Η συμφωνία Αρμενίας-Αζερμπαϊτζάν διπλωματική επιτυχία του Τραμπ
09/08/2025
Η είδηση ότι οι ηγέτες της Αρμενίας και του Αζερμπαϊτζάν, Νικόλ Πασινιάν και Ιλχάμ Αλίεφ, υπέγραψαν στην Ουάσιγκτον συμφωνία ειρήνης με την παρουσία του Ντόναλντ Τραμπ, τερματίζοντας σχεδόν τέσσερις δεκαετίες συγκρούσεων, αφορά πολύ περισσότερα από τα δύο γειτονικά ασιατικά κράτη.
Σε μια εικόνα που αποτυπώνει την πραγματικότητα, Αλίεφ και Πασινιάν έδωσαν τα χέρια υπό το βλέμμα του Τραμπ και στη συνέχεια υπέγραψαν, όπως και εκείνος κοινή δήλωση. «Θεμελιώνουμε σήμερα την ειρήνη στον Καύκασο», σχολίασε ο πρόεδρος του Αζερμπαϊτζάν. Ο πρωθυπουργός της Αρμενίας μίλησε για βήμα που «θα ανοίξει τον δρόμο για να δοθεί τέλος σε δεκαετίες σύγκρουσης». Υψηλόβαθμος Αμερικανός αξιωματούχος διαβεβαίωσε ότι η Αρμενία δεν θα βγει ζημιωμένη από τις διαπραγματεύσεις, διότι θα εξασφαλίσει στενή σύμπραξη με τις ΗΠΑ.
Τον τόνο τον έδωσε πάντως ο ίδιος ο πρόεδρος Τραμπ: «Αυτά τα δυο έθνη εμπλέκονταν σε πόλεμο για πολλά χρόνια, με αποτέλεσμα τον θάνατο χιλιάδων ανθρώπων. Πολλοί ηγέτες προσπάθησαν να βάλουν τέλος σε αυτόν τον πόλεμο, χωρίς επιτυχία, μέχρι τώρα, χάρη στον Τραμπ έχουμε συμφωνία», έγραψε πληκτρολογώντας το επώνυμό του με κεφαλαία. Δεν πρόκειται για μια υπερφίαλη δήλωση, από τις πολλές που μας έχει συνηθίσει ο 47ος ένοικος του Λευκού Οίκου. Ενόψει και της επικείμενης συνάντησης με τον Ρώσο ομόλογό του, ο Τραμπ προμοτάρει το προφίλ του ειρηνοποιού προέδρου, θέλοντας να “πουλήσει” την ικανότητά του να υλοποιεί συμφωνίες.
Πρόκειται για μια πρωτοβουλία που προωθεί όχι μόνο την εικόνα του ειρηνοποιού, αλλά και τα αμερικανικά στρατηγικά συμφέροντα στον Καύκασο και στην Κεντρική Ασία. Σε ό,τι αφορά τους Αμερικανούς ψηφοφόρους, επιδιώκει να ενισχύσει εκ νέου την εικόνα του, εν μέσω και του αρνητικού κλίματος που επικρατεί εξαιτίας της υπόθεσης Έπστάιν. Ο Τραμπ υπενθυμίζει σε κάθε ευκαιρία τον ισχυρισμό του πως κατέχει όσο κανένας την “τέχνη του deal”.
Η συμφωνία που υπογράφηκε χθες προβλέπει τη δημιουργία διαδρόμου που θα περνά από την Αρμενία και θα συνδέει το Αζερμπαϊτζάν με τον θύλακά του, το Ναχιτσεβάν, στα δυτικά. Ο διάδρομος αυτός, ένα επί μακρόν αίτημα του Μπακού, θα ονομαστεί “Οδός Τραμπ για τη διεθνή ειρήνη και ευημερία” ή TRIPP (Trump Route for International Peace and Prosperity). Οι ΗΠΑ θα έχουν εκεί αναπτυξιακά δικαιώματα, κάτι που θα τους επιτρέψει να προωθούν τα συμφέροντά τους σε μια ιδιαιτέρως στρατηγική περιοχή, πλούσια σε υδρογονάνθρακες. Εκτός αυτού, ο διάδρομος αυτός διευκολύνει την περαιτέρω διείσδυση της Τουρκίας στην Κεντρική Ασία, γεγονός που λειτουργεί ανταγωνιστικά για τη ρωσική επιρροή στην ίδια περιοχή.
Αγκάθι το ζήτημα του Καραμπάχ
Ως προς το πρακτικό σκέλος της συμφωνίας πάντως υπάρχουν ανοικτά ζητήματα ικανά να θέσουν στο άμεσο μέλλον εμπόδια για την ειρήνη στην περιοχή. Ένα πρώτο ζήτημα αφορά την απελευθέρωση των Αρμένιων ομήρων του πρόσφατου πολέμου μεταξύ των δύο χωρών στο Ναγκόρνο Καραμπάχ. Αλλά και η αποκατάσταση της θρησκευτικής ελευθερίας εντός του Αζερμπαϊτζάν είναι ένα ακόμη πρόβλημα, δεδομένου ότι περίπου 400 χριστιανικές εκκλησίες έχουν καταστραφεί μερικώς ή ολοκληρωτικά.
Υπάρχει ακόμη ένα, όπου μια σειρά από αναλυτές επισημαίνουν ότι εγκυμονεί τον μεγαλύτερο κίνδυνο μελλοντικών τριβών: Αυτό δεν είναι άλλο από την επιστροφή στο Ναγκόρνο Καραμπάχ των εκατοντάδων χιλιάδων Αρμενίων που εγκατέλειψαν την επίμαχη περιοχή. Το Μπακού και το Γερεβάν συμφώνησαν τον Μάρτιο επί ενός κειμένου συνθήκης ειρήνης. Αλλά το Αζερμπαϊτζάν, που νίκησε, απαιτεί η Αρμενία να μεταρρυθμίσει το Σύνταγμά της για να αποκηρύξει επισήμως κάθε εδαφική απαίτηση στο Καραμπάχ.
Ο Πασινιάν δηλώνει έτοιμος να συμμορφωθεί προς αυτό, ανακοινώνοντας την πρόθεσή του να διοργανώσει δημοψήφισμα για τη συνταγματική μεταρρύθμιση το 2027. Αλλά το τραύμα της απώλειας του Καραμπάχ, γνωστό με την ονομασία Αρτσάχ στα αρμενικά, έχει στρέψει εναντίον του Πασινιάν την πλειονότητα των απανταχού Αρμενίων. Υπενθυμίζεται ότι η διαφιλονικούμενη περιοχή αναγνωρίζεται διεθνώς ως τμήμα του Αζερμπαϊτζάν, αλλά ελεγχόταν επί τρεις δεκαετίες από Αρμένιους αυτονομιστές. Το Μπακού ανακατέλαβε μερικώς τον θύλακα στο νέο πόλεμο που ξέσπασε το φθινόπωρο του 2020 και κατόπιν εξ ολοκλήρου, εξαπολύοντας επίθεση-αστραπή τον Σεπτέμβριο του 2023.