολλά’ παραμένει μία κλασική επιλογή για ειδικά όποιον θεωρεί (δικαίως) τον Χίτσκοκ μαέστρο του είδους, που καταφέρνει εδώ να κινεί την κάμερα υποδειγματικά κορυφώνοντας την αγωνία και το σασπένς στη σκηνή της αίθουσας της συναυλίας και δημιουργώντας έτσι σχολή στον τρόπο που μπορεί κάποιος να κινηματογραφήσει ανάλογες σεκάνς. Υπό αυτήν την έννοια, μιας ιστορίας του σινεμά, η ταινία, κλασική στο είδος της, αξίζει να την (ξανά) δει οποιοσδήποτε.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι

Kαταθέστε το σχολιό σας. Eνημερώνουμε ότι τα υβριστικά σχόλια θα διαγράφονται.

0 ΣΧΟΛΙΑ
Παλιότερα
Νεότερα Με τις περισσότερες ψήφους
Σχόλια εντός κειμένου
Δες όλα τα σχόλια
0
Kαταθέστε το σχολιό σαςx