ΘΕΜΑ

Πως επηρέασε το μαθησιακό αποτέλεσμα η τηλεκπαίδευση

Ανοίγουν και τα φροντιστήρια – Ποια άλλα μέτρα καταργούνται, slpress

Ένα και πλέον χρόνο μετά το ξέσπασμα του κορωνοϊού, το κόστος της τηλεκπαίδευσης για τους μαθητές, σε πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια τουλάχιστον, αποβαίνει πολύ μεγαλύτερο από ό,τι φαινόταν αρχικά. Στις περισσότερες χώρες για τις οποίες υπάρχουν δεδομένα, τα πράγματα είναι απογοητευτικά, κι όχι για τα πρακτικά προβλήματα που συνάντησε στην πρώιμη μορφή της η τηλεκπαίδευση, αλλά για τις μαθησιακές απώλειες, που αποβαίνουν, τελικά, τεράστιες.

Ένα τοπικό ρεπορτάζ στη Νάπολη, της Ιταλίας, καταδεικνύει πολλά από αυτά για τα οποία ειδικοί της σχολικής αγωγής προειδοποιούσαν όταν άρχισε να εφαρμόζεται το μοντέλο της τηλεκπαίδευσης. Στον ιταλικό νότο, όπου ανέκαθεν υπήρχε πρόβλημα πρόωρης εγκατάλειψης του σχολείου, τα lockdown εκτροχίασαν οποιαδήποτε πρόοδο είχε επιτευχθεί. «Είναι καλύτερα απλά να δουλέψω, να μη χάσω άλλη μια χρονιά», αναφέρει 15χρονη μαθήτρια σε απεσταλμένη των New York Times.

Σύμφωνα με στελέχη και διευθυντές των σχολείων στην περιφέρεια της Νάπολης, ο αριθμός των μαθητών που αφήνουν το σχολείο αυξήθηκε δραματικά το προηγούμενο διάστημα, χωρίς ακόμα να υπάρχουν ακριβή στοιχεία. Η Ιταλία, σημειωτέον, ήταν η χώρα που έκλεισε τα σχολεία της για αρκετά περισσότερο χρόνο σε σχέση με γειτονικές χώρες όπως η Γαλλία και η Ισπανία. Στα μέσα του Απριλίου, η κυβέρνηση Ντράγκι άνοιξε τα λύκεια, αλλά η ζημιά έχει ήδη γίνει, κάτι που αναγνώρισε και το ίδιο το υπουργείο Παιδείας.

Η τοπική εισαγγελία της Νάπολης ανέφερε ότι οι κοινωνικοί λειτουργοί βρίσκονται αντιμέτωποι με “πλημμύρα” αναφορών από τα σχολεία για μαθητές που έπαυσαν τα μαθήματα. Τουλάχιστον χίλιες περιπτώσεις καταγράφηκαν το Μάρτιο στην πόλη και τη γειτονική κωμόπολη Καζέρτα, δηλαδή περισσότερες από ό,τι όλο το 2019(!). Οι εκπαιδευτικοί καταγγέλλουν πλέον ότι οι πολιτικές ηγεσίες υποτίμησαν τις συνέπειες που θα είχε το κλείσιμο των σχολείων σε ορισμένες γειτονιές, όπου αυτά είναι «η μόνη γραμμή ζωής» για τα παιδιά.

Το δίλημμα “τάξη” ή playstation

Στις πιο φτωχές περιοχές ή την επαρχία, το πρόβλημα είναι μεγαλύτερο. Εκεί χρειάστηκε οι διευθυντές και εκπαιδευτικοί να βρουν τρόπους να βοηθήσουν, για παράδειγμα, τους μαθητές που δεν είχαν πρόσβαση στο ίντερνετ, προσφέροντας κάρτες SIM ή κάνοντας πρόσθετα μαθήματα για τα παιδιά που δουλεύουν μαζί ή για τις οικογένειές τους. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι το ρεπορτάζ για τη Νάπολη δεν αντανακλά τη συνολική πραγματικότητα στον υπόλοιπο κόσμο, λόγω των ιδιαίτερων κοινωνικών και οικονομικών χαρακτηριστικών που επικρατούν στη νότια Ιταλία. Δεν απέχει όμως πολύ.

Οι δάσκαλοι αντιμετωπίζουν παρόμοια προβλήματα σε όλο τον κόσμο, με την πιο προφανή διαπίστωση να είναι κοινή: ένας υπολογιστής δεν μπορεί να αντικαταστήσει τη σχολική τάξη ως τόπος μάθησης για τα παιδιά. Τα αποτελέσματα έρευνας της εταιρείας McKinsey σε 8 χώρες (Καναδάς, Κίνα, Γαλλία, Γερμανία, Ιαπωνία, Ηνωμένο Βασίλειο, ΗΠΑ, Αυστραλία) δείχνουν ότι τα δύο τρίτα των εκπαιδευτικών, παρά τις βελτιώσεις στα συστήματα τηλεκπαίδευσης, μιλούν για ένα “πείραμα” που βοήθησε μεν στο πλαίσιο της μείωσης της μετάδοσης του κορωνοϊού, αλλά που, από εκπαιδευτικής άποψης, απέτυχε.

Οι δάσκαλοι, σχεδόν παντού, δυσκολεύονται να κρατήσουν το ενδιαφέρον των μαθητών μέσα από μια οθόνη. Τα πρωινά ή μεσημέρια, όπως άλλωστε συνέβη και στην Ελλάδα, για τους μαθητές διαμορφώθηκε μια ρουτίνα που περιλαμβάνει κατά βούληση συμμετοχή στην online τάξη, περισσότερες “απουσίες”, και περισσότερο χρόνο στα ηλεκτρονικά παιχνίδια. Η απομόνωση και το στρες που δημιουργείται από την τηλεκπαίδευση έχει επίσης αρνητικές επιπτώσεις στην ψυχική υγεία των μαθητών, καθώς και στη φυσική τους κατάσταση.

Ο ρόλος των πόρων

Κι αυτά είναι στοιχεία που μόνο οι δάσκαλοι μπορούν να “μετρήσουν” και που δεν γίνονται εύκολα αντιληπτά από την πολιτική ηγεσία στην εκάστοτε χώρα. Κακές επιδόσεις στα τεστ, χαμηλή συμμετοχή, χειρότεροι βαθμοί, αδιαφορία στην (online) τάξη, κ.λπ. Σημειωτέον ότι τα παραπάνω προβλήματα αναφέρθηκαν στο πλαίσιο της έρευνας της McKinsey, η οποία επισημαίνει πως «είναι πολύ δύσκολο να έχουμε αντίστοιχα δεδομένα για τις χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος. Η έρευνά μας, όπως και η έρευνα άλλων, δείχνει ότι οι μαθησιακές απώλειες σε αυτές τις χώρες μπορεί να είναι πολύ μεγαλύτερες».

Οι διαθέσιμοι πόροι, ο εξοπλισμός και οι συνθήκες των εκπαιδευτικών και των μαθητών έπαιξαν πολύ σημαντικό ρόλο στην αποτελεσματικότητα της τηλεκπαίδευσης. Οι δάσκαλοι των ιδιωτικών σχολείων, για παράδειγμα, όπου κατά κύριο λόγο τα διαθέσιμα εργαλεία είναι περισσότερα, αξιολόγησαν καλύτερα τη διαδικασία από ό,τι οι συνάδελφοί τους στα δημόσια.

Επίσης, συνεχίζει η έρευνα της McKinsey, «οι δάσκαλοι στα σχολεία υψηλής φτώχειας διαπίστωσαν ότι τα διαδικτυακά μαθήματα ήταν ιδιαίτερα αναποτελεσματικά», επιβεβαιώνοντας την εκπαιδευτική ανισότητα την οποία ενέτεινε η τηλεκπαίδευση. «Οι δάσκαλοι στα εύπορα και τα ιδιωτικά σχολεία ανέφεραν πιο συχνά ότι οι μαθητές τους έχουν καλύτερο εξοπλισμό, καλύτερη και ταχύτερη σύνδεση στο διαδίκτυο, που χρειάζεται στην τηλεκπαίδευση, και μεγαλύτερες πιθανότητες να μπουν στο σύστημα και να κάνουν τις εργασίες που τους ανατέθηκαν».

Παρομοίως, οι μαθητές οικογενειών που βρίσκονται κάτω από το όριο της φτώχειας είχαν μεγαλύτερες μαθησιακές απώλειες «κατά μέσο όρο 2,5 μηνών», έναντι ενάμιση μηνός που είχαν οι μαθητές οικογενειών πάνω από το όριο της φτώχειας. Συνολικά, σύμφωνα με έρευνες για την εκτίμηση της μαθησιακής απώλειας, οι μαθητές, στο τέλος του 2020, υπολογίζεται ότι βρίσκονταν έξι μήνες πίσω στην “ύλη” που θα έπρεπε να είχαν καλύψει.

Ανεπανόρθωτη απώλεια

Αξίζει να θυμίσουμε ότι από πέρυσι τον Αύγουστο, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας όριζε στις συστάσεις του ότι το κλείσιμο των σχολείων θα πρέπει να είναι η τελευταία επιλογή μιας κυβέρνησης, όταν δεν υπάρχουν εναλλακτικές. Εξού και το επόμενο διάστημα, σε αρκετές χώρες, από τις ΗΠΑ ως την Κίνα, έγιναν σημαντικές προσπάθειες να διαμορφωθεί ένα υβριδικό σύστημα εκπαίδευσης ώστε τα παιδιά να κάνουν μάθημα δια ζώσης με ασφάλεια.

Παρόλα αυτά, το lockdown όπως είδαμε επανήλθε σε αρκετές χώρες της Ευρώπης, συμπαρασύροντας και τα σχολεία. Αλλά οι συνέπειες στις μαθησιακές απώλειες εκτείνονται πέρα από τους δύο, τρεις ή έξι μήνες “ύλης”. «Οι πλήρεις επιπτώσεις της άνευ προηγουμένου παγκόσμιας μετατόπισης στην τηλεκπαίδευση θα διαφανεί τα επόμενα χρόνια», καταλήγει η έρευνα. Και το παράδειγμα της Ιταλίας δείχνει ότι αυτές οι συνέπειες μπορεί να πάρουν τη μορφή μιας καθοριστικής απόφασης, όπως της εγκατάλειψης του σχολείου. Σε άλλες περιπτώσεις μπορεί να είναι τα κενά και η έλλειψη δεξιοτήτων που θα επιτρέψει στους μαθητές να πάνε στο αμέσως επόμενο επίπεδο μάθησης.

Σε μια αγορά εργασίας όπου η απαίτηση εξειδικευμένων προσόντων και δεξιοτήτων αυξάνεται συνεχώς, οι μαθητές αυτοί θα βγουν από ένα εκπαιδευτικό σύστημα με πολύ λιγότερα εφόδια. Μεσοπρόθεσμα, αυτό θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί αν οι εκάστοτε κυβερνήσεις πάρουν δραστικά μέτρα για τη βελτίωση της τηλεκπαίδευσης, όπου αυτή συνεχίζεται, αλλά και για την κάλυψη των κενών που δημιουργήθηκαν, πχ. με πρόσθετη ή εντατική διδασκαλία, κατά τις περιόδους των διακοπών. Η απλή “επιστροφή” στην κανονικότητα δεν είναι επουδενί αρκετή για να το πετύχει αυτό.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι