Το 10% δεν αγοράζει ούτε τα βασικά – Το 36% εγκατέλειψε τα “επώνυμα” προϊόντα

Όλοι για τον πληθωρισμό δουλεύουν στην Ελλάδα

Έρευνα του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών δείχνει ότι ο ένας στους δέκα δεν μπορεί πλέον να καλύψει ούτε τις βασικές του ανάγκες, ενώ το 37% (έναντι 33% πέρσι) προτιμά προϊόντα με την “επωνυμία” του σούπερ μάρκετ και όχι των γνωστών, διαφημιζομένων εταιρειών.

Αυτά τα προϊόντα, που λέγονται ιδιωτικής ετικέτας (Private Label-PL) είναι κατά κανόνα παραγωγή γνωστών, μεγάλων εταιρειών, που παρέχουν με ειδική συμφωνία το προϊόν τους σε αλυσίδες σούπερ μάρκετ, και αυτά συσκευάζουν το τρόφιμο ή οποιοδήποτε είδος σε δική τους συσκευασία με άλλη επωνυμία. Αυτά είναι πολύ φθηνότερα από τα όμοια ή ίδια των μεγάλων εταιρειών.

Με τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας όπως δείχνει η έρευνα γεμίζουν πλέον το καλάθι τους οι Έλληνες καταναλωτές, όσο η ακρίβεια σε βασικά προϊόντα επιμένει. Δεν βρίσκουν άλλο τρόπο να μειώσουν το κόστος των αγορών τους στα σούπερ μάρκετ.

Όπως προκύπτει από ετήσια έρευνα που πραγματοποίησε το Εργαστήριο Μάρκετινγκ του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών με τηλεφωνική δημοσκόπηση σε επιστημονικά τυχαίο δείγμα 1880 νοικοκυριών τον Ιανουάριο του 2024, πλέον τα προϊόντα αυτά αντιπροσωπεύουν το 36% του καλαθιού από 33% που ήταν πέρυσι.

Σύμφωνα με όσα αναφέρει προς το Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, ο καθηγητής Γεώργιος Μπάλτας, ο οποίος συντόνισε την έρευνα, «πρόκειται για το υψηλότερο ποσοστό που καταγράψαμε ποτέ στα 19 έτη που κάνουμε την έρευνα στο Εργαστήριο Μάρκετινγκ του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών. Το μερίδιο της ιδιωτικής ετικέτας στο καλάθι αγορών βρίσκεται πολύ άνω του 30% των κωδικών που μπαίνουν μέσα στο καλάθι του καταναλωτή, δηλαδή πολύ πάνω από τα 3 στα 10 προϊόντα που αγοράζονται είναι κωδικοί ιδιωτικής ετικέτας».

Την ίδια ώρα, συνεχίζουν σταθερά να κερδίζουν θέση στο καλάθι και τα ελληνικά προϊόντα. Σύμφωνα με τον κ. Μπάλτα, «οι προτιμήσεις των καταναλωτών για τα προϊόντα ελληνικής παραγωγής δεν επηρεάστηκαν από το αρνητικό κλίμα της περιόδου Αυτό δείχνει ότι η ελληνική παραγωγή δεν συνιστά ακριβότερη αγοραστική επιλογή και οι προτιμήσεις για αυτήν είναι διαχρονικά ανθεκτικές».

Το 81% των ερωτηθέντων απάντησε στο πλαίσιο της έρευνας ότι όταν βρίσκει στο σούπερ μάρκετ ελληνικά προϊόντα τα προτιμά από τα εισαγωγής. Ωστόσο, η ερώτηση αυτή αφορά την πρόθεση του καταναλωτή και φυσικά δεν ταυτίζεται με την τελική επιλογή του που επηρεάζεται από πολλαπλούς παράγοντες (διαθεσιμότητα, προσφορές, κτλ).

Επιπρόσθετα, το 66% των ερωτηθέντων πιστεύει ότι υπάρχει στροφή των καταναλωτών στα προϊόντα ελληνικής παραγωγής, το 89% δηλώνει ότι θέλουν να αναγράφεται στη συσκευασία ότι το προϊόν είναι ελληνικής παραγωγής, το 65% πιστεύει ότι τα ελληνικά προϊόντα είναι πιο ασφαλή και πιο ποιοτικά, το 93% πιστεύει ότι προτιμώντας ελληνικά προϊόντα στηρίζει την παραγωγή της χώρας, το 83% πιστεύει ότι προτιμώντας ελληνικά προϊόντα βοηθά στη μείωση της ανεργίας.

Από τα ανωτέρω στοιχεία, φαίνεται να κυριαρχεί το καταναλωτικό κίνημα στήριξης του “ελληνικής παραγωγής” (Made in Greece) προϊόντος. Οι ερευνητές κρίνουν ότι η στήριξη των εγχώριων προϊόντων για τη στήριξη της παραγωγής και των εργαζομένων, δείχνει στάση ωριμότητας και συμπεριφορά αλληλεγγύης που έχει εδραιωθεί στην ελληνική κοινωνία.

Τα ευρήματα της έρευνας αποκαλύπτουν τις επιπτώσεις των ανατιμήσεων σε προϊόντα καθημερινής χρήσης στην αγοραστική συμπεριφορά των καταναλωτών. Όπως επισημαίνει ο κ. Μπάλτας, «η πίεση στους οικογενειακούς προϋπολογισμούς αυξάνεται διαρκώς από τα μέσα του 2021 και οι καταναλωτές αλλάζουν αγοραστικές συνήθειες για να αντιμετωπίσουν την ακρίβεια».

Η συντριπτική πλειονότητα των ερωτηθέντων (90,3%) δηλώνει ότι δυσκολεύεται οικονομικά εξαιτίας των αυξημένων τιμών στο σούπερ μάρκετ. Οι καταναλωτές στρέφονται σε φθηνότερες και λιγότερες αγορές, ενώ οι μισοί δηλώνουν ότι περιορίζονται στα απολύτως απαραίτητα προϊόντα. Σχεδόν ένας στους δέκα καταναλωτές δηλώνει ότι δεν μπορεί να αγοράσει ούτε τα στοιχειώδη.

Αναφορικά με την άποψη των καταναλωτών για το ποιος ευθύνεται περισσότερο για τις υπερβολικές ανατιμήσεις στα καταναλωτικά προϊόντα, ανάμεσα σε πολυεθνικές βιομηχανίες, ελληνικές βιομηχανίες, μεγάλες εμπορικές αλυσίδες και μικρά τοπικά καταστήματα, οι περισσότεροι καταναλωτές επέλεξαν τις πολυεθνικές εταιρείες (68%) ενώ πολύ πιο κάτω και στη δεύτερη θέση βρέθηκαν οι μεγάλες αλυσίδες (24,2%). Πολύ μικρό ποσοστό (6,9%) επέλεξε τους εγχώριους κατασκευαστές και ελάχιστοι (0,9%) τα μικρά καταστήματα.

Στο πλαίσιο της έρευνας, μετρήθηκε το ύψος της δαπάνης κάθε φορά που ψωνίζουν. Η μέση δαπάνη στο σούπερ μάρκετ εκτιμάται σε 70 ευρώ σημειώνοντας αξιόλογη αύξηση κατά 14,7% από 61 ευρώ που ήταν πέρυσι. Σημειωτέον ότι και πέρσι είχαν αρχίσει ήδη οι  μεγάλες ανατιμήσεις.

Η αύξηση στη δαπάνη ανά επίσκεψη στο σούπερ μάρκετ αντανακλά την άνοδο του κόστους των προϊόντων λόγω πληθωρισμού. Αντίστοιχα, η μέση μηνιαία δαπάνη εκτιμάται στα 370 ευρώ σημειώνοντας ανάλογη άνοδο από 324 ευρώ πέρυσι. Το 75% των καταναλωτών δαπανά ως 450 ευρώ τον μήνα. Η αύξηση της δαπάνης προέρχεται κυρίως από τις ανατιμήσεις, οι οποίες στον συγκεκριμένο κλάδο είναι πολύ μεγαλύτερες από τον γενικό δείκτη τιμών καταναλωτή.

Σχετικά με τον αριθμό των σούπερ μάρκετ που χρησιμοποιούν, μόνο το 58% των ερωτηθέντων δήλωσε ότι ψωνίζει σταθερά σε ένα σούπερ μάρκετ. Το 42% μοιράζει τις αγορές σε περισσότερα καταστήματα. Το 93,2% των ερωτηθέντων χρησιμοποιεί μέχρι τρία διαφορετικά καταστήματα για τις αγορές του.

Η συχνότητα αγορών στις αλυσίδες σούπερ μάρκετ κατά μέσο όρο είναι έξι φορές το μήνα και παραμένει σταθερή σε σύγκριση με την περσινή συχνότητα. Οι μισοί καταναλωτές δηλώνουν ότι ψωνίζουν τέσσερις φορές το μήνα  και οι άλλοι μισοί οκτώ φορές.

Το 89,4% των ερωτηθέντων δηλώνουν ότι έχουν προαποφασίσει τι είδη θα αγοράσουν πριν πάνε στο σούπερ μάρκετ ή προτού μπουν σε πλατφόρμα για ηλεκτρονική παραγγελία. Συγκεκριμένα, καταγράφεται αυξημένη προσπάθεια κατάργησης των παρορμητικών αγορών και προγραμματισμός των αγοραστικών αποφάσεων, για να διαχειριστούν οι οικογένειας καλύτερα το διαθέσιμο εισόδημα τους εν μέσω ακραίων πληθωριστικών συνθηκών. Στο θέμα της μάρκας του κάθε προϊόντος προαποφασισμένο εμφανίζεται το 50,5%.

Σημαντικότερα κριτήρια επιλογής προϊόντων θεωρούνται η ποιότητα, η τιμή, οι προσφορές, και η ελληνική προέλευση. Τα κριτήρια αυτά παραμένουν διαχρονικά στις πρώτες τέσσερις θέσεις στις ετήσιες έρευνες του εργαστηρίου μάρκετινγκ του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών. Όσον αφορά τη σημασία που δίνουν οι καταναλωτές σε συγκεκριμένα κριτήρια επιλογής καταστημάτων σούπερ μάρκετ, η έρευνα έδειξε ότι επιλέγουν με βάση την ποιότητα των εμπορευμάτων, τις τιμές, τις προσφορές και την εύκολη πρόσβαση.

Όσον αφορά το «καλάθι του νοικοκυριού» οι καταναλωτές εμφανίζονται μοιρασμένοι. Ποσοστό 53,5% των καταναλωτών πιστεύει ότι είναι ένα χρήσιμο μέτρο. Η αποδοχή του από περίπου έναν στους δύο καταναλωτές δείχνει, σύμφωνα με την έρευνα, ότι δεν είναι ένα ασήμαντο μέτρο και η εφαρμογή του ενδιαφέρει μεγάλο τμήμα του αγοραστικού κοινού.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι