ΑΝΑΛΥΣΗ

Ποιος θα είναι ο επόμενος καγκελάριος – Τί αλλάζει για την Ελλάδα

Ποιος θα είναι ο επόμενος καγκελάριος – Τί αλλάζει για την Ελλάδα, Χάρης Τσιλιώτης

Οι γερμανικές ομοσπονδιακές εκλογές ως γεγονός παρήλθαν, οι συνέπειες και τα συνακόλουθά τους όμως, θα μας απασχολήσουν σίγουρα για πολύ καιρό ακόμη, πιθανότατα για αρκετούς μήνες μέχρι τον σχηματισμό της επόμενης κυβέρνησης. Μέχρι τότε θα παραμένει καγκελάριος ως υπηρεσιακή η Άνγκελα Μέρκελ.

Τα σενάρια συγκυβέρνησης είναι κατά βάση τρία: Ο λεγόμενος “συνασπισμός φανάρι” (Ampel-Κoalition) μεταξύ SPD (Σοσιαλδημοκράτες), Bündnis 90/Grünen (Πράσινοι) και FDP (Φιλελεύθεροι), ο “συνασπισμός Τζαμάικα” (Jamaika-Κoalition) μεταξύ της Ένωσης των χριστιανικών κομμάτων CDU (Χριστιανοδημοκράτες)/CSU (Βαυαροί Χριστιανοκοινωνιστές) και των Πρασίνων και Φιλελευθέρων και, με πολύ λιγότερες πιθανότητες, η συνέχιση του “μεγάλου συνασπισμού” (Grosse Koalition) μεταξύ Σοσιαλδημοκρατών και της Χριστιανικής Ένωσης.

Στο πρώτο και το τρίτο σενάριο Καγκελάριος θα αναδειχθεί ο υποψήφιος των Σοσιαλδημοκρατών Όλαφ Σολτς, στο δεύτερο ο υποψήφιος των Χριστιανικών κομμάτων Άρμιν Λάσετ, κατά την παράδοση ότι ο Καγκελάριος είναι ο υποψήφιος του πρώτου σε έδρες κόμματος του συνασπισμού, δεδομένου ότι μεταπολεμικά μόνο μία φορά μετά τις εκλογές του 1957 αναδείχθηκε μονοκομματική κυβέρνηση, ενώ μέχρι τώρα οι κυβερνήσεις ήταν δικομματικές, ποτέ όμως άνω των δύο κομμάτων.

Θα υπάρξει η πρώτη φορά τώρα για τρικομματική κυβέρνηση; Είναι πολύ πιθανό είτε με τον πρώτο είτε με τον δεύτερο συνδυασμό χρωμάτων και κομμάτων, τίποτα δεν αποκλείει όμως όπως και το 2017 το τρίτο σενάριο, αν και το πολιτικό σύστημα και το εκλογικό σώμα είναι κουρασμένα από την συγκυβέρνηση των δύο μεγαλυτέρων κομμάτων από το 2005 εκτός του μικρού διαλείμματος την περίοδο 2009-2013 όπου συγκυβερνούσαν τα χριστιανικά κόμματα με τους Φιλελεύθερους.

Τα στοιχεία της καγκελαρίας Μέρκελ

Η περίοδος Μέρκελ 2005-2021 χαρακτηρίζεται μεταξύ άλλων από πέντε σημαίνοντα στοιχεία: Πρώτον, την ενίσχυση της γερμανικής οικονομίας, η οποία σε περιόδους δημοσιονομικής κρίσης των χωρών του ευρωπαϊκού Νότου και όχι μόνο, είδε απίστευτους ρυθμούς ανάπτυξης κυρίως μέσω των εξαγωγών των γερμανικών επιχειρήσεων.

Δεύτερον, την επιβολή της αυστηρής δημοσιονομικής πειθαρχίας στην ΕΕ διά της αυστηρής εφαρμογής του Συμφώνου Σταθερότητας το οποίο ο προκάτοχός της καγκελάριος Γκέρχαρντ Σρέντερ είχε εγκαταλείψει.

Τρίτον, την στασιμότητα στην θεσμική διαδικασία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, εάν σκεφθεί κανένας ότι μετά την Συνθήκη της Λισαβώνας το 2007 που ουσιαστικά αποτελούσε παραλλαγή του θνησιγενούς Ευρωπαϊκού Συντάγματος στο οποίο δεν συνέβαλε ποσώς η Μέρκελ, όχι απλά δεν έχει συντελεστεί αλλά ούτε καν έχει επιχειρηθεί θεσμική μεταβολή στις Συνθήκες της ΕΕ για διάστημα 14 ετών.

Τέταρτον, την υποδοχή εκατοντάδων χιλιάδων μεταναστών και προσφύγων στο γερμανικό έδαφος που παραλίγο να της στοιχίσει την καγκελαρία στις εκλογές του 2017 και πέμπτον την ενίσχυση των σχέσεων της Γερμανίας με την Τουρκία τόσο σε διμερές επίπεδο όσο και στις σχέσεις της Τουρκίας με την ΕΕ. Όλα τα παραπάνω πέντε στοιχεία φέρουν αναμφίβολα την σφραγίδα της απερχόμενης Γερμανίδας καγκελαρίου.

Πώς θα κινηθεί ο επόμενος καγκελάριος

Το ερώτημα που ανακύπτει είναι εάν υπάρξει αλλαγή πολιτικής σε όλα τα παραπάνω ζητήματα μετά την αποχώρηση της Μέρκελ. Η απάντηση είναι δύσκολη και εξαρτάται από πολλούς παράγοντες. Εξαρτάται και από πρόσωπα και από πολιτικά προγράμματα και την ικανότητα των κομμάτων που θα συμμετάσχουν στον επόμενο συνασπισμό να τα επιβάλουν.

Π.χ. μία καγκελαρία Λάσετ στην εκδοχή του “συνασπισμού Τζαμάικα” θα σημαίνει μάλλον την συνέχιση της πολιτικής Μέρκελ σε πολλά από τα παραπάνω, ελαφρά τροποποιημένη και προσαρμοσμένη στις νέες συνθήκες που ενδεχομένως διαμορφωθούν, δεδομένης της σχέσης μεταξύ της απερχόμενης Καγκελαρίου και του υποψηφίου Καγκελάριου των χριστιανικών κομμάτων.

Πολύ περισσότερο μάλιστα εάν το υπουργείο Οικονομικών ανατεθεί σε Φιλελεύθερο, οι θέσεις των οποίων όσον αφορά το Σύμφωνο Δημοσιονομικής Σταθερότητας είναι πιο σκληρές και από αυτές της Μέρκελ. Αντίθετα μία κυβέρνηση της εκδοχής του “συνασπισμού φανάρι” με καγκελάριο τον Όλαφ Σολτς, θα έχει συγκριτικά περισσότερη ευχέρεια να προωθήσει αλλαγές σε γερμανικό και ευρωπαϊκό επίπεδο.

Επίσης, όσον αφορά τα θέματα της ΕΕ, σημαντικό ρόλο θα παίξει και το γεγονός κατά πόσο ο πρόεδρος Μακρόν θα εκμεταλλευτεί το κενό που αφήνει η Μέρκελ και να προσπαθήσει να επιβάλει την δική του ατζέντα την οποία έχει ήδη προαναγγείλει με την κατάθεση το 2017 των προτάσεών του για την θεσμική αναδιάρθρωση της ΕΕ (δημοσιονομική ένωση, αμυντική ένωση, ενίσχυση της αναπτυξιακής βοήθειας ως μέσου αντιμετώπισης των μεταναστευτικών ροών από χώρες της Αφρικής και της Ασίας κ.α.).

Οι εσωτερικές αντιφάσεις

Πάντως, πρέπει να γίνει σαφές ότι στην Γερμανία η πολιτική στα μεγάλα θέματα καθορίζεται σε μεγάλο βαθμό από το επιχειρηματικό κεφάλαιο και το λεγόμενο στρατιωτικοοικονομικό κατεστημένο, οπότε ιδιαίτερα σε θέματα των σχέσεων Γερμανίας-ΕΕ-Τουρκίας δεν θα πρέπει να αναμένουμε θεαματικές αλλαγές.

Επίσης, δεδομένου ότι η αθρόα μετανάστευση εξυπηρετεί τα επιχειρηματικά συμφέροντα και Σοσιαλδημοκράτες και Πράσινοι είναι υπέρ της υποδοχής προσφύγων και μεταναστών στο γερμανικό έδαφος δεν αποκλείεται να δούμε ενίσχυση της μεταναστευτικής πολιτικής σε έναν “συνασπισμό φανάρι” όπου η για ιδεολογικοπολιτικούς λόγους πολιτική αυτών των κομμάτων θα εξυπηρετεί τα οικονομικά συμφέροντα της επιχειρηματικής τάξης.

Όσον αφορά τις ελληνογερμανικές σχέσεις επίσης να μην περιμένουμε θεαματικές αλλαγές. Στο μέτρο που οι σχέσεις αυτές αφορούν καθαρά το διμερές επίπεδο αναμένεται να ενισχυθούν, κανένας δεν είναι εναντίον. Όσον αφορά τον ετεροκαθορισμό τους από τρίτους παράγοντες και ειδικότερα την ΕΕ και την Τουρκία, υπάρχει διαφοροποίηση.

Για μεν την ΕΕ ρόλο θα παίξει η συμμετοχή των Πρασίνων και των Φιλελευθέρων, οι οποίες έχουν διαμετρικά αντίθετες θέσεις όσον αφορά το θέμα της δημοσιονομικής πειθαρχίας στην ΕΕ και την συνέχιση του Συμφώνου Σταθερότητας. Ζητούμενο είναι ποίου οι θέσεις θα επικρατήσουν και σε τι βαθμό.

Μέρκελ και προκάτοχοι

Όσον αφορά την Τουρκία, δεδομένου ότι δεν θα δούμε εντυπωσιακές αλλαγές στις γερμανοτουρκικές σχέσεις αναλόγως μην περιμένουμε θεαματικές μεταβολές και στην στάση της Γερμανίας στα ελληνοτουρκικά. Ας θυμηθούμε τις κοκκινοπράσινες κυβερνήσεις Σρέντερ με την συμμετοχή των Πρασίνων και την στάση των τελευταίων τόσο στο θέμα των εξοπλισμών της Τουρκίας όσο και στους βομβαρδισμούς της Σερβίας.

Η Άνγκελα Μέρκελ αποδείχθηκε μία άριστη διαχειρίστρια της τρέχουσας πολιτικής σε Γερμανία και Ευρώπη και γι’ αυτό κυβέρνησε 16 χρόνια, σε τέσσερις συναπτές τετραετίες. Ισοφάρισε το ρεκόρ του πολιτικού μέντορά της Χέλμουτ Κολ, του καγκελαρίου της Γερμανικής ενοποίησης και της ώθησης της ευρωπαϊκής ενοποίησης.

Στερείτο όμως αναμφίβολα το όραμα του τελευταίου αλλά και των προκατόχων του, Κόνρατ Αντενάρουερ, Βίλυ Μπραντ και Χέλμουτ Σμιτ, πολιτικών που αναμφίβολα επηρέασαν σημαντικά το ευρωπαϊκό γίγνεσθαι είτε στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης είτε στις σχέσεις Ανατολής-Δύσης. Το χάρισμα αυτό δεν το είχε η Μέρκελ. Μπορεί να το έχει ο διάδοχός της, είτε αυτός λέγεται Σολτς είτε λέγεται Λάσετ; Μένει να το δούμε.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι