ΘΕΜΑ

Πως οι Ενδιάμεσες Εκλογές στις ΗΠΑ θα επηρεάσουν την Ουκρανία και εμάς

Πως οι Ενδιάμεσες Εκλογές στις ΗΠΑ θα επηρεάσουν την Ουκρανία και εμάς, Μάριος Ευρυβιάδης

Την Τρίτη 8 Νοεμβρίου θα διεξαχθούν οι λεγόμενες ενδιάμεσες εκλογές στις ΗΠΑ. Ονομάζονται “ενδιάμεσες” (midterm), διότι διεξάγονται στο μέσο των ανά τετραετίας προεδρικών εκλογών. Οι εκλογές αυτές αφορούν στην ανανέωση της σύνθεσης του Κογκρέσο, δηλαδή της Βουλής των Αντιπροσώπων και της Γερουσίας, όπως επίσης σε πολιτειακά και τοπικά αξιώματα.

Και οι 435 θέσεις στη Βουλή (διεκδικούνται κατά πληθυσμιακή αναλογία) είναι υπό αίρεση, καθώς και το ένα τρίτο (35) των θέσεων στη Γερουσία. Αντίθετα με τη διετή θητεία στη Βουλή, οι 100 Γερουσιαστές, οι οποίοι εκπροσωπούν ανά δύο τις 50 ισότιμες Πολιτείες της αμερικανικής ομοσπονδίας, εκλέγονται για εξαετή θητεία. Έτσι διατηρείται σταθερότητα και συνέχεια στη νομοθετική εξουσία. Στις ΗΠΑ, δηλαδή, διεξάγονται εκλογές σε εθνικό επίπεδο κάθε δυο χρόνια. Με αλλά λόγια, εκεί οι εκλογικές διαδικασίες δεν σταματούν ποτέ.

Λόγω του ειδικού βάρους των ΗΠΑ, οι όποιες εθνικές εκλογές εκεί παρακολουθούνται από όλο τον κόσμο. Τον επηρεάζουν άμεσα. Σήμερα, αυτοί που τις παρακολουθούν πιο επισταμένα από όλους είναι οι Ουκρανοί, η κυβέρνηση Ζελέσκι και το εκεί “βαθύ κράτος”. Ανησυχούν πως τυχόν επικράτηση των Ρεπουμπλικανών σε Γερουσία, Βουλή ή και στα δυο σώματα, πιθανώς να περιορίσει την ολοκληρωτική υποστήριξη, που τους παρέχεται σήμερα από τους Δημοκρατικούς  του προέδρου Μπάιντεν στον πόλεμο με τη Ρωσία. Αυτό που φοβούνται δεν είναι πως η αμερικανική βοήθεια θα σταματήσει, αλλά πως δεν θα παρέχεται απόλυτα και χωρίς σχεδόν περιορισμούς, όπως συμβαίνει σήμερα.

Στην Ουκρανία ανησυχούν διότι σημαίνοντες παράγοντες του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, (πέραν του Τράμπ και γερουσιαστές, βουλευτές και επώνυμοι παράγοντες των παραδοσιακών συντηρητικών) εκφράζουν ακριβώς τέτοιες επιφυλάξεις και υποστηρίζουν:

  • Πρώτον, πως πρέπει να εφαρμοστούν περιορισμοί στα οπλικά συστήματα που παρέχονται, μην τυχόν και οδηγήσουν σε κλιμάκωση, ακόμη και σε πυρηνικό πόλεμο με τη Ρωσία.
  • Δεύτερον και ίσως πιο σημαντικό, πως η διπλωματία πρέπει να πάρει το πάνω χέρι, κάτι που δεν ισχύει μέχρι τώρα.

Τί “καίει” τους Αμερικανούς

Η ειρωνεία εδώ είναι πως παρά τον επικοινωνιακό βομβαρδισμό, οι Αμερικανοί δεν ενδιαφέρονται πολύ για τον πόλεμο στην Ουκρανία. Ενδιαφέρονται όμως και κατανοούν απόλυτα τις συνέπειες του πολέμου στην τσέπη τους, όπως αυτές εκφράζονται ίσως με τον πιο γνωστό τρόπο που είναι η  τιμή  στα πρατήρια καυσίμων. Είναι ακριβώς για να πέσουν οι τιμές στα πρατήρια που ο Πρόεδρος Μπάιντεν έχει επανειλημμένα αποφασίσει (τρεις φορές από την έναρξη του πολέμου) να ρίξει στην αγορά πάνω από 200 εκατομμύρια βαρέλια μέχρι τώρα από τα στρατηγικά αποθέματα της χώρας (US Strategic Petroleum Reserves).

Αυτά υπάρχουν από το 1975 για να χρησιμοποιηθούν μόνο σε περίπτωση πολέμου. Έγιναν κάποιες εξαιρέσεις παλαιότερα για να αντιμετωπιστούν π.χ. μεγάλες φυσικές καταστροφές, όπως το 2005 στην Λουϊζιάνα (Καταιγίδα Κατρίνα) και το 2011 στον πόλεμο στη Λιβύη. Αλλά οι αριθμοί ήταν ελάχιστοι, ένα εκατομμύριο βαρέλια εδώ και εκεί, όχι 200 εκατομμύρια όπως συμβαίνει σήμερα.

Μεταπολεμικά και με εξαίρεση τις προεδρικές εκλογές του 1968, που είχε κεντρικό θέμα τον πόλεμο στο Βιετνάμ, όπου οι Αμερικανοί έχαναν 500 νεκρούς την εβδομάδα, όλες οι άλλες εκλογές κρίνονται κυρίως με βάση την πορεία της οικονομίας. Έτσι και οι επερχόμενες. Ένας άλλος σχεδόν απαράβατος κανόνας είναι πως το κόμμα που κερδίζει τις προεδρικές εκλογές χάνεις έδαφος στις ενδιάμεσες. Πόσο; Εξαρτάται από τη διαφορά, με την οποία κέρδισε τις προεδρικές και πως αυτή εκφράσθηκε με κέρδη σε Βουλή και Γερουσία. Όπως είναι γνωστό ο Μπάιντεν δεν κέρδισε με μεγάλη διαφορά τον Τραμπ το 2020.  Επιπλέον ένα μεγάλο μέρος των Ρεπουμπλικανών, με ηγέτη τον Τραμπ, αμφισβητούν μέχρι σήμερα ακόμη και τη νομιμότητα της νίκης των Δημοκρατικών.

Το άμεσο ενδιαφέρον για τις ενδιάμεσες εκλογές σήμερα είναι κατά πόσο θα αλλάξουν τις υφιστάμενες ισορροπίες σε Βουλή και Γερουσία. Το 2020 οι Δημοκρατικοί πήραν την πλειοψηφία στη Βουλή με 220 έναντι 212 των Ρεπουμπλικανών. Στη Γερουσία πήραν 48 έναντι 50, αλλά ψηφίζουν μαζί τους δυο ανεξάρτητοι γερουσιαστές από τις φιλελεύθερες πολιτείες Βερμόντ και Μέιν. Έχουν επίσης τη ψήφο του Προέδρου της Γερουσίας, την οποία θεσμικά κατέχει ο εκάστοτε αντιπρόεδρος  των ΗΠΑ, που σήμερα είναι η Καμάλα Χάρις.

Με αυτό τον τρόπο το Δημοκρατικό Κόμμα έχει 51 ψήφους στη Γερουσία έναντι 50 του Ρεπουμπλικανικού. Έτσι, μέσω της πλειοψηφίας τους, οι Δημοκρατικοί ελέγχουν τους προέδρους όλων των Επιτροπών της Γερουσίας και κατ’ επέκταση την ατζέντα του σώματος. Το ίδιο ισχύει και στη Βουλή, όπου οι Δημοκρατικοί έχουν καθαρή πλειοψηφία. Είναι προφανές πως αυτό τους εξασφαλίζει πολιτικό πλεονέκτημα.

Τί δείχνουν οι δημοσκοπήσεις

Όλες οι ενδείξεις/δημοσκοπήσεις  σήμερα δείχνουν πως τη Βουλή θα κερδίσουν οι Ρεπουμπλικάνοι, ενώ σχεδόν είναι αμφίβολο το αποτέλεσμα για τη Γερουσία. Όλοι λένε πως παίζεται 50-50% και μάλιστα σε μια μόνο Πολιτεία, στην Πενσυλβάνια. Όποιο κόμμα κερδίσει εκεί θα πάρει και την πλειοψηφία στη Γερουσία. Αυτό σημαίνει πως αν κερδίσουν οι Ρεπουμπλικάνοι και τη Γερουσία, ο Μπάϊντεν  και οι Δημοκρατικοί θα χάσουν το Κογκρέσο για τα επόμενα δυο χρόνια.

Αν κερδίσουν οι Ρεπουμπλικανοί και τα δυο σώματα δεν θα είναι μόνο στο Κίεβο που θα υπάρξει μεγάλη ανησυχία, αλλά και σε Αθήνα και Λευκωσία. Ειδικά αν χαθεί η Γερουσία. Ο πιο σημαντικός υποστηρικτής των δικών μας θέσεων στο Κογκρέσο είναι ο γνωστός Δημοκρατικός γερουσιαστής Ρόμπερτ Μενέντεζ (New Jersey), ο οποίος αντλεί το μεγαλύτερο μέρος της επιρροής του ως Πρόεδρος της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων της Γερουσίας. Η Επιτροπή αυτή διαδραματίζει σημαντικό έως καταλυτικό ρόλο στη διαμόρφωση και υλοποίηση της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ. Χωρίς πλειοψηφία Δημοκρατικών, ο Μενέντεζ θα απωλέσει την προεδρία της Επιτροπής.

Για τον Ελληνισμό υπάρχει και ένας μακροπρόθεσμος κίνδυνος. Υπάρχει σοβαρό ενδεχόμενο η αλλαγή υπέρ των Ρεπουμπλικάνων να συντελεστεί στη Πενσυλβάνια, με κερδισμένο τον υποψήφιο Μεχμέτ Όζ. Ο Όζ, γεννημένος στην Τουρκία, είναι φανατικός υποστηρικτής του ισλαμιστή Ερντογάν. Μέχρι πρόσφατα ο Οζ, που υπήρξε επιλογή του Τράμπ, ήταν πολιτικό  περίγελο, λόγω ενός ιστορικού ψεμάτων, ακόμη και απατεωνιών, συνδεδεμένων με το ιατρικό του επάγγελμα.

Αντίθετα ο Δημοκρατικός ανθυποψήφιός του, ο John Fetterman, πρώην κυβερνήτης της Πολιτείας, είχε όλα τα απαιτούμενα για μια εύκολη νίκη σε μια Πολιτεία που παραδοσιακά ψήφιζε Ρεπουμπλικάνους στη Γερουσία. Δυστυχώς ο Fetterman υπέστη εγκεφαλικό επεισόδιο τον  περασμένο Μάιο. Αυτό άφησε κάποια κατάλοιπα στην υγεία του, επιτρέποντας έτσι στον Οζ να γεφυρώσει το χάσμα, να διεκδικεί με αξιώσεις την έδρα και με νίκη του να δώσει τη Γερουσία στους Ρεπουμπλικάνους και να ηρωποιηθεί, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τα ελληνικά συμφέροντα.

Το πολιτικά παράδοξο με τις ανά διετία αμερικανικές εκλογές είναι πως ενώ ο υπόλοιπος κόσμος τις παρακολουθεί επισταμένα, διότι οι πολιτικές τους συνέπειες επηρεάζουν τη διεθνή ειρήνη, ασφάλεια και οικονομία, οι Αμερικανοί δεν ενδιαφέρονται παρά μόνο για τα τοπικιστικά τους συμφέροντα, με τα οικονομικά να κυριαρχούν. Και δεν διαφαίνονται συνθήκες στον ορίζοντα, ώστε και αυτοί ως λαός να έχουν λόγο σε ζητήματα πολέμου και ειρήνης και όχι μόνο οι κυβερνήσεις τους και η ελίτ τους. Για να συμβεί κάτι τέτοιο θα πρέπει να αλλάξουν ριζικά οι παγκόσμιες ισορροπίες, ώστε και ο μέσος Αμερικανός να αισθανθεί απειλούμενος και να ενεργοποιηθεί ανάλογα. Η απειλή ενός πυρηνικού πολέμου, αν και υπαρκτή, δεν φαίνεται προς το παρόν να είναι αρκετή.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι