Διαμαρτυρίες μέρους της ρωσικής αλλά και δυτικής ελίτ για τις “σοβιετικές” κατασχέσεις περιουσιών στη Ρωσία

Διαμαρτυρίες μέρους της ρωσικής αλλά και δυτικής ελίτ για τις “σοβιετικές” κατασχέσεις περιουσιών στη Ρωσία

Η κεντρική τράπεζα της Ρωσίας σύμφωνα με το αμερικανικό πρακτορείο Reuters (το οποίο επικαλείται “πηγές”) διαφωνεί με την κατάσχεση ή εθνικοποίηση περιουσιακών στοιχείων “αδιακρίτως”, γιατί παραβιάζονται τα δικαιώματα των μετόχων που είχαν μειοψηφικά πακέτα σε ορισμένες κατασχέσεις εταιρικών περιουσιών. Πολλές εταιρείες βρέθηκαν υπό δέσμευση επειδή π.χ. ο διευθύνων σύμβουλός τους καταδικάσθηκε για αδικήματα και άλλες εθνικοποιήθηκαν λόγω του πολέμου ή κάποιες ήταν κρίσιμες για τον πόλεμο.

Σύμφωνα με το Reuters είναι μια πρώτη αντίδραση της ρωσικής ελίτ στην πολιτική των εθνικοποιήσεων. Εν μέσω της αντιπαράθεσης με τη Δύση και τον πόλεμο στην Ουκρανία, περιουσιακά στοιχεία της τάξης συνολικά δεκάδων δισεκατομμυρίων δολαρίων που ανήκουν σε ξένους επενδυτές και Ρώσους δισεκατομμυριούχους έχουν αλλάξει χέρια, μετά την κατάσχεσή τους από το κράτος. Μερικοί από τους ζάπλουτους επιχειρηματίες θέλουν να τους αναγνωρισθεί -σύμφωνα με το Reuters- ότι “έσωσαν την ρωσική οικονομία από την κατάρρευση εν μέσω των σκληρότερων κυρώσεων που έχουν επιβληθεί ποτέ σε μια χώρα”.

Ορισμένα διευθυντικά στελέχη επιχειρήσεων και ανώτατοι δημόσιοι υπάλληλοι της κεντρικής τράπεζας και του υπουργείου Οικονομικών φέρονται να θεωρούν τις ενέργειες της ρωσικης κυβέρνησης ως “κίνηση προς μια διοίκηση σοβιετικού στυλ, με όλους του πόρους να χρησιμοποιούνται για την επίτευξη μιας στρατιωτικής νίκης επί της Ουκρανίας”, θεωρώντας προφανώς ότι είναι σοβιετική τακτική να επιζητείται η νίκη στον πόλεμο.

Τρεις πηγές “προσκείμενες στην κεντρική τράπεζα και στο Χρηματιστήριο της Μόσχας”, όπως γράφει το Reuters, υποστηρίζουν ότι το Χρηματιστήριο της Μόσχας υπέβαλε επίσημα καταγγελία στην κεντρική τράπεζα για φερόμενη “παραβίαση του νόμου από την κυβέρνηση μετά την κατάσχεση πλειοψηφικού πακέτου μετοχών στην εταιρεία εξόρυξης χρυσού UGC”.

«Οι κρατικές ενέργειες στην περίπτωση της UGC υπονομεύουν το τελευταίο οχυρό των δικαιωμάτων της ατομικής ιδιοκτησίας στην Ρωσία», φέρεται να δήλωσε στο Reuters πηγή που γνωρίζει τις συζητήσεις. Το Χρηματιστήριο της Μόσχας και το υπουργείο Οικονομικών αρνήθηκαν να σχολιάσουν το θέμα.

Η πηγή δήλωσε ότι το κράτος υποτίμησε de-facto τα μερίδια των ιδιωτών επενδυτών που αγόρασαν μετοχές στην ανοιχτή αγορά και δεν έχουν σχέση με την δικαστική υπόθεση κατά της εταιρείας, ούτε διασυνδέσεις με τον πρώην δισεκατομμυριούχο ιδιοκτήτη της, Κονσταντίν Στρουκόφ.

Η UGC πραγματοποίησε μία από τις μεγαλύτερες αρχικές δημόσιες προσφορές στη Ρωσία το 2023, τοποθετώντας τον εαυτό της ως ασφαλές καταφύγιο για χρυσό σε ταραγμένες εποχές, όταν τα ξένα κεφάλαια εγκατέλειψαν τη Ρωσία. Περίπου το 10% των μετοχών της εταιρείας κατέχεται από Ρώσους ιδιώτες επενδυτές, αλλά το 70% ανήκε στον Στρουκόφ που έχει συλληφθεί και κατηγορείται για διαφθορά, δωροδοκίες και απάτη.

«Πώς μπορείς να πείσεις οποιονδήποτε να αγοράσει μετοχές μετά από αυτό; Η μακροπρόθεσμη ζημιά στην οικονομία από τέτοιες ενέργειες υπερβαίνει κατά πολύ τα οφέλη από τα όποια δισεκατομμύρια κατάσχουν», ισχυρίσθηκε η πηγή.

Οι ρωσικές αρχές έχουν κατασχέσει περιουσιακά στοιχεία αξίας περίπου 50 δισεκατομμυρίων δολαρίων από την έναρξη της «ειδικής στρατιωτικής επιχείρησης» της Μόσχας στην Ουκρανία — όπως αποκαλεί η Ρωσία τον πόλεμο στην Ουκρανία — συμπεριλαμβανομένων των περιουσιακών στοιχείων δυτικών εταιρειών που εγκατέλειψαν την περιοχή, όπως η γαλλική εταιρεία τροφίμων Danone και η δανέζικη ζυθοποιία Carlsberg.

Εκτός από τα δυτικά περιουσιακά στοιχεία, μεγάλες εγχώριες εταιρείες έχουν αλλάξει χέρια λόγω καταγγελιών για διαφθορά, φερόμενων παραβιάσεων ιδιωτικοποιήσεων ή κακής διαχείρισης. Οι εθνικοποιήσεις σηματοδοτούν τη μεγαλύτερη αναδιανομή περιουσίας από τη δεκαετία του 1990, όταν τα σοβιετικά κρατικά περιουσιακά στοιχεία πουλήθηκαν σε ιδιώτες επενδυτές σε τιμές ευκαιρίας. Η προσπάθεια κατάσχεσης ιδιωτικής περιουσίας είχε μέχρι στιγμής συναντήσει ελάχιστη εσωτερική αντίσταση.

Ο πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν είχε ζητήσει πρόσφατα από τις ρυθμιστικές αρχές να διασφαλίσουν ότι θα πουλήσουν τις μετοχές τους στην αγορά περισσότερες εταιρείες σε μια εποχή που το χρέος είναι ακριβό και η οικονομία επιβραδύνεται, εν μέρει λόγω έλλειψης κεφαλαίων για επενδύσεις. Ωστόσο, η διαμάχη για την UGC έχει οξύνει τις ανησυχίες ορισμένων στη Μόσχα σχετικά με τη σκοπιμότητα εισαγωγής περισσότερων εταιρειών στο χρηματιστήριο.

Ο Σεργκέι Σβετσόφ, πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου του Χρηματιστηρίου της Μόσχας και πρώην αναπληρωτής διοικητής της κεντρικής τράπεζας, έκανε δημόσια κριτική, κάτι που είναι σπάνιο. «Το κράτος πρέπει πρωτίστως και κατά κύριο λόγο να τηρεί τους κανόνες που έχει ορίσει. Αυτήν τη στιγμή δεν το κάνει, ειδικά όταν πρόκειται για εισηγμένες εταιρείες στις οποίες κατέχει μερίδιο», δήλωσε ο Σβέτσοφ σε οικονομικό φόρουμ στη Μόσχα.

Ο ίδιος είπε ότι ο τρόπος με τον οποίο το ρωσικό κράτος χειρίζεται τις δημόσιες εταιρείες συμβάλλει σε μια λεγόμενη «ρωσική έκπτωση» που, σε συνδυασμό με τα χαμηλότερα επιτόκια, επιβαρύνει τον ρωσικό χρηματιστηριακό δείκτη, ο οποίος έχει μειωθεί κατά περίπου 30% από τις αρχές του 2022.

Ωστόσο, σύμφωνα με μία από τις πηγές, δεν υπάρχουν προϋπολογισμένα χρήματα για μια τέτοια εξαγορά, ενώ οι χρονοβόρες διαδικασίες αποτίμησης και δέουσας επιμέλειας καθυστερούν την ιδιωτικοποίηση των κατασχεθέντων περιουσιακών στοιχείων.

Μια πιθανή λύση θα ήταν η ταχεία πώληση των κατασχεθέντων περιουσιακών στοιχείων, μετατοπίζοντας την ευθύνη της προσφοράς εξαγοράς στους νέους ιδιοκτήτες. Οι πηγές πρόσθεσαν ότι ένα “νέο διάταγμα του Πούτιν για τις επιταχυνόμενες πωλήσεις ακινήτων θα πρέπει να βοηθήσει”.

Την επόμενη μέρα από τη δημοσίευση του διατάγματος, η μυστικοπαθής εταιρεία παραγωγής χαλκού UMMC αναδείχθηκε ως ο πιθανός αγοραστής του κατασχεθέντος μεριδίου της UGC, το οποίο το υπουργείο Οικονομικών σκοπεύει να πουλήσει μέχρι τα τέλη Οκτωβρίου για 100 δισεκατομμύρια ρούβλια (1,23 δισεκατομμύρια δολάρια).

Ο πρώτος αναπληρωτής πρόεδρος της κεντρικής τράπεζας, Βλαντιμίρ Τσιστιούχιν, ο οποίος επιβλέπει τις χρηματοπιστωτικές αγορές, επανέλαβε την άποψη του Σβετσόφ, προειδοποιώντας ότι η τρέχουσα προσέγγιση στα δικαιώματα ιδιοκτησίας θα αποτρέψει τους ξένους επενδυτές ακόμη και μετά την επίτευξη ειρήνης στην Ουκρανία.

«Είναι απαραίτητο μέχρι τότε να έχουν επιλυθεί όλες οι διαταραχές που είχαμε με μια σειρά από κρατικές αποφάσεις σχετικά με μεμονωμένες εταιρείες», είπε.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ και Reuters

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι

0
Kαταθέστε το σχολιό σαςx