Η ελληνική οικονομία σε τροχιά “ναι μεν αλλά”

Η ελληνική οικονομία σε τροχιά "ναι μεν αλλά", Κώστας Μελάς,

Σταθερά θετικός είναι πλέον ο ρυθμός μεγέθυνσης του πραγματικού ΑΕΠ τα τελευταία έτη. Η ελληνική οικονομία φαίνεται να έχει εξέλθει από τη φάση στασιμότητας, στην οποία βρισκόταν. Εκτιμάται ότι και το 2019 θα επιβεβαιωθεί αυτή η τάση. Σήμερα στην οικονομία καταγράφεται τάση εξισορρόπησης αναφορικά με το δημοσιονομικό και το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών.

Η ανάκαμψη συνεχίζεται με ρυθμό μεγέθυνσης στην περιοχή του 2%. Η συνολική δυναμική της ανάπτυξης, όμως, είναι ασθενής σε σχέση  με τους ρυθμούς που απαιτούνται ώστε μεσοπρόθεσμα να βρίσκεται σε ένα βιώσιμο μονοπάτι. Ταυτόχρονα, η εξασθένιση της μεγέθυνσης και συνακόλουθα της ζήτησης στο ευρωπαϊκό και ευρύτερο περιβάλλον της ελληνικής οικονομίας προκαλεί πρόσθετες ανησυχίες.

Πέρα από τις γενικότερες πιέσεις στις εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών, η ανάκαμψη στις χώρες που λειτουργούν ως ανταγωνίστριες στην αγορά του τουρισμού, μπορεί να οδηγήσει σε εξασθένιση της δυναμικής σ’ αυτόν τον τομέα της οικονομίας, ο οποίος είχε σημαντική θετική συμβολή στην μεγέθυνση τα τελευταία χρόνια. Παράλληλα, όμως, εξακολουθούν να απουσιάζουν οι ενδογενείς μηχανισμοί δημιουργίας εισοδημάτων και ροών ρευστότητας που θα έκαναν τη θετική δυναμική εμφανώς διατηρήσιμη.

Η απουσία ενός ενδογενούς μηχανισμού μετάβασης της οικονομίας σε στέρεη βιώσιμη αναπτυξιακή τροχιά γίνεται εμφανής στην ευμετάβλητη συμπεριφορά κυρίως των επενδύσεών. Ο όγκος τους εξακολουθεί να υπολείπεται συγκρινόμενος τόσο με τον όγκο της προ κρίσεως περιόδου, αλλά και με τον αντίστοιχο των χωρών-μελών της ΕΕ. Η κατάσταση του ιδιωτικού τομέα, άλλωστε, εξακολουθεί να είναι εύθραυστη και να κινείται ακόμη σε καθεστώς αβεβαιότητας. Τα νοικοκυριά εξακολουθούν να εμφανίζουν αρνητικές νέες αποταμιεύσεις, παρά τις σημειωθείσες μικρές βελτιώσεις στο διαθέσιμο εισόδημα.

Ο καθαρός σχηματισμός παγίου κεφαλαίου συνεχίζει να είναι αρνητικός (μετά τις αποσβέσεις). Η αύξηση του ακαθάριστου σχηματισμού παγίου κεφαλαίου ως ποσοστό του ΑΕΠ το 2016 ήταν 11,47% και το 2017 ήταν 12,517%. Το 2018 παρουσίασε μικρή μείωση, ήταν 11,07%. Το πρώτο εξάμηνο του 2019, σύμφωνα με τα προσωρινά στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, το ποσοστό βρίσκεται στο 11,3%.

Καταστροφικές εκτιμήσεις

Λανθασμένες ή υπεραισιόδοξες εκτιμήσεις περί επενδυτικού σοκ και εξωστρεφούς μετασχηματισμού της οικονομίας είναι δυνατό να αποβούν καταστροφικές. Η ακραία ρητορική που αναπτύσσεται στον δημόσιο διάλογο για τον δήθεν αποφασιστικό ρόλο των άμεσων ξένων επενδύσεων στην αναπτυξιακή πορεία της ελληνικής οικονομίας, δείχνει έλλειμμα ρεαλισμού και αδυναμία κατανόησης των εξελίξεων σε εθνικό και διεθνές επίπεδο.

Παράλληλα, δικαιολογεί την εγχώρια επενδυτική ανεπάρκεια και ενισχύει παρασιτικές επιχειρηματικές συμπεριφορές και απαιτήσεις που ταυτίζουν την επιχειρηματικότητα και την κερδοφορία με πολιτικές ενεργοποίησης πρωτογενών και δευτερογενών αναδιανεμητικών διαδικασιών.

Όσον αφορά στις επιλογές της οικονομικής πολιτικής, οι βαθμοί ελευθερίας είναι αυξημένοι μετά το τέλος του τρίτου μνημονίου τον Αύγουστο του 2018, αλλά φυσικά όχι απεριόριστοι. Οι επιμέρους επιλογές και η σηματοδότηση της κατεύθυνσης θα είναι κρίσιμες. Η μετάβαση της οικονομίας σε μια πορεία υψηλών και διατηρήσιμων ρυθμών μεγέθυνσης χρειάζεται αφενός την άμεση αντιστροφή κάθε μορφής αφαίμαξής της με μέτρα λιτότητας, αφετέρου την ενεργοποίηση ενδογενών μηχανισμών δημιουργίας ροών εισοδήματος και ρευστότητας μέσω της αύξησης του διαθέσιμου εισοδήματος.

Συνθήκες σταθερότητας

Η μείωση του φορολογικού βάρους από την κυβέρνηση Μητσοτάκη κρίνεται ως αναγκαία αλλά όχι ικανή από μόνη της να οδηγήσει την οικονομία στο μονοπάτι της σταθεροποίησης και της μεγέθυνσης. Μέτρα, όπως η αύξηση του κατώτατου μισθού και η ενεργοποίηση κλαδικών συμβάσεων –για να διαχυθεί η αύξηση στο σύνολο της οικονομίας– κινούνται σε αυτή την κατεύθυνση, καθώς επιφέρουν, βραχυχρόνια, θετικό αποτέλεσμα στο ΑΕΠ. Κατ’ επέκταση συμβάλουν στη φερεγγυότητα της οικονομίας και συνεπώς στους όρους αναχρηματοδότησης του χρέους από τις χρηματοπιστωτικές αγορές.

Μέσω αυτής της διαδικασίας είναι προφανές ότι αναμένεται να δημιουργηθούν συνθήκες σταθερότητας, απαραίτητη προϋπόθεση για πιθανή αύξηση των επενδύσεών μεσοπρόθεσμα.
Επιπλέον, η σταθερότητα και η φερεγγυότητα των ελληνικών τραπεζών είναι απολύτως εξαρτημένη από τη δημιουργία εισοδημάτων και ροών ρευστότητας στην οικονομία.

Μια τέτοια εξέλιξη θα βελτίωνε σωρευτικά την ποιότητα του ενεργητικού τους και την καταθετική τους βάση, η οποία υπονομεύτηκε από τις πολιτικές της δημοσιονομικής λιτότητας και της εσωτερικής υποτίμησης. Εν κατακλείδι, για να επιτευχθεί διατηρήσιμη αύξηση του ΑΕΠ απαιτείται χρόνος και συνδυασμός κατάλληλων και αποτελεσματικών παρεμβάσεών.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι