Γιατί η Wall Street δεν φοβάται το οικονομικό επιτελείο του Μπάιντεν

Γιατί η Wall Street δεν φοβάται το οικονομικό επιτελείο του Μπάιντεν, Αλέξανδρος Μουτζουρίδης

Το 2016, όσοι προσδοκούσαν ότι ο Ντόναλντ Τραμπ θα έκανε δύσκολη τη ζωή της Wall Street, του χρηματοπιστωτικού λόμπι και των κερδοσκόπων, απογοητεύτηκαν οικτρά. Παρά τους μύδρους που εξαπέλυε ο απερχόμενος πρόεδρος, θα παραδώσει στον Μπάιντεν το δείκτη S&P 500 κατά 50% αυξημένο, και ανόδους ρεκόρ για Nasdaq και Dow Jones, έχοντας προσφέρει στις αγορές ένα ιδιαίτερα χορταστικό πακέτο ρευστότητας εν μέσω πανδημίας. Ο διάδοχός του, όμως, είναι πιο προβλέψιμος, και άρα προτιμητέος από τον κλάδο.

Αυτό προκύπτει τουλάχιστον από τα όσα γίνονται γνωστά για το οικονομικό του επιτελείο και τα άτομα που θα αναλάβουν θέσεις-κλειδιά στην κυβέρνησή του. Οι ανακοινώσεις των περασμένων ημερών περιλαμβάνουν πρόσωπα που προέρχονται απευθείας από μεγάλες τράπεζες και hedge funds. Για παράδειγμα, επικρατέστερη για τη θέση του υπουργού Οικονομικών δεν είναι άλλη από την Τζάνετ Γέλεν, η οποία υπηρέτησε πρόεδρος της Federal Reserve (της ομοσπονδιακής τράπεζας των ΗΠΑ) την περίοδο 2014-2018 και αντιπρόεδρος την περίοδο 2010-2014.

Η Γέλεν ήταν η θιασώτρια της λεγόμενης ποσοτικής χαλάρωσης επί της διακυβέρνησης Μπαράκ Ομπάμα, μια πολιτική που διοχέτευσε αμύθητα ποσά ρευστότητας στις χρηματοοικονομικές αγορές. Μαζί της, στη θέση του αναπληρωτή υπουργού Οικονομικών, θα είναι ο Αντεγουάλε Αντέγιεμο, πρώην στέλεχος του Λευκού Οίκου επί Ομπάμα και κορυφαίο στέλεχος (σύμβουλος) στο μεγαλύτερο hedge fund του κόσμου, την BlackRock.

Σύμφωνα με ρεπορτάζ των New York Times, ο Αντέγιεμο –ο οποίος, από το 2019, διευθύνει το Ίδρυμα Ομπάμα στο Σικάγο– είναι ο ένας εκ των δύο στελεχών της BlackRock που θα συμμετάσχουν στο επιτελείο του Μπάιντεν. Ο έτερος είναι ο Μπράιαν Ντις, πρώην στέλεχος της κυβέρνησης Ομπάμα και σήμερα διευθυντής “βιώσιμων επενδύσεων” της BlackRock. Αναμένεται να διοριστεί στη θέση του διευθυντή του Εθνικού Οικονομικού Συμβουλίου.

Οι άνθρωποι της Χίλαρι Κλίντον

Στην Υπηρεσία Διοίκησης και Προϋπολογισμού, ο Τζο Μπάιντεν επέλεξε την Νίρα Τάντεν, διευθύνουσα σύμβουλο του think tank Center for American Progress (CAP / Κέντρο Αμερικανικής Προόδου), φίλα προσκείμενου στο Δημοκρατικό Κόμμα. Η Τάντεν υπήρξε ένθερμη υποστηρικτής της Χίλαρι Κλίντον στις εκλογές του 2016 και από τους σκληρότερους πολέμιους της “αριστερής πλατφόρμας” του Κόμματος, που πρέσβευε ο Μπέρνι Σάντερς.

Να σημειωθεί ότι ο Σάντερς είχε καταγγείλει τις προτάσεις του CAP για τη μεταρρύθμιση του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης. Ο λόγος ήταν ότι αυτές προέβλεπαν τη σύνδεση των επιδομάτων και παροχών με ένα δείκτη τιμών καταναλωτή, με αποτέλεσμα οι αυξήσεις που είχαν υποσχεθεί οι Δημοκρατικοί να καταλήξουν να είναι ισχνές. Η Τάντεν, τότε, μάλιστα είχε αναγνωρίσει ότι αυτό αποτέλεσε ένα συμβιβασμό με τις απαιτήσεις των Ρεπουμπλικάνων.

Πέρα από την υποστήριξή της στη λογική της “εξυγίανσης” του συστήματος υγείας, ακόμα και μέσα από το μισητό για τον Τραμπ, Obamacare, υπήρξε υπέρ των παρεμβάσεων εξωτερικής πολιτικής που υιοθετεί η Κλίντον (βλ. Συρία, Λιβύη). Σύμφωνα με τα email που διέρρευσαν από το περιβάλλον της ΚΛίντον, το 2015, μια αποκάλυψη που έκανε ο Γκλεν Γκρίνγουολντ, γνωστός δημοσιογράφος της Guardian, η κυρία Τάντεν υποστήριξε ότι: «οι Λίβυοι πρέπει να εξαναγκαστούν να παραδώσουν μεγάλο μέρος των εσόδων τους από το πετρέλαιο για να ξεπληρώσουν τις ΗΠΑ για το κόστος του βομβαρδισμού της Λιβύης»

Επιπλέον, η Τάντεν είχε χαρακτηρίσει τον Τζούλιαν Ασάνζ (Wikileaks) ως πράκτορα ενός φιλοφασιστικού καθεστώτος, εννοώντας τη Ρωσία, και απέδωσε σε μεγάλο βαθμό στον Ασάνζ την εκλογή του Τραμπ(!).

Δεν διαφέρουν οι κυβερνήσεις

Ο Μπάιντεν φαίνεται να έχει επιλέξει ανθρώπους με διαφορετική φυλετική καταγωγή (αφροαμερικάνους, ινδοαμερικάνους κ.λπ.) και σε μεγάλο βαθμό γυναίκες, γεγονός που του επιτρέπει να μιλά για μια συμμετοχική και περιεκτική κυβέρνηση. Ορισμένοι είναι καταξιωμένοι ακαδημαϊκοί, όπως η Σεσίλια Ράουζ, του πανεπιστημίου του Πρίνστον, και ο οικονομολόγος Τζάρεντ Μπέρνσταϊν.

Ο αμερικανικός Τύπος που υποστήριξε και υποστηρίζει ανοικτά τον Τζο Μπάιντεν εξαίρει τις επιλογές αυτές, συμπληρώνοντας ότι πρόκειται για ανθρώπους που υποστηρίζουν τα δικαιώματα των εργαζομένων και προωθούν κοινωνικές πολιτικές. Όλα αυτά μένουν να φανούν όμως στην πράξη, καθώς αρκετά από αυτά τα στελέχη πρόκειται για εκατομμυριούχους, χωρίς στενή επαφή με την αμερικανική κοινωνία και, το κυριότερο, συνεργάτες της Χίλαρι Κλίντον.

Στις πολιτικές που έχει εξαγγείλει ο Τζο Μπάιντεν περιλαμβάνεται η αύξηση του εταιρικού φόρου (για τις επιχειρήσεις που κερδίζουν πάνω από 400 χιλιάδες δολάρια), επενδύσεις στις δημόσιες υποδομές, δωρεάν φοίτηση σε κοινοτικά κολέγια, καθώς και ενισχυμένα πακέτα στήριξης για την ανάκαμψη από την πανδημία. Η υλοποίησή τους όμως δεν θα είναι τόσο απλή υπόθεση, ιδίως όταν θα πρέπει να περάσουν νομοσχέδια από τη Γερουσία.

Στελέχη της Wall Street λοιπόν, εκτιμούν ότι η εκλογή Μπάιντεν όχι μόνο δεν φοβίζει το τραπικό και επενδυτικό λόμπι αλλά δεν αναμένεται να επηρεάσει διόλου την ανάκαμψη των αγορών που αναμένεται το 2021. Κατά τον Κρεγκ Φερ, στέλεχος της επενδυτικής Edward Jones, «οι αβεβαιότητες των εκλογών αντικαθίστανται από μια ξεκάθαρη προοπτική», η οποία θα μεταφραστεί σε «αυξημένα εταιρικά κέρδη και ευνοϊκά επιτόκια που θα υπήρχαν» όποια κυβέρνηση κι αν βρίσκεται στην εξουσία.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι