Η Άγκυρα προαναγγέλλει την (θερμή;) κρίση που μεθοδεύει

Η Άγκυρα προαναγγέλλει την (θερμή;) κρίση που μεθοδεύει, Αλέξανδρος Τάρκας

Η δημόσια προαναγγελία-απειλή του Τούρκου υπουργού Ενέργειας Φατίχ Ντονμέζ, περί έναρξης σεισμικών ερευνών της κρατικής TPAO σε θαλάσσιες περιοχές που περιλαμβάνονται στο μνημόνιο Άγκυρας-Τρίπολης για την οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών, προοιωνίζεται μεγάλη και μακράς διάρκειας ένταση.

Ανεξάρτητα αν υπάρχει ήδη λεπτομερής προγραμματισμός ή αν –προς το παρόν– η Άγκυρα ασκεί προπαγάνδα, εν όψει μεταγενέστερων κινήσεών της, είναι σημαντικό ότι η προαναγγελία-απειλή της συμπίπτει με την εκπνοή της περιόδου πέντε-έξι μηνών που απαιτείται για την πρωτοκόλληση διεθνών συμβάσεων στη Γραμματεία του ΟΗΕ.

Οι νομικές υπηρεσίες του ΟΗΕ παραδοσιακά ισχυρίζονται ότι δεν είναι αρμόδιες για τον έλεγχο της (μη) νομιμότητας των διαδικασιών, όπως αυτές που ακολούθησαν ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και ο Φαγιέζ αλ Σάρατζ. Παρόμοιο, ως προς τον τύπο και τον χρόνο των διαδικασιών, ήταν το μήνυμα του γενικού γραμματέα του ΟΗΕ, Αντόνιο Γκουτέρες, στον υπουργό Εξωτερικών, Νίκο Δένδια, πριν από τα Χριστούγεννα.

Η Ελλάδα, στον χρόνο που μεσολάβησε, πέτυχε να καλύψει ορισμένες δυσλειτουργίες στις ένοπλες δυνάμεις (είχαν προκληθεί από τη 10ετή οικονομική κρίση) και απέκρουσε εντυπωσιακά την “υβριδική εισβολή” στον Έβρο, χωρίς να παρασυρθεί από προβοκάτσιες της Άγκυρας. Από την άλλη πλευρά, εξανεμίστηκαν, λόγω των αποτυχιών του στρατάρχη Χαλίφα Χαφτάρ, οι ελπίδες ακύρωσης του μνημονίου, μέσω ενδεχόμενης αλλαγής κυβέρνησης στη Λιβύη, αν όντως υπήρχε σχετική νομική δυνατότητα στον ΟΗΕ.

Παράλληλα, η απρόβλεπτη κρίση του Covid-19 παρέλυσε τις διπλωματικές διαβουλεύσεις διεθνώς, περιορίζοντας τις δυνατότητες δράσης της ελληνικής πλευράς. Δυστυχώς, και η παγκόσμια οικονομική κρίση θα προκαλέσει δυσκολίες στους διπλωματικούς χειρισμούς της Αθήνας προσεχώς, καθώς το ενδιαφέρον πολλών ξένων κυβερνήσεων θα επικεντρωθεί στο εσωτερικό των χωρών τους.

Η Τουρκία επανέρχεται με νέες προκλήσεις

Η παραβατικότητα της Τουρκίας στη Μεσόγειο και αλλού θα διαταράσσει αναμφισβήτητα και τη διεθνή οικονομία, αλλά η πρόσφατη εμπειρία δείχνει ότι η καταδίκη της Άγκυρας θα είναι, κυρίως, φραστική. Δεν πρέπει να λησμονείται ότι μόλις το περασμένο φθινόπωρο οι ΗΠΑ και η Ρωσία αιφνιδιάστηκαν και καταδίκασαν την τουρκική εισβολή στη βόρεια Συρία. Ωστόσο, λίγες ημέρες αργότερα αποδέχθηκαν τα τετελεσμένα και υπέγραψαν ξεχωριστά μνημόνια με την Άγκυρα, που φτάνουν σήμερα ακόμα και σε κοινές στρατιωτικές περιπολίες Ρωσίας-Τουρκίας.

Υπό αυτούς τους συσχετισμούς, τις τελευταίες ημέρες και αμέσως μόλις παρατηρήθηκε σχετική ύφεση στο μέτωπο του Covid-19, η Τουρκία επανέρχεται σε νέο κύκλο εμφανών και αφανών προκλήσεων. Σύμφωνα με έγκυρες πηγές, λέγει αρκετά εξοργιστικά στις διμερείς και διεθνείς διπλωματικές επαφές και πράττει πολλά ανησυχητικά στον Έβρο. Πολλά εξ αυτών έχουν εξόφθαλμη ομοιότητα με τα ιστορικά προηγούμενα στημένων λόγων και ενεργειών πριν από ένοπλες συρράξεις. Γι’ αυτό, ορθότατα, η ελληνική κυβέρνηση επιδεικνύει ψυχραιμία και διατηρεί σε ετοιμότητα όλους τους εμπλεκόμενους φορείς του κράτους.

Όμως πριν –ο μη γένοιτο– φθάσουν τα πράγματα στα άκρα, η Αθήνα οφείλει να αξιοποιήσει τον χρόνο που απομένει και να δράσει το συντομότερο δυνατόν. Τώρα, είναι η ώρα για την ανάληψη ειδικής πρωτοβουλίας του πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη, και του υπουργού Εξωτερικών, Νίκου Δένδια, για την έκτακτη ενημέρωση διεθνών οργανισμών και σημαντικών χωρών ως προς τις διαγραφόμενες εξελίξεις.

Επείγει η ανάληψη πρωτοβουλίας από την Αθήνα

Είναι επείγον να δράσουν είτε με φυσικές συναντήσεις είτε (λόγω Covid-19) μέσω τηλεδιασκέψεων, πριν η Τουρκία ωθήσει τα πράγματα σε κρίση, με σκοπό τον εφ’ όλης της ύλης διάλογο με την Ελλάδα για το Αιγαίο και ίσως για άλλα θέματα. Αυτό επιδιώκει από το 1974 και το έχουν αρνηθεί (ακόμα και μετά τα λάθη των Ιμίων) όλες οι ελληνικές κυβερνήσεις.

Θα ήταν καταστροφικό η κυβέρνηση να μην αναλάβει πρωτοβουλίες αμέσως και η χώρα να βρεθεί σύντομα ενώπιον αφενός της κλιμάκωσης των τουρκικών ενεργειών, αφετέρου των παροτρύνσεων του διεθνούς παράγοντα για διμερή διαπραγμάτευση. Η Ελλάδα δεν πρέπει να εγκλωβιστεί σε οποιαδήποτε διαδικασία, κατά την οποία δεν θα έχει να απαιτήσει κάτι παραπάνω από την εφαρμογή του Διεθνούς Δικαίου και των συνθηκών, ενώ θα της ζητούνται αδιανόητες παραχωρήσεις.

Άλλωστε, είναι χαρακτηριστικό ότι και αναμφισβήτητα φιλικές χώρες, όπως η Γαλλία, διατηρούν ανοιχτούς διαύλους με την Τουρκία, επισημαίνοντας προς την ελληνική πλευρά ότι το ζητούμενο είναι η εξεύρεση “πολιτικής λύσης” για τα πιθανά κοιτάσματα νοτίως της Κρήτης και στην κυπριακή ΑΟΖ. Είχαν προηγηθεί, ομιλώντας γενικά περί κοιτασμάτων στη Μεσόγειο, το 2011, οι Αμερικανοί.

Ο ένας ήταν ο τότε ειδικός απεσταλμένος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ για ενεργειακά θέματα, Ρίτσαρντ Μόρνινγκσταρ, που προειδοποιούσε ότι για τις μικρές χώρες τα κοιτάσματα είναι «ευχή και κατάρα». Ακολούθησε, στις αρχές του 2020, ο αναπληρωτής υφυπουργός Εξωτερικών, Μάθιου Πάλμερ, που είχε σημειώσει με νόημα ότι όλα κρίνονται εκ του αποτελέσματος.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι