ΘΕΜΑ

Η ελληνική χούντα και οι Ιταλοί νεοφασίστες

Η ελληνική χούντα και οι Ιταλοί νεοφασίστες, Δημήτρης Δεληολάνης

Εάν έπρεπε να αποδώσουμε σάρκα και οστά στη Μαύρη Διεθνή τότε θα λέγαμε πως η ενσάρκωση της ήταν ο Στέφανο Ντέλε Κιάιε, ένας παλιός “γνώριμος” της Απριλιανής χούντας. Ο Ιταλός νεοφασίστας ηγέτης πέθανε στις 10 Σεπτεμβρίου του 2019 στη Ρώμη, λίγες ημέρες πριν συμπληρώσει τα 83 χρόνια του. Ήταν γνωστός με το ρωμαϊκό παρωνύμιο er Caccola, που σε ελεύθερη μετάφραση σημαίνει “ο Σπόρος”, διότι ήταν κοντός.

Όλη η βιογραφία του Κιάιε αποτελεί μνημείο νεοφασιστικής δράσης. Εντάχτηκε στο κοινοβουλευτικό φασιστικό κόμμα MSI (“Ιταλικό Κοινωνικό Κίνημα”) σε ηλικία 15 ετών. Αργότερα πέρασε στην Ordine Nuovo (Νέα Τάξη) του Πίνο Ράουτι, αλλά τη βρήκε υπερβολικά θεωρητική, ενώ ο ίδιος πάντα προτιμούσε τη δράση. Έτσι, όταν έκλεισε τα 23 έτη ίδρυσε δική του οργάνωση, τη “Νεανική Εθνική Πρωτοπορία”, με σύμβολο της τον ρούνο Οντάλ, (δάνειο από μια μεραρχία των Waffen-SS), αλλά γρήγορα εγκατέλειψε το “Νεανική” και έγινε Avanguardia Nazionale σκέτο.

Και με αυτή την ονομασία ανέλαβε δράση: οι ομάδες κρούσης της Πρωτοπορίας έκαναν τέσσερις φορές έφοδο στα κεντρικά γραφεία του Ιταλικού Κομμουνιστικού Κόμματος και αργότερα, το 1968, επιτέθηκαν στην υπό κατάληψη Φιλοσοφική Σχολή της Ρώμης και σκότωσαν έναν φοιτητή.

Παράλληλα είχε ξεκινήσει και η αποδεδειγμένη πλέον συνεργασία του με την υπηρεσία εσωτερικής ασφαλείας του υπουργείου Εσωτερικών. Για λογαριασμό και με κονδύλια του οποίου το 1966 αφισοκόλλησε σε πολλές ιταλικές πόλεις αφίσες δήθεν φιλοκινέζων διαφωνούντων του Ιταλικού Κομμουνιστικού Κόμματος, στην πραγματικότητα τυπωμένες από την αστυνομία.

Με σουβλάκια και τυρόπιτες στην Ελλάδα

Επισκέφθηκε την Ελλάδα το Πάσχα του 1968, μαζί με καμιά πενηνταριά νεοφασίστες, στο ταξίδι που οργάνωσε η χούντα για να προωθήσει την “εθνικήν επανάστασιν”. Πολλά χρόνια αργότερα, τον Ιούλιο του 1997, καταθέτοντας στην Κοινοβουλευτική Επιτροπή Έρευνας για τη φασιστική τρομοκρατία, ο Ντελλε Κιάιε ισχυρίστηκε ότι ήταν μια «ελλιπώς οργανωμένη εκδρομή», ότι δεν συνάντησε κανέναν χουντικό ιθύνοντα και πως ο ίδιος και τα πρωτοπαλίκαρα του την περνούσαν με σουβλάκια και τυρόπιτες!

Το επόμενο έτος, όμως, στις 12 Δεκεμβρίου 1969, την ημέρα της αποπομπής της χούντας από το Συμβούλιο της Ευρώπης, ήταν δικοί του άνθρωποι οι βομβιστές που έπληξαν το Μνημείο Αγνώστου Στρατιώτη και άλλους στόχους στη Ρώμη. Την ίδια στιγμή άλλοι φασίστες, της Ordine Nuovo αυτή τη φορά, έβαλαν ισχυρή βόμβα σε κατάμεστη τράπεζα στο κέντρο του Μιλάνου και προκάλεσαν το θάνατο 17 ατόμων και τον τραυματισμό 88.

Στις προθέσεις των τρομοκρατών, ο ένοχος έπρεπε να είναι αναρχικός, και εντοπίστηκε έτσι το ιδεώδες θύμα της προβοκάτσιας σε έναν ελαφρόμυαλο χορευτή, που φώναζε στις πορείες «βόμβες, αίμα, αναρχία». Δίπλα του τοποθετήθηκε το δεξί χέρι του Ντέλε Κιάιε, κάποιος Μάριο Μερλίνο, που συστήθηκε στους αφελείς αναρχικούς ως μετανοημένος φασίστας κι εκείνοι τον πίστεψαν χωρίς δεύτερη κουβέντα. Μόνο μετά τις βόμβες έγινε γνωστός ο ρόλος του.

Η στρατηγική της έντασης

Έτσι ξεκίνησε η περίφημη στρατηγική της έντασης, που στόχευε στο να εξουδετερώσει την ιταλική αριστερά και να οδηγήσει τη χώρα σε αυταρχικές λύσεις. Μια στρατηγική που, από τεχνική άποψη, είχε τελειοποιηθεί το 1965 σε συνέδριο κεκλεισμένων των θυρών σε ξενοδοχείο της Ρώμης, διοργανωμένο από το Γραφείο Ψυχολογικού Πολέμου των ενόπλων δυνάμεων και στο οποίο συμμετείχαν οι δυο υπηρεσίες ασφαλείας της χώρας και σύσσωμη η ηγεσία των νεοφασιστικών ομάδων: ο Ντελλε Κιάιε, μαζί με τον Πίνο Ράουτι της Ordine Nuovo και πολλούς άλλους του ιδίου χώρου. Όλοι τους αργότερα διαδραμάτισαν ενεργό ρόλο στις πολύνεκρες τρομοκρατικές επιθέσεις.

Οι φασίστες τρομοκράτες και οι Έλληνες ομοϊδεάτες τους είχαν κατά νου πραξικόπημα κατά το πρότυπο της 21ης Απριλίου. Τότε η φασιστική πτέρυγα της χούντας, ο Λαδάς, ο Ασλανίδης και ο συνεργάτης τους Κωνσταντίνος Πλεύρης, είχε αναλάβει δράση προκειμένου το στρατιωτικό καθεστώς να υιοθετήσει μια φασιστικού τύπου οργανωτική δομή και σαφή ιδεολογική ταυτότητα. Η Αθήνα, με άλλα λόγια, έπρεπε να μετατραπεί σε κέντρο της Μαύρης Διεθνούς, να καθοδηγεί και να στηρίζει τα ακροδεξιά και νεοφασιστικά κινήματα παντού στην Ευρώπη. Κυρίως όμως στη γειτονική Ιταλία, με το ισχυρό Κομμουνιστικό Κόμμα και τις χιλιάδες Έλληνες φοιτητές.

Στην Ιταλία, το αρχικό σχέδιο πρόβλεπε μετά τη σφαγή στην τράπεζα του Μιλάνου, να κηρυχθεί κατάσταση εκτάκτου ανάγκης και να ζητηθεί από τις ένοπλες δυνάμεις να αναλάβουν τη δημόσια τάξη. Ο τότε χριστιανοδημοκράτης πρωθυπουργός Μαριάνο Ρουμόρ όμως δίστασε και οι συνωμότες ενεργοποίησαν το εναλλακτικό σχέδιο πραξικοπήματος. Το επεξεργαζόταν από καιρό, σε συνεργασία με την ελληνική χούντα, ο πρίγκιπας Ιούνιο Βαλέριο Μποργκέζε, ήρωας του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου που ακολούθησε τον Μουσολίνι, μέχρι το τέλος του φασιστικού καθεστώτος.

Ένα χρόνο αργότερα, το βράδυ της 7ης προς 8η Δεκεμβρίου 1970 το σχέδιο ενεργοποιήθηκε. Ενώ μονάδες του στρατού και της αστυνομίας είχαν αρχίσει να αναπτύσσονται στην ιταλική πρωτεύουσα, νεαροί της Avanguardia Nazionale διείσδυσαν μέχρι το οπλοστάσιο του υπουργείου Εσωτερικών και ήταν έτοιμοι να συλλάβουν με το όπλο στο χέρι την πολιτική ηγεσία, όταν οι Αμερικανοί έδωσαν εντολή να ακυρωθεί η επιχείρηση και να γυρίσουν όλοι στα σπίτια τους. Στο αυτοβιογραφικό βιβλίο του ο Ντέλε Κιάιε ισχυρίζεται ότι ο ίδιος ήταν τότε στη Μαδρίτη του Φράνκο. Παραθέτει όμως υπερβολικά πολλές λεπτομέρειες για να γίνει πιστευτός.

Συνεργασία με τον Πινοσέτ

Οι φασιστικές βόμβες θα συνεχίσουν να σπέρνουν τον τρόμο σε κάθε γωνιά της Ιταλίας, αλλά το 1976 ο υπουργός Εσωτερικών έθεσε εκτός νόμου την οργάνωση. Παράλληλα, οι Ιταλοί δικαστές θα δικάσουν τους επικεφαλής της Avanguardia Nazionale για ανασυγκρότηση του φασιστικού κόμματος, που απαγορεύεται από το ιταλικό Σύνταγμα, ενώ ο Ντέλε Κιάιε θα παραπεμφθεί σε δίκη και για τις βόμβες στη Ρώμη. Οι αποδείξεις για την εμπλοκή του θα αναδειχθούν πολύ αργά, όταν το Ανώτατο Δικαστήριο θα έχει πλέον επικυρώσει την αθωότητα του.

Ήδη από πολύ καιρό όμως, ο Ντέλε Κιάιε είχε περάσει στην παρανομία και βρει καταφύγιο στην Ισπανία. Δημοσιεύτηκαν τότε φωτογραφίες που τον απεικόνιζαν να πυροβολεί σε διαδηλωτές εναντίον του Φράνκο στο Μαυσωλείο Μοντεχούρα (δύο νεκροί και δεκάδες τραυματίες). Το 1975 άνδρες της Avanguardia Nazionale αποπειράθηκαν να δολοφονήσουν στη Ρώμη τον Μπερνάρντο Λέϊτον, αντιπρόεδρο του Σαλβαδόρ Αγιέντε. Η συνεργασία με τη μυστική υπηρεσία του χιλιανού πραξικοπηματία Πινοτσέτ είχε ξεκινήσει το προηγούμενο έτος, όταν τον επισκέφθηκαν ο Ντ’ελε Κιάιε και ο πρίγκιπας Μποργκέζε.

Αργότερα, σε συνεργασία με την Aginter Presse, μιας πρακτορικής οργάνωσης με έδρα πρώτα στη Λισαβόνα και αργότερα στη Μαδρίτη, που είχε επαφές με όλες τις ακροδεξιές οργανώσεις της Ευρώπης και την οποία χρηματοδοτούσαν οι αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες, μετέφερε στη Λατινική Αμερική την ηγεσία της οργάνωσης και την έθεσε στην υπηρεσία των δικτατορικών καθεστώτων. Πρώτα στη Χιλή του Πινοτσέτ, ύστερα στην Βενεζουέλα και την Αργεντινή, εκτελώντας το αμερικανικής εμπνεύσεως Σχέδιο Κόνδωρ: οι μυστικές υπηρεσίες όλων των δικτατοριών της Νότιας Αμερικής θα συνεργάζονταν για να δολοφονήσουν τους αντιπολιτευόμενους σε όποια χώρα κι αν βρίσκονταν.

Τελικά κατέληξε στη Βολιβία, όπου συνάντησε τον πρώην αξιωματικό της Γκεστάπο Κλάους Μπάρμπι, τον Χασάπη της Λυών, και οργάνωσαν μαζί εκείνο που η ίδια η CIA χαρακτήρισε “πραξικόπημα της κοκαΐνης”. Κατέλαβαν την εξουσία και τοποθέτησαν στην προεδρία τον στρατηγό Λουίς Γκαρσία Μέσα Τεχάδα. Οι στρατιωτικοί και αστυνομικοί της χώρας, σε συνεργασία με αλλοδαπούς φασίστες, ξεκίνησαν μια μεγάλης κλίμακας επιχείρηση εξολόθρευσης των διακινητών κοκαΐνης, ώστε όλο το εμπόριο του ναρκωτικού να περνά από τα δικά τους “κρατικά” δίκτυα.

Δεν κράτησε πολύ, αλλά οι επαφές αποδείχτηκαν πολύτιμες στον μαθητή του Ντέλε Κιάιε, τον Μάσιμο Καρμινάτι, τώρα στη φυλακή. Οι εισαγγελείς της Ρώμης από καιρό ερευνούν κατά πόσο ο Καρμινάτι ήδη από τη δεκαετία του ΄90 είχε αξιοποιήσει τις επαφές των πιο ηλικιωμένων ομοϊδεατών του με τους narcos της Λατινικής Αμερικής, ώστε να δημιουργήσει εκείνο το πανίσχυρο φασιστικό δίκτυο που σήμερα ελέγχει τη διακίνηση ναρκωτικών στην ιταλική πρωτεύουσα. Όταν επέστρεψε στην πατρίδα του, μετά από 17 χρόνια φυγής, ο Ντέλε Κιάιε αθωώθηκε από τις σοβαρότερες κατηγορίες. Προσπάθησε να αναδιοργανώσει την ομάδα του, αλλά με πενιχρά αποτελέσματα.

Συνάντηση μαζί του

Προσωπικά τον συνάντησα για πρώτη φορά το 2003 σε πρώην κινηματογράφο στο κέντρο της Ρώμης. Ένας φίλος εκδότης με είχε καλέσει στην παρουσίαση ενός βιβλίου που μόλις είχε εκδώσει με θέμα τη φασιστική τρομοκρατία της δεκαετίας του ΄70. Τον διέκρινα να κάθεται στην είσοδο περιτριγυρισμένος από οπαδούς και σωματοφύλακες και να παρακολουθεί όσους έμπαιναν μέσα. Έδειχνε πολύ πιο γέρος από τις φωτογραφίες. Ο εκδότης με σύστησε. Προσπάθησα να εκμεταλλευτώ την ευκαιρία και να κλείσω ραντεβού για συνέντευξη.

Είχα ήδη αρχίσει να μαζεύω υλικό για το βιβλίο με θέμα τις σχέσεις μεταξύ Ελλήνων και Ιταλών νεοφασιστών που τελικά κυκλοφόρησε στην Ιταλία. Ο ίδιος όμως δεν έδειξε κανένα ενδιαφέρον. Δεν μου αρνήθηκε ευθέως, αλλά έδειξε εμφανώς ότι δεν είχε καμία όρεξη να απαντήσει σε ερωτήσεις. Δύο ή τρία χρόνια αργότερα δοκίμασα ξανά χάρη σε έναν λατινοαμερικάνο συνάδελφο στην Ένωση Ξένων Ανταποκριτών, που διατηρούσε καλές σχέσεις μαζί του.

Στην πολύ σύντομη συνάντηση μας, έναν καφέ στα όρθια, μου είπε ορθά κοφτά ότι δεν δίνει συνεντεύξεις σε κανέναν (και αυτό ήταν αλήθεια), αλλά ειδικά σε μένα δεν είχε τίποτα να πει, καθώς η οργάνωση του «αντιμετώπισε το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου με σκεπτικισμό» και πως δεν είχε καμία ανάμιξη με την ελληνική χούντα. Απέφυγε να μου πει όμως το μεγάλο ψέμα που έγραψε αργότερα στο αυτοβιογραφικό βιβλίο του, ότι δηλαδή δεν πήγε καν στην Αθήνα το Πάσχα του 1968.

Η αλήθεια την Χούντα

Καθώς έγραφα το βιβλίο πειθόμουν όλο και πιο πολύ ότι τελικά ο Ντέλε Κιάιε, μέσα στα χίλια δυο επινοημένα και αναληθή περιστατικά που παραθέτει στο βιβλίο του, με μένα μάλλον ήταν ειλικρινής. Δεν υπάρχουν ντοκουμέντα για συνεργασία της Avanguardia Nazionale με την ελληνική χούντα. Ένα πρώην ηγετικό στέλεχος της οργάνωσης, ο Πάολο Πεκοριέλο, μίλησε στους ανακριτές για αποστολές φορτίων με όπλα από την Αθήνα στις ακτές της Απουλίας, αλλά το πράγμα δεν είχε συνέχεια. Ακροδεξιοί Έλληνες φοιτητές είχαν πάρει μέρος και στις ταραχές που είχε προκαλέσει η Avanguardia Nazionale στο Ρήγιο της Καλαβρίας το 1970. Κι αυτά είναι όλα.

Ο Πλεύρης δεν μιλάει ποτέ για τον Ντέλε Κιάιε, παρόλο που είχε ονομάσει “Εθνική Πρωτοπορία” την φοιτητική παράταξη του Κινήματος 4ης Αυγούστου. Ο θεωρητικός του ελληνικού φασισμού συχνά έπλεξε το εγκώμιο της Ordine Nuovo και ανέφερε τις συχνά προβληματικές επαφές του με το κοινοβουλευτικό φασιστικό κόμμα MSI. Ποτέ όμως δεν αναφέρθηκε στην Avanguardia Nazionale. Ούτε έχουμε πληροφορίες για καταζητούμενους αυτής της οργάνωσης που να κατέφυγαν στη χώρα μας, σε αντίθεση με τον Έλιο Μασαγκράντε της Ordine Nuovo και την παρέα του.

Η εξήγηση που μπορώ να δώσω βρίσκεται στην ίδια την ακτιβιστική φύση της οργάνωσης του Ντέλε Κιάιε. Συμμετείχε στη στρατηγική της έντασης, αλλά εκτελώντας σχέδιο που είχαν επεξεργαστεί άλλοι, εντός κι εκτός Ιταλίας, χωρίς να απαιτήσει ποτέ να αναλάβει ρόλους στρατηγικής σημασίας. Όταν απέτυχε η απόπειρα πραξικοπήματος του Μποργκέζε και η φιλοφασιστική πτέρυγα της χούντας βρέθηκε σε δυσχερή θέση για την Avanguardia Nazionale, το κεφάλαιο Ελλάδα είχε ήδη λήξει. Η Ισπανία και η Λατινική Αμερική ήταν πλέον το νέο πεδίο δράσης.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι