Συνταγή Ίμια δρομολογούν οι Τούρκοι στον Έβρο
26/05/2020Με το ερώτημα να πλανάται για το εάν η Τουρκία προέβη στην κατάληψη ελληνικού εδάφους, εκμεταλλευόμενη ένα γεωλογικό γεγονός, απόρροια της αλλαγής της κοίτης του ποταμού Έβρου κατά τους εαρινούς μήνες, μας δίνεται η αφορμή να διερευνήσουμε τη γενικότερη αναθεωρητική πολιτική συμπεριφορά της Άγκυρας συγκριτικά με την πολιτικοδιπλωματική στάση της Αθήνας στην παρούσα συγκυρία.
Μέσα από τον ελληνικό και ξένο Τύπο, μάθαμε ότι Τούρκοι στρατιώτες κατέλαβαν μια περιοχή 16 στρεμμάτων στο νότιο τμήμα του Έβρου, στη θέση Μελισσοκομείο, σε μια προσπάθεια να αποτρέψουν την επέκταση της κατασκευής του ελληνικού φράκτη στην περιοχή των Φερών. Ακολούθησε μια αμφίσημη απάντηση του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών, που μετά το αρχικό διάβημα προς την Άγκυρα, διέψευσε το περιστατικό, εγείρονται μια σειρά από ερωτήματα:
- Υπήρξε όντως προώθηση των τουρκικών δυνάμεων σε ελληνικό έδαφος και κατάληψή του;
- Ποιες είναι οι κόκκινες γραμμές της ελληνικής πολιτικής ηγεσίας για την προάσπιση της ελληνικής εδαφικής επικράτειας;
- Ποια είναι η πολιτική της Άγκυρας έναντι του διεθνώς κατοχυρωμένου-αναγνωρισμένου εδαφικού καθεστώτος σε Αιγαίο και Θράκη;
Χωρίς να θέλουμε να αμφισβητήσουμε τις επίσημες ανακοινώσεις της ελληνικής πολιτικής ηγεσίας, «ότι καμία ξένη δύναμη δεν βρίσκεται σε ελληνικό έδαφος» καθώς και τη δεδηλωμένη πολιτική της βούληση να υπερασπιστεί «τα σύνορα Ελλάδας και Ευρώπης και τα κυριαρχικά μας δικαιώματα», και αναμένοντας την επίσημη ενημέρωση από το ελληνικό υπουργείο εξωτερικών, περιοριζόμαστε στην ανάλυση της προοδευτικά κλιμακούμενης τουρκικής επιθετικότητας.
Αφετηριακά οφείλουμε να προσημειώσουμε ότι μετά το πλήθος των αναλύσεων περί της αναφαινόμενης δημοσιονομικής κατάρρευσης της Άγκυρας, με την οικονομία της να «εισέρχεται σε ύφεση με φθίνοντα συναλλαγματικά αποθέματα και εύθραυστη λίρα», είναι παράδοξο που ο Τούρκος πρόεδρος, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν συνεχίζει να επιλέγει “όπλα” αντί για “βούτυρο” και να κλιμακώνει την αναθεωρητική του πολιτική έναντι της Ελλάδας.
Θυμίζουμε τη στρατηγική του γεωπολιτικού βάθους που συνέθεσε ο πρώην συνεργάτης του Αχμέτ Νταβoύντογλου, το στρατηγικό δόγμα της Γαλάζιας Πατρίδας που διακήρυξε ο υπουργός Άμυνας Χουλουσί Ακάρ, και την εφαρμογή της εξαναγκαστικής διπλωματίας των πλωτών γεωτρυπάνων στην Κυπριακή ΑΟΖ μετουσιώνοντας σε πραγματολογικό επίπεδο την πρόθεσή του Ερντογάν «να [μην] δεχθεί “τετελεσμένα” στην περιοχή του Αιγαίου και της Ανατολικής Μεσογείου “απεμπολώντας τα δικαιώματα της” [χώρας του]».
Δίκαια άνευ σεβασμού
Τοιουτοτρόπως η όποια ενέργεια διαμφισβήτησης των ελληνοτουρκικών συνόρων και δη όσον αφορά την περιοχή του Έβρου, συνεπικουρώντας την προ τριετίας δήλωση του Ερντογάν για επικαιροποίηση της Συνθήκης της Λωζάνης, δεν δύναται να αναιρέσει τη διεθνώς επικυρωμένη-αναγνωρισμένη οριοθέτηση των ελληνοτουρκικών συνόρων στη Δυτική Θράκη (άρθρο 2 της Συνθήκης της Λωζάνης και ειδικό πρωτόκολλο του 1926) στο μέσο της κοίτης του ποταμού Έβρου, (τον μέσον ρου του ποταμού ή τον κύριο βραχίονά τους) εξαιρουμένου του εδαφικού τριγώνου του Καραγάτς.
Πάραυτα, η Τουρκία συνεχίζει να προτάσσει την ισχύ της έναντι του δικαίου θυμίζοντας στους Έλληνες λήπτες αποφάσεων τη διαπιστωτική απόφανση του Ελευθέριου Βενιζέλου ότι «τα δίκαια, τα οποία φαίνονται ανήκοντα εις χείρας ασθενείς ή εξαρτώνται από θελήσεις ασθενικάς, εκείνα τα δίκαια δεν είναι άξια μεγάλου σεβασμού». Αυτό γιατί ο αντικειμενικός πολιτικός στόχος της Τουρκίας είναι μέσω απειλών, επίδειξης στρατιωτικής ισχύος και συνεχών παραβιάσεων σε Ελλάδα και Κύπρο να αδρανοποιήσει τη δυνατότητα άσκησης των κυριαρχικών τους δικαιωμάτων, μετατρέποντάς τες σε γεωπολιτικούς δορυφόρους της.
Στην περίπτωση αυτή και παραφράζοντας τη διαπίστωση του Παναγιώτη Κονδύλη, η Ελλάδα και η Κύπρος μετατρέπονται σε χώρες «με περιορισμένα κυριαρχικά δικαιώματα, δηλαδή δικαιώματα των οποίων η κυρίαρχη άσκηση εξαρτάται από τη βούληση και τις αντιδράσεις τρίτων» ενώ η στάση τους θα «γίνεται όλο και περισσότερο παθητική ή αντιφατική».
Η εξέλιξη αυτή οδηγεί αναντίρρητα στην αναφυόμενη πολιτική αναγκαιότητα για την διαμόρφωση και εφαρμογή μιας αποτρεπτικής στρατηγικής, πείθοντας την Άγκυρα ότι οποιοδήποτε ενέργεια που θα πλήξει τα ζωτικά συμφέροντα Ελλάδας-Κύπρου θα της επιφέρει ένα μη αποδεκτό, οικονομικό, κοινωνικό και πολιτικό κόστος.
Άνοιγμα της ψαλίδας
Η αποτροπή είναι μια διανοητική λειτουργία/διαδικασία που αποσκοπεί στον επηρεασμό του τρόπου λήψης αποφάσεων των κρατικών δρώντων, με αντικειμενικό στόχο την προάσπιση-προαγωγή της αυτοσυντήρησης-ασφάλειας του εκάστοτε κράτους. Εμπερικλείει το σύνολο των πολιτικών δεσμεύσεων ενός κράτος να προασπίσει με όλα τα διαθέσιμα μέσα (οικονομικά, διπλωματικά, στρατιωτικά) τα εθνικά του συμφέροντα.
Υπό αυτό το πρίσμα και συνεκτιμώντας ότι η αυξανόμενη σ’ ένταση και έκταση τουρκική επιθετικότητα στο Αιγαίο και στην Κύπρο, κατά την μεταψυχροπολεμική περίοδο, αντικατοπτρίζει το άνοιγμα της ψαλίδας στο ισοζύγιο της λανθάνουσας (ΑΕΠ, πληθυσμός) και της στρατιωτικής ισχύος μεταξύ Ελλάδας-Τουρκίας, απαιτείται αξιόπιστη στρατηγική αποτροπής. Από τη μια πλευρά απαιτείται η ποιοτική, τεχνολογική και στρατιωτική εξισορρόπηση της Τουρκίας και από την άλλη πλευρά η διακήρυξη πολιτικών δεσμεύσεων για την απειλή τιμωρίας οποιασδήποτε επιβουλής κατά των εθνικών τους συμφερόντων με υψηλό-μη αποδεκτό κόστος.
Σε αντίθετη περίπτωση μια κατευναστική πολιτική από Αθήνα και Λευκωσία, θα οδηγήσει σε διμερείς διαπραγματεύσεις με την Άγκυρα, για την πολιτική επίλυση (διμερείς διαπραγματεύσεις) του συνόλου των διαφορών (μονομερών αξιώσεων της Τουρκίας) και την de jure αναγνώριση της Τουρκικής συγκυριαρχίας/συνιδιοκτησίας στο Αιγαίο και την Κύπρο.